Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

 

Νοέμβριος 1919. Ένας τριανταεξάχρονος άντρας νοικιάζει ένα δωμάτιο στην πανσιόν „Stüdl“, πενήντα χιλιόμετρα βόρεια της Πράγας, και επί εννέα ημέρες γράφει ένα γράμμα στον εξηνταεπτάχρονο πατέρα του, με τον οποίο ζει ακόμα στο ίδιο διαμέρισμα. Το γράμμα, ένας πρωτοφανής σκληρός απολογισμός, είναι έκτασης 103 σελίδων και τελειώνει χωρίς αποφώνηση, με ένα σκέτο „Franz“.

Ο Kafka έπνεε μένεα και όχι αδίκως. Στη σχέση του με τον πατέρα του ανέκαθεν κυριαρχούσε ένταση.

Είχε έρθει η στιγμή να ανταποδώσει. Την αφορμή έδωσε η αρραβωνιαστικιά του, Julie Wohryzek, την οποία δεν εκτιμούσε καθόλου ο πατέρας του. Όπως θα έκαναν και με κάθε πιθανή νύφη, οι γονείς του απευθύνθηκαν σε ντετέκτιβ, για να συλλέξουν πληροφορίες. Για τη γενιά τους κάτι τέτοιο ήταν απολύτως φυσιολογικό. Δεν θα προσβάλλονταν, αν συνέβαινε και το αντίστροφο. Όταν ο πατέρας έφερε τον Franz ενώπιον των πορισμάτων της έρευνας, η απάντηση που έλαβε ήταν προφανής: «δεν με ενδιαφέρει, εγώ γνωρίζω την κυρία καλύτερα».

Το «Γράμμα στον πατέρα» θεωρείται σήμερα η βάση του μοντέρνου στη λογοτεχνία. Πέρα από τη στιλιστική του κομψότητα, είναι μολυσμένο με έχθρα και μίσος. Ο Hermann Kafka ήταν ένας κομπορρήμων, χωρίς συναίσθηση της επίδρασης που ασκούσαν τα λόγια του στους άλλους. Για τον ευαίσθητο Franz, όμως, ο αυτοσεβασμός ήταν κάτι πολύ σημαντικό. Αν κάποιος έδειχνε ανοησία ή ασέβεια στη συμπεριφορά του απέναντί του, μπορούσε να αντιδράσει με σκληρότητα και ψυχρότητα. Στην υπόθεση με τη Julie ο πατέρας υπερέβη μία κόκκινη γραμμή, όταν του ξέφυγε το εξής: «Επειδή σε έπιασε κορόιδο ένα όμορφο πουκάμισο, δεν σημαίνει ότι πρέπει να παντρευτείς αμέσως! Πήγαινε καλύτερα στις πόρνες. Αν φοβάσαι, πάμε μαζί.» Όταν ξεστόμισε αυτά τα γεμάτα βαθιά περιφρόνηση λόγια, η μητέρα βρισκόταν εκεί. Μία σκηνή που θα πρέπει να έχει στο πίσω μέρος του μυαλού του όποιος διαβάζει το γράμμα.

Ο Kafka, αδύναμος και μικροκαμωμένος ως παιδί, παρουσιάζει στο γράμμα έναν πατέρα που γελάει με κακία, έναν άντρα ειρωνικό, οξύθυμο, με επιβλητική κορμοστασιά, διαρκή κακοκεφιά, εθισμό στην κυριαρχία και μία αδυναμία στα αισχρά αστεία. Ο πατέρας του χρησιμοποιούσε συνεχώς την υπεροχή του. Ήταν αρκετά θορυβώδης, τον απειλούσε  – αν και δεν τον χτύπησε ποτέ – και έβαζε τις τιράντες του στην πλάτη της καρέκλας. Τέτοιου είδους περιστατικά τού προκαλούσαν υπερβολικό φόβο, αλλά δεν επαναστατούσε, αντιθέτως, κλεινόταν στον εαυτό του. Περισσότερο ενεργητικός γινόταν, μάλιστα, όταν υπερασπιζόταν την αδερφή του, παρά όταν επρόκειτο για θέμα που αφορούσε τον ίδιο. Στο τέλος, όμως, δικαιολογούσε τον πατέρα του και σκεφτόταν ότι ο συνεχής σαρκασμός του ίσως και να ήταν δίκαιος. Είχε ομολογουμένως αναλάβει την ευθύνη όλης της οικογένειας και χάρη στην επιμονή του ως επιχειρηματία μπορούσε να παρέχει στα παιδιά πολλές ανέσεις, εκπαίδευση και μία σχετική ευημερία. Κι αυτή όμως είχε κάποιο τίμημα. Όταν ήταν παιδί, ο Franz έμενε συνεχώς μόνος του, επειδή οι γονείς του εργάζονταν μέχρι αργά, και τον φρόντιζε προσωπικό που άλλαζε συχνά. Διάβαζε, ονειρευόταν πολύ και έκανε διάφορα πράγματα μόνος του, όπως όλα τα χαρισματικά παιδιά που νιώθουν μοναξιά. Όμως δεν γνώριζε πώς δημιουργούνται φιλίες, πώς χτίζεται η εμπιστοσύνη, και αυτό το πρόβλημα τον συνόδευε σε όλη του τη ζωή. Όταν ο Kafka, ενήλικας πια, συνέκρινε την επαγγελματική επιτυχία του πατέρα του με τις δικές του αποτυχίες, ένιωθε ακόμα πιο μικρός. «Όταν ο πατέρας θα είναι πια μεγάλος, θα ξέρει τι έχει καταφέρει στη ζωή του. Εγώ όμως;», αναλογιζόταν.

Σχετικά με τα «έθιμα του τραπεζιού» που τηρούσε ο πατέρας, ο Kafka έγραψε τα εξής: «Επειδή όταν ήμουν παιδί έτρωγα κυρίως μαζί Σου, το μάθημά Σου ήταν στο μεγαλύτερο μέρος του μάθημα σωστής συμπεριφοράς στο τραπέζι. Απαγορεύεται να κόβουμε τα κόκαλα, αλλά Εσύ επιτρεπόταν να το κάνεις. Πρέπει να προσέχουμε να μην πέφτουν αποφάγια στο πάτωμα, αλλά κάτω από τη θέση Σου βρίσκονταν τελικά τα περισσότερα. Στο τραπέζι πρέπει να ασχολούμαστε μόνο με το φαγητό μας, αλλά Εσύ έπλενες και έκοβες τα νύχια Σου και καθάριζες τα αφτιά σου με την οδοντογλυφίδα.» Ο Kafka μεταμόρφωνε την αδυναμία του παιδιού σε δύναμη. Από τη λιγοψυχία κατέφευγε σε άκρως λεπτή παρατήρηση. Συνέλεγε τις μικρές γελοιότητες του πατέρα, για να πιστεύει περισσότερο στον εαυτό του και για να παίρνει μία μικρή εκδίκηση.

Στα κείμενά του υπάρχουν σαδιστικές, μαζοχιστικές, επιδειξιακές και ομοφυλοφιλικές σκηνές. Επειδή το Εγώ του περιβαλλόταν από μία πολύ λεπτή μεμβράνη, διέθετε προνομιακή πρόσβαση σε ψυχικές διαδικασίες και αυτοκαταστροφικές φαντασιώσεις που στους περισσότερους εμφανίζονται μόνο στα όνειρα. Μια πολύ κουραστική ζωή. Μονίμως βαλλόταν πανταχόθεν και έπρεπε κάπου-κάπου να τα καταγράφει όλα αυτά, για να ξεφορτωθεί ορισμένες ιδιαιτέρως δυσάρεστες φαντασιώσεις. Εξ ου και η ευαισθησία του στους θορύβους, η αϋπνία, οι πονοκέφαλοι.

Κάποτε έγραψε στον πατέρα της φίλης του, Felice Bauer: «Στην οικογένειά μου νιώθω πιο ξένος κι από ξένο.  Με τη μητέρα μου τα τελευταία χρόνια ανταλλάζουμε κατά μέσο όρο λιγότερες από είκοσι λέξεις τη μέρα, με τον πατέρα μου, τίποτα άλλο πέρα από τους τυπικούς χαιρετισμούς. Με την αδερφή μου που έχει παντρευτεί δεν μιλάω καθόλου, χωρίς να σημαίνει ότι έχω κάτι μαζί της. Στο θέμα «οικογένεια», απουσιάζει από πλευράς μου κάθε νόημα συνύπαρξης.» Στο σπίτι, ο Kafka συμπεριφερόταν αυτιστικά. Η συζήτηση έληγε, όταν καταλάβαινε ότι δεν υπήρχε κάποιο κοινό θέμα ή ότι δεν τον καταλάβαιναν – και αυτό συνέβαινε συχνά. Οι τυπικές οικογενειακές συζητήσεις που σχετίζονταν είτε με την επιχείρηση είτε με κάποιον συγγενή δεν τον ενδιέφεραν καθόλου. Η συμπεριφορά του αυτή εξόργιζε τον πατέρα του. Ακόμα και όταν επρόκειτο για σοβαρά οικονομικά θέματα, ο Franz χαμογελούσε φιλικά κι εξαφανιζόταν στο δωμάτιό του. Σε περιόδους εντατικής συγγραφικής φάσης έτρωγε βραδινό γύρω στις εννιά  και μετά τις δέκα άρχιζε να γράφει. Κατά τις δύο-δυόμισι πήγαινε εξαντλημένος για ύπνο. Λίγο μετά τις εφτά, ξυπνούσε πάλι και στις οχτώ βρισκόταν στο γραφείο. Ωστόσο, κατά διαστήματα έκανε παύσεις μηνών και αυτό δεν ξέφευγε από την οικογένεια, ενισχύοντας την άποψή όλων ότι η συγγραφή ήταν για εκείνον κάτι που έκανε απλώς και μόνο για να περνά την ώρα του.

kafka _letter_father

Η πρώτη από τις 103 σελίδες του γράμματος του Κάφκα προς τον πατέρα του. Πηγή : wikipedia / http://en.wikipedia.org/wiki/Letter_to_His_Father

Κάθε φορά που ο Kafka έδινε στον πατέρα του ένα καινούριο βιβλίο που είχε γράψει, η απάντηση που λάμβανε ήταν: «Βάλ’ το στο κομοδίνο.»

Δεν γνωρίζουμε αν είχε διαβάσει ποτέ κάτι από αυτά που έγραψε ο γιος του και το ίδιο ισχύει και για τη μητέρα. Η απάντησή του εξελίχθηκε πάντως σε αστείο ανάμεσα στον Franz και τη μικρότερη αδερφή του, την Ottla. Όταν σε κάποιον από τους δύο δεν άρεσε ένα βιβλίο, έλεγε: «Βάλ’ το στο κομοδίνο.» Το να καταλάβει τα λογοτεχνικά επιτεύγματα του γιου του ήταν απλούστατα πέραν των διανοητικών του ικανοτήτων. Ωστόσο, ο Kafka διάβαζε μεγαλόφωνα στους γονείς του. Αφότου μάλιστα τους διάβασε ολόκληρο τον «Θερμαστή», σημείωσε ότι ο πατέρας τον άκουγε με το ζόρι, ενώ δεν αναφέρει τίποτα για την αντίδραση της μητέρας.

Ο Kafka διάβασε δημόσια την «Κρίση», ένα διήγημα για μία διαμάχη μεταξύ πατέρα και γιου, η οποία έληξε με το θάνατο. Αν ήταν παρών ο πατέρας του τότε, θα είχε ενδιαφέρον να τον παρατηρούσε κάποιος κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Το διήγημα κλείνει με τον πατέρα να καταδικάζει το γιο του σε θάνατο με πνιγμό. Ο γιος πηγαίνει στο ποτάμι και πέφτει στο νερό λέγοντας: «Αγαπητοί γονείς, κι όμως, σας αγαπούσα πάντα.»

Το «Γράμμα στον πατέρα» δεν έφτασε ποτέ στον παραλήπτη του. Δεν είναι βέβαιο αν ο Kafka άλλαξε γνώμη από μόνος του ή αν πείστηκε από άλλους να αφήσει το γράμμα στο συρτάρι. Προφανώς κατά τη διάρκεια της συγγραφής κατάλαβε ότι η αποστολή του γράμματος σε καμία περίπτωση δεν θα έφερνε περισσότερη ηρεμία στην οικογένεια και ότι θα ήταν σκοπιμότερο να λειτουργούσε ως ένα προσωπικό ξεκαθάρισμα παρά ως μία αντιπαράθεση με τον πατέρα.

«Θα ήμουν ευτυχισμένος αν Σε είχα φίλο, διευθυντή, θείο, παππού, ακόμα και πεθερό.

Μόνο ως πατέρας ήσουν τόσο σκληρός για ‘μένα»,

έγραψε ο Franz Kafka το 1919 στον πατέρα του, Hermann. Και δεν έστειλε το γράμμα ποτέ.

 

 «Χωρίς ενσυναίσθηση, κάθε βιογράφος είναι χαμένος.»

Το παρόν άρθρο αποτελεί διασκευή της συνέντευξης που παραχώρησε ο βιογράφος του Franz Kafka, Reiner Stach, στoν Sven Michaelsen για την εφημερίδα Süddeutsche Zeitung. Ο Reiner Stach σπούδασε λογοτεχνία και εργαζόταν ως λέκτορας, πριν ξεκινήσει την εργασία του πάνω στην τριμερή βιογραφία του Kafka το 1996.

Πηγή: Süddeutsche Zeitung 

Aglaia Pantelaki

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular