Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

 

«Στα σίδερα με βάλανε, για τα δικά σου μάτια, τον βλάμη που γουστάριζες, -βρ’ αμάν, αμάν-, τον έκαναν κομμάτια», τραγουδάει με ένα πολυκαιρισμένο μπαγλαμαδάκι ο Μάρκος το 1933.

«Ο φουκαράς ο Πιλόν θα πλέρωνε τα χρέη του αν τύχαινε ποτέ να σταυρώσει δεκάρα, μα ποτέ δεν του έλαχε κάτι τέτοιο […] Μια μέρα βρέθηκε με ένα δολάριο που το απόκτησε μ’ έναν τόσο καταπληκτικό τρόπο ώστε πάσκισε γερά να το ξεχάσει αμέσως από φόβο μήπως, αν το κρατούσε στη μνήμη του, του σάλευαν τα λογικά», διαβάζεις τα λόγια του Στάινμπεκ για τους παϊζάνος του Τορτίλα Φλατ (Εκδόσεις Γκοβόστη-2013) και είσαι βέβαιος πως το 1935 μιλάει ο ίδιος δημιουργός.

Οι δύο τεράστιες μορφές, γεννήθηκαν περίπου τα ίδια χρόνια και πέθαναν γύρω στα 66 τους. Ο Μάρκος μας, βουτηγμένος από νωρίς στη σκληρή ζωή του μόχθου, ως λούστρος, εφημεριδοπώλης, μανάβης, λιμενεργάτης και πολλά ακόμη, κατάφερε να αποστάξει το γλυκό παράπονο του ανθρώπου για λίγη καλή ζωή, το αμαρτωλό νέκταρ μιας βραδιάς, το μεδούλι ενός άρρωστου πάθους, το πρίσμα των άπιστων ανδρών, ακόμη και την απλότητα μιας απογευματινής καλοπέρασης. Ανάμεσα στις πενιές, τραγουδάει ο εργαζόμενος, ο μάγκας που έχει σούρτα φέρτα στο τμήμα, ο ασυμβίβαστος που μισεί τον έλεγχο και την καταπίεση· αυτούσια η έννοια της επανάστασης μέσα από νότες και βραχνούς λυρισμούς.

Παράλληλα τα ίδια χρόνια, ο Στάινμπεκ δανείζεται χαρτί για τα χειρόγραφά του, φιλοξενείται από σπίτι σε σπίτι, και την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης φτάνει σε σημείο να τρέφεται απ’ το ψάρεμα και μικροκλοπές σε μαγαζιά. Οι σελίδες του σκιαγραφούν την ένταση των σκοτεινών ημερών που διαδέχονται τις φωτεινές νύχτες, το χάδι των εφήμερων γυναικών, το ρίσκο μιας στιγμής στην πιθανότητα να μην υπάρξει επόμενη. Οι ήρωες, αντιρρησίες συνειδήσεως, παραδομένα αλάνια στη γλύκα ενός παράνομου έρωτα, περιθωριακοί των φτωχικών γειτονιών, εργάτες που σφίγγουν δόντια μα αγαπούν τα πάθη και το εφήμερο της ύπαρξης.

Η περίοδος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου δύσκολη και για τους δύο. Μετανάστευση, φτώχια, αγώνας. Οικογενειακές απώλειες για τον Μάρκο, ενώ ο Στάινμπεκ επιστρέφει από τον πόλεμο όπου ήταν ανταποκριτής, φορτωμένος ψυχολογικά και σωματικά τραύματα που απέκτησε στο πεδίο της μάχης. Δύσκολα χρόνια, απαγορευμένα για όνειρα, δημιουργικά ωστόσο, με τη ζωή να χαράσσει μέσα τους τις προσωπικότητες που αργότερα θα διαβάσουμε στα βιβλία και τους στίχους. Τους απασχολεί η σκοτεινή φύση της ανθρώπινης υπόστασης, μα κυρίως η ελπίδα που ενυπάρχει μέσα της. Είναι ανθρωπιστές, υπαρξιστές, σκληρά ρεαλιστές, είναι αληθινοί.

Ο Άρθουρ Κλαρκ με τη φαντασία του, θα έλεγε πως κάπου, κάπως, ο χωροχρόνος πρέπει να συνέκλινε διαμέσου μιας αστρικής σκουληκότρυπας και τελικά οι δύο δημιουργοί μάλλον υπήρξαν ο ίδιος άνθρωπος. Παρατηρώντας το έργο τους νομίζεις πως όντως το ίδιο πρόσωπο έζησε παράλληλα σε δύο περιοχές του πλανήτη εναλλάσσοντας έδρες και κατοικώντας πότε στο ένα σώμα και πότε στο άλλο, αφού όσο αλλόκοτο και να φαντάζει, καλλιτεχνικά συγκλίνουν, σε σημείο ο στίχος να γίνεται παράγραφος βιβλίου και οι σελίδες να στέκουν ως αυτόνομο τραγούδι.

Μας παρέδωσαν μια τεράστια κληρονομιά που μπορεί να χαρακτηριστεί ως διδαχή για τη ζωή, ο ένας ωστόσο είχε την ατυχία να γεννηθεί σε μια χώρα που δεν τον εκτίμησε και τόσο όσο ζούσε· η αναγνώριση στην Ελλάδα έρχεται σχεδόν πάντα κάπως αργοπορημένα.

Ο Στάινμπεκ από ένα σημείο κι ύστερα απόλαυσε την αποδοχή μέσα από ένα Νόμπελ λογοτεχνίας και την οικονομική ευμάρεια από τις πωλήσεις των βιβλίων (Τα Σταφύλια Της Οργής έγιναν το μπεστ σελερ του 1939 με πάνω από 400.000 αντίτυπα ενώ μέχρι σήμερα εκτιμάται πως έχει πουλήσει άνω των δεκαπέντε εκατομμυρίων). Ο δικός μας Μάρκος δεν πρέπει ποτέ να εισέπραξε ποσοστά για τα τραγούδια του, μήτε καν άξια μεροκάματα στα κουτούκια που δούλεψε. Τη χρονιά του Νόμπελ αφορίζεται (καθώς είχε παντρευτεί τη δεύτερη φορά με ορθόδοξο γάμο ενώ ήταν Καθολικός) και ακόμη και το τέλος του ήταν άδικο σε σχέση με το μέγεθός του, αφού ακόμη και τα έξοδα της κηδείας του ήρθαν από δάνειο που πήρε ο γιος του.

Ο Μάρκος μας ουδέποτε δεν πρέπει να έμαθε την ύπαρξη του Στάινμπεκ, όπως και ο Αμερικάνος ποτέ του δε θα γνώρισε το ρεμπέτικο τραγούδι. Μίλησαν όμως για τους ίδιους ήρωες, παρόμοιους παρίες της ζωής, τους λερωμένους της κοινωνίας που αν και κουρασμένοι απ’ τα χτυπήματα, κάποιοι αλκοολικοί, άλλοι μαστούρηδες, είχαν το πείσμα να περιμένουν να χαράξει η επόμενη μέρα και δεν παράτησαν την ελπίδα που φέρνει το χαμόγελο. Ο λόγος που ένας έγραψε βιβλία που θα μπορούσαν να ’ναι τραγούδια και ο άλλος τραγούδια που κουβαλούσαν μέσα τους ολόκληρα βιβλία, είναι οι παράλληλες ζόρικες εμπειρίες ζωής. Το πλέον αξιοσημείωτο; Πως αν και οι κεντρικοί ήρωές τους είναι δύσμοιροι, προδομένοι, αδικημένοι, κανένας τους δε φέρει τον τίτλο του κακομοίρη. Πάντα μια κρυφή ελπίδα διέπει τους στίχους, τις προτάσεις, προσφέροντας σε εμάς την αποκάλυψη πως η ζωή οφείλει να ’ναι ελπιδοφόρα και δη, αντιστασιακή. Και αυτό, είναι το μεγαλείο ενός δημιουργού!

George El. Tzitzikakis

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular