Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

 

«Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από τον κόσμο της τέχνης: το φάντασμα του τέλους της», έγραψε ο Χέγκελ το 1826 στη Φιλοσοφία των καλών τεχνών. Αν και ο ύψιστος προορισμός της τέχνης είναι να συντρέχει τον άνθρωπο στην προσπάθειά του να αναγάγει τον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο στην πνευματική του συνειδητότητα ως ένα αντικείμενο στο οποίο αναγνωρίζει ξανά τον ίδιο του τον εαυτό – ogni dipintore dipinge se, δηλαδή «κάθε ζωγράφος ζωγραφίζει τον εαυτό του», όπως έλεγε ο Λεονάρντο ντα Βίντσι -, αυτό κατέστη δυνατό μόλις από τον 19ο αιώνα, όταν η τέχνη ήταν πλέον σε θέση να εκφράσει την αφηρημένη σκέψη που χαρακτηρίζει το πνεύμα της υψηλής νεωτερικότητας.

Για τον Χέγκελ, τα πάντα υποβάλλονται σε αλλαγή, τη μια στιγμή γεννώνται και την άλλη εξαφανίζονται. Υπό αυτή την έννοια, η τέχνη, όπως δεν υπήρχε από πάντα, έτσι δεν θα υπάρχει και για πάντα.

Το ίδιο ζήτημα απασχόλησε και τον Χάιντεγκερ περίπου έναν αιώνα αργότερα. Στην Προέλευση του έργου τέχνης υποστήριξε ότι η φιλοσοφία μπορεί μεν να καθιστά την τέχνη «ασήμαντη», ωθώντας την αποκλειστικά στον αυτοστοχασμό και άρα στο «τέλος» της, αλλά έμμεσα μπορεί να την απελευθερώσει από την κυριαρχία των μεταφυσικών συστημάτων και από τους φιλοσοφικούς περιορισμούς της αισθητικής. 

Ο Άρθουρ Ντάντο υπήρξε ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους φιλοσόφους και κριτικούς τέχνης της μεταμοντέρνας εποχής. Τα Κουτιά Brillo του Άντι Γουόρχολ -και ειδικότερα η μορφή του συγκεκριμένου έργου τέχνης, και όχι τόσο το θέμα του- έκαναν τον συγγραφέα του διάσημου δοκιμίου Μετά το τέλος της τέχνης να αναρωτηθεί τι πραγματικά μπορεί να θεωρηθεί τέχνη, καθώς, σε αντίθεση με τους πίνακες του Γουόρχολ που απεικόνιζαν κουτιά σούπας της εταιρείας Κάμπελ ή μπουκάλια Κόκα Κόλα, τα Κουτιά Brillo δεν διέφεραν σε τίποτα από το αληθινό προϊόν. Στο δοκίμιό του The Artworld (1964), ο Ντάντο αναφέρει ότι αυτό που κάνει τη διαφορά ανάμεσα σε ένα κουτί Brillo και σε ένα έργο τέχνης που αποτελείται από ένα κουτί Brillo είναι η ύπαρξη μιας συγκεκριμένης θεωρίας της τέχνης. Στην ουσία, τα Κουτιά Brillo του Γουόρχολ είναι τέχνη, επειδή το έργο έχει ένα κοινό που το αντιλαμβάνεται μέσω μιας συγκεκριμένης θεωρίας του τι μπορεί να θεωρηθεί τέχνη. Όπως δήλωνε ο George Maciunas, εκπρόσωπος του κινήματος Fluxus, στο επίκεντρο τίθεται η αντίληψη και η στάση που τηρείται απέναντι στο αντικείμενο, όχι τα εγγενή χαρακτηριστικά του. Με τον ίδιο τρόπο, τηρουμένων των αναλογιών, η χρήση της «κοινής» γλώσσας ως καλλιτεχνικής γλώσσας στην ποίηση θα μπορούσε να σηματοδοτήσει το τέλος της ποίησης!

Με άλλα λόγια, η τέχνη των τελευταίων δεκαετιών είναι μετα-ιστορική, δεν ξεχωρίζει από τη μη-τέχνη και δεν γίνεται κατανοητή χωρίς τη θεωρία, δηλαδή χωρίς ιστορική γνώση και φιλοσοφικό στοχασμό, κάτι το οποίο ταυτίζεται βέβαια από πολλούς με την αποτυχία παραγωγής ουσιαστικών έργων τέχνης. Επειδή η αισθητική είναι μία έκφραση μεταφυσικής, το εάν η τέχνη εξακολουθεί να αποτελεί έναν σημαντικό τρόπο μέσω του οποίου η αλήθεια αποκαλύπτεται σε ένα ιστορικό άτομο, αποτελεί ένα φιλοσοφικό ερώτημα. Υπάρχει βέβαια και η «αντίθετη» άποψη, σύμφωνα με την οποία ο εικοστός αιώνας σηματοδότησε το τέλος της φιλοσοφίας και την αρχή της τέχνης…

Με την άνοδο της φωτογραφίας και του κινηματογράφου, οι καλλιτέχνες άρχισαν να εγκαταλείπουν την ιδέα της μίμησης της φύσης και να εξερευνούν την ταυτότητα της τέχνης αυτής καθαυτή, εκφραζόμενοι λιγότερο με όρους αισθητηριακούς και περισσότερο με όρους στοχαστικούς, νοητικούς, εννοιολογικούς. Εφόσον δηλαδή η ιστορία της τέχνης δεν μπορεί να μας βοηθήσει να διακρίνουμε τι είναι τέχνη (βλ. Κρήνη του Ντυσάν), η τέχνη καθίσταται ένα φιλοσοφικό πρόβλημα.

Για τον Ντάντο, η τέχνη έχει εξανεμιστεί, και αυτό που έχει απομείνει είναι μία λάμψη αμιγούς σκέψης γύρω από τον ίδιο της τον εαυτό. Όταν η τέχνη ενσωματώνει την ίδια της την ιστορία, όταν αποκτά συνείδηση της ίδιας της της ιστορίας, όπως συμβαίνει στην εποχή μας, ώστε η συνείδηση της ιστορίας της να αποτελεί τμήμα της φύσης της, είναι μάλλον αναπόφευκτο ότι θα πρέπει τελικά να στραφεί στη φιλοσοφία, γράφει στο δοκίμιό του με τίτλο The Disenfranchisement of Art (1984). Και, όταν συμβαίνει αυτό, κατά μία σημαντική έννοια, η τέχνη φτάνει στο τέλος της.

Η τέχνη, λοιπόν, τελείωσε, επειδή έγινε αδιαχώριστη από τη φιλοσοφία. Για τι είδους τέλος μιλάμε, όμως; Για τον Αντ Ράινχαρντ, η τέχνη είναι πάντοτε νεκρή, και η ζωντανή τέχνη δεν είναι παρά μια απάτη. Για τον Τζωρτζ Στάινερ, η τέχνη πεθαίνει όταν χάνουμε ή αγνοούμε τις συμβάσεις μέσω των οποίων μπορούμε να την ερμηνεύσουμε, καθώς η ύπαρξη της τέχνης εξαρτάται από μια πράξη εσωτερικής μετάφρασης.

Το «τέλος» της τέχνης δεν σημαίνει θάνατο – για πολλούς, το ότι η τέχνη έχει φτάσει στο τέλος της ισοδυναμεί με το ότι πέθανε ο Θεός. Το τέλος της τέχνης μπορεί να σηματοδοτεί την αρχή της ελεύθερης τέχνης. Η τέχνη είναι ενέργεια, και ως τέτοια, δεν γεννάται εκ του μηδενός ούτε χάνεται, παρά μόνο αλλάζει μορφές. Ίσως η φιλοσοφία να είναι πράγματι το τέλος της τέχνης, αλλά με την αρχαιοελληνική έννοια της λέξης, με την έννοια του τέλους ως σκοπού.

Aglaia Pantelaki

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular