Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

 

Το βιβλίο «Ο Διερωτών των Αοράτων Οδών» (2019), εκδ. Γραφομηχανή της Παναγιώτας Ψυχογυιοπούλου αποτελεί μια κριτική μελέτη και όπως αναφέρει η ίδια στον πρόλογο επέλεξε να ασχοληθεί με το συγγραφικό έργο του Γιώργου Παναγιωτίδη, έχοντας την προσδοκία για «μια πάλη με τις σκιές ζώντων και νεκρών, οι οποίες προκαλούσαν μέσα μου ιερό δέος»(σ.11).

Αναμφισβήτητα η ερευνήτρια προσεγγίζει και τα δυο κείμενα με ενθουσιασμό και αγάπη, γνωρίζει σε βάθος τους ήρωες, επιχειρεί και πετυχαίνει ν’ αφουγκραστεί τις προθέσεις του Παναγιωτίδη και εντέλει αποτυπώνει με επιστημονικό τρόπο τις εκλεκτικές συγγένειες και την αντιστικτική σχέση των δύο έργων «Δι’ οδών» και «Ερώτων και αοράτων», χωρίς να εμμένει στα στερεότυπα της θεωρίας της λογοτεχνίας, χαρίζοντας τελικά στον αναγνώστη ένα κείμενο ρηξικέλευθο και πρωτότυπο.

Επίσης στον πρόλογο, η συγγραφέας υπογραμμίζειΣτο επίκεντρο αυτής της αναζήτησης βρισκόταν η πρόθεσή μου αλλά και η επιτακτική ανάγκη να αποδελτιώσω και να ταξινομήσω το υλικό, εντάσσοντάς το σ’ ένα σχέδιο εφαρμογής και στη συνέχεια να διακρίνω και να διατυπώσω τις δυναμικές σχέσεις των δύο έργων, οι οποίες έκρινα ότι προσδιόριζαν τα δύο παραπάνω αναφερόμενα έργα του Γιώργου Παναγιωτίδη. Η γραφή του αναπλάθονταν και διευρυνόταν στον νου μου με πολλές μεταστοιχειώσεις, γινόταν πολυδαίδαλος συνειρμός, επαναπροβολή θέσεων, κατάδυση ψυχής, ανοιχτή προοπτική και μυστηριακό φάσμα. Η πολύτροπη σημειολογία των έργων και οι συμβολισμοί τους με προέτρεπαν να προβώ σε ενδελεχή μελέτη και κάλυψη του γνωσιακού μου ελλείμματος»(σ.11).

Σύμφωνα με τα παραπάνω η μελετήτρια θέτει προβληματισμούς και ερωτήματα στον εαυτό της και στον αναγνώστη, προσδίδοντας στο κείμενο δυναμισμό και χαρακτήρα. Ο αναγνώστης συνειδητοποιεί πως η Ψυχογυιοπούλου επέλεξε να ασχοληθεί με τα δυο αυτά έργα του Παναγιωτίδη, γιατί την εκφράζει τόσο το ύφος όσο και το περιεχόμενό τους. Ταυτίζεται με τους οδηγούς-ταξιδευτές της ποιητικής συλλογής και τους ανακαλεί στο μυθιστόρημα, ως οικεία πρόσωπα, αγαπημένους που χάθηκαν ξαφνικά ή τον πρώτο έρωτα.

Η Ψυχογυιοπούλου αισθητοποιεί την οικειότητα που νιώθει για την ηρωίδα του μυθιστορήματος με το συμβολικό όνομα Ερημιά και αποτυπώνει με ύφος λιτό μα ουσιαστικό την ένταση της συγκίνησής της, αναπαριστά με ζωντάνια την αμφιλεγόμενη συμπεριφορά της, δίνοντας ξεκάθαρα το μήνυμα πως συναισθάνεται και συμπάσχει.Όπως χαρακτηριστικά ομολογεί και η ίδια: «Η εμπειρία της ανάγνωσης των κεφαλαίων που υφαίνουν σαν μαγικό παραμύθι τη ζωή της Ερημιάς και την πορεία του ρασοφόρου συνταξιδιώτη της σ’ ένα ταξίδι αναζήτησης ήταν ανεπανάληπτη. Αυτή η ταύτιση με δυσκόλεψε να καταλήξω σ’ ένα τελικό κείμενο και ένιωθα -εντελώς παράδοξα- ότι παράλληλα με τον αφηγητή, έγραφα και εγώ το βιβλίο που κάθε μέρα άλλαζε τις σκέψεις μου για τη ζωή, τον θάνατο, τους ήρωες και τα δρώμενα. Ταξίδευα, και τη σκέψη μου καθόριζε η ζωή της ηρωίδας, η οποία συνδεόταν με τη ζωή του «οδηγού ταξιδευτή» και κάπου εκεί στην άκρη στεκόταν… η Ερημιά και η μάνα, η Ερημιά και ο Ιωάννης, η μάνα και ο Ιωάννης, ο Ιωάννης και η μάνα υπό το μάτι του Θεού»(σ.13). Η Ψυχογυιοπούλου εμβαθύνει στον χαρακτήρα της Ερημιάς, εξάρει τις μεταπτώσεις και τις σκοτεινές εμμονές της, χωρίς αυτό να μειώνει καθόλου το ενδιαφέρον της για τον κεντρικό ήρωα, τον  Ιωάννη.  Αξιοποιεί με τον πιο γόνιμο τρόπο τον ρόλο των δευτερευόντων ηρώων του βραβευμένου μυθιστορήματος «Ερώτων κι Αοράτων» και ανασύρει τη σχέση τους με την ποιητική συλλογή.

Με επιστημονική μεθοδικότητα και προσήλωση η Ψυχογυιοπούλου στέκεται στη χαρακτηριστική γλώσσα του Γιώργου Παναγιωτίδη, πραγματοποιεί ερμηνευτική προσέγγιση του μυθιστορήματος με γραμμικό τρόπο και φέρνει στην επιφάνεια τους πολύσημους συμβολισμούς του κειμένου.        Ο αναγνώστης ακολουθεί το ταξίδι της μελετήτριας, το οποίο θεωρώ πως κατά  την εκκίνησή του δεν είχε σαφή και προεπιλεγμένο προορισμό,  μα διέθετε  την αδημονία της αναζήτησης.  Η μελετήτρια ακολουθεί το ταξίδι των ηρώων για να αφουγκραστεί όσο μπορεί καθαρότερα τον ποιητικό ψίθυρο του μυθιστορήματος, να οικειοποιηθεί τους συσχετισμούς και τις συνδηλώσεις των δυο έργων καθώς και την απαράμιλλη εμμονή του Παναγιωτίδη στον ρυθμό.

Ειδικά στο τέταρτο κεφάλαιο η Ψυχογυιοπούλου αναλύει με δημιουργικό τρόπο τους συσχετισμούς και τις συγκρίσεις των δύο έργων, καταγράφοντας τα κοινά τους χαρακτηριστικά που αφορούν τα μοτίβα, τα σύμβολα και την ποιητικότητα της γλώσσας. Η ίδια αναφέρει: «Το ταξίδι, ο χρόνος, το όνειρο καθορίζουν την εξέλιξη της αφήγησης παράλληλα με την ώριμη πρόσληψη της φθοράς και του θανάτου, ως στοιχεία που συμβιώνουν με την ύπαρξη, από τη στιγμή της γέννησής της και την ορίζουν αμετάκλητα»(σ.246). Χρησιμοποιεί το ταξίδι που είναι κυρίαρχο μοτίβο των δύο έργων μελετώντας και αναλύοντας κάθε παράμετρό του. Στέκεται στους σταθμούς, ατενίζει απ’ το παράθυρο του τρένου, εισχωρεί στα όνειρα και στα οράματα των ηρώων και ασφυκτιά μαζί τους , όταν εγκλωβίζονται συναισθηματικά. Κυρίαρχο ρόλο στην ερμηνευτική προσέγγιση παίζει και η ανάλυση που πραγματοποιεί αναφορικά με την τοπιογραφία του μυθιστορήματος και της ποιητικής συλλογής που δεν είναι άλλη από την ελληνική ύπαιθρο. Οι ταξιδιώτες κινούνται με κυκλικό αέναο ρυθμό όπως κινείται η ζωή, ο θάνατος, ο έρωτας, η δημιουργία. Σημεία και σημαινόμενα από το «Δι’ οδών» παίρνουν μορφή στο βιβλίο «Ερώτων και Αοράτων».

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η συνέντευξη που εύστοχα εντάσσεται μέσα στο κείμενο και η οποία λειτουργεί ως όχημα για να επικοινωνήσει ο συγγραφέας με τους νέους αναγνώστες του έργου του, αλλά και να επαναπροσδιορίσει την σχέση του με τους παλιούς αναγνώστες. Ο συγγραφέας απαντώντας στις καίριες ερωτήσεις της Ψυχογιοπούλου επικοινωνεί με ειλικρίνεια και τόλμη με το κοινό του. Ενδεικτικό είναι το παρακάτω απόσπασμα:

Το ύφος της γραφής σας είναι προσωπικό και ιδιότυπο, έτσι που δύσκολα κανείς μπορεί να ανιχνεύσει σ’ αυτό τις καταβολές σας ή κάποιες επιρροές που σας σημάδεψαν. Ποιοι είναι οι λογοτέχνες, παλαιότεροι και σύγχρονοι, που νιώθετε πως έπαιξαν ρόλο σημαντικό στην πορεία και στη διαμόρφωση της γραφής σας;

Το ύφος έχει να κάνει με πολλά πράγματα, με την επιλογή του περιεχομένου, με τη δομή, με την αφηγηματική οργάνωση, με τη γλώσσα και τη σύνταξη. Στο «Ερώτων και αοράτων» ασκήθηκα σε μία γλώσσα που προσομοιάζει στη βιβλική, εφόσον ο αφηγητής και βασικός χαρακτήρας είναι ένας ιερέας. Αφαίρεσα από την ιστορία τους χρονικούς δείκτες. Το μόνο πραγματολογικό στοιχείο που πιστοποιεί κάποιον χρόνο είναι η αμαξοστοιχία. Όμως η ιστορία θα μπορούσε να συμβαίνει είτε το 1890 είτε το 1990. Τίποτα δεν πιστοποιεί το ένα ή το άλλο. Προσπάθησα να μην συμπεριλάβω καμία λέξη που να θυμίζει σύγχρονη εποχή ή παλαιότερη εποχή, δεν χρησιμοποίησα καμία λέξη που να είναι τουλάχιστον εμφανώς δάνειο από άλλη γλώσσα. Έτσι το τραίνο το είπα αμαξοστοιχία ή την τζαμαρία την έκανα τελικά λιακωτό. Έχω συνείδηση πως όλα τούτα τα επίπεδα του κειμένου δεν πρόκειται να τα διακρίνει και ο καλύτερος φιλόλογος με μία ή δύο αναγνώσεις, πόσο μάλλον ο αναγνώστης, αλλά εγώ ήθελα να οργανώσω ένα κείμενο που να συνεχίσει να κρύβει μυστικά ή που να μπορεί να το ανακαλύπτει κανείς και σε οποιοδήποτε μέλλον. Αυτός ήταν ο σκοπός μου. Επιπλέον χρησιμοποίησα συνειδητά έναν ρυθμό στη σύνταξη που να υπενθυμίζει το Δημοτικό Τραγούδι. Είμαι ικανοποιημένος που έχουν αρκετοί διακρίνει μέσα στο κείμενο αυτό την Αγία Γραφή, το Δημοτικό Τραγούδι η ακόμη και τον Διονύσιο Σολωμό. Το «Ερώτων και αοράτων» μάλιστα έφτασε στον εκδότη μου με τη μορφή του έπους. Υπάκουσα όμως στη συμβουλή του, Μου είχε πει πως μόνο αν του αλλάξω τη δομή, αν το οργανώσω σε κεφάλαια και παραγράφους θα μπορούσε ως κείμενο να φανεί φιλικότερο προς τον αναγνώστη και ίσως έτσι  να διαβαστεί περισσότερο. Αποδείχτηκε πως μάλλον είχε δίκιο (σ.301-302). 

Αξίζει κανείς να σταθεί στην ανάλυση της Ψυχογυιοπούλου πάνω στο ιαμβικό και τροχαϊκό μέτρο με έμφαση στον δεκαπεντασύλλαβο ή τον ατελή δεκαπεντασύλλαβο της δημοτικής παράδοσης. Ειδικότερα, στο «Ερώτων και αοράτων» διακρίνουμε τη συγγένεια του δεκαπεντασύλλαβου με τη λαϊκή προφορική παράδοση αλλά και σε κάποια σημεία με την κρητική λογοτεχνία. Παραθέτω από το κεφάλαιο 4ο: «Δι’ οδών» και «Ερώτων και αοράτων- δημιουργικοί συσχετισμοί και συγκρίσεις», κάποια επιλεγμένα μετρικά αποσπάσματα: 

Μιαν εποχή καλή πέρασα από του Θεού το μάτι,… (σ.9) ιαμβικός 15/σύλλαβος

Πήγαινε λοιπόν ο σιδηρόδρομος, πήγαινε το τρένο (σ.19) τροχαϊκό μέτρο

Τους έβλεπε ότι γύριζαν λες κι ήταν ο θάνατός τους(σ.26) ιαμβικός 15/σύλλαβος

Γιατί οι άγιοι κρατάνε πάντα κρυμμένο κάποιο θαύμα(σ.44) ιαμβικός 15/σύλλαβος

Πηγαίναμε  λοιπόν σφιγμένη αυτή κι εγώ το ίδιο (σ.60) ιαμβικός 15/σύλλαβος

Σαν πλάγιαζε μόνη τα βράδια την πάταγε το σκότος,(σ.94) ιαμβικός 15/σύλλαβος

Πόσο αθέατος Θεός είναι αυτός που φανερώθηκε. (σ.128) τροχαϊκό μέτρο (255-256)

 

Ο αναγνώστης βαδίζει μαζί με τη δημιουργό στα βήματα της ανασκαφής του   μυθιστορήματος, της εξόρυξης του πολύτιμου υλικού και των διακειμενικών στοιχείων που υπάρχουν σ’ αυτό. Παράλληλα, αναρωτιέται μαζί με τη συγγραφέα η οποία τον οδηγεί σε μια πρωτότυπη οπτική, σ’ έναν νέο αναγνωστικό δρόμο: «Ίσως, ο συγγραφέας μας προτείνει -με έμμεσο τρόπο- μια δεύτερη ανάγνωση της ιστορίας, αυτή τη φορά από το τέλος στην αρχή, για να απολαύσουμε τη διαχρονία της γλώσσας του και τη διαλεκτική της με την αρχαία ελληνική γραμματεία, τις θείες γραφές και προπάντων τον λαϊκό πολιτισμό μας»(σ.234).

Όπως αναφέρει και η ίδια: «Ευελπιστούμε πως ο αναγνώστης μετά την ανάγνωση της ύστατης ιστόρησης θα νιώσει την ανάγκη να ξαναδιαβάσει το μυθιστόρημα για να ξαναζήσει το ταξίδι. Αυτή τη φορά, ίσως καθίσει σ’ άλλο παράθυρο του τρένου, το τοπίο ίσως θα είναι ίσως αλλαγμένο, αφού όλα μεταβάλλονται μέσα στον χωροχρόνο. Θα σταθεί περισσότερο στα σύμβολα, στα εκφραστικά μέσα και στους χαρακτήρες, θα παρατηρήσει προσεκτικότερα τα επιβλητικά βουνά και τα θρησκόληπτα χωριά, όπως το παιδί που γυρνά ξανά και ξανά το καλειδοσκόπιο για να γεννήσει νέα σχήματα και χρώματα. Ίσως, πάλι δεν γίνει τίποτε από αυτά. Ίσως, ο αναγνώστης καταφέρει να «κλέψει» μια λέξη από την Ερημιά κι ένα νεύμα από τον Ιωάννη για να ξαναπιάσει τον μίτο της αφήγησης κι έτσι να μη σταματήσει ποτέ το ταξίδι στο παράδοξο και το αλληγορικό»(σ.241).

Το βιβλίο «Ο Διερωτών των Αοράτων Οδών» (2019), εκδ. Γραφομηχανή αποτελεί παράδειγμα ερευνητικής δουλειάς, αφού εξετάζει προσεγγίζει ερμηνευτικά δυο έργα όσον αφορά τη δομή, την πολυσημία και την πολλαπλότητα, οδηγώντας σε πολλές ερμηνευτικές οπτικές, σε δαιδαλώδεις αναγνωστικές διαδρομές.

Συμπερασματικά, η Παναγιώτα Ψυχογυιοπούλου επιτυγχάνει τον στόχο της και καταλήγει σε εύστοχα συμπεράσματα τα οποία αποτυπώνονται με επιστημονική ακρίβεια και λογοτεχνικό ύφος,  με αποτέλεσμα  ένα αξιανάγνωστο βιβλίο. 

 

***Η Ελένη Κοφτερού γεννήθηκε και  μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη. Από το 1997 ζει και εργάζεται στην Καλαμάτα. Η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο : «Γράμμα σε γενέθλια πόλη» από τις Εκδόσεις ΣΑΙΞΠΗΡΙΚΟΝ, τιμήθηκε με το Βραβείο «Μαρία Πολυδούρη»/2013. Ακολούθησαν οι συλλογές «Περί άνοιξης και άλλων εμμονών» που κυκλοφορεί σε e-book στο διαδίκτυο και η συλλογή: «Στο λάμδα των χελιδονιών» από τις  ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ  το 2014. Το 2017 κυκλοφόρησε η συλλογή της «Μια θλίψη Απρίλης» από  τις εκδόσεις «Κουκκίδα».  Ποιήματα, διηγήματα και κριτικά  της κείμενα βρίσκονται δημοσιευμένα στο διαδίκτυο και σε λογοτεχνικά περιοδικά. 

  

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular