Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Γιάννης Παπαδάτος, Η πολιτεία των γατών, Γιάννης Παπαδάτος, Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο

 

Όταν η Θεά Γάτα εξημέρωσε τους Ανθρώπους

κουρασμένη από την πολύχρονη προσπάθεια

έκατσε να καθαρίσει γούνα και νύχια με τη γλώσσα της.

Τότε ανάμεσα στο πλήθος διέκρινε τους Ποιητές  

να χαϊδεύουν Λέξεις.

Τους παρατήρησε για ώρα και

– πριν γυρίσει και πάλι στην ενασχόλησή της –

αποφάνθηκε:

«Πληκτικοί, πανούργοι, μικροπρεπείς και επικίνδυνοι μοιάζουν οι Άνθρωποι.

Ευτυχώς που ανάμεσά τους κυκλοφορούν οι Ποιητές.

Μαζί τους θα συνδιαλέγομαι στο μέλλον.

Στο αφτί τους θα ψιθυρίζω

τα μυστικά της θετικής Ουτοπίας,

Αυτής που επιθυμώ να οικοδομήσω επί Γης».   

Μπορεί να ακούγεται παράδοξο. Ίσως εκληφθεί κι ως λογοτεχνικό τερτίπι, αλλά το προηγούμενο πεζοποίημα, σχεδόν «γραμμένο» μ’ αυτές τις λέξεις, γεννήθηκε σταδιακά στο μυαλό μου, διαβάζοντας (απνευστί) το βιβλίο του Γιάννη Παπαδάτου, Η ΠΟΛΙΕΤΕΙΑ ΤΩΝ ΓΑΤΩΝ. Όπου η γραφή με κεφαλαία υπονοεί και τα δυο γένη της Μούσας των Ποιητών. Αν και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στα ελληνικά το είδος ονοματίζεται εξ ορισμού ως «θηλυκό» και στη φαντασία μας πάντα μια Γάτα στέκεται «εραλδική και πλησίστια» φύλακας άγγελος δίπλα στους δημιουργούς του Λόγου.

Όπως η αγαπημένη του Μπουμπουκένια στέκει παντοτινά δίπλα στον συγγραφέα του βιβλίου. Αφού:

 

Κάθε ποιητής έχει μια Γάτα

Που ελίσσεται ανάμεσα στα διάκενα των στίχων του

Και κάθε Γάτα έχει έναν Ποιητή

Ο Γιάννης Παπαδάτος είναι ποιητής ανάμεσα στις άλλες, πολλές και σημαντικές ιδιότητές του, όπως αυτή του Αναπληρωτή  Καθηγητή στο Τμήμα Επιστημών της Προσχολικής Αγωγής και Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΤΕΠΑΕΣ) του Πανεπιστημίου Αιγαίου, του κριτικού βιβλίων, του αρθρογράφου σε έντυπα παιδαγωγικά,  λογοτεχνικά και εφημερίδες εδώ και τέσσερις δεκαετίες (Λέσχη των Εκπαιδευτικών, UNICEF και Κόσμος, Καθημερινή, Διαβάζω, Ο Μικρός Ευκλείδης, Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας, Εκπαιδευτική Κοινότητα, Αντιτετράδια Εκπαίδευσης, Λέσχη των Εκπαιδευτικών, Εκπαιδευτική Λέσχη, Σελιδοδείκτης, Μανδραγόρας, Ελίτροχος, Νέο Επίπεδο, Περίπλους, Γράμματα και Τέχνες, Αυγή, In focus). Ιδιότητες που συμπληρώνονται απ’ αυτή του δασκάλου της έδρας και του σχολικού συμβούλου, του επιμελητή σειρών σε εκδοτικούς οίκους και του μέλους των ομάδων συγγραφής των Ανθολογίων του Δημοτικού Σχολείου των Γ΄-Δ΄ και Ε΄-ΣΤ΄ τάξεων. Στην τελευταία του ιδιότητά αξίζει να σταθούμε ιδιαίτερα, χαρακτηρίζοντάς τη συγκεκριμένη προσφορά του ως ανεκτίμητη, αφού τα συγκεκριμένα βιβλία έφεραν και εξακολουθούν να φέρουν το σύνολο των Ελλήνων μαθητών σε επαφή με διαμάντια της νεοελληνικής λογοτεχνίας, φυτεύοντάς τους το σπόρο της αγάπης για τη Φιλαναγνωσία. Ένα ακόμα ενδιαφέρον του συγγραφέα που υπηρέτησε για σειρά ετών με τη συμμετοχή του σε προγράμματα φιλαναγνωσίας του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου και ως δάσκαλος δασκάλων σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο.

Στο πρόσωπο, λοιπόν, του Γιάννη Παπαδάτου συγκεράζονται οι ιδιότητες του χαλκέντερου πνευματικού εργάτη, του Δασκάλου, του λόγιου και άριστου γνώστη της νεοελληνικής και παιδικής λογοτεχνίας μ’ αυτές του ποιητή και ευαίσθητου ανθρώπου τόσο στα περιβαλλοντικά όσο και στα κοινωνικά προβλήματα, όπως εξάλλου μαρτυρά και ο τίτλος της διδακτορικής του διατριβής (“Τα περιβαλλοντικά προβλήματα στην ελληνική παιδική πεζογραφία (1975-1990): λογοτεχνική και κοινωνιοπαιδαγωγική προσέγγιση”).

Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι στο συγκεκριμένο βιβλίο από τη μια ερανίζονται πλήθος ονομάτων μεγάλων λογοτεχνών, ποιητών και πεζογράφων που ύμνησαν στα κείμενά τους τη Γάτα ή αγαπά ο συγγραφέας, καθώς και αυτούσια ή προσαρμοσμένα στις ανάγκες του στίχου αποσπάσματα  από το έργο τους, αλλά και όσοι Έλληνες δημιουργοί αφιέρωσαν βιβλία τους στο μαγικό αιλουροειδές (π.χ. Δήμου, Θεοδωρόπουλος). Από την άλλη, στα πρωτογενή ποιήματα και πεζοποιήματα του βιβλίου ο Παπαδάτος εξυμνεί με τη σειρά του τη Γάτα/Γάτο ορίζοντάς την με τον τρόπο που έχει η ποίηση να δίνει τους ορισμούς της, ως ένα Πλάσμα «αγέρωχο», «με τη σελήνη στο μέτωπό της διάβημα», που  σκέφτεται για μας, μέσα από εμάς, που κοιμάται «ζωγραφίζοντας τα όνειρα», «μια σκιά που χαϊδεύει το φως», «βγαλμένη από μύθους ιερογλυφικών», που «κρατά και θωπεύει τις χαρές και τις λύπες μας», «χαϊδεύει τον άνεμο κι έχει τη γεύση του στα μάτια».

Πρόκειται, δηλαδή, για μια ποιητική χειρονομία που επιχειρεί να συλλάβει και να περιγράψει την ουσία της σχέσης του Ανθρώπου με τη Γάτα ή ορθότερα της Γάτας με τον Άνθρωπο. Μια σχέση μαγική που διαφεύγει της φιλοζωΐας ως στάση ζωής με τα όποια συνεπακόλουθα ή προαπαιτούμενα της (οικολογική, κοινωνική και πολιτική ευαισθησία) και ανυψώνεται σε πνευματική επικοινωνία και βαθιά συναισθηματική σχέση μεταξύ δυο μη ομοειδών πλασμάτων.

Είναι αλήθεια ότι κι ο σκύλος συχνά εικονοποιείται με παρόμοιο τρόπο, αλλά η Γάτα είναι το μοναδικό πλάσμα που αγαπούν ιδιαίτερα οι λογοτέχνες και οι άνθρωποι της Τέχνης γενικότερα, γιατί υπερέχει ασυζητητί αυτού επειδή ακριβώς διαφεύγει της απόλυτης κατανόησής μας. Όπως κατ’ αναλογία διαφεύγει της πλήρους ερμηνείας ο ποιητικός λόγος και η ίδια η πράξη της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Η Γάτα, ακόμα κι όταν βρίσκεται δίπλα μας και  γουργουρίζει νωχελικά με κλειστά μάτια στο αγαπημένο της μαξιλάρι είναι στην πραγματικότητα μακριά στο δικό της αυτόνομο και αυτεξούσιο τόπο. Ενώ ο σκύλος εμμένει, συντροφεύει, υπακούει και ευγνωμονεί.

Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΩΝ ΓΑΤΩΝ αρχικά δίνει την εσφαλμένη εικόνα ενός παιχνιδίσματος, ενός αφιερώματος στους συντρόφους μας εδώ και χιλιετίες, όμως όσο προχωρά η ανάγνωσή της αποκαλύπτεται περίτρανα ότι πρόκειται για έργο ζωής, που στις σελίδες του διαχέονται και αναπνέουν πλήθος ευαισθησιών κοινωνικού, πολιτικού και αισθητικού περιεχομένου. Αυτή η αίσθηση μάλιστα επιτείνεται, επειδή η ο συγγραφέας επέλεξε να «προσωποποιήσει» τα ποιήματα και σύντομα πεζά του. Δηλαδή, να αναφέρεται ονομαστικά σε συγκεκριμένες, υπαρκτές γάτες, που κάθε μια τους διαθέτει ξεχωριστή οντότητα, ιστορία, χαρακτήρα και ιδιότητες. Πρόκειται, προφανώς, για γάτες φίλων, ομότεχνων και συνεργατών του Παπαδάτου που μοιράζονται μ’ αυτόν την αγάπη τους για τα μικρά αιλουροειδή.

Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία βασικά μέρη, εκτός της εισαγωγής και του επιλόγου. Στο πρώτο,  Γάτα και ο Ποιητής, εντάσσονται πέντε ποιήματα. Εδώ κυρίαρχη μορφή είναι η Μπουμπουκένια, το «χρυσάνθεμο των παραμυθιών» και «κοντεσίνα του Ιονίου», που μιλά στον ποιητή με τα λόγια του Μπόρχες:

«Εξουσιάζω ένα κόσμο κατάκλειστο, όπως του ονείρου».

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, Οι Γάτες και οι Γάτοι των σπιτιών – ονείρων, εναλλάσσονται δεκαπέντε ποιήματα και μικρά πεζά, όπου παρελαύνουν: Η Ρούσα Γάτα που φωνάζει στον φτωχό ποιητή με τον τρόπο του Νίκου Καββαδία «Εγύρισα τον Χρόνο!», ο Μάνος ο Μάστορας, μονόφθαλμο που βρήκε στοργική αγκαλιά και τώρα μαθαίνει την τέχνη του υδραυλικού και αφήνει γενναιόδωρα τον τυφλό Κουασιμόδο να τρώει λίγο κι από το δικό του φαΐ, αφού η αγάπη γεννά αγάπη. Η Χουρχούρα της Ευτυχίας που «σαν ζωντανό ακρόπρωρο», δίπλα στο τζάκι δεν θα χάσει ποτέ την ευτυχία που της έλαχε, ο Νταλί ο βιβλιόφιλος, που «αναδημιουργεί τα κείμενα», οι Γάτες της Φωτεινής, Μελένια και Πουπολένια, εμπνεύστριές της «που μας θυμίζουν την ποίηση που έχει ανάγκη ο καθένας», ο Λάζερος της άλλης Φωτεινής, που βρίσκεται σε ίστρο αλλά… ποιητικό. Η εγκαταλελειμμένη Ζιζέλ του Φαρμακείου, «ένα πλάσμα ονείρου», η Σέλια η συνοδοιπόρος της Πετρούνιας, που μας δηλώνει απερίφραστα «μην μεταφράζεται τις δικές σας ελλείψεις σε ανάγκες δικές μου», Ο Μπετόβεν ο Κερκυραίος που θήτευσε κοντά σε μουσικό. Η Σύνθια η μαύρη θεά που «δίνει στο μαύρο νόημα», η Ρούθους που μετά το «μεγάλο ταξίδι στο υπέρτατο φως» εποπτεύει χαρές και λύπες, τα αδέλφια Σώσω και Χάρης, που «μ’ ένα γατίσιο άλμα» έφτασαν ένα βράδυ πανσελήνου από τη βεράντα τους στο φεγγάρι. Η Λούνα που κοιτάζει τα πουλάκια με τη φίλη της τη Θέκλα, η Αυγή η τρίχρωμη που ζει/ζούσε στο 10π ΔΣ και άρχισε να παίζει με παιδιά μόνο σας υψώθηκε στον ουρανό «κι ένα άστρο» φώλιασε μέσα της και, τέλος, η Ζουζού που υιοθετήθηκε από την Ζωή και μας ανακοινώνει ότι πλέον «ευτυχία διάγω συλλήβδην». Είναι οι γάτες, οι τυχερές, που βρέθηκαν κοντά σε σπλαχνικούς ανθρώπους και τους αντάμειψαν με την αγάπη τους.

Το τρίτο μέρος του βιβλίου, Οι γάτες και οι γάτοι των ονειρικών δρόμων, είναι αφιερωμένο σ’ αυτά που αποκαλούμε «αδέσποτα». Όρος καταχρηστικός επί της ουσίας αφού, όπως είναι γνωστό, ακόμα και σ΄ όσους δεν σχετίζονται με το είδος, οι γάτες επιλέγουν ανθρώπους και όχι οι άνθρωποι γάτες. Εδώ θίγονται πάντα με την ποιητική γλώσσα του Γιάννη Παπαδάτου σειρά κοινωνικών, πολιτικών και ψυχικών / συναισθηματικών καταστάσεων.

Έτσι, σε πρώτο πρόσωπο Ο γλυκός Αθηναίος Μπετόβεν μας ειδοποιεί :

πως όποιος δεν νιώθει αγάπη για μας

δεν θα νιώσει ποτέ

την ομορφιά των πραγμάτων

ούτε καν των πραγμάτων τη σπίθα.

Προσβλέπω σε μια ευτυχία μαζί σας

Στο ποίημα Η Πούλια κι ο Αυγερινός, ο Γιάννης Παπαδάτος μας διηγείται «με τον τρόπο του Βιτσέντσου Κορνάρου» την ερωτική ιστορία δυο αταίριαστων κοινωνικά γατιών κατ’ αναλογία και σε μέτρο Ερωτόκριτου. Στο Γι’ άλλη γη, γι΄ άλλα μέρη ο συγγραφέας πραγματεύεται τη δολοφονική πρακτική ορισμένων που κυκλοφορούν «με το φόνο στα χέρια» (φόλες). Ακολουθούν ο Σμόκυ του Σχολείου και η Λίζα των δέντρων, στο ύφος της Μαρίνας των Βράχων του Ελύτη, που έχει «μια γεύση ανέμου στα μάτια», η κυρά Κικί που της ανήκουμε, ο Σαρλώ ο Ερημίτης, μια περαστική φιγούρα από τη γειτονιά, όπως τόσα και τόσα γατιά, ευτυχισμένος πια «στων αγγέλων το φως». Ο γάτος που ψάχνει όνομα και καταλήγει στο Αργέστης (Μαΐστρος), η σύγκρουση του Σιρχάν με τον Τρούφα που θα εξελιχθεί σε φιλία και θα μας κάνει να σκεφτούμε πώς θα ήταν ο Κόσμος μας, αν παρόμοια συνέβαινε και στα ανθρώπινα πράγματα. Η Πάνσοφη Ραλλού φευγάτη κι αυτή από τον Κόσμο χαρτογραφούσε αμίλητη «τους δρόμους των ενοχών μας» και το πεζό Δίχως όνομα ή η ικεσία των πλανητών, όπου παρελαύνουν πολίτες της πολιτείας των Γάτων και των Γατών καθένας και κάθε μια με ένα χαρακτηριστικό δίπλα στο όνομά του. Η σύναξή τους «από το πριν και το τώρα» έθεσε καυτά ερωτήματα για την ύπαρξη στο «Μάτι της Γάτας» (νεφέλωμα αλλά και ημιπολίτιμος λίθος). Ο Τζάκυ ο χορευτής που βρίσκει σπίτι μόνο όταν αρρωσταίνει και μπορεί πια να κάνει τη μοναξιά του «σημαία ευτυχίας», Μια όπερα αφιερωμένη στο γάτο Τζατζά, λήσταρχο και παλικάρι – που ως άλλος Ζορό «βοηθούσε φτωχούς» – μας αποκαλύπτει ότι φτάνοντας κι αυτός στο Μάτι της Γάτας (παράδεισος των γατιών;) εκεί «θα τον λεν πια Παβαρότι». Στην αγαπημένη Σάμη της Κεφαλλονιάς του συγγραφέα ζούσαν κι η Ντόλυ και ο Ραντανπλάν, αοιδός αυτή κι αυτός τενόρος, αλλά προτίμησαν να δραπετεύσουν για πάντα «Στου … Λούκι τις σελίδες». Ο Μυθικός Πέπος μας θυμίζει τόσα και τόσα άκακα κι αγαπημένα γατιά που βρίσκουμε κάποια στιγμή σε μια γωνιά «με τα μάτια ανοιχτά, από φόλα…» μάρτυρες της κακίας του είδους μας. Η Μπέλα η Ατθίδα, οικολόγος και ειδικός στη ξηρά τροφή, προτιμά τα βαρελάκια, ενώ η Χιονάτη της Ελπίδας και της πυλωτής που, αν έχεις την τύχη «να σε κοιτάξει κατάματα έχεις κάνει το πρώτο σου βήμα να εξουσιάσεις τα όνειρα που δεν σου ευοδώθηκαν». Η Ψίψη που «ποτέ δεν τρέχει για φαγητό» και ζει «με το γνοιάξιμο» και η εξωτική Σαπφώ, μια από τις πολλές Ροδίτισσες γάτες που δεν μοιάζουν σαν τις άλλες. Στις τελευταίες σελίδες ο  Ιανός τσακίρ (ης) που υιοθετείται με τη σειρά του παρά τις ιδιορρυθμίες του συναντά τον Άγγελο των γατιών, που με «το δισκάκι του πλήρες» και γεμάτη την καρδιά «προσφορά και έγνοια» ταΐζει τα αδέσποτα. Και οι δυο τους ακούν προσεκτικά τον Γάτο Πλήν Άπειρο να μιλά για του Πολέμους και την καταστροφή που προξενούμε εμείς οι άνθρωποι σε ανθρώπους, στον πλανήτη και στα πλάσματα που τον κατοικούν

Στον επίλογο, ο αναγνώστης θα απολαύσει Εννιά Χαϊκού Γάτας, είδος ιδιαίτερα αγαπητό στον συγγραφέα. Ενδεικτικά ένα που αγάπησα ιδιαίτερα:

Τι μυρίζω, ε;

Φόβους που κουβαλάτε

και τους ξορκίζω.

Το βιβλίο κλείνει με Λίγα Λόγια μετά το…τέλος, όπου ο Παπαδάτος με τη σεμνότητα και λιτότητα ύφους που τον διακρίνει μιλά στον αναγνώστη σε πρώτο πρόσωπο, καταλήγοντας στη διαπίστωση ότι είναι καιρός να δούμε τον Άνθρωπο όχι ξέχωρά αλλά σε σχέση με το περιβάλλον του όπου ζουν οι Γάτοι και οι Γάτες καθώς και όλα τα πλάσματα που το «΄΄γνοιάζονται΄΄ και το ΄΄φροντίζουν’’».

Θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην υπογραμμιστεί η εξαιρετικά ευαίσθητη και επιτυχής δίχρωμη εικονογράφηση της Φωτεινής Στεφανίδη. Η δουλειά της εικονοποιεί κυριολεκτικά τους στίχους του Γιάννη Παπαδάτου, παίζοντας με το μαύρο και το λευκό, δίνοντας και εικαστική υπόσταση στους στίχους του.

Αν αγαπάτε τη Γάτα ή θέλετε να την γνωρίσετε, βάλτε την ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΩΝ ΓΑΤΩΝ στο κομοδίνο σας. Κι αν θέλετε να δείτε ποιο γατί θα υιοθετήσετε για να σας χαρίσει όλη την τρυφεράδα του Κόσμου, στο… μαξιλάρι σας.

Υ.Γ. Το παρόν κείμενο γράφτηκε υπό την εποπτεία και καθοδήγηση (κατά σειρά ηλικίας) του Σάργκαν, του θυμισμένου Μαύρου Πειρατή, ετών 112 με τα ταπεινά ανθρώπινα δεδομένα, της πάντα κομψής και μη μου άπτου Χάιδως, της Παινεμένης και της Ροδούλας του Αερικού. Εγκρίθηκε δε από τον Μαθουσάλα Σάργαν με την εξής παρατήρηση: «Πολλά λες για μας, έτσι φλύαρος που είσαι πάντα, αλλά όσα και να πεις για μας πάλι λίγα είναι».

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular