Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

 Μες στον ψυχρό καιρό, Ελένη Κοσμά, Εκδόσεις Πόλις

Η νέα, δεύτερη κατά σειρά, ποιητική συλλογή της Ελένης Κοσμά, συστήνεται με τον αναπάντεχο, όσο και διαφωτιστικό των προθέσεων της ποιήτριας τίτλο, Μες στον ψυχρό καιρό. Η φράση αυτή, που μπορεί να παραπέμπει στη σκληρή πραγματικότητα της εποχής ή και κάθε εποχής, με το ανολοκλήρωτο που τη χαρακτηρίζει, επιτρέπει και προκαλεί τον αναγνώστη για την συμπλήρωσή της με μια ποικιλία εκδοχών που θα τεχνουργούσαν το σχήμα μιας αντίθεσης, ένα οξύμωρο, που θα είχε στο ένα άκρο του την ψυχρότητα και στο άλλο το αντίθετό της, το οποίο, μεταξύ άλλων, θα μπορούσε να είναι και η ίδια η ποίηση, η καλλιτεχνική δημιουργία εν γένει. Η συλλογή αποτελείται από μια σειρά ποιημάτων, ποικίλης έκτασης και μορφών που έχουν στο ένα τους άκρο τον ελεύθερο στίχο και στο άλλο την φόρμα, ποιήματα, δηλαδή, μορφοποιημένα και αυστηρά δομημένα σύμφωνα με τους κανόνες της παραδοσιακής ποίησης. Η συνύπαρξη αυτή των μορφών εκβάλλει και διαμορφώνει ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ποιητικό αποτέλεσμα, έναν διάλογο και μία παραδοχή της ενότητας του ποιητικού λόγου ανεξάρτητα από τις επιμέρους μορφές και μορφοποιήσεις.

Κεντρική θέση μέσα στα ποιήματα της συλλογής έχει η έννοια του σπιτιού η οποία προσλαμβάνει πολλές και ποικίλες αποχρώσεις και μετουσιώνεται, ουσιαστικά, σε ένα σύμβολο. Το σπίτι συμβολίζει ουσιαστικά τον ίδιο τον άνθρωπο και τον τρόπο με τον οποίο αυτός αντιλαμβάνεται την ύπαρξη και τη ζωή του. Πρόκειται, ουσιαστικά, για τη θεώρηση αυτής της άψυχης ύλης – πλην όμως στενά συνδεδεμένης με την ανθρώπινη συνθήκη – ως έμψυχου όντος που χωρίς να απεκδύεται τον χαρακτήρα και τα χαρακτηριστικά του οικοδομήματος γίνεται αποδέκτης της ζωογόνου πνοής του ανθρώπου: Τα σπίτια τα επιπλώνουμε με/την ανάσα μας/ κι όταν αυτή τελειώσει/ με την ψυχή μας. («Πως επιπλώνει κανείς ένα σπίτι») Το σπίτι και ο άνθρωπος κινούνται σε παράλληλες ευθείς που, όμως, όταν τις αντικρύσει κανείς από απόσταση ενώνονται και ενοποιούνται σε μία ενιαία πραγματικότητα , την πραγματικότητα που θέλει τον ίδιο τον άνθρωπο να αποτελεί την οικία της ψυχής του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο διερευνάται και ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται και τεχνουργεί τον εσωτερικό του κόσμο ο οποίος θα πρέπει να θεωρηθεί συνώνυμος της μοίρας του, της πορείας του μέσα στη ζωή, όπως αυτή ακολουθεί το αρχέτυπο της πτώσης και της συντριβής: «Τι να τα κάνω τα ρόδια/ και τα σπίτια που σπάνε σαν ρόδια/ και τις πρωτοχρονιές που στάζουν κόκκινο αίμα/ όταν μπορώ να σε ανοίξω/ και να σε φάω;» λέει το παιδί·/ και με το κουταλάκι του γλυκού/ σκάβει τα σπλάχνα του/ σκάβει το στέρνο του/ σκάβει και την καρδιά του-/ και από μέσα της χύνονται και πέφτουν στο πάτωμα/ δύο θάλασσες/ και η λεκάνη που τον έλουζαν μικρό·/ πέφτουν με πάταγο και συντριβή-/ όπως οι Πρωτόπλαστοι από τον Παράδεισο. («Πρωτοχρονιά στο σπίτι»)

Προσδίδοντας στο σπίτι τη συμβολική αυτή λειτουργία η ποιήτρια κατορθώνει να γίνει συγκεκριμένη, απτή, χειροπιαστή, να δώσει την πραγματικότητα του ανθρώπου μέσα σε ένα πλαίσιο συγκεκριμένο, άμεσα και εύκολα αντιληπτό από την καθημερινή ανθρώπινη εμπειρία. Η μέθοδος και η μεθόδευση αυτή αποδεικνύεται ιδιαίτερα αποτελεσματική στο μέτρο και στο βαθμό που συμβολίζει την ίδια την ποιητική δημιουργία η οποία παρουσιάζει αναλογίες με την ανθρώπινη δημιουργία. Γιατί με τον ίδιο τρόπο που ο άνθρωπος φτιάχνει και χτίζει την ταυτότητά του, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο ο ποιητής – η  ποιήτρια εν προκειμένω – τεχνουργεί το ποιητικό της έργο που είναι άλλωστε και η ταυτότητά της, η ανάσα της, η ζωή της: Αυτό το σπίτι/ όσο με τρώει τόσο μικραίνει/ γίνεται/ ένα πολύ μικρό/ ένα ανεπαίσθητο/ σπίτι/ και μόλις πάω να πάρω μια ανάσα/ με αιφνιδιάζει/ και το εισπνέω. («Πως αφήνει κανείς ένα σπίτι») Αυτή ακριβώς η ύπαρξη της ποίησης που λειτουργεί ως σπίτι και καταφύγιο προσφέρεται στην ποιήτρια προκειμένου να αποτελέσει τη στέγη των λογισμών της, των σκέψεων και των προβληματισμών της γύρω από τη ζωή και τη φυγή του ανθρώπου από αυτήν μέσα από την επαναλαμβανόμενη διαδικασία του θανάτου και της απώλειας. Ο προβληματισμός αυτός εξακτινώνεται σε πολλές και διαφορετικές κατευθύνσεις με κυριότερη αυτή του χρόνου και της μνήμης η οποία είναι στενά συνυφασμένη με αυτόν και η οποία μπορεί να καταστεί βασανιστική και οδυνηρή, ιδιαίτερα όταν γίνεται η μνήμη, η υπόμνηση δηλαδή και η σκέψη του θανάτου.

Ο θάνατος, πράγματι, και κυρίως η προοπτική του υπεισέρχεται κατά τρόπο υπόγειο μέσα στην ποίηση της Κοσμά και προσεγγίζεται περισσότερο μέσα από αλληγορίες. Μοιάζει, ουσιαστικά, σα μία κατάσταση απροσδιόριστη που για να συλληφθεί προσδιορίζεται μέσα από μια ποικιλία εκδοχών οι οποίες άλλοτε τον φέρνουν κοντά στη ζωή και τους νόμους της και άλλοτε τον απομακρύνουν από αυτήν. Σε κάθε περίπτωση πάντως εκείνο που προβάλλεται είναι η παραδοξότητα και ο παραλογισμός του μέσα από εικόνες και στιγμιότυπα που ενίοτε ανακαλούν ή απηχούν τη σαχτουρική στιχουργία: Τα γόνατά του μοιάζουν με δυο/ λαχταριστούς αχινούς-/ μόλις τα λυγίζει/ αγκάθια τρυπάνε τη σάρκα του/ και στα πόδια του/ σχηματίζεται μια κόκκινη λίμνη- («Οι αχινοί») Η επιφάνεια του ποιήματος μοιάζει αράγιστη, εμφορούμενη από μια μάλλον ψύχραιμη διάθεση και τάση, στην πραγματικότητα όμως αυτό είναι φαινομενικό, αφού είναι φανερό πως στο βάθος του ποιήματος επικρατεί η αναταραχή και ο σπαραγμός της ποιήτριας για το ανεξήγητο, το ακαριαίο, το αναπότρεπτο του θανάτου. Σε κάποια από τα ποιήματα, μάλιστα, ενυπάρχει η έκφραση μίας αμφιβολίας, της σκέψης ότι το αναπότρεπτο θα μπορούσε να αποτραπεί, μια σκέψη και μια ελπίδα που ενώ δεν γίνεται πράξη μέσα στο πεδίο της πραγματικότητας, γίνεται πράξη μέσα στο ποίημα, μέσα στη δημιουργία, μέσα στην τέχνη.

Η ποιητική συλλογή της Ελένης Κοσμά έχει σαν θεμέλιους λίθους τις τρεις μεγάλες θεματικές δεξαμενές της τέχνης, της ποίησης εν προκειμένω: τον άνθρωπο, τον χρόνο και τον θάνατο. Εκείνο όμως που τη διαφοροποιεί είναι ο χειρισμός τους, η εκμετάλλευσή τους ως αφορμών για να μπορέσει όχι τόσο να διερωτηθεί, να αναλογιστεί, να αμφιβάλει και να αμφισβητήσει, να προβληματιστεί και να προβληματίσει ή, έστω, να δώσει διέξοδο σε όσα η συνείδηση και το συναίσθημα αγκαλιάζουν, όσο για να δημιουργήσει. Τα μεγάλα αυτά ζητούμενα και ζητήματα της ανθρώπινης ζωής γίνονται, με άλλα λόγια, οι απαρχές της δημιουργικής διάθεσης και πράξης, αποκόβονται από τη γήινη πραγματικότητα και ανάγονται σε ένα επίπεδο υψηλό, αφαιρετικό, καθαρά ποιητικό.

 Μες στον ψυχρό καιρό, Ελένη Κοσμά, Εκδόσεις Πόλις

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular