Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

 

H εξέλιξη του Μοδινού ως συγγραφέα, δεν είναι ούτε ευθύγραμμη ούτε προβλέψιμη, εάν ξεκινήσει κανείς απ’ αυτό που φαινόταν γύρω στη δεκαετία του ’80.

Με την ευκαιρία θα ήθελα να κάνω μια μικρή αναδρομή, να μιλήσω γύρω από το βιβλίο και κυρίως να μιλήσω για τον πολιτικό του περίγυρο, γιατί αυτό που κυρίως μ’ ενδιαφέρει είναι αυτή η διαδρομή. Ο λόγος είναι απλός – ο Μιχάλης  Μοδινός είναι φίλος μου και  ξεκινήσαμε λίγο πολύ μαζί αυτή την πορεία από το 1980 μέχρι σήμερα.

Την δεκαετία του ’80 στήνουμε τη «Νέα Οικολογία», ένα εγχείρημα που έμελλε να έχει μιάμιση δεκαετία απολύτως επιτυχημένης ζωής (ακόμη και με όρους αγοράς). Ένας μικρός πυρήνας ανθρώπων, για πρώτη φορά προσπαθούσε να βάλει στο χαρτί κάποιες ιδέες, οι οποίες ήδη είχαν ξεκινήσει στην Ευρώπη και την Αμερική και οι οποίες περιέργως βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στον ελληνικό χώρο δεδομένης και της γενικότερης πολιτικής ευφορίας που επικρατούσε εκείνη την περίοδο. Αυτό, εκτός των άλλων, αντανακλάται και υλοποιείται και στην πρώτη παρουσία Πράσινου Οικολογικού Κόμματος στην Ελλάδα. Όπως θυμάστε, το 1989 οι Οικολόγοι Εναλλακτικοί εμφανίζονται στη Βουλή με ικανοποιητικά ποσοστά. Ωστόσο με διαδικασίες όχι εντελώς ανταποκρινόμενες στις απαιτήσεις της περιοχής, αρκετοί φανατικοί ή άσχετοι εισβάλλουν μέσα σ’ αυτό το χώρο και τελικά τον αλώνουν. Φυσικά ακολουθεί η κατάρρευση. Αυτή εν συντομία είναι μια πρώτη περιγραφή μιας κρίσιμης δεκαετίας την οποία την σφραγίζει μία πρώτη διάψευση του Μοδινού.

Θα  ‘θελα να κοντοσταθούμε λίγο εδώ  γιατί πρόκειται στην ουσία για μία ιστορία διαψεύσεων. Σ’ αυτή την περίοδο ο Μοδινός  γράφει  δύο βιβλία που γίνονται θα ‘λεγα μπεστ σέλλερ αν ο όρος δεν ήταν παρεξηγήσιμος: το ΟικογεωγραφίαΜύθοι της Ανάπτυξης στους Τροπικούς  στις Εκδόσεις Στοχαστής το 1986 και Από την Εδέμ στο Καθαρτήριο στον Εξάντα το 1988. Το γιατί  επισημαίνω αυτά τα πρωτοποριακά βιβλία, έχει ένα ενδιαφέρον. Να σας πω για παράδειγμα  ότι στο δεύτερο  βιβλίο μιλάει, για  πρώτη φορά τουλάχιστον στον ελληνικό χώρο, γι’ αυτό το περίεργο damping που γίνεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση  προς τις  χώρες της Αφρικής και όχι μόνο, σε ότι αφορά στο εμπόριο και ιδιαίτερα το εμπόριο της ζάχαρης. Με άλλα λόγια, η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδοτεί την ευρωπαϊκή ζάχαρη για να μπορεί να σταθεί στο διεθνές εμπόριο και έτσι βέβαια αποκλείει και καταστρέφει τις τοπικές οικονομίες των χωρών της Αφρικής. Αυτά γράφονται το 1986-’88 και αναλύονται σ’ αυτό το βιβλίο.

Είκοσι χρόνια μετά έρχεται η Ε. Ε. και αναγνωρίζει το θέμα. Είκοσι χρόνια μετά βρισκόμαστε στην εποχή όπου εγκαταλείπεται η πολιτική των επιδοτήσεων στην ευρωπαϊκή ζάχαρη. Αντιδρούν βέβαια  οι έλληνες αγρότες και διάφοροι άλλοι, χωρίς να τίθεται το πολιτικό μέρος του ζητήματος. Κανείς δεν έχει καταλάβει τίποτα ή  κανείς δεν έχει εισπράξει τίποτα απ’ όλη αυτή την εικοσαετία. Ο συγγραφέας δικαιώνεται αλλά η κοινωνία και η πολιτική καταγράφουν μία ακόμα αποτυχία.  Διότι το να  συζητιέται αυτό το πράγμα σήμερα, είκοσι χρόνια μετά, έστω και με θετικούς όρους, είναι μια αποτυχία.

Για να μην μακρηγορώ με τις πολιτικές εξελίξεις, κάποια στιγμή έρχεται η κυβέρνηση Σημίτη. Είναι η πρώτη φορά κατά την γνώμη μου που το ΠΑΣΟΚ αποκτά χαρακτηριστικά Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Παράλληλα βέβαια είναι και περίοδος  συνεργασιών, γίνεται το γνωστό άνοιγμα στην Κεντροαριστερά και την Οικολογία. Δειλό, αλλά εν πάση περιπτώσει γίνεται. Εκεί υπάρχει μια λυσσαλέα επίθεση κυρίως από την πλευρά του Συνασπισμού. Μιλάνε για προδοσία και ο λόγος είναι απλός: ο Συνασπισμός   θέλει να μονοπωλήσει εκείνη την περίοδο, και όχι μόνο, και την  Αριστερά και την Οικολογία. Φοβάται πως χάνει εκλογική πελατεία. Η υποκρισία  βέβαια θάρθει λίγο  αργότερα στην επιφάνεια. Όταν το ΠΑΣΟΚ χάνει  την εξουσία, ο Συνασπισμός σταματά την ανέξοδη οικολογική ρητορεία που τον χαρακτήριζε εκείνη την περίοδο, αφαιρεί τον προσδιορισμό Οικολογία από τον τίτλο του, απαξιώνει την περιβαλλοντική ομάδα, η οποία άλλοτε ταυτιζόταν με τον Παπαγιαννάκη  και αρχίζει να μοιάζει με το ΚΚΕ. Τα υπόλοιπα σήμερα επί σκηνής.

Αυτά τα λέω γιατί κι’ εγώ και ο Μοδινός και πολλοί από μας ήμασταν στο επίκεντρο θα λέγαμε της  κριτικής (αλλά και της πολιτικής παρουσίας) αυτά τα χρόνια. Δυστυχώς το εγχείρημα του εκσυγχρονιαμού θα πολεμηθεί και εκ των ένδον, έτσι η ευρεία αυτή Κεντροαριστερά που κατέγραψε σημαντικές επιτυχίες στο διάστημα 1980-  2004  στην Ε.Ε., (ίσως η σημαντικότερη περίοδος στην πολιτική ιστορία της Ευρώπης)  με κυριότερο χαρακτηριστικό την συνεργασία Πράσινων και Σοσιαλδημοκρατών, στην Ελλάδα αποτυγχάνει. Αποτυγχάνει και στην περίοδο Σημίτη ή και μετά από αυτήν, αν θέλετε. Είναι  η δεύτερη διάψευση.

Ο συγγραφέας ωστόσο δεν σιωπά. Μεταξύ άλλων, το 1996 γράφει ένα άλλο βιβλίο στις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης την Αρχαιολογία της Ανάπτυξης.  Δεν είναι, όπως πολλοί θα περίμεναν, μία απαρίθμηση οικολογικών  καταστροφών. Το βιβλίο βάζει ένα ζήτημα  που μπορούμε να το δούμε να γίνεται κυρίαρχο κάποια στιγμή  και ίσως ν’ αρχίσει να συζητιέται σοβαρά μετά από 25 χρόνια. Και ποιο είναι αυτό το θέμα;  Eίναι η κριτική  στη νεοκλασική και τη μαρξιστική  θεωρία της ανάπτυξης από τη σκοπιά της Οικολογίας. Στο βιβλίο αυτό η υπανάπτυξη θεωρείται φαινόμενο σύστοιχο της ανάπτυξης και εξ αυτής εκπορευόμενο, ενώ  το οικολογικό πρόβλημα αναφύεται, μεταφέρω τα λόγια του συγγραφέα: «…όχι ως προϊόν του εκβιομηχανισμένου Bορρά, αλλά ενός βυθιζόμενου στο τέλμα Nότου».

Μετά από το 1996 και ως το 2004 ο συγγραφέας σχεδόν σιωπά. Γράφει, αλλά τα βιβλία του δεν έχουν την γοητεία αυτής της πρώτης περιόδου. Τα κείμενα είναι σχεδόν υπηρεσιακά. Ενδιαφέροντα ως προς τις απόψεις τους αλλά βαρετά. Κι εκεί που περιμένει κανείς την οριστική συνταξιοδότηση θα λέγαμε, έρχεται το μυθιστόρημα. Αναπάντεχα, ξαφνικά και χωρίς καμιά αναγγελία. Τυχαίο; Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ψάχνω να βρω τις αιτίες. Είναι η απάντηση του συγγραφέα στην αποτυχία αυτού του συλλογικού εγχειρήματος που περιέγραψα της προηγούμενης αυτής εικοσαετίας;  Το βρίσκω πολύ πιθανό. Γιατί το μυθιστόρημα είναι εντέλει μια υπόθεση  ατομική, προσωπική υπόθεση – είναι ο συγγραφέας με το αντικείμενό του.

     Δεύτερη  υπόθεση:  πρόκειται για απόδραση από τον πραγματικό κόσμο, δηλαδή τον κόσμο των διαψεύσεων, στον φανταστικό κόσμο των κατασκευασμένων ηρώων, των κατασκευασμένων καταστάσεων, των έντεχνων ιστοριών; Παραλλάσσοντας μια φράση που έχει μέσα στη Χρυσή Ακτή ο Μοδινός, θα πω ότι εντέλει ίσως η διάψευση να είναι η κινητήρια δύναμη της ιστορίας (και όχι η πλήξη). Ίσως βεβαίως και τα δύο, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την συγγραφή.

    Τρίτο ερώτημα-υπόθεση: Είναι το μυθιστόρημα η κατάληξη μιας εσωτερικής  διαδικασίας που προϋπήρχε, σιγόβραζε, αλλά περίμενε την κατάλληλη στιγμή ν’ αναδειχθεί; Να πει τι δηλαδή; Να μιλήσει για τον έρωτα, την οικογένεια, την εργασία, εντέλει την πολιτική, αλλά μ’ έναν άλλο τρόπο, με μια γλώσσα που δεν υπάρχει ούτε στα συνέδρια  ούτε στην φτωχή μας καθημερινότητα;

   Διαβάζω: σελίδα 299, Χρυσή Ακτή :

«Έτσι έχουν τα πράγματα. Προσχωρούμε ολοταχώς στην απορρύθμιση. Δεν είναι μόνο οι μηχανισμοί της αγοράς  που θριαμβεύουν, δεν είναι απλώς η ελαστικοποίηση της εργασίας, αλλά  και η σχετικοποίηση της οικογένειας. Η Μάγια έχει δίκιο. Ο έρωτας κατάντησε ελεύθερη αγορά, ψώνια στο σούπερ-μάρκετ – διαβάστε την ετικέττα του προϊόντος και ψωνίστε. Όλα διαφανή, όλα έκθετα, κανένα μυστήριο. Εκκοσμίκευση. Κι΄ έπειτα, «βουρ» στον ψυχαναλυτή για τα περαιτέρω. Οι σχολές  αυτοπραγμάτωσης και προσωπικής ανάπτυξης, τα μέντιουμ και η αστρολογία ανθούν εδώ, όπως παντού άλλωστε. Ινδουϊστές γκουρού αντικατέστησαν τα κομμουνιστικά κόμματα. Οι γιόγκι τους κομμισσάριους. Το τζόγκινγκ την αφισοκόλληση. Τα γυμναστήρια και οι σχολές  διαίτης εξοβέλισαν νομαρχιακές επιτροπές και κεντρικά πολιτικά συμβούλια. Και τα κόμματα εκχώρησαν την εξουσία τους στην τηλεόραση, σε κάτι τύπους που πιάνω καμιά φορά στη δορυφορική  για νάχω γεύση από Ελλάδα. Γεύση από σκατά  δηλαδή.

Ο Αϊζενστάϊν  αντικαταστάθηκε απ’ τον Γούντυ Άλλεν. Γέφυρα ήταν ο Μπέργκμαν. Εκεί βρισκόμαστε σήμερα. Φρόϋντ αντί Μάρξ. Τέρμα οι επαναστάσεις, ζήτω οι ελάσσονες διορθώσεις πορείας,   η αναζήτηση του εσώτερου εγώ μας, η γνωριμία με τον εαυτό μας. Ξαπλώστε  όλοι ανάσκελα, αν όχι στο κρεββάτι της ηδονής, τότε στο ντιβάνι της ψυχανάλυσης. Αυτά τα λέει η Γιοζιάνε, επαγγελματίας της ανθρώπινης ψυχής και καταφεύγει στους Πράσινους που προσπαθούν να τα στριμώξουν όλα  μέσα σε μια μεγάλη ενοποιητική θεωρία των σχέσεων, των παντοειδών σχέσεων – με τους άλλους, με τη φύση, με τον κόσμο, με το μέλλον. Καλή τους επιτυχία! εγώ δεν θα πάρω. Αφού ο κόσμος δεν μπορεί ν’ αλλάξει, αφήστε τον να τρέχει σαν τρελλός προς τα μπρός, ξοδεύοντας σπάταλα την ενέργειά του υπέρ μιας δυσεύρετης ευμάρειας».

Είναι τόσο μεγάλη η διαφορά από το δοκίμιο στο μυθιστόρημα; Αυτό εξάλλου που σας διάβασα δεν ήταν ίσως και το πιο αντιπροσωπευτικό κομμάτι γιατί το βιβλίο βέβαια δεν είναι ένα πολιτικό βιβλίο, είναι ένα ερωτικό μυθιστόρημα. Ναι, η διαφορά είναι τεράστια γιατί στο δοκίμιο, κατά τη γνώμη μου, πρωταγωνιστεί η κοινωνία, χωρίς όμως να αναγνωρίζει, όπως προσπάθησα να δείξω με μερικά στοιχεία, μέσα σ’ αυτό το δοκίμιο, τον εαυτό της. Το δοκίμιο είναι κάτι εξωτερικό. Αντίθετα στο μυθιστόρημα πρωταγωνιστούμε εμείς,  οι αναγνώστες, εξωραϊσμένοι ή παραμορφωμένοι από τον φακό του συγγραφέα. Το μυθιστόρημα είναι το βαθύ πηγάδι που κοιτάζουμε  μέσα και βλέπουμε το εαυτό μας, ακούμε τον ήχο μας, έστω και παραμορφωμένα.

Δεν θα μιλήσω για την καρδιά του βιβλίου,  εξάλλου το βιβλίο δεν περιγράφεται – διαβάζεται. Θα μείνω στα γύρω απ’ αυτό. Με μια επισήμανση: Οι τόποι μέσα στο βιβλίο είναι κάτι παραπάνω από συμβολικοί. Πρώτος τόπος η Αφρική: η μήτρα του ανθρώπου, η πηγή της σόουλ, της τζαζ, του ελεύθερου έρωτα, του χορού, της τροπικής φύσης. Η Χρυσή Ακτή είναι το μεγαλύτερο κέντρο δουλεμπορίου τον 17ο και τον 19ο αιώνα.  Ως κέντρο δουλεμπορίου τροφοδότησε με εκατοντάδες χιλιάδες αυτόχθονες τα σκλαβοπάζαρα και τις φυτείες του Νέου Κόσμου. Ήταν το κέντρο ενός εμπορίου το οποίο άλλαξε όχι μόνον την εικόνα και την ιστορία της ηπείρου,  αλλά ολόκληρη την ιστορία της  ανθρωπότητας, και υπαγόρευσε σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό αυτό που ακολούθησε στο επίπεδο της πολιτικής γεωγραφίας. Εκεί, στη Χρυσή Ακτή, ο ήρωας γνωρίζει τη γυναίκα του, εκεί επανέρχεται κάνοντας κύκλους γύρω από ένα αόρατο μαγνητικό κέντρο.

Δεύτερος τόπος η Κρήτη. Είναι η χώρα της απόδρασης, της μεσογειακής ανεμελιάς, του «αγροτικού σεξ», της τσικουδιάς, της άναρχης ανάπτυξης, του παράταιρου μείγματος σοβαροφανών πανεπιστημιακών και παλικαράδων, της απλοϊκής οικολογίας, των κατεστραμμένων τοπίων. Είναι ο τελευταίος  σταθμός του Οδυσσέα πριν την ολοκλήρωση της περιπέτειας, εκεί όπου η μικρή Κίρκη, η νεαρή φοιτήτρια/ ερωμένη, τον μεταμορφώνει, κάνοντας τον μεσήλικα  έφηβο. Είναι το καθαρτήριο από τη μέσα μας κόλαση. Αλλά κόλαση, όπως λέει και ο Σαρτρ, είναι οι άλλοι.

Οι Βρυξέλλες τέλος, τρίτος κεντρικός τόπος του βιβλίου, είναι η φυλακή της βεβαιότητας μέσα σ’ ένα τρελλό και απρόβλεπτο κόσμο. Είναι το κοινό μας μέλλον το σταυροδρόμι των υπαρκτών πολιτισμών, της αναγκαστικής συνύπαρξης, των αγορών που, παρά τον Ντελόρ, μπορεί ακόμη κάποιοι να τις ερωτεύονται. Κι’ έχει ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο μέσα το βιβλίο όταν σε μια συνάντηση που είχε ο Κλίντον στο Λονδίνο με Ευρωπαίους  ηγέτες, (ο «αριστερός Κλίντον», όπως λέει ο Μοδινός γιατί ήταν πολύ πιο αριστερός απ’ τους Ευρωπαίους) οι Ανατολικοί του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, κάθε φορά που άκουγαν την λέξη «αγορές» στο λόγο του, χτυπούσαν την γροθιά στο τραπέζι μ’ ενθουσιασμό και άδειαζαν το ποτήρι τους. Οι Βρυξέλλες λοιπόν είναι η αρχή και το τέλος για τον ήρωα του βιβλίου. Είναι η οικογένεια, η εργασία, το στέρεο έδαφος της καθημερινότητας,  αλλά και το μόνο υπαρκτό όραμα κατά τον Τζέρεμυ Ρίφκιν (το τελευταίο βιβλίο του έχει μεγάλο ενδιαφέρον, για την εποχή αυτή των μεγάλων ανατροπών και της κατάρρευσης του σοσιαλιστικού ή του αμερικανικού ονείρου). 

«Και αν έξαφνα σας γεννηθεί το ερώτημα  πως τα κατάφερε αυτός ο θνητός μέσα σ’ αυτό  το βαρύγδουπο διαπασών των ύμνων να δραπετεύσει με αληθινό λαμπερό ήλιο, με αληθινές εξαρτήσεις  του βίου, αν δεν μπορείτε να καταλάβετε τι τον οδήγησε σ’ αυτό το τελευταίο διάβημα, πού  βρήκε την έξοδο αφού γύρω ήταν μπετόν, αφού γύρω τραγούδαγε η φοιτήτρια ένα τραγούδι ιστορικό παλιών ηρώων, τότε δεν θάχετε δει κάτι κρυφές, μικρές πόρτες, όμως ολοφάνερες στα μάτια των ειδικών, δεν θάχετε δει το ραγισμένο  τοίχο όπου βλασταίνουν  κάτι φυτά πάνω στον ασβέστη κίτρινο από την πολυκαιρία» 

Μιχάλης Κατσαρός, «Κατά Σαδδουκαίων» .

(Εισήγηση  στην παρουσίαση του βιβλίου στον ΙΑΝΟ)

 

Χρυσή Ακτή, Μιχάλης Μοδινός, σελ. 374, εκδόσεις Καστανιώτη, 2005

 

Ο Ηλίας Ευθυμιόπουλος υπήρξε συνιδρυτής της Νέας Οικολογίας, διευθυντής του ελληνικού γραφείου της Greenpeace και Υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ. Το βιβλίο του Παράθυρο στην Κρίση κυκλοφορεί από το ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ. 

 

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular