Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Κάποια άγνωστη ημερομηνία του 1685 στην παραθαλάσσια πόλη La Rochelle,  στην Γαλλία, στα 450 χιλιόμετρα δυτικά από το Παρίσι στα 130 από το Πουατιέ, στα παράλια του Ατλαντικού, γεννιέται η Gabrielle-Suzanne Barbot.

Κόρη του Jean Barbot και της νταμ Suzanne Allaire.  (Ο Jean Barbot είναι αξιωματικός του ιππικού, άρχοντας του Romagné και των Mothais, και δικηγόρος του Βασιλιά στο Προεδρείο της La Rochelle.) Η οικογένειά της, όπως και παλαιότεροι και νεότεροι συγγενείς, με παρελθόν και παρόν στην εξερεύνηση, στο εμπόριο, και στις εισαγωγές από τις Αντίλλες και την Αφρική, έχουν δεκάδες ναυτικές και θαλασσινές ιστορίες ν’ αφηγηθούν.

Απέναντι, ο Νέος Κόσμος, η Αμερική.

Εμπορικό λιμάνι από τα σημαντικότερα και τα μεγαλύτερα η La Rochelle. Στόλοι ολόκληροι έδεναν κι έφευγαν και ξανάδεναν στα ντοκ της. Μέχρι σήμερα φαίνεται αυτό. Παρά την βαριά υγρασία και τον παγωμένο άνεμο χειμώνα καλοκαίρι, τις ημέρες με τον γυάλινο ήλιο, με ναύτες συχνά σκαρφαλωμένους στις κορυφές των καταρτιών των ιστιοπλοϊκών, την βλέπεις την Νέα Υόρκη, απέναντι. Ή όχι, δεν την βλέπεις. Την Αμερική, την βλέπεις, απέναντι. Ή όχι, δεν την βλέπεις. Αλλά τον Ατλαντικό μπλε βαθύ ή μαύρο, τον βλέπεις σίγουρα. Τον κοιτάς να τυλίγεται στο δέρμα σου να το παγώνει να το ρουφά· την θάλασσα του ωκεανού, την βλέπεις. Να σου χαμογελά χαμηλά, το ταξίδι. Ο Μύθος, όλος δικός σου.

Στις 9 του Φεβρουαρίου του 1706, στην Εκκλησία του Αγίου Βαρθολομαίου στην La Rochelle, η Gabrielle-Suzanne Barbot, 21 ετών, παντρεύεται τον Jean Baptiste de Gaalon de Barzay, Ιππότη και Αντισυνταγματάρχη πεζικού του Berville. Ο οποίος, από την οικογένεια των Barbot, λαμβάνει ως προίκα την γη του Villeneuve.

10 μήνες μετά, στις 8 του Νοεμβρίου του 1706, η Gabrielle-Suzanne de Villeneuve (πια), ζητά από το Προεδρείο της La Rochelle διαχωρισμό των περιουσιών τον οποίο και κερδίζει. Καθώς ο Jean Baptiste de Gaalon de Barzay, (και άρχοντας του Villeneuve, πια), παίζει ένα μεγάλο μέρος της προίκας στον τζόγο ενώ την διαχειρίζεται και πολύ άσκημα.

Στις 13 του Φεβρουαρίου του 1708, γεννιέται η κόρη τους Marie Louise Suzanne. Και άλλα στοιχεία για την κόρη δεν υπάρχουν.

3 χρόνια αργότερα, κάποια άγνωστη ημερομηνία του 1711, ο Jean Baptiste de Gaalon de Barzay, πεθαίνει στην Παμπλόνα της Ισπανίας.

Έτσι, η Gabrielle-Suzanne de Villeneuve, στα 26 της χρόνια, μένει χήρα. Αλλά, παρότι με ελάχιστους οικονομικούς πόρους, περίπου το 1730, μετακομίζει στο Παρίσι για να εκκινήσει αυτό που πάντα ονειρευόταν. Την συγγραφή. Εκεί, γνωρίζεται με ανθρώπους των τεχνών και των γραμμάτων οι οποίοι την αγκαλιάζουν και την περιθάλπουν. Ανάμεσά τους και ο διάσημος Claude-Prosper Jolyot de Crébillon, με τον οποίον πιθανόν και να συγκατοίκησε για κάποια χρόνια. Έτσι, ξεκινά την λογοτεχνική της καριέρα.

Όπου, το 1740, (ετών 55), γράφει το (πιθανά) έβδομο βιβλίο της. Το “Η Νεαρή Αμερικανίδα και οι ιστορίες της θάλασσας.” Η νουβέλα “Η πεντάμορφη και το τέρας”, (ας την ονομάσουμε νουβέλα χρησιμοποιώντας δεδομένα σύγχρονων έντυπων εκδόσεων), εμπεριέχεται στο βιβλίο αυτό.

15 χρόνια αργότερα, στις 29 του Δεκεμβρίου του 1755, μετά από (πιθανόν) εννιά βιβλία και αρκετά άλλα γραπτά τα οποία δεν μπορούν με σιγουριά να της αποδοθούν γιατί συχνά τα υπέγραφε με το ψευδώνυμο “Madame de V***” ή και με άλλους συνδυασμούς, πεθαίνει στο Παρίσι.

Εκτός του ψευδώνυμου που εμπόδιζε το να της αποδοθούν κάποια γραπτά της, πολλά από αυτά τα διεκδίκησαν άλλες ή και άλλοι συγγραφείς της εποχής.

Τα βιβλία της, αν και όχι όλα, έγιναν διάσημα όσο ακόμη ήταν νέα συγγραφέας, και κάποια από αυτά έκαναν πολλές εκδόσεις.

Οι μεταφορές των γραπτών της, πολλές. (Και όχι μόνο του “Η πεντάμορφη και το τέρας” που μας απασχολεί στο άρθρο αυτό.) Στο  θέατρο, κυρίως.

Ας ξεκινήσουμε μία Ιστορική διαδρομή.

Το 1455, ο Γουτεμβέργιος, παραδίδει το πρώτο τυπωμένο βιβλίο στον κόσμο, “Την Βίβλο του Γουτεμβέργιου.” Σε 180 αντίτυπα.

Τα βιβλία, (ό,τι ονομαζόταν βιβλίο), σταματούν αργά αλλά σταθερά να αντιγράφονται χειρόγραφα και ξεκινούν να τυπώνονται.

Παραδόσεις, ήθη και έθιμα, λαϊκοί μύθοι, κατορθώματα ηρώων, και παραμύθια με δράκους και πριγκίπισσες, αλλά και κρυφές ερωτικές ιστορίες, ξεκινούν να μαζεύονται σε συλλογές και να εκδίδονται.

Έτσι, κάπου ανάμεσα στο 1550 με 1555, ο Giovanni Franscesco Straparola, στη Βενετία, εκδίδει το “Οι χαρούμενες νύχτες.” Ένα σύνολο από χιουμοριστικά παραμύθια, αινίγματα, μουσικές, χορούς, και άλλα αντίστοιχα, σχεδόν ως αφηγήσεις κάποιου γελωτοποιού εκείνων των αιώνων. Το βιβλίο χωρίζεται σε 13 χαρωπές νύχτες. Κάθε νύχτα περιέχει 6 αστείους μύθους. Ή και περισσότερους.

Στην δεύτερη νύχτα, ο πρώτος μύθος που αφηγείται ο συγγραφέας έχει τον τίτλο “Ο Βασιλιάς γουρούνι.” Χωρίς να αφηγηθούμε λεπτομερώς την ιστορία του μύθου, (η άρνηση μιας νεαρής γυναίκας στο να δεχθεί τον προσυμφωνημένο γάμο με έναν άγνωστο άνδρα, “τέρας”, “γουρούνι”), μοιάζει φανερό πως σημαντικό υπόβαθρο του “Η πεντάμορφη και το τέρας” βασίζεται σε αυτό το γραπτό.

Έτσι, με την ίδια λογική, οι μελετητές της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας θεωρούν πως ένα τεράστιο μέρος των παραμυθιών των αδερφών Γκριμ αλλά και Γάλλων συγγραφέων όπως ο πασίγνωστος και πολυγραφότατος Charles Perrault, (η βάση του “Ο παπουτσωμένος γάτος”, για παράδειγμα, περιλαμβάνεται στο “Οι χαρούμενες νύχτες”), στηρίζονται σε αυτό το βιβλίο του Giovanni Franscesco Straparola. Άρα, και κάποια γραπτά της Madame de Villeneuve που έχουν την μορφή της αφήγησης παραμυθιών, όπως το “Η Νεαρή Αμερικανίδα και οι ιστορίες της θάλασσας”, στηρίζονται επίσης σε αυτό.

Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε δεκάδες μελέτες που έχουν γίνει πάνω στις διασυνδέσεις των μύθων και των παραμυθιών εκείνων των αιώνων. Από το “Έρως και ψυχή” έως την “Χιονάτη” αλλά και πόσα άλλα· άλλωστε, οι μεταμορφώσεις ανθρώπων σε άλλα είδη του ζωικού βασιλείου, (κάποια τελείως φανταστικά ή έστω με φανταστικές ιδιότητες), είναι συνεχείς και πανταχού παρούσες σε όλα τα μήκη τα πλάτη της λογοτεχνίας.

Όμως, τίποτε περισσότερο δεν συμβαίνει στο “Η Νεαρή Αμερικανίδα και οι ιστορίες της θάλασσας”, πέραν του ότι ο μελετητής μπορεί εύκολα να αντιληφθεί τα εφηβικά αναγνώσματα της Gabrielle-Suzanne Barbot, ανάμεσα στα οποία σίγουρα ήταν το βιβλίο του Straparola όπως και άλλα, και το πώς αυτά μεταμορφώθηκαν μέσα από την ζωή της, την οικογένειά της, την καταγωγή της, και βέβαια το συγγραφικό της ταλέντο, σε μυθιστορήματα.

Ας ξεκινήσουμε άλλη μία Ιστορική διαδρομή.

Στις 02:00 τα ξημερώματα της 12ης του Οκτωβρίου του 1492, στις δύο λεύγες απόσταση από την πλώρη της Pinta, ο Χριστόφορος Κολόμβος σιγουρεύεται πως κάποια φώτα που ήδη διέκριναν, είναι στεριά. Και πατά τη γη του νησιού του Σαν Σαλβαδόρ.  (Αν και όχι απαραίτητα του σημερινού Σαν Σαλβαδόρ.) Και ανακαλύπτει την Αμερική.

Στις 5 του Δεκεμβρίου αποβιβάζεται στο νησί Ισπανιόλα, στο κράτος της Αϊτή, στο ακρωτήριο του Αγίου Νικολάου. (Σύγχρονες ονομασίες.)

Τον Μάρτιο του 1685 συντάσσεται και γράφεται ο “Μαύρος Κώδικας”. Ένα ογκώδες βιβλίο – διάταγμα του Λουδοβίκου του 15ου όσον αφορά στην μεταχείριση των δούλων. Και απλώνεται από τον Καναδά έως την Λουιζιάνα των ΗΠΑ. Και σε όλες τις υπόλοιπες Γαλλικές αποικίες.

Στις 20 του Σεπτεμβρίου του 1697, η Ισπανία και η Γαλλία υπογράφουν την συνθήκη του Ryswyck και χωρίζουν την Ισπανιόλα στα δύο. Η Γαλλία παίρνει τον Άγιο Δομίνικο.

Από το τέλος του 1723 ο “Μαύρος Κώδικας” χάνει δυνάμεις, μέχρι το 1729 που ουσιαστικά καταργείται.

Ας επιστρέψουμε στην πεντάμορφη και στο τέρας.

Το βιβλίο “Η Νεαρή Αμερικανίδα και οι ιστορίες της θάλασσας”, θα μπορούσε να ανήκει στα σπονδυλωτά μυθιστορήματα μιας και περιέχει διηγήματα ή νουβέλες που έχουν κοινό παρονομαστή το ταξίδι ενός ζευγαριού Κρεολών για την Αϊτή. Σε αυτό το ταξίδι, οι επιβάτες, αφηγούνται ιστορίες. Μία υπηρέτρια, αφηγείται μια ιστορία μιας πεντάμορφης κοπέλας που αναγκάζεται να παντρευτεί έναν άνδρα που όμως είναι μεταμορφωμένος σε τέρας. Κανονικό. Με νύχια και οπλές ζώου, δόντια και στόμα λύκου, και τρίχωμα λιονταριού. Ο πατέρας της, πατέρας δώδεκα παιδιών, έξη αγόρια κι έξη κορίτσια, πολύ πλούσιος έμπορος με πολλά πλοία και με αμύθητη περιουσία φτιαγμένη από τα δεκάδες ταξίδια του, γίνεται θύμα μιας σειράς καταστροφών. Τρομακτική πυρκαγιά καίει τα πάντα. Σπίτια, αποθήκες, παμπάλαια ακριβά έπιπλα, τόμους σπάνιων βιβλίων, χρυσό, κοσμήματα που σωροί συρταριών δεν έφταναν να χωρέσουν, και ρούχα ραμμένα στους καλύτερους ράφτες, που τα δωμάτια δεν ήταν αρκετά να τα έχουν στη σειρά. Και σαν να μην έφτανε αυτό, τα πλοία του χάνονται το ένα πίσω από το άλλο. Είτε σε ανήκουστες καταιγίδες είτε ρημαγμένα από πειρατές. Μένει μόνον ένα εξοχικό σπίτι βυθισμένο σ’ ένα δάσος. Εκεί, μεταφέρεται όλη η οικογένεια. Πώς να φανταστεί, όμως, η άλλοτε μεθυσμένη από τα πλούτη οικογένεια, τι υπάρχει κρυμμένο σ’ εκείνο το δάσος. Και τι μπορεί να της προσφέρει αυτό εκεί που είναι κρυμμένο, και με ποιο κόστος. Ο τίτλος της ιστορίας που αφηγείται η υπηρέτρια, είναι η “Η Πεντάμορφη και το Τέρας.” Το πρώτο κεφάλαιο έχει τίτλο “Μία καταιγίδα στην θάλασσα.” Στο βάθος, στην περιγραφή της αρμάδας που χαροπαλεύει με τα κύματα, στην πρύμνη του μεγάλου εμπορικού σκάφους, η λευκή, μπλε, και κόκκινη σημαία της Γαλλίας, καταφέρνει να διακρίνεται. (Στον αναχρονισμό που μόλις διαβάσατε, θα επιστρέψουμε παρακάτω.)

Αυτό, γραμμένο το 1740. Τι να γίνει, κάποιοι συγγραφείς, βλέπουν εκπληκτικά μπροστά όχι μόνο από την εποχή τους και από την Ιστορία της πατρίδας τους, αλλά και από την ανθρώπινη Ιστορία.

Το αυθεντικό “Η πεντάμορφη και το τέρας”, όταν εκδόθηκε το 2010 στην συλλογή Folio 2€ της σειράς “Γυναίκες των Γραμμάτων” των εκδόσεων Gallimard, για λόγους στοιχειώδους δυνατότητας ανάγνωσης από τους σύγχρονους αναγνώστες, ναι, μεν, επιμελήθηκε, αλλά μόνο στο επίπεδο των σημείων στίξης και της σύνταξης. Μία απολύτως τεχνική φιλολογική επιμέλεια η οποία δεν άγγιξε την αφήγηση και την δραματουργία. Περικόπηκαν, όμως, πράγματα, από το αυθεντικό, αλλά κυρίως όσον αφορά στην σπονδυλωτή σχέση του με το αρχικό μυθιστόρημα. Να μπορέσει να αποκτήσει δραματουργική αυτονομία.

Σε κάθε περίπτωση, η αυθεντική νουβέλα ξεκινά με την φράση «Σε μια χώρα πάρα πολύ μακριά από αυτήν εδώ…»

Να προσθέσω και κάτι άλλο ή απλά ν’ αφήσω την αυλαία της σκηνής ν’ ανοίξει μόνη της έτσι ώστε να βυθίσω τον αναγνώστη του άρθρου στην θέληση του να αγοράσει το βιβλίο με κάθε τρόπο;

Να θυμίσω την πρώτη φράση του κινηματογραφικού έργου “Ο πόλεμος των άστρων”, «Πολύ καιρό πριν σ’ έναν γαλαξία πολύ, πολύ μακριά…» ή όχι;

Η αφηγήτρια του 18ου αιώνα δεν αφήνει τίποτε στην τύχη.

Η ηθογραφία και η μαρτυρία μιας εποχής ξεκινά από τις πρώτες παραγράφους. Ο ήρωας, ένας από τους κεντρικούς, εμφανίζεται απευθείας.

Ως υποβολέας που δεν κρύβεται, η Madame de Villeneuve, ως παραμυθάς που δεν φοβάται ούτε για δείγμα να εμφανιστεί εξ αρχής, σκύβει στον αναγνώστη και εκκινεί τον μύθο από τις πρώτες λέξεις.

Είναι σχεδόν σαν να την ακούς να αφηγείται. Αν σε αυτή την εκπληκτική αφήγηση που καταργεί το πρώτο ή το τρίτο πρόσωπο, προσθέσουμε και τις εικονογραφήσεις των εκδόσεων του 18ου αιώνα, τότε οι ρίζες του κινηματογράφου φαίνονται. Χωρίς δυσκολία.

Η περιγραφές καταπληκτικές, χωρίς ν’ αφήνουν τον αναγνώστη να ξεμυτίσει από τις σελίδες. Τίποτε αφημένο σε “έτσι θέλω” αιτιολογήσεις. Η δραματουργία απόλυτα στοιχισμένη. Η εικονοποίηση στο 100%. Ακόμη τότε δεν υπήρχε ούτε η τηλεόραση, ούτε ο κινηματογράφος, ούτε η φωτογραφία. Και κυρίως, δεν υπήρχε ούτε ως δείγμα κάποια κριτική άποψη που να λέει «…δεν αφήνει την φαντασία του αναγνώστη ελεύθερη…» Οι παραμυθάδες, οι αφηγητές ιστοριών, ακόμη τότε, ήταν ελεύθεροι. Στόχος τους ήταν η καταβύθιση του αναγνώστη στον κόσμο του μύθου που αφηγούνταν, και όχι η πρόκληση προβληματισμού ή κριτικής σκέψης. Αυτό ερχόταν κρυμμένο στις λέξεις και στις παραγράφους. «Ομιλείτε δια παραβολών.» είχε πει ο Ιησούς, άλλωστε. Και κυρίως, υπήρχαν άλλοι συγγραφείς για τον προβληματισμό και την κριτική σκέψη, που δεν ασχολούνταν με τους παραμυθάδες, ούτε και οι παραμυθάδες μαζί τους. Κάτι μου θυμίζει αυτό… Αν και τότε δεν το έλεγαν Hollywood.

Το “Η πεντάμορφη και το τέρας” είναι γραμμένο όπως εκείνους τους αιώνες ήταν απαραίτητο να είναι γραμμένο. Για να μπορέσει να ενταχθεί ως “γραπτό γυναίκας” στον Δυτικό κόσμο του 18ου αιώνα. Πράγμα που δεν είχε να κάνει απλά με “ήθη και έθιμα” αλλά με τον ίδιο τον νόμο. Ανεξάρτητα αν η συγγραφέας ανήκε σε υψηλή κοινωνική τάξη και ήταν σημαντικότατα μορφωμένη. Υπήρχαν άπειρα πράγματα που δεν δικαιούνταν οι γυναίκες στην Ευρώπη του 18ου. Παράγραφοι όπως «…φαινόταν να έχει ξεπεράσει και την οικογένειά της και τις αδελφές της· με την δύναμη του μυαλού της -όχι σύνηθες για το φύλο της- …» δεν ήταν διόλου ειρωνικές. Ήταν δηλώσεις νομιμοφροσύνης. Αλλά και ένταξης του βιβλίου μέσα σε πολύ συγκεκριμένες γραμμές συγκεκριμένων τάξεων στις οποίες και απευθυνόταν μια που ήταν και οι μόνες εγγράματες.

Ενώ, η σχεδόν μεταφυσική άνευ προηγουμένου ομορφιάς της, «Κάθε έξυπνος άνθρωπος που την είχε δει κάτω από το αληθινό φως που εξέπεμπε προσπαθούσε με κάθε τρόπο να της δείξει την προτίμησή του σε σχέση με τις αδελφές της. Κι όπως και να έχει, καθηλωμένοι οι άνθρωποι από την εξαίσια λάμψη της, ακόμη κι αν αυτή την ομορφιά την είχαν ήδη χρεωμένη σ’ εκείνη, ήταν τόσο υπέροχη, που της είχαν δώσει και όνομα. Την ονόμαζαν “Η Πεντάμορφη.”» είναι από μόνη της δραματουργικός ρυθμιστής.

Η γυναίκα του 18ου ήταν η αρετή, η υπομονή, και η ομορφιά. Και δεν  ανακατευόταν με την πολιτική, με τις δουλειές, ή με ότι άλλο ανδρικό.

Η πεντάμορφη κόρη δεν είναι σουφραζέτα ούτε ως δείγμα. Εκτός της μόρφωσής της (που οι γυναίκες της τάξης της έπρεπε και επιτρεπόταν να έχουν) δεν είχε τίποτε άλλο “ανδρικό”. Εκτός της ευφυίας της που από μόνη της αντιμετωπιζόταν ως παραξενιά της φύσης. (Αναγκαία, όμως, αυτή η ευφυΐα στον χαρακτήρα της ηρωίδας της νουβέλας. Για να μπορέσει να πράξει όσα πράττει.) Χωρίς να μειώνει στο ελάχιστο την απαράμιλλη γοητεία της. Η οποία ίσα που φαινόταν μέσα από την ταπεινότητά της.

Η πεντάμορφη είναι εντυπωσιακά σεμνή, σχεδόν Αγία αν όχι Παρθένος Μαρία, όσον αφορά στο πώς έμπρακτα θυσιάζεται για την οικογένειά της. Αφοσιωμένη στον πατέρα της. Γεμάτη κατανόηση και συγχώρεση για τους φίλους που μετά την εξαφάνιση της περιουσίας εξαφανίζονται και αυτοί ο ένας πίσω από τον άλλον, αλλά και για τους αδερφούς της και τις αδερφές της που μετά την διάλυση του πλούτου αποκτούν τις πλέον τραγικές συμπεριφορές, φτάνει στην καθήλωση. Ανακαλύπτει την αγάπη την μόνη την πραγματική την αληθινή, σε ένα τέρας. Ένα ανθρωπόμορφο τέρας που μέσα στην αγκαλιά μιας πεντάμορφης Αγίας, θα μεταμορφωθεί. Ξανά. Σε άνθρωπο, και μάλιστα πολύ όμορφο. Αλλά η αγάπη γνωρίζει την σάρκα ως αξία; Τι κι αν πιθανόν αρχικά να έμοιαζε με τους άγριους που θα συναντούσαν οι επιβάτες του πλοίου για την Αϊτή; Τι κι αν το ζευγάρι των Κρεολών, που παρακολουθούσαν και αυτοί τις αφηγήσεις, μιλούσαν εκείνη την παράξενη Γαλλο-αμερικανο-αφρικανική γλώσσα; Παλιοί δούλοι, ίσως; Ε, και; Αυτοί δεν είναι πλάσματα του Θεού; Για τους ανθρώπους δεν ανέβηκε στον Σταυρό ο Υιός Του; Δεν αξίζουν αγάπης τα τέρατα που κανείς δεν ξέρει αν θα συναντήσει στο καινούριο του σπίτι; Φαντάσου αυτή η γη των τεράτων, έστω παλαιών δούλων, να κρύβει ακόμη τα πλούτη που έκρυβε. Που είχαν βρει οι θείοι και οι παππούδες. Αχανείς φυτείες ζαχαροκάλαμου. Να σωθεί ο πατέρας, τ’ αδέρφια, και η πατρίδα.

Ποιο να ήταν το αντάλλαγμα του ανθρωπόμορφου τέρατος, (που παραμόνευε στο δάσος, στο γεμάτο θησαυρούς σπίτι του, και που τυχαία το ανακάλυψε ο πατέρας), για την αγάπη της; Αυτή την αγάπη που θα το μεταμόρφωνε πάλι σε αυτό που ήταν, ποιο να ήταν το αντάλλαγμα; Ο πλούτος; Άλλωστε, ο πατέρας, και πριν να καταστραφεί και τώρα, τις ευχές του τις έκανε. Κι η τύχη πάντα τον βοηθούσε γιατί ήταν καλός Χριστιανός και καλός άνθρωπος. Ποιος ξέρει γιατί του πήρε τον πλούτο η τύχη, πιθανόν για την τύφλωση που έφερνε και σ αυτόν αλλά κυρίως σε όλη την οικογένεια; «…χωρίς να έχουν τίποτε που να μπορεί να ικανοποιήσει την ματαιοδοξία τους…» όπως γράφει η συγγραφέας περιγράφοντας το πώς ένιωθαν οι αδελφές της πεντάμορφης στο καινούριο τους εξοχικό σπίτι μακριά από την πόλη, και, βέβαια, χωρίς τα αμύθητα πρώην πλούτη τους.

Παρόλα αυτά, όμως, παρόλο την απόλυτα “νόμιμη” γραφή με τα “μηνύματα” βαθιά θαμμένα ανάμεσα από τις γραμμές όπως κάθε δημιουργός για κάθε Hollywood κάθε εποχής θα έκανε και κάνει, το “Η Νεαρή Αμερικανίδα και οι ιστορίες της θάλασσας” δεν πήγε καλά στις πωλήσεις της εποχής. Ή και στην αναγνωρισιμότητα ως λογοτεχνική αξία.

Όμως, η Jeanne-Marie Leprince de Beaumont, παιδαγωγός, δημοσιογράφος, συγγραφέας, επιμελήτρια, και εκδότρια, (και διάσημη ως σήμερα γιατί ήταν πραγματικά πολύ καλή συγγραφέας πολλών μυθιστορημάτων), που ανήκε σ’ εκείνον τον κύκλο των γραμμάτων και των τεχνών που είχε υπό την προστασία του την Madame de Villeneuve, το 1758, διαλέγει το “Η πεντάμορφη και το τέρας” από το “Η Νεαρή Αμερικανίδα και οι ιστορίες της θάλασσας”, το επιμελείται (ξανά), το αλλάζει σε σημείο διαφορετικής εξέλιξης της ιστορίας, το κόβει από χίλιες πλευρές αφήνοντας λιγότερο από το μισό,  το μεταμορφώνει σε παιδικό παραμύθι, και το εκδίδει στο “Περιοδικό των παιδιών” με έδρα το Λονδίνο.

Το “Η πεντάμορφη και το τέρας”, απογειώνεται.

Aγγίζει τον ουρανό. Ως λίθος της Ιστορίας των παραμυθιών, ως καθημερινή έκφραση όλων των λαών της Γης, έχει ήδη βρει την θέση του στην κορυφή από τότε. Από την μεταμόρφωσή του σε παιδικό παραμύθι.

Γίνεται μία από τις μεγαλύτερες ιστορίες αγάπης όλων των εποχών. Η Madame de Villeneuve προλαβαίνει να το δει αυτό. Το πώς αντέδρασε, όμως, πέραν της χαράς της μοναδικής επιτυχίας, δεν το γνωρίζουμε. Ο τρόπος που μεταμορφώθηκε η νουβέλα της, κι αν κι οι επανεκδόσεις, είτε του “Η πεντάμορφη και το τέρας” ξέχωρα, είτε του “Η Νεαρή Αμερικανίδα και οι ιστορίες της θάλασσας” συνεχίστηκαν και συνεχίζονται, το παράπονο παραμένει: Το “Η πεντάμορφη και το τέρας” που όλος ο πλανήτης γνωρίζει είναι το παραμύθι για παιδιά της Jeanne-Marie Leprince de Beaumont, και όχι η νουβέλα της Madame de Villeneuve.

Από τότε έως σήμερα, οι μεταφορές σε όποιες τέχνες, με πρωταγωνιστή τον κινηματογράφο, φυσικά, βασίζονται στο παιδικό παραμύθι. Άλλοτε μεταμορφωμένο και αυτό σε πιο “σοβαρές” μεταγραφές για ενηλίκους, (υπάρχουν και αστυνομικά μυθιστορήματα που βασίζονται σε αυτό), άλλοτε με προσπάθειες να φανεί αυθεντικό, παραμένει πάντα η ιστορία της Jeanne-Marie Leprince de Beaumont.

Οι δύο πλέον γνωστές μεταφορές στον κινηματογράφο είναι εκείνη του Jean Cocteau το 1946, εκπληκτικό εικαστικό έργο, και εκείνη της Disney το 1990. Ως κινηματογραφική ταινία κινουμένων σχεδίων.

Έτσι, φτάνουμε το 2012.

Κι έρχεται ο Christophe Gans, σκηνοθέτης σημαντικών επιτυχιών, και γυρίζει το “Η πεντάμορφη και το τέρας” βασισμένο στην αυθεντική νουβέλα. Της Madame de Villeneuve.

Στην παραγωγή συμμετέχουν Γαλλία, αλλά και Γερμανία. Και γυρίζεται στα γνωστά Babelsberg Studio στο Βερολίνο. Συν μικρά καθοδηγητικά γυρίσματα σε εξωτερικούς χώρους στην Γαλλική επαρχία.

Όταν η συγκεκριμένη ταινία ξεκίνησε να προβάλεται στις 12 του Φεβρουαρίου του 2014 στην (μητροπολιτική) Γαλλία, Αλγερία, Μονακό, Μαρόκο, και Τυνησία, ο σκεπτικισμός των κριτικών έφτασε σε δυσθεώρητα ύψη. Όπως πάντα, το κοινό αδιαφόρησε πλήρως. Και κατέκλυσε τις αίθουσες φθάνοντας την ταινία στην έκτη θέση ανάμεσα σε 118. Ακολούθησαν άπειρα έντυπα, 28 στο σύνολο, με πολύ καλές κριτικές, κι από τα 27, έμειναν μόνον τρία με αρνητική κριτική, με ένα στην κορυφή, το πολύ βαρύ και εμβληματικό “Cahiers du cinéma”. Να αναρωτιέται. Τι ακριβώς, κανείς δεν ξέρει. Το κοινό, δε, κυρίως.

Σε δύο μήνες, (αρχές Μαΐου που γράφεται αυτό το άρθρο), από την καταγεγραμμένη έως τώρα παγκόσμια διανομή, (η ταινία παίζεται ακόμη), το επίσημο κόστος παραγωγής, 30.000.000€, έχει ήδη καλυφθεί. Τις οικονομικές λεπτομέρειες τις αναφέρω επίτηδες. Στην εποχή του Internet, της ήδη διαδραστικής τηλεόρασης, και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, κάτι σημαίνει αυτό.

Και μία παρένθεση για ένα γεγονός άξιο λόγου: Ένα εκ των καθαρά λογοτεχνικών εντύπων και όχι από τα εύκολα στις κρίσεις του, αφιέρωσε στην ταινία διπλές συνεντεύξεις και ρεπορτάζ. Συνεντεύξεις με πραγματικά διαβασμένες  ερωτήσεις. Αλήθεια, τι παραπάνω είδαν οι κριτικοί της λογοτεχνίας στην ταινία, που δεν είδαν οι αντίστοιχοι οι έστω πολύ λίγοι αλλά επιφανείς κινηματογραφικοί κριτικοί; Νομίζω πως ξέρω…

Τα του Καίσαρα, στον Καίσαρα, λέει το γνωμικό. Αυτό είδαν. Γιατί ο Christophe Gans για την Madame de Villeneuve, έκανε ακριβώς αυτό. Έτσι είναι, οι μεγάλοι δημιουργοί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, πάντα δικαιώνονται.

Ας δούμε, λίγο, την ταινία.

Θα μπορούσαμε ξεκινώντας να παραλληλίσουμε τον “Δράκουλα” του Bram Stoker στην μεταφορά του στον κινηματογράφο από τον Francis Ford Coppola. Μιας και όπως ο Francis Ford Coppola είχε πίσω του τις μεταφορές του Werner Herzog και του F.W. Murnau, έτσι και ο Christophe Gans είχε πίσω του την μεταφορά ενός Jean Cocteau. Που εκτός των άλλων ήταν και συμπατριώτης του.

Θα μπορούσε να επρόκειτο, απλά, για την μεταφορά στον κινηματογράφο ενός εκ των σημαντικότερων παραμυθιών της παγκόσμιας ιστορίας. Ούτε η πρώτη θα ήταν ούτε η τελευταία. Όμως, εδώ, ξεκινούν τα ιδιόμορφα.

Το “Η πεντάμορφη και το τέρας” είναι μία νουβέλα των αιώνων του Διαφωτισμού γραμμένη στην Γαλλία από μία Γαλλίδα συγγραφέα η οποία εκδόθηκε στην Γαλλία.

Εξ αρχής και με την συγγραφέα της εν ζωή και μάλιστα όχι ακόμη στο τέλος της συγγραφικής της καριέρας, το “η πεντάμορφη και το τέρας” γνώρισε σημαντική επιτυχία στην Γαλλία αλλά και αλλού όπως στην Βρετανία, για παράδειγμα. Οι πρώτες μεταφράσεις κυκλοφορούν ήδη από τον 18ο αιώνα.

Επί της ουσίας, επρόκειτο για μία εθνική υπόθεση. Και στην προέκτασή της, καθαρόαιμα Ευρωπαϊκή.

Έτσι, καθώς αυτό το γνώριζε ο Christophe Gans, επέστρεψε στα φοιτητικά του χρόνια αλλά και στην πατρίδα του. Στην πατρίδα του, όχι τοπολογικά, αλλά συναισθηματικά.

Μαθητής του Διευθυντή φωτογραφίας Henri Alekan στην διάσημη σχολή κινηματογράφου IDHEC, στο Παρίσι, στάθηκε στην δουλειά του καθηγητή του στην ταινία του Jean Cocteau. Κυρίως σε αυτή, ως αναφορά. Κατά τον ίδιο τρόπο, στάθηκε και στα “Φτερά του έρωτα” του Wim Wenders. Όπου και εκεί διευθυντής φωτογραφίας ήταν ο Henri Alekan.

Υπάρχει ένα κοινό στοιχείο σε αυτές τις δύο ταινίες και το ενδιαφέρον της δεύτερης είναι πως ο Wim Wenders τολμά την χρήση ασπρόμαυρου και έγχρωμου στην ίδια ταινία τονίζοντας την δραματουργική υπόσταση αυτής της επιλογής.

Ο Henri Alekan, όμως, δεν κρατά το ίδιο ασπρόμαυρο και στις δύο ταινίες. Όχι επειδή η δεύτερη απέχει από την πρώτη κάμποσες δεκαετίες, αλλά επειδή άλλο το ασπρόμαυρο για το “πεντάμορφη και το τέρας” και άλλο το ασπρόμαυρο για τα “φτερά του έρωτα”.

Το κοινό στοιχείο των δύο ταινιών είναι ο εμφανέστατος ιμπρεσιονισμός. Οι αναφορές σε πίνακες των αρχών του 19ου ή και αργότερα στην “πεντάμορφη και το τέρας” του 1946, φαίνονται καθαρά.

Ας επιστρέψουμε να παραλληλίσουμε τον “Δράκουλα” του Bram Stoker στην μεταφορά του στον κινηματογράφο από τον Francis Ford Coppola και την “πεντάμορφη και το τέρας” της Madame de Villeneuve στην μεταφορά του στον κινηματογράφο από τον Christophe Gans.

Το κοινό στοιχείο των δύο ταινιών είναι ξανά ο ιμπρεσιονισμός. Αλλά ο technicolor ιμπρεσιονισμός, και όχι τα σχεδόν ζωγραφικά στατικά κάδρα του Henri Alekan.

Καθαρά Γαλλική υπόθεση ο ιμπρεσιονισμός σε όλες τις τέχνες. Και στην λογοτεχνία.

Ο Francis Ford Coppola και ο Christophe Gans επέλεξαν το ίδιο technicolor αλλά με άλλο τρόπο, για δύο επίσης κοινά βιβλία.

Στο επιστολικό μυθιστόρημα του Bram Stoker ο ιμπρεσιονισμός υπάρχει με τελείως άλλο τρόπο από την αφήγηση του παραμυθά της Madame de Villeneuve. Και τα δύο, όμως, βάζουν τον αναγνώστη να κλειστεί στο άγνωστο δωμάτιο μόνος του αλλά κάνοντάς τον να προλάβει να πετάξει τα κλειδιά απ’ έξω ενώ έχει κλειδώσει την πόρτα. Εντάξει, θα μπορούσαμε να παρατηρήσουμε περισσότερο νατουραλισμό στα δύο βιβλία παρά στις δύο ταινίες. Ιδίως όσον αφορά τους ήρωες. Άλλωστε, μέγιστο κατηγορώ των κριτικών κατά του ιμπρεσιονισμού ήταν ότι οι ήρωες δεν απασχολούν διόλου τον δημιουργό, παρά μόνο το περιβάλλον τους.

Ο “Δράκουλας” του Francis Ford Coppola έμεινε στην Ιστορία του κινηματογράφου για πάρα πολλούς λόγους. Σωστούς. Αυτό που δεν ξέρω πόσο έχει γίνει αντιληπτό είναι πρώτον η σημαντική ακύρωση πολλών παραγράφων του βιβλίου και η ανακολουθία στην εσωτερική δραματουργία των σκηνών (αν και όχι πάντα) με παράλληλη πρόσθεση σκηνών που απλά δεν υπάρχουν στο βιβλίο, και δεύτερον, η απογείωση του ήδη υπαρκτού ιμπρεσιονισμού του βιβλίου στον ουρανό. Και ενώ έδωσε τα εύσημα και την τιμή που έπρεπε στον Bram Stoker, η ταινία, όμως, και σωστά, παρέμεινε μία ταινία του Francis Ford Coppola.

Το ίδιο συνέβη και με την “πεντάμορφη και το τέρας” του Christophe Gans. Ο technicolor ιμπρεσιονισμός, εδώ, έφτασε τόσο ψηλά, (ας όψεται το ψηφιακό), που κατάπιε τον θεατή ήδη από τα πρώτα πλάνα. Και όπως και στον “Δράκουλα”, έτσι και εδώ, η σχέση με την νουβέλα δεν είναι πιστή. Ναι, η ταινία δεν είναι βασισμένη στο παραμύθι για παιδιά, αλλά, παρόλο που είναι βασισμένη πολύ και όχι λίγο στην νουβέλα, κάνει πολλές παρακάμψεις της αφήγησης του βιβλίου. Και εδώ, ας επιστρέψουμε για ελάχιστα στον αναχρονισμό πολλών σελίδων πριν: Η ταινία ξεκινά το 1810. Συγκεκριμένα. Με χρονολογική αναφορά. Μία από τις αρχικές σκηνές είναι το πλοίο που παλεύει με τα κύματα με την τρίχρωμη Γαλλική σημαία στην πρύμνη να διακρίνεται υπερήφανα μέσα στον χαλασμό. Ναι, υπάρχει και στην νουβέλα αυτός ο πατριωτισμός, μόνο που η νουβέλα λαμβάνει χώρα σε μία άγνωστη χώρα σε έναν άγνωστο χρόνο. Και σίγουρα, οι τότε αναγνώστες γνώριζαν πολύ καλά την χρονολογία της έκδοσης: 1740. Η Γαλλική σημαία δεν υπήρχε καν σαν Γαλλική σημαία. Το πόσο πιστός κατά γράμμα μπορεί να μείνει ένας δημιουργός σε έναν άλλον δημιουργό άλλης τέχνης, είναι σημαντική υπόθεση που μάλλον δεν θα απαντηθεί ποτέ.

Παράλληλα, η νουβέλα, περιέχει σκηνές και ενότητες όπου περιγράφονται γεγονότα με τρόπο ο οποίος αγγίζει την επιστημονική φαντασία αυστηρά τεχνολογικού πυρήνα αλλά και του φανταστικού.

Η περιγραφή και η θεματική του υγρού καθρέφτη που μόνο η πεντάμορφη μπορεί και χρησιμοποιεί και ο οποίος είναι πύλη προς οποιοδήποτε σημείο του κόσμου όχι μόνο γεωγραφικά αλλά και χρονικά και άρα μπορεί να βλέπει τι συνέβη όπου εκείνη θελήσει, και ο τρόπος που περιγράφεται αυτό, απέχει ελάχιστα από τις περιγραφές μιας σκουληκότρυπας ή χωροχρονικών πυλών σε μυθιστορήματα του 20ου αιώνα.

Επιπροσθέτως, οι νεράιδες και τα πλάσματα που φρουρούν ή έστω που υπάρχουν στο κάστρο του τέρατος, συνυπάρχουν ως στοιχεία του φανταστικού με τον άνω (ας τον ονομάσουμε) χωροχρονικό καθρέφτη με τρόπο αριστοτεχνικό.

Έτσι, ο Christophe Gans, στάθηκε σε συγκεκριμένες ταινίες επιστημονικής φαντασίας όπως το “Dune” του David Lynch.

Αυτό που στο 100% κρατά από την νουβέλα, είναι η ατμόσφαιρα και η καταβύθιση.

Ο θεατής του έργου του Christophe Gans θα βυθιστεί τόσο πολύ στους τόπους και στους χώρους, στον βαρύ χειμώνα και στην ομίχλη, στα πρόσωπα και στις ανάσες των ηρώων, και στην υφή των ρούχων τους, στο πώς μιλά τα Γαλλικά, στα χείλη της, στα μάτια, και στη απαράμιλλη ομορφιά της (κυριολεκτικά) πεντάμορφης ηθοποιού, που δεν είναι απίθανο να χάσει πλήρως την εξέλιξη της ιστορίας. Όταν ξεκινά το κυνηγητό στο δάσος, ιδίως, μάλλον δεν απασχολούν κανέναν τα “μηνύματα” της ιστορίας ή ότι της ψυχολογίας των ηρώων ή ό,τι άλλο…

Εδώ, όμως, δυστυχώς, συμβαίνει το λάθος. Είναι σαν να έβαλε τον πήχη τόσο ψηλά ο Christophe Gans, που ναι μεν πέτυχε απόλυτα το σύμπαν του παραμυθιού της Madame de Villeneuve, αλλά έχασε ίσως ακόμη και την ιστορία. Οι ήρωες δεν με απασχολούν. Δεν θα κατηγορήσω και εγώ με την σειρά μου την ταινία για χάρτινους ήρωες ή οτιδήποτε σαν αυτό. Οι ήρωες και της νουβέλας και της ταινίας είναι δοσμένοι μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια, η ψυχανάλυση των ηρώων δεν ανήκει σε αυτά τα σύμπαντα δραματουργίας και αφήγησης, είτε αρέσει αυτό είτε όχι.

Διαβάζοντας την νουβέλα, ήδη από τα πρώτα κεφάλαια, ανακάλυψα πως κατοικώ πολύ κοντά στους χώρους δράσης της ιστορίας. Και, βέβαια, στην La Rochelle. Κατέβαζα τα μάτια από το βιβλίο, έβγαινα έξω με το αυτοκίνητο να πάω σε κοντινά χωριά σε σπίτια φίλων, ή έστω μέχρι το εμπορικό κέντρο της περιοχής, και έβλεπα το ίδιο που είχα διαβάσει. Κι αργότερα, που είχα δει. Χαμογελούσα μόνος μου γιατί στο στόμα μου είχα την γεύση από το πρωινό με τα φαγητά που είχα διαβάσει, ενώ έξω η υγρασία απλωνόταν στο παράθυρο του αυτοκινήτου με την ομίχλη στο βάθος.

Περνούσα έξω από κοντινά σπίτια που κατοικούνται μέχρι σήμερα, (το δικό μου δεν διαφέρει και πολύ ιδίως όταν κάνει κρύο), και από το σπίτι στο δάσος, της οικογένειας της πεντάμορφης, δεν διέφεραν σχεδόν καθόλου.

Αυτό, ο Christophe Gans, δεν το “πέτυχε” απλά, αλλά το μεταποίησε σε βιωματική εμπειρία μέσα σε κινηματογραφική αίθουσα.

Αυτό, εύκολα προσπεράστηκε, έστω από λίγους αλλά υπαρκτούς κριτικούς, αλλά από τους πολίτες της Γαλλίας, τιμήθηκε._

Σημειώσεις:

Η βιογράφος και επιμελήτρια του “Η πεντάμορφη και το τέρας” που εκδόθηκε το 2010 στην συλλογή Folio 2€ της σειράς “Γυναίκες των Γραμμάτων” των εκδόσεων Gallimard, Martine Reid, την γέννηση της Gabrielle-Suzanne Barbot την τοποθετεί στο Παρίσι. Οπότε, πολλά από τα άνω αναφερθέντα γεγονότα ναι μεν ισχύουν αλλά με αναγκαίες διαφορές. Και, στην βιογραφική αναφορά της Martine Reid, περιγράφονται αλλιώς, αν και όχι με λεπτομέρειες.

Το άρθρο αυτό, σεβόμενο την σημαντικότατη δουλειά της Martine Reid, (όχι μόνο για την Madame de Villeneuve), προσπαθεί απλά τον συνδυασμό εγκυκλοπαιδικών και βιβλιογραφικών πηγών, και όχι την οποιαδήποτε ανατροπή της βιογραφικής έρευνας.

Οι Ιστορικές αναφορές, συχνά, διαφέρουν, αν και όχι σημαντικά.

 

-.-

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular