Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Σε Θολά νερά, Χρύσα Φάντη, Εκδόσεις Σμίλη

«Στο Περιμένοντας τον Γκοντό του Σάμουελ Μπέκετ, παρακολουθούμε τα ατελείωτα και άσκοπα παιχνίδια του Εστραγκόν και του Βλαδίμηρου, των δύο αλητών που θυμίζουν επίμονα κλόουν, ενώ περιμένουν ανά πάσα στιγμή την άφιξη του Γκοντό. Σε ένα σκηνικό -δρόμος με ένα δέντρο- που τονίζει το απροσδιόριστο και αόριστο του τόπου, με τη δράση να αναμετριέται διαρκώς με τη στασιμότητα, τη μνήμη να καταδεικνύει την αδυναμία της να συλλάβει τον χρόνο και την εμπειρία, και τη γλώσσα ανίκανη να αδράξει το νόημα και την ουσία, ο Μπέκετ παραπέμπει από τον στόχο στη διαδικασία, και αφήνει την ερμηνεία να εκκρεμεί: στο Περιμένοντας τον Γκοντό μπορεί κανείς να αναγνωρίσει στην αναμονή τη ζωή που συνεχίζεται άσκοπα, τη μεταφυσική αγωνία του ανθρώπου, τον μετεωρισμό ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα της ύπαρξης, τη στειρότητα, το τυχαίο και την αβεβαιότητα του βίου».[i]

Τα λόγια αυτά της Ιουλίας Πιπινιά για το έργο του Σάμουελ Μπέκετ Περιμένοντας τον Γκοντό αντιπροσωπεύουν τη συλλογή διηγημάτων της Χρύσας Φάντη Σε θολά νερά (ΣΜΙΛΗ 2021). Στις δεκατρείς ιστορίες-ψυχογραφήματα παρατηρούμε μια εσωτερικότητα που μεγεθύνει την αίσθηση του ασφυκτικού κλοιού γύρω από τα πρόσωπα και αισθητοποιεί την αποσάθρωση. Λόγος συνειρμικός, με θραύσματα ζωής, μνήμες που αφηγούνται την ιστορία του πολιτισμού μας και φέρνουν στην επιφάνεια τη βία και την παράνοια.

Η Χρύσα Φάντη στα Θολά νερά παραβιάζει την παραδοσιακή φόρμα με τη γραμμική και αιτιακή αλληλουχία, προκειμένου να καθρεφτίσει τη διαλυμένη και αντιφατική κοινωνία του 21ου αιώνα. Συνθέτοντας μια μικρογραφία της με κύρια θεματική το υπαρξιακό και τον θάνατο, αφήνει να κυριαρχήσει το φανταστικό και το παράλογο. Στην προσπάθειά της να παραστήσει το άμορφο και ρευστό της εποχής, χρησιμοποιεί μοντερνιστικές αφηγηματικές τεχνικές: τον εσωτερικό μονόλογο και τη ροή της συνείδησης, τον ελλειπτικό και ελεύθερο πλάγιο λόγο. Με τον τρόπο αυτό αναδεικνύει τη συνθετότητα των πραγμάτων και τις αντιφάσεις των ανθρώπων. Παράλληλα, επικεντρωμένη στις ασυνέχειες του υποκειμενικού χρόνου, αναζητά στον διαθλασμένο καθρέφτη της γλώσσας την ανθρώπινη ύπαρξη, ενώ ορίζοντας τον χρόνο από τις στιγμές, αφήνει να αιωρείται η παθογένεια και το κενό.

[…] Ξεχαρβαλωμένα παράθυρα, στόρια μισάνοιχτα, χωρίς άνθρωπο πίσω από τις γρίλιες τους. Μέρες που δεν τελειώνουν, αλλά την ίδια στιγμή κρύβουν τη νύχτα μέσα τους. Έξι μήνες μετά, ακούω τη φωνή μου και δεν την αναγνωρίζω. Κοιτάω το σώμα μου και λέω αυτό δεν μπορεί να είναι το σώμα μου, αλλά αυτό ακριβώς είναι το σώμα μου, κοιμάμαι, και μες στον ύπνο μου, τους νιώθω ακόμη από πάνω μου, να μου πασπατεύουν  το υπογάστριο και να με ζουλάνε χαμηλά στα νεφρά. Έξι μήνες μετά, φαντάζομαι έναν γυαλιστερό, γλοιώδη ασκό να πλέει μέσα στο αίμα μου, σαν σε λεκάνη χασάπη. […] (ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ 1., σελ. 53 )

Η μετανεωτερική (postmoderm) κατάσταση που δημιουργεί η Χρύσα Φάντη στα Θολά νερά, συνδέεται με τη θεωρητική αντίληψη πως είναι αδύνατη η παραγωγή σταθερού τελικού νοήματος. Στη μεταβιομηχανική κοινωνία επικρατεί η σχετικοποίηση των αξιών και απουσιάζει η ενότητα. Γι’ αυτό και τα πρόσωπα στις μυθοπλασίες της Φάντη παρουσιάζονται αποξενωμένα. Θολές αντανακλάσεις του εαυτού. Με σώματα ρημαγμένα. Ζουν στη βροχή, το κρύο και τον απελπισμό. Στην κοινωνία κατέχουν τη θέση του αριθμού· μια τυποποιημένη κοινωνία από την οποία έχει χαθεί ο άνθρωπος και η αρμονία. Αυτοδικούν, ενώ αίτημά τους παραμένει η χαμένη ενότητα, όπως ακριβώς συμβαίνει με τον Βλαντιμίρ και τον Εστραγκόν.

[…] Μια πόρτα ανοίγει, και στο βάθος ένας ορίζοντας κόκκινος. Ο ένας μετά τον άλλον οι επισκέπτες έρχονται, πέφτουν και μου φιλούν τα πόδια, ζητώντας μου συγχώρεση. Αλλά δεν μετανιώνουν για τα ανομήματά τους. Έχουν στην πλάτη φτερά, μα τα φτερά τους είναι βρεγμένα και γεμάτα πληγές, και τα μάτια τους χωρίς απόκριση, γυρισμένα στον ουρανό. Οι κόρες τους από σίδερο. Και τα βλέφαρα ανοιχτά και αλύγιστα. Ισχυρίζονται ότι μου λένε αλήθειες. Αυτές όμως είναι μόνο το πάθος και ο πόθος τους να τις πιστέψουν.

Στο πλάτωμα έξω από την εκκλησιά βλέπω τον πατέρα μου γέρο, ξυπόλυτο, να παίζει βόλους μ’ ένα παιδί. Κάποιος ρίχνει έναν κλήρο για την τύχη αυτού του παιδιού και από παντού ακούγονται βαριές ανάσες και ροχαλητά. Ένας άντρας μονόφθαλμος μιλά σαν μοίρα και σαν καταδίκη. Μια γυναίκα, ομοίωμα της μητέρας μου, περπατάει με τα πόδια ψηλά και τα χέρια στο χώμα, όπως σε τσίρκο. Το κεφάλι καλύπτει η φόδρα από τη ρόμπα της. Το αναποδογυρισμένο κορμί της, από το στήθος και κάτω, είναι ξεγυμνωμένο. Τα γοφιά σκαμμένα και η κοιλιά στεγνή σαν αυγουστιάτικο στάχυ, ζαρωμένη από τις πολλές γέννες και το πολύ αίμα. […] (ΣΕ ΘΟΛΑ ΝΕΡΑ, σελ. 126-7)

Η αφήγηση, ακτινωτή, με διάφορες χρονικότητες, ώστε να εισάγει αναμνήσεις, αλλά και λυρική, με επαναλήψεις, ασύνδετα, εικόνες και ουσιαστικά που δηλώνουν σήψη. Τα πρόσωπα απεικονίζονται από τις σκέψεις, όχι από τη δράση τους. Ανήκουν συνήθως στο ανώνυμο πλήθος. Χωρίς όνομα, αποξενωμένα από τον εαυτό τους και τον συνάνθρωπο, καταλήγουν γρανάζια σε μια μηχανή που τα ελέγχει και τα χρησιμοποιεί. Η ατμόσφαιρα σκοτεινή και ασαφής, τα περιβάλλοντα αστικά ή επαρχιακά, ενώ σπουδαίο ρόλο στην αφήγηση παίζουν οι δυαδικές αντιθέσεις, τα δίπολα (άπνοια-μπουρίνι, σιωπή-κοασμός βατράχου, βροχή-ήλιος καυτός, ηρεμία-κύμα, κλπ.), που βρίσκονται σε συνεχή διαλεκτική σχέση μεταξύ τους.

Το βλέμμα της Χρύσας Φάντη στα Θολά νερά παρακολουθεί τη φτώχεια, την αδικία, τη μοναξιά, τα γηρατειά, την ασθένεια, τον φόβο, την εκμετάλλευση, τις σχέσεις γονέων-παιδιών, τον έρωτα. Το προδιαγραμμένο δείχνει να καθορίζει την πορεία των ανθρώπων. Το συνειδητό παλεύει διαρκώς με το ασυνείδητο, αναδεικνύοντας την υπαρξιακή σύγκρουση και οδηγώντας σε έκρηξη υπερρεαλιστικού λόγου. Η υποδόρια ειρωνεία εκφράζει την τραγικότητα της ζωής, ενώ οι φράσεις που εισβάλλουν με δραματική ένταση, φανερώνουν την άκαμπτη και σκληρή πραγματικότητα. Οι χαρακτήρες κινούνται ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, το παρόν συναιρείται με την ανάμνηση του παρελθόντος.

Μια ανεμόσκαλα οδηγεί στον επάνω όροφο και από κάτω χάσκει βάραθρο σκοτεινό. Πιάνει το σκοινί με το ένα χέρι κι ύστερα δίνει ένα τίναγμα και προχωρά με το άλλο. Αιωρούμενος, βγαίνει σ΄ ένα παλλαϊκό δωμάτιο που μοιάζει με το ανώι τους. Αυτό, όμως, αλλιώτικο. Λουσμένο στο φως. Δεν βλέπει τίποτα. Ούτε κάδρα ούτε έπιπλα. Μόνο ένα μεγάλο βαρέλι.

Μες στο βαρέλι ένα ζευγάρι χαριεντίζεται. Γυμνοί και οι δύο, και το βαρέλι γεμάτο αφρούς. Η γυναίκα είναι φτυστή η μάνα του, νέα. Με το που τον βλέπει, φοράει στα γρήγορα μια ημιδιαφανή μαύρη κομπινεζόν με κάτι ροζ φιογκάκια. Μεσ’ από την κομπινεζόν βλέπει τα λακκάκια από τα μάγουλά της κολλημένα στα καπούλια της. Σαν σε ακτινογραφία το σκούρο τρίγωνο ανάμεσα στα λαγόνια. Τον άντρα δεν μπορεί να τον διακρίνει. […] (ΣΕ ΘΟΛΑ ΝΕΡΑ, σελ. 118-9)

Αν υπάρχει ένα έργο ζωγράφου που να μπορεί να εκφράσει την ατμόσφαιρα στις  μυθοπλασίες της Φάντη, αυτός είναι η Κραυγή, του Έντβαρντ Μουνκ. Ο εξπρεσιονιστικός χαρακτήρας της συλλογής επιτείνεται από τον συνεχή λόγο που φανερώνει πως το παιχνίδι συνεχίζεται: το τέλος ενυπάρχει στην αρχή και η αρχή θα φέρει το τέλος. Ανάμεσά τους μένουν οι λέξεις που γεμίζουν το κενό και στοιχειώνουν την πορεία της ύπαρξης.

Οι grotesque χαρακτήρες της Χρύσας Φάντη στα Θολά νερά πνίγονται μέσα στην ομίχλη του ονείρου και της πραγματικότητας. Τις συνοδεύουν -για λόγους συμβολισμού- αδέσποτα σκυλιά. Παγωμένες καρδιές και σκιές, αερικά που έρχονται από το παρελθόν, ταράζουν την ηρεμία και σπέρνουν τη θλίψη. Με τον μετεωρισμό, την αμφιρροπία, το αίσθημα εγκλεισμού και ματαίωσης, η συλλογή διηγημάτων της Χρύσας Φάντη ουρλιάζει για τη χαμένη ενότητα, αλλά και την επιθυμία για έναν καλύτερο κόσμο..

Στιγμές άδειες, και τώρα και πάντα, να όμως που αθροίζονται, κι ο λογαριασμός κλείνει, η ιστορία τελειώνει.[ii]

Βιβλιογραφία

Βλαβιανού, Α., Γκότση, Γ., κ. ά. Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, τόμος Β’, ΕΑΠ, 2008, 303-317.

Σάμουελ Μπέκετ, Τέλος του παιχνιδιού, μετάφραση Κωστής Σκαλιόρας, Ύψιλον, Αθήνα, ²2000, 64.

[i] Βλαβιανού, Α., Γκότση, Γ., κ. ά. Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, τόμος Β’, ΕΑΠ, 2008, 303.

[ii] Σάμουελ Μπέκετ, Τέλος του παιχνιδιού, μετάφραση Κωστής Σκαλιόρας, Ύψιλον, Αθήνα, ²2000, 64.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular