Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Αλκίνοος, Γιάννης Ευθυμιάδης, Εκδόσεις Νεφέλη

Το νέο ποιητικό βιβλίο του Γιάννη Ευθυμιάδη, Αλκίνοος, συστήνει μια διαφοροποιημένη μορφικά εκδοχή του ποιητικού λόγου, τον οποίο φέρνει εγγύτερα στον θεατρικό – δραματικό μονόλογο, διευρύνοντας, έτσι, τα όρια μεταξύ των ειδών και επικυρώνοντας την ελευθερία του καλλιτέχνη να κινηθεί ακόμα και στο μεταίχμιο, εκεί που τα σύνορα μοιάζουν ασαφή και απροσδιόριστα. Το κείμενο του βιβλίου είναι ξεκάθαρα ποιητικό· το επιβεβαιώνει ο ρυθμός του λόγου, η ροή του σα να πρόκειται για μια παρατεταμένη στιχουργία, το ύφος και, συνακόλουθα, το ήθος της ποιητικής αυτής προσέγγισης που η αφαιρετική της πρόθεση και λειτουργία μεταφέρουν με άκρα ευθύτητα των αναγνώστη στην περιοχή του σκληρού πυρήνα της λογοτεχνίας που είναι βέβαια η ποιητική απόσταση και η απόλυτη και ισχυρή μέθεξη του αναγνώστη στους κώδικες και τους κανόνες της. Το κείμενο, ωστόσο, έτσι όπως είναι τεχνουργημένο, μπορεί κάλλιστα να μεταφερθεί στο θέατρο, να αποτελέσει ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του ποιητικού θεάτρου, προσφέροντας, έτσι, την ευκαιρία για μια μελέτη του τρόπου με τον οποίο η ποίηση οικειώνεται το θέατρο και το αντίστροφο.

Ο θεατρικός προσανατολισμός του κειμένου είναι, άλλωστε, κάτι που, ευθύς εξ αρχής, γίνεται αντιληπτό, αφού η λεκτική δράση τοποθετείται μέσα σε ένα σκηνικό με πρωταγωνιστές δύο πρόσωπα, έναν νεαρό άντρα ο οποίος παρουσιάζεται σε κατάσταση ύπνου ή νέκρωσης και έναν ώριμο άντρα οποίος είναι αυτός που αναλαμβάνει την μονολογική ποιητική αφήγηση. Στην ουσία πρόκειται για ένα μονόπρακτο μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα και εξελίσσεται η πράξη μιας ερωτικής ένωσης, νοούμενης με την αρχετυπική της σημασίας, ως πράξης δημιουργικής, ως απόλυτης και καταλυτικής καταβύθισης στα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης, εκεί που πάλλεται η αλήθεια του εαυτού η οποία ολοκληρώνεται και κατοχυρώνεται μέσα από τον άλλον. Καθώς ο λόγος προχωρά, ο αναγνώστης μπορεί να αντιληφθεί τα στάδια και τους αναβαθμούς από τους οποίους περνά η ποιητική συνείδηση, εκκινώντας από το θαυμασμό και το θάμβος για να φτάσει στην απόλυτη ταύτιση, εκεί όπου το εγώ έχει σταματήσει να λειτουργεί, έχει ενωθεί με το εσύ και μέσα από αυτή την ενότητα μπορεί και συνεχίζει το ταξίδι μέσα στην ύπαρξη και μέσα στον χρόνο. Οι εκδοχές με τις οποίες μπορεί να προσεγγίσει και να προσλάβει κανείς αυτά τα δύο πρόσωπα είναι πολλές και διαφοροποιημένες μεταξύ τους, διατηρούν όμως όλες την πιθανότητα και την εγκυρότητά τους στο μέτρο και στο βαθμό που κρατούν, σαν κοινό παρανομαστή, το ερωτικό στοιχείο ως έννοια, πράξη και πραγμάτωση. Οι δύο από τις πιο έγκυρες ίσως εκδοχές και εκφάνσεις είναι αυτή που θέλει τα δύο πρόσωπα να αποτελούν τους δύο πόλους αντίστοιχα της δημιουργίας, τον δημιουργό και το δημιούργημά του, έτσι όπως στέκουν μαζί σε μια αγαπητική σχέση που μετατρέπεται και μεταστοιχειώνεται σε σύμπτωση και ταύτιση, έτσι που οι δυο τους, καλλιτέχνης και έργο, να συνεχίσουν όπως ακριβώς ξεκίνησαν, αξεχώριστοι, αξεδιάλυτοι, ενωμένοι στον χώρο και στον χρόνο, κυρίως όμως μέσα στη συγγραφική και αναγνωστική συνείδηση, αλλά και αυτή που θέλει τα δύο πρόσωπα να αποτελούν τις δύο διαφορετικές χρονικές φάσεις – νεανικής και ώριμης – της ζωής ενός και του αυτού προσώπου και η ένωση να συνίσταται ουσιαστικά στη συνάντηση του εαυτού με τον εαυτό, στην πορεία και την επίτευξη της αυτογνωσίας, της καίριας και καταλυτικής σύλληψης του εαυτού ως όλον και όχι ως αποτέλεσμα των τομών που ο χρόνος επιφέρει στην ύπαρξη.

Την όλη σύλληψη και απόδοση εμποτίζει φυσικά το ερωτικό στοιχείο το οποίο προσεγγίζεται με άκρα τόλμη και τολμηρότητα, με μια διάθεση να αναγνωριστεί σε αυτό ένα είδος παντοδυναμίας και η βεβαιότητα του μόνου υπαρκτού, της μόνης αλήθειας: Αφού μονάχα ο έρωτας μπορεί να ξεγυμνώσει πόθους ανείπωτους κι αισθήματα χωρίς ντροπή/ Κι όποιος θα πει ότι ξέρει πώς σκέφτεται και πώς μιλά η ψυχή του, γλείφει την αμυχή του. Η ερωτική ενατένιση του ανθρώπου και της ζωής αποκτά στο βιβλίο αυτό ένα βαθύτερο περιεχόμενο από τη στιγμή που γίνεται η συνέχεια και το νήμα το οποίο συνδέει όχι μόνο δύο πόλους που ήδη βρίσκονται σε έλξη, αλλά και δύο πόλους που μπορεί να βρίσκονται σε άπωση, όπως είναι η λογική και το συναίσθημα. Πράγματι, όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό και από τον τίτλο – η λέξη Αλκίνοος θα πρέπει να νοηθεί στην ετυμολογική της διάσταση, ως αλκή, δύναμη, δηλαδή, του νοός – η όλη δημιουργική σύνθεση στρέφεται, μεταξύ άλλων, στην αποκατάσταση ενός διχασμού, του διχασμού της ανθρώπινης ύπαρξης, ανάμεσα στη λογική και το συναίσθημα. Από αυτήν την άποψη, ο ερωτισμός, όπως προσεγγίζεται εδώ, αφορά έννοιες αφηρημένες και όχι απτές πραγματώσεις, ενώ, ταυτόχρονα, εκδηλώνεται ως πνευματική ουσία και δύναμη, με την έννοια που έδιναν σε αυτήν οι αρχαίοι Έλληνες οι οποίοι της προσέδιδαν το νόημα και το περιεχόμενο της έλξης του νου προς την ιδέα και, συγκεκριμένα, την ιδέα του κάλλους, τους ομορφιάς. Ενδεικτικό προς αυτήν την κατεύθυνση είναι το γεγονός ότι ο νεαρός άνδρας από τον οποίο εκκινεί και στον οποίο κατευθύνεται ο ποιητικός μονόλογος αποτελεί μια άριστη εκδήλωση του κάλλους, της σωματικής, πνευματικής και ηθικής ταυτόχρονα ομορφιάς: Λάμπεις και γέρνει πάλι η νύχτα, σαν να περίμενε το θείο σου κορμί να το ξαπλώσει. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα αυτή η σύνδεση του κειμένου με την αρχαία ελληνική αντίληψη περί έρωτος, ομορφιάς, ήθους και πνευματικής ανωτερότητας και καταδεικνύει το μέτρο και τον βαθμό στον οποίο οι αντιλήψεις αυτές είναι ακόμα ζωντανές και μπορούν να σηματοδοτήσουν και να διαμορφώσουν το παρόν και το μέλλον ενός κόσμου που είναι βυθισμένος στη διάσπαση, τη διάλυση και τον διχασμό.

Ο τρόπος με τον οποίο εκτυλίσσεται ο ποιητικός μονόλογος μαρτυρεί μια ποιητική συνείδηση που έχει περάσει μέσα από το πάθος και τη βαθιά βιωμένη επιθυμία της ολοκλήρωσης του ανθρώπου στην καθαρότητα της έκφρασης, στη λάμψη της νοητικής διεργασίας όπως αυτή προαπαιτείται και εκδηλώνεται μέσα στην τέχνη του λόγου. Πρόκειται για μια αντίληψη που δεν ξεχωρίζει, ούτε ιεραρχεί το συναίσθημα κάτω από τη λογική, αλλά για μια προσέγγιση που τα συνενώνει και κάνει και τα δύο να εκβάλλουν μέσα στο δημιούργημα το οποίο είναι πλασμένο και από το συναίσθημα και από την εκλογίκευσή του ως πρώτη ύλη, μέθοδο και μεθόδευση της συγγραφής. Γι’ αυτό και το κείμενο του Ευθυμιάδη είναι πρωτίστως ένα κείμενο ποιητικής τάξης, που δεν πάει όμως να διαθέτει μια κίνηση δραματική, έναν αγώνα του πνεύματος να συμφιλιώσει όλες τις αντιμαχόμενες πτυχές της ύπαρξης με τη συνδρομή μιας δύναμης καθαρά πολεμικής, επιθετικής, προκλητικής, τον έρωτα: Να αποδυθούμε στον αγώνα να γίνουν ένα κι οι ψυχές μας, όπως τα σώματά μας φιληθήκαν.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular