Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

 

Αμείλικτο νερό, Φωτεινή Βασιλοπούλου

Με μία καλαίσθητη έκδοση, εμπλουτισμένη με πίνακες ζωγραφικής, η Φωτεινή Βασιλοπούλου συστήνει την τρίτη ποιητική της συλλογή υπό τον ευρηματικό και πολύσημο τίτλο Αμείλικτο νερό. Ήδη, η επιλογή του επιθέτου «αμείλικτο», μπορεί να τροφοδοτήσει τις προσδοκίες του αναγνώστη προς την κατεύθυνση του αμείλικτου γεγονότος της ζωής που δεν είναι άλλο από το θάνατο, ενώ παράλληλα η χρήση του ουσιαστικού «νερό», του στοιχείου αυτού με την καθαρτική, λυτρωτική επενέργεια, μπορεί κάλλιστα να παραπέμψει στη ζωή και τις πολλές και ποικίλες συνιστώσες της. Έτσι, καταπώς φαίνεται, οι δύο πόλοι ανάμεσα στους οποίους κινείται η ποιητική δημιουργία της Βασιλοπούλου, είναι η ζωή και ο θάνατος, ιδωμένοι στη σύζευξη και τη συνύπαρξή τους, ως των δύο όψεων του ίδιου νομίσματος που δεν είναι άλλο από την ανθρώπινη ύπαρξη. Κοντά σε αυτές τις δύο μεγάλες πηγές, στέκει μια και μια τρίτη πηγή έμπνευσης. Είναι η ίδια η ποιητική δημιουργία και, κοντά σε αυτή, ο ποιητής και ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται και υπηρετεί την τέχνη του.

Τα ποιήματα της συλλογής εκκινούν, σε μεγάλο βαθμό, από προσωπικά βιώματα και εμπειρίες, από οικεία πρόσωπα της ποιήτριας, γεγονός που αναδεικνύει την αυτοαναφορικότητά τους, χωρίς, βέβαια, αυτό να σημαίνει ότι η αυτοαναφορικότητα αυτή εμποδίζει τα ποιήματα να αναχθούν σε ένα επίπεδο υψηλότερο και να βρουν εφαρμογή στην ανθρώπινη ύπαρξη και ζωή γενικά. Η συλλογή χωρίζεται σε τρία μέρη, καθένα από τα οποία περιλαμβάνει ελευθερόστιχα ποιήματα ομαδοποιημένα με βάση έναν κοινό παρανομαστή, διαφορετικό κάθε φορά.

Των ενοτήτων αυτών προηγούνται τρία ποιήματα «ποιητικής», ποιήματα δηλαδή που αφορμώνται από την ενασχόληση της ποιήτριας με την τέχνη του λόγου, τις δυσκολίες του εγχειρήματος αυτού, αλλά και τη γοητεία την οποία κρύβει. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Βασιλοπούλου καταθέτει τη δική της εμπειρία πάνω στο ζήτημα αυτό, μια εμπειρία που της γεννά αμφίθυμα συναισθήματα, καθώς διαπιστώνει τις παγίδες που κρύβει για τον ποιητή, το απροσπέλαστο, κάποιες φορές, της ποιητικής δημιουργίας, αλλά και την ψευδαίσθηση που συχνά γεννιέται στον δημιουργό ότι έχει φτάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Τα μάτια κλείνουμε ανακουφισμένοι./ Οίηση εισπνέουμε/ από την ποίηση συγκλονισμένοι/ με τη μοναδικότητα του θέματος, του στίχου, του ρυθμού./ Σίγουροι για τον έπαινο/ την αναγνώριση των ομοτέχνων/ προπάντων των αναγνωστών/ σε διαδίκτυο, παρουσιάσεις και βραβεία./ Μα πριν προλάβουμε απ’ το θαύμα να ξυπνήσουμε/ το μάτι της ανάποδα γυρνά/ μας στροβιλίζει/ σε οίνοπα πνιγόμαστε νερά. («Τάφρος»)

Στην πρώτη ενότητα, «Αρχαία ιλύς», ξεχωρίζουν τα ποιήματα που αφορμώνται από το επίκαιρο, αλλά πάντα διαχρονικό, προσφυγικό ζήτημα, απέναντι στο οποίο πολλοί σύγχρονοι Έλληνες ποιητές στάθηκαν με εξαιρετική ευαισθησία και, ίσως, με μια διάθεση απολογητική. Η Βασιλοπούλου προσεγγίζει με ανάλογο τρόπο το θέμα, με τη δέουσα ευαισθησία, αλλά και με μια επικριτική διάθεση για την αδιάφορη στάση των χωρών υποδοχής των μεταναστών. Όμως, εδώ στη νήσο των Μακάρων/ βουλώνουμε τ’ αυτιά μας με κερί/ κι απολαμβάνουμε/ τον τρυφηλό μας πάντα βίο.// Μονάχα, Θέ ’μου, μη σωθεί, μη μας τελειώσει το κερί! («Η νήσος των Μακάρων») Άλλα ποιήματα εμπνέονται από συγκεκριμένα πρόσωπα στα οποία και αφιερώνονται. Πρόκειται για οικείους της ποιήτριας που δεν υπάρχουν πια στη ζωή και που εκείνη ανακαλεί στη μνήμη της, είτε για να συγκρίνει το γεμάτο ζωή παρελθόν τους με το άδειο παρόν στο οποίο δεσπόζει ο θάνατος, η απουσία και το κενό. Η ποιήτρια αντιμετωπίζει το γεγονός του θανάτου με συντριβή, με τη συναίσθηση της απόλυτης ήττας, με τη βέβαιη γνώση του τελεσίδικου, αυτή ακριβώς η γνώμη όμως είναι που την ωθεί στη συνειδητοποίηση, στην αποδοχή του γεγονότος και, εν τέλει, αν όχι στη συμφιλίωση, στην δια της τέχνης απαντοχή του. Γιατί η ποίηση είναι το μόνο όπλο που μπορεί να προκρίνει η ποιήτρια απέναντι στο θάνατο ή την αυτοχειρία, αλλά και σε όλες εκείνες τις καταστάσεις της ζωής που ομοιάζουν στο θάνατο, όπως, για παράδειγμα, μια ζωή βυθισμένη σε τέλμα. Κλαίει γιατί/ σαν πεταλίδα/ στης κουζίνας της τον βράχο χρόνια γαντζωμένη// ξέρει καλά/ πόσο αργεί να κλείσει μια πληγή. («Το καπάκι»).

Η δεύτερη ενότητα που τιτλοφορείται με τον λατινικό τίτλο «Finis Litterae» περιλαμβάνει ποιήματα που έχουν ως θεματικό κέντρο τη λήθη, νοούμενη είτε ως αδυναμία είτε ως απώλεια της μνήμης. Το θέμα αυτό αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς προσεγγίζεται μέσα από διάφορες πτυχές, περιπτώσεις, πλευρές, η πιο χαρακτηριστική από τις οποίες είναι η ταύτιση της απώλειας της μνήμης με την απώλεια του λόγου που οδηγεί στην απόλυτη ερημιά. Ξαναγράφει τη ζωή/ από το τέλος./ Χωρίς λόγια./ «Πεφίμωσο», είπεν ο Κύριος.// Ερημία λοιπόν. Χωρίς λόγια. («Εις θέσιν ‘Ερημία’»)

Η τρίτη ενότητα φέρει τον τίτλο «Διακοπές στην Αθήνα» με τον οποίο πραγματοποιείται μία ενδιαφέρουσα αντιστροφή αφού, παραδοσιακά, η Αθήνα δεν θεωρείται τόπος διακοπών, τουλάχιστον για τους Έλληνες. Στα ποιήματα αυτά η Βασιλοπούλου επιχειρεί μία χαρτογράφηση στιγμών της καθημερινότητας στην πρωτεύουσα. Λειτουργώντας σαν φωτογράφος απαθανατίζει με τον «ποιητικό φακό» της πρόσωπα και στιγμιότυπα σε φόντο πάντα γκρίζο, σε φόντο πόνου, μοναξιάς και δυστυχίας, σε φόντο θανάτου. Σε ποιο πολύβουο πεζοδρόμιο της πόλης/ έστησες τη ζωή σου/ χωμένος σε σωρούς αμέτρητων πραγμάτων;/ Χαμένος σε σορούς απίθανων προσδοκιών./ Πως να τα σπρώξει το καρότσι σου; («Χάρτινα βράδια»)

Η ζοφερή καθημερινότητα, η πλήξη και το τέλμα, συνιστά ένα καίριο ερέθισμα για την ποιήτρια που αφήνει την πένα της να ακολουθήσει τους δρόμους του θυμικού της, την θλίψη, τη μελαγχολία, την πικρή επίγνωση μιας ματαιότητας, μιας ζωής που μοιάζει χαμένη υπόθεση. Μέσα σε αυτό το κλίμα ακόμα και η ίδια η ποίηση, η λυτρωτική τέχνη, έχει πάψει να είναι σανίδα σωτηρίας, αλλά ένας ακόμα ναυαγός, μία ακόμα ύπαρξη σε κίνδυνο που εκλιπαρεί για τη διάσωσή της. Με στοιχειώνουν οι λέξεις./ Μη μας διώχνεις, μου λένε/ φύλαξέ μας στο στόμα/ σπάραξέ μας στα δόντια.// Ζωντανές μη μας θάβεις!/ Βάλε μας σ’ έναν στίχο/ ικετεύουν οι λέξεις.// Ντύσε μας τις πληγές σου! («Ζόρικα βράδια»)

Μία ξεχωριστή ομάδα συναποτελούν τα ποιήματα εκείνα τα οποία συνέχει ως ενωτικός δεσμός το υγρό στοιχείο, η θάλασσα και τα συνυφασμένα με αυτήν στοιχεία του βυθού, του υποθαλάσσιου ζωικού και φυτικού κόσμου. Σε αυτά τα ποιήματα επίσης εντοπίζεται η παρουσία ενός όντος, γένους θηλυκού, που συνδυάζει ανθρώπινα και εξωανθρώπινα χαρακτηριστικά και που θα μπορούσε να υποθέσει κανείς πως πρόκειται για μία γοργόνα. Άλλοτε πάλι η παρουσία είναι αμιγώς ανθρώπινη, είναι η παρουσία μιας γυναίκας που συνδέεται με το θαλάσσιο στοιχείο στο οποίο εναποθέτει τις ελπίδες της για φυγή, για σωτηρία, για λύτρωση, για επιστροφή στο αθώο, ευτυχισμένο παρελθόν ή για μετάβαση σε ένα ευτυχισμένο μέλλον. Μετά την τελευταία νεροποντή/ ένα σκοτεινό δάσος σιωπής στήθηκε πλάι στη θάλασσα./ Στην άκρη του μια κόκκινη γυναίκα/ αγναντεύει στ’ αφρισμένα κύματα το μικρό/ κορίτσι κάποτε που υπήρξε./ Σκουφάκι, κόκκινο πανωφόρι/ καβάλα σε ασημένιο ψάρι/ έριχνε αγκίστρι μήπως τσιμπήσει τ’ όνειρο./ Στο καλαθάκι του κουλουριασμένο παραγάδι για το μέλλον. («Παραθαλάσσιο μουσείο»)

Η ποιητική συλλογή της Φωτεινής Βασιλοπούλου αποτελεί έναν επιτυχημένο πειραματισμό, τόσο σε επίπεδο περιεχομένου, όσο και σε αυτό της μορφής. Όσον αφορά το περιεχόμενο γιατί προκρίνει έναν στοχασμό πάνω στα μεγάλα ερωτήματα της ζωής και του θανάτου, έναν στοχασμό που δεν αφήνει στην άκρη του συναίσθημα, αλλά το εντάσσει και το μορφοποιεί με τέτοιον τρόπο ώστε αυτό να προκαλεί την συν – κίνηση του αναγνώστη. Μορφολογικά διότι η λεκτική δόμηση των ποιημάτων στηρίζεται, εν πολλοίς, στην δημιουργία αναπάντεχων φραστικών συνδυασμών, παράδοξων και ανοίκειων συνόλων λέξεων που ανατρέπουν όχι μόνο την καθιερωμένη τάξη της γλώσσας, κάτι που ούτως ή άλλως συμβαίνει στην ποίηση, αλλά, σε μεγάλο βαθμό, και την καθιερωμένη τάξη της ποιητικής γλώσσας, κυρίως αυτής που βασίζεται σε δεδομένα, σταθερά επαναλαμβανόμενα τεχνάσματα και σχήματα λόγου. Παράλληλα με το εκφραστικό σχήμα της ανατροπής, η Βασιλοπούλου ξέρει να χειρίζεται πολύ καλά τη δημιουργία κενών τα οποία προκύπτουν είτε από τους δικούς της συνειρμούς, είτε από τα λογικά άλματα που πραγματοποιεί μέσα στους στίχους της. Πάνω απ’ όλα όμως, στη συλλογή αυτή, εκείνο που προεξάρχει είναι η λεπτοδουλεμένη χρήση των παρομοιώσεων, των μεταφορών, των προσωποποιήσεων που δεν μένουν μόνο σε επίπεδο τεχνικής, αλλά γίνονται η πεμπτουσία της σκέψης και της έκφρασης της ποιήτριας.  

 
 

 
 
 

Efstathia Dimou


 
 

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular