Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Η συλλογή διηγημάτων «Ελέφαντας» του Ρέιμοντ Κάρβερ (Μεταίχμιο, 2019) επιβεβαιώνει την αφηγηματική δεινότητα του συγγραφέα και δικαιολογεί την αναγνώρισή του ως ανανεωτή της αμερικανικής και ευρύτερης διηγηματογραφίας. Σ’ αυτήν συμπεριλαμβάνονται τα τελευταία εφτά διηγήματα που έγραψε και που, όπως αναφέρεται από τη μεταφράστρια Τρισεύγενη Παπαϊωάννου στο κατατοπιστικό επίμετρο της έκδοσης, αποτελούν νέα καμπή στο έργο του, την ολοκλήρωση του οποίου δυστυχώς σήμανε ο θάνατός του λόγω καρκίνου τον Αύγουστο του 1988, σε ηλικία πενήντα μόλις ετών. Με εξαίρεση το εμπνευσμένο από τη βιογραφία του Τσέχοφ «Θέλημα», κεντρικός θεματικός άξονας του οποίου είναι οι τελευταίες στιγμές του μεγάλου διηγηματογράφου, τα υπόλοιπα διηγήματα στοιχειοθετούν μία θεματική που καταδεικνύει την ευτυχία ως απόρροια της βίωσης των αγαθών της «προόδου» ουτοπική.

Τα αφηγηματικά υλικά του Κάρβερ είναι απλά, με τη χάρη της αφήγησης να πηγάζει από αυτήν ακριβώς την απλότητα. Απαντώνται σε λιτή, καθημερινή γλώσσα πρωτοπρόσωπες γραμμικές αφηγήσεις χαρακτήρων, που ως προνομιακοί φορείς των εξιστορήσεων δομούνται από αυτές, από την περιγραφή των κινήσεών τους κυρίως και λιγότερο των συναισθημάτων τους, από την παρουσίαση των σχέσεών τους με τους άλλους, από την πριμοδότηση διαλόγων που δίνονται με φυσικότητα και αντανακλούν τη θέση των προσώπων στο κοινωνικό γίγνεσθαι, από την αχνή ύφανση της απαιτούμενης προϊστορίας για την κάθε φορά αναγκαία σημασιοδότηση. Αυτοί οι χαρακτήρες φαίνονται ανεξάρτητοι των ιστοριών, καθώς θα μπορούσαν να αποσπαστούν από αυτές και να αποτελούν κομμάτι εκείνης της πραγματικότητας, την οποία βίωσε και ο ίδιος ο συγγραφέας, που αγωνίστηκε για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της πρόωρης δημιουργίας οικογένειας και τον οποίο τα οικογενειακά βιώματα και οι προσωπικές αποτυχίες οδήγησαν στη δίνη του αλκοολισμού.

Οι πρωταγωνιστές, λοιπόν, των ιστοριών είναι «αντιήρωες», άνθρωποι καθημερινοί, βιοπαλαιστές, με πάθη, οι οποίοι δεν ενσαρκώνουν ιδανικά και μεγάλες αξίες, αλλά βρίσκονται αφοσιωμένοι και εγκλωβισμένοι κατά κάποιο τρόπο στον αγώνα που απαιτεί η διευθέτηση των ανθρωπίνων σχέσεων, η κυκλικότητα αυτών, η αναπόφευκτη φθορά τους, τοποθετημένοι γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο σε ένα διαχρονικό κατά μία έννοια σκηνικό, χωρίς να φαίνεται πως έχει σημασία ο ακριβής προσδιορισμός του, η ακριβής έκθεση συγκεκριμένου χωροχρονικού πλαισίου,  αναδεικνύοντας συνεπώς την αέναη πάλη του ανθρώπου απέναντι στη ματαιότητα των ανθρωπίνων. Αυτό το στοιχείο επιτονίζεται και με την ανοιχτότητα του τέλους των ιστοριών, για τις οποίες λύσεις οριστικές δεν παρουσιάζει ο συγγραφέας, καθιστώντας τες έτσι εκκρεμείς, διαρκείς, καθολικές, διαχρονικές. Άλλωστε, τι νόημα θα είχε ένα κλειστό τέλος σε ιστορίες με κεντρική θεματική τις σχέσεις με τους άλλους, σχέσεις που κατ’ επανάληψη ταλανίζουν την ζωή του ανθρώπου; Η μόνη προσφορά θα ήταν ίσως ένα πρόσκαιρο αίσθημα τακτοποίησης και ολοκλήρωσης στον αναγνώστη, που θα μείωνε ωστόσο μία νοηματοδότηση καθολικού χαρακτήρα, που επέλεξε ο ίδιος ο συγγραφέας για τις ιστορίες του.

Από την άλλη, θα μπορούσαμε να πούμε πως παρ’ όλη τη σκοτεινότητα και την απαισιοδοξία για τα όρια της ανθρώπινης ευτυχίας, που απορρέει από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα πρόσωπα των ιστοριών, και την υπονόμευση, ακόμη και το γκρέμισμα, των μεταξύ τους σχέσεων, αναδύεται από τα περισσότερα διηγήματα έστω και αχνοφωτισμένη η ελπίδα. Αυτή πηγάζει είτε από τη δημιουργία νέων σχέσεων που επουλώνουν τη ματαιότητα των παλιών και υψώνουν τη συντροφικότητα ως βάλσαμο έναντι υπαρξιακών ζητημάτων που έρχονται στην επιφάνεια και ταλαιπωρούν τους ήρωες, όπως στο διήγημα «Όποιος κι αν ήταν σ’ αυτό το κρεβάτι», είτε από την προσωπική ανασυγκρότηση της αισιοδοξίας των ηρώων, όπως στο ομώνυμο της συλλογής διήγημα «Ελέφαντας», όπου ο ήρωας ορμώμενος από το όνειρό του με τον πατέρα του αλλάζει οπτική, απολαμβάνει την όμορφη μέρα, τη βόλτα με το αυτοκίνητο και ατενίζει πια με θετική σκέψη το πιεστικό παρόν, αλλά ακόμη και από την παρατήρηση της ζωής των άλλων και την εστίαση του βλέμματος και της σκέψης σε πτυχές της εξωτερικής καθημερινότητας, η οποία εστίαση επιφέρει την απαιτούμενη ηρεμία, ακόμα και σε στιγμές αποχαιρετισμού και αποχωρισμού. Αυτό το στοιχείο διακρίνεται στο διήγημα «Οικειότητα», στο οποίο ο ήρωας ξεστομίζει το Αντίο και απομακρύνεται χωρίς μελοδραματισμούς, παρατηρώντας τα παιδιά που παίζουν και τα συσσωρευμένα φύλλα, αλλά και στο «Menudo», όπου ο πρωταγωνιστής αποφορτίζεται από τις προσωπικές του ερωτικές περιπέτειες παρατηρώντας τις κινήσεις των γειτόνων του.

Αυτή η συγκαλυμμένη ελπίδα, που εκπορεύεται και από την ψύχραιμη στάση της αφήγησης έναντι τόσων σημαντικών ζητημάτων γύρω από τις ανθρώπινες σχέσεις που θίγονται στις παρουσιαζόμενες ιστορίες, δεν μπορεί να μη συσχετιστεί με τη συγγραφική συνείδηση και την αλλαγή των δεδομένων του Κάρβερ την τελευταία δεκαετία της ζωής του, την οριστική απομάκρυνσή του από τον αλκοολισμό, την αφοσίωση στη συγγραφή δίπλα στη νέα του σύντροφο και κατόπιν σύζυγό του, την ποιήτρια Τες Γκάλαχερ, αλλά και την αναγνώριση του έργου του.

Όπως, βέβαια, ήδη αναφέρθηκε, το διήγημα που διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα, και όσον αφορά τη θεματική του, αλλά και ως προς την αφηγηματική οπτική, είναι το τελευταίο στη σειρά παρουσίασης, αλλά και το τελευταίο που έγραψε ο Κάρβερ, «Το Θέλημα». Σ’ αυτό η αφήγηση γίνεται τριτοπρόσωπη και ο παντεπόπτης αφηγητής παρουσιάζει την πορεία του Τσέχοφ προς τον θάνατο, συγκεράζοντας την ιστορία με τη μυθοπλασία. Η αληθοφάνεια της παρουσίασης ενισχύεται από την ακριβή οριοθέτηση του χωροχρονικού πλαισίου. Η ιστορία εκκινάται το 1897 στη Μόσχα, όταν ήδη η ασθένεια του Τσέχοφ είχε εκδηλωθεί, και προχωρά στον άξονα του χρόνου με βάση την επιδείνωση της υγείας του συγγραφέα, ενώ παράλληλα δίνονται μέσω συμβάντων κάποια στοιχεία για την κοσμοαντίληψη και το έργο του. Η αφήγηση επικεντρώνεται στις τελευταίες στιγμές του, με μία γλώσσα που συνεχίζει να είναι λιτή, χωρίς αισθηματολογίες, με μία ποιητική θα μπορούσαμε να πούμε ένταση να προκύπτει από αυτήν τη λιτότητα, από αυτά που αποσιωπούνται και υπονοούνται. Στο «Θέλημα», λοιπόν, ο Κάρβερ εικονίζει τον αγαπημένο του συγγραφέα να απολαμβάνει το τελευταίο του ποτήρι σαμπάνιας και μετά ήσυχα να πεθαίνει. Έναν περίπου χρόνο μετά την πρώτη δημοσίευση του διηγήματος ο θάνατος βρίσκει τον ίδιο.

 

*** Η Λαμπρινή Γλερίδου είναι εκπαιδευτικός σε Γενικό Λύκειο, απόφοιτος Κλασικής Φιλολογίας (ΑΠΘ), με μεταπτυχιακές σπουδές στη Δημιουργική Γραφή (ΕΑΠ).

 

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular