Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Στα λόγια του Σέλλεϋ ολοκληρώνεται κατά την άποψή μου η λειτουργία της ποιητικής κάθαρσης· Ο ποιητής, λέει, είναι ένα αηδόνι που το κρυφακούνε, «που κάθεται στο σκοτάδι και τραγουδάει για να απαλύνει τη δική του μοναξιά με γλυκούς ήχους»[1]. Αυτός ο θεραπευτήριος χαρακτήρας της ποίησης είναι το νηπενθές φάρμακο που λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλείδα από την παράνοια που μας περιβάλλει. Κατά τον Schopenhauer ζούμε καταδικασμένοι και συνυπάρχουμε με απειλές και κινδύνους.

Υποφέρουμε από στερήσεις και απώλειες, γιατί δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες μας. Αλλά και από την άλλη πλευρά, όταν οι επιθυμίες έχουν καταλαγιάσει παροδικά, υποφέρουμε από ανία και κόρο. Η κλασική απαισιοδοξία του Schopenhauer έγκειται στον ισχυρισμό, ότι από την φύση της και αναπόφευκτα η ζωή είναι ένα κακό. Έτσι λοιπόν, για να λυτρωθούμε και να ξεφύγουμε από την ανία, τις απειλές, τους κινδύνους, τη νωχέλεια και τις στερήσεις της ζωής, το μόνο καταφύγιο που μπορούμε να βρούμε είναι η τέχνη. «Η Τέχνη», λέει ο Schopenhauer, «υπάρχει και δικαιώνει ως μέσο φυγής από την τυραννία της θέλησης και την αθλιότητα της ύπαρξης»[2]. Η κάθαρση είναι απότοκος της τέχνης (ποίηση) και ένεκα αυτής μπορεί η ζωή να γίνει υποφερτή.

Το ποιητικό υποκείμενο ή καλύτερα ο ρομαντικός ποιητής αναζητεί τη λύτρωση, τη φυγή από την εμπειρική νωχέλεια και το φόβο της ύπαρξης. Ο Νίτσε στο έργο του Γένεσις της Τραγωδίας χαρακτηρίζει την τέχνη λυτρωτική και θεραπεύτρα μάγισσα και ότι «αυτή η ίδια σώζει τον άνθρωπο και μέσα από την τέχνη η ζωή τον σώζει – για λογαριασμό της»[3]

 

Η Τέχνη πλησιάζει, σαν λυτρωτική και θεραπεύτρα μάγισσα. Μόνον αυτή μπορεί να μετατρέψει εκείνους τους φοβερούς στοχασμούς για τη φρίκη και τον παραλογισμό της ύπαρξης σε παραστάσεις με τις οποίες μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος. Αυτές είναι η παράσταση του υπέροχου, ως καλλιτεχνική κατάκτηση του τρομακτικού και του κωμικού, ως καλλιτεχνική απαλλαγή από τη ναυτία του παράλογου.

 

Η ανάγκη για φυγή – όχι όμως με την έννοια της εγκατάλειψης, αλλά ως ανάγκη λύτρωσης από τα γήινα πάθη και τους φόβους που μας περιβάλλουν – είναι  κάτι που σηματοδοτεί την κάθαρση. Ο άνθρωπος με εργαλείο τη φαντασία πλάθει κόσμους που τον απαλλάσσουν από την καθημερινότητα και τα βάσανά της και που τον ανάγουν σε ένα επέκεινα, όπου μπορεί να φτάσει το απόλυτο. Έτσι η ποίηση είναι μία από τις διόδους που έχουμε για να απαλλαγούμε από το ανικανοποίητο της επιθυμίας και τις φοβίες μας και αυτό το μέσο είτε καταλήγει σε μία οπτιμιστική θέση είναι σε μία πεσιμιστική όπως αυτή του Schopenhauer και του Καρυωτάκη.

Στο πρόσωπο του Καρυωτάκη βλέπουμε ακόμη έναν ποιητή της φυγής, μίας φυγής από τον πραγματικό χώρο και χρόνο, που στόχευε στην αναπόληση και η μόνη ικανοποίησή του εκπληρωνόταν μέσω της ποίησης. Ο Τέλλος Άγρας έχει κάνει την εξής διαπίστωση για τον Καρυωτάκη:  «Αυτό λοιπόν είναι που τον κατατρώγει. Η απουσία των ωραίων πραγμάτων, η απουσία των σπάνιων πραγμάτων, η απουσία των μεγάλων πραγμάτων, η απουσία – έστω – των τραγικών. Η μονοτονία και η πεζότης της ζωής. Μ’ άλλους λόγους, είναι ρ ο μ α ν τ ι κ ό ς. Εφαντάσθηκε την αλήθεια, την ομορφιά, την καθαυτό πραγματικότητα – έξω από την ζωή. Πέρα από την ζωή. Αφηρημένην […] Μπορούσε να πλάσει, απογοητευμένος από τα πραγματικά, την ψευδαίσθησή του: μίαν Εδέμ, ένα Ελντοράντο […] Μπορούσε να γίνει όπως άλλοι ρομαντικοί, μελαγχολικός. Αυτός έγινε τραγικός. Μπορούσε να φιλοσοφήσει, να γίνει φιλόσοφος. Αυτός έγινε σατιρικός[4]

Ο Καρυωτάκης στην τρίτη του ποιητική συλλογή Ελεγεία και σάτιρες δεν διακατέχεται από πίστη ούτε από ελπίδα, κυρίαρχο συναίσθημα από την ποίησή του είναι ο μηδενισμός. Η φύση για αυτόν δεν είναι παρά μόνο μία άψυχη ύλη, που ως μόνο σκοπό έχει το θάνατο, για να ανανεωθεί. Η μόνη παρηγοριά είναι η τέχνη, η μοναδική νίκη απέναντι στον υλικό κόσμο. Όλος ο νιχιλισμός του γίνεται εμφανής στο ποίημά του «Υστεροφημία».

 

Τὸ θάνατό μας χρειάζεται ἡ ἄμετρη γύρω φύση

καὶ τὸν ζητοῦν τὰ πορφυρὰ στόματα τῶν ἀνθῶν.

[…]

Μόνο μπορεῖ νὰ μείνουνε κατόπι μας οἱ στίχοι

δέκα μονάχα στίχοι μας νὰ μείνουνε, καθὼς

τὰ περιστέρια ποὺ σκορποῦν οἱ ναυαγοὶ στὴν τύχη,

κι ὅταν φέρουν τὸ μήνυμα δὲν εἶναι πιὰ καιρός.[5]

 

Τόσο τον Καρυωτάκη όσο και τον Schopenhauer  θα μπορούσαμε να τους αποκαλέσουμε «απελπισμένους». Μία απελπισία για την ανικανοποίητη ζωή. Η μοναδική ανεκτή κατάσταση είναι ο θάνατος. Η μόνη κατάσταση, που τείνει ένας απελπισμένος, είναι η γαλήνη. Αλλά, η γαλήνη δεν έγκειται στον πραγματικό γήινο κόσμο.[6] Είναι μία βούληση του ποιητή που βρίσκεται σε έναν ιδεατό κόσμο, πλασμένο, όπως ο ίδιος επιθυμεί για να ικανοποιήσει το ανικανοποίητό του.

 

Θέλω να φύγω πια από δω, θέλω να φύγω πέρα,

σε κάποιο τόπο αγνώριστο και νέο,

θέλω να γίνω μια χρυσή σκόνη μες στον αιθέρα,

απλό στοιχείο, ελεύθερο, γενναίο.

[…]

Να μην υπάρχει τίποτε, τίποτε πια, μα λίγη

χαρά και ικανοποίησις να μένει,

κι όλοι να λένε τάχα πως έχουν για πάντα φύγει,

όλοι πως είναι τάχα πεθαμένοι.[7]

 

                Για τον Καρυωτάκη η μόνη πραγματικότητα είναι μία πεσιμιστική κατάληξη, είναι η στιγμή του θανάτου. Η ζωή του αποκτά αξία μόνο για μία στιγμή, την στιγμή του θανάτου. Η απόρροια αυτής του της ζωής έγκειται στην ανεύρεση ουσίας για ζωή. Αυτός είναι ο ουσιαστικός συνδετικός κρίκος με τη σοπεναουερινή φιλοσοφία. Στο ποίημα «Ανδρείκελα» φαίνεται διάσπαρτη η επιθυμία του αυτή. 

[…]

Πέρασαν τόσα χρόνια, πέρασε ὁ καιρός.

Ὤ! κι ἂν δὲν ἦταν ἡ βαθιὰ λύπη στὸ σῶμα,

ὤ! κι ἂν δὲν ἦταν στὴν ψυχὴ ὁ πραγματικὸς

πόνος μας, γιὰ νὰ λέει ὅτι ὑπάρχουμε ἀκόμα…[8]

 

Η τελευταία ποιητική συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες διακατέχονται, όπως ανέφερα παραπάνω, από έναν άκρα νιχιλισμό, όπου αυτό αποτελεί την έμμεση ταύτιση του Καρυωτάκη με τον Schopenhauer. Το λυρικό υποκείμενο των ποιημάτων αυτών δεν βρίσκει ουσία στην ύπαρξη. Ακόμα και η θεραπευτήρια δράση της ποίησης είναι ένα παροδικό στήριγμα, χωρίς μακρόχρονη διάρκεια. Η παροδικότητα της τέχνης είναι απότοκος των λεγομένων του Schopenhauer: «η ζωή δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένας αγώνας για την ύπαρξη, με τη βεβαιότητα ότι στο τέλος θα νικηθούμε». Αυτό που θα μας νικήσει είναι ο θάνατος, γιατί αυτός είναι που επικρατεί. Αυτό επέλεξε ο Καρυωτάκης, μία σύντομη απαλλαγή από τα δεινά, που πλέον η ποίηση δεν μπορούσε να τον βοηθήσει να αντιμετωπίσει, χάθηκε το νηπενθές φάρμακον.

 

[1] Monroe C. Beardsley, Ιστορία των Αισθητικών Θεωριών, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Π. Χριστοδουλίδης, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1989, σ. 238

[2] Ibid, σ. 255

[3] Friedrich Nietzsche, The Birth of Tragedy, μτφρ. Glifton Fadiman, Ν. Υόρκη 1927, σ. 208

[4] Τέλλος Άγρας, Κριτικά, τ. Β’: Ποιητικά πρόσωπα και κείμενα (φιλ. Επιμ.: Κ. Στεργίοπουλος), Ερμής, Αθήνα 1981, σ. 187

[5] Κ. Γ. Καρυωτάκης, Τα Ποιήματα (1913-1928), (φιλ. επιμ. Γ. Π. Σαββίδης), Νεφέλη, Αθήνα 1992, σ. 109

[6] Κλέων Παράσχος, Ένας αντιπροσωπευτικός λυρικός, Ελεύθερος λόγος, Ιανουάριος 1928

[7] Κ. Γ. Καρυωτάκης, Τα Ποιήματα (1913-1928), (φιλ. επιμ. Γ. Π. Σαββίδης), Νεφέλη, Αθήνα 1992, σ. 129

[8] Κ. Γ. Καρυωτάκης, Τα Ποιήματα (1913-1928), (φιλ. επιμ. Γ. Π. Σαββίδης), Νεφέλη, Αθήνα 1992, σ. 142

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular