Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

 

“Καλοκαίρι είναι οι καλαμιές που αντιστέκονται στον αέρα… το παράπονο της γέρικής συκιάς όταν πιέζεις τους άγουρους ακόμα μαστούς της, τα σύκα της, και βγάζουν γάλα. Καλοκαίρι είναι η αλητεία του βλέμματος πάνω στα πεντάρφανα νερά του πελάγους… Τα ορφανά άστρα του νυχτερινού ουρανού… Ο γαλακτώδης ορίζοντας του Ιουλίου…”  Δημήτρης Στεφανάκης.

Μοιάζει περίεργο πως καμιά φορά η μοίρα των βιβλίων ακολουθεί τη μοίρα των ηρώων τους. Η επανέκδοση αυτού του βιβλίου από τις εκδόσεις Ψυχογιός μετά από τον «ξαφνικό θάνατο του βιβλίου το 2011», όπως χαρακτηριστικά λέει ο Δημήτρης Στεφανάκης, φαίνεται να ακολουθεί τη μοίρα του κεντρικού του ήρωα, του Αλμπέρ Καμί που μέσα στις σελίδες του μεταπηδά στο χρόνο ανέλπιστα, για να γευτεί μια δεύτερη ευκαιρία ζωής λουσμένη στο διονυσιακό φως. Με τον ίδιο τρόπο και το βιβλίο αυτό αρχίζει μια δεύτερη ζωή, επανέρχεται στα λογοτεχνικά δρώμενα της χώρας σε μια εξαιρετική έκδοση, για να αποδείξει ότι τίποτα δε χάνεται, αφού αυτό που τελικά φαίνεται πως είναι ένα λογοτεχνικό καλοκαίρι είναι ό,τι ακριβώς αντιστέκεται στο ζοφερό  λήθαργο του χρόνου.

Η ιστορία του βιβλίου αρχίζει τον  Ιούνιο του 1998, όταν ο Καμί αποβιβάζεται για μια ακόμα φορά στο μικρό λιμάνι της Μυκόνου. Ένας τουρίστας που φτάνει στο νησί για να χαρεί το κυκλαδίτικο καλοκαίρι. Κοντά του η Αριάδνη Δάριβα, μια νεαρή δημοσιογράφος που θα μυήσει τον Καμί σε ένα νέο κόσμο, μακριά από το Παρίσι της δεκαετίας του ’50.

Το βιβλίο εξελίσσεται και η δημοσιογράφος αναζητά στον Καμί τον μύθο, ένας αιρετικός επιστήμονας τη δικαίωση, ο συγγραφέας την έμπνευση. Βουτηγμένοι όλοι μαζί στο ανελέητο ελληνικό φως∙ στο άτρωτο ελληνικό πέλαγος∙ άνθρωποι, βιβλία και έρωτες ζητούν ολοκλήρωση, την ανέλπιστη μεταπήδηση στη ζωή. ”Αυτό το καλοκαίρι όμως  δεν είναι απλώς το στοίχημα του χαμένου χρόνου. ” Είναι ο αόρατος συμβολισμός της αναγέννησης, αυτό που ο Καμί προσδιόρισε όταν είπε: «Στη μέση του χειμώνα, ανακάλυψα τελικά ότι μέσα μου υπάρχει ένα αόρατο καλοκαίρι», το καλοκαίρι της δημιουργίας.

Μέσα στο κάτοπτρο του ελληνικού καλοκαιριού ο Καμί βλέπει το τέλος και την αρχή της υπαρκτικής του ταυτότητας και επαναπροσδιορίζει όλα όσα τη διαμόρφωσαν. Η ζωή τού έχει δώσει μια ανέλπιστη ευκαιρία∙ να επιστρέψει για να ολοκληρώσει ένα έργο που άφησε στη μέση,  κάτι που ο Καμί ποτέ δεν θα κάνει. Επειδή είναι ανέφικτη  η ολοκλήρωση σε μια λάθος εποχή.  Επειδή, όπως ο συγγραφέας αναφέρει με γνώμονα τον Εφέσιο προσωκρατικό φιλόσοφο: “δεν μπορείς να μπεις για δεύτερη φορά στον ίδιο ποταμό”, μπορείς όμως να βιώσεις όσα σου επιτρέψει να “συλλαβίσεις” η ροή του.

Όλα είναι διαφορετικά αυτή τη φορά κι όλοι θα το νιώσουν όσο κρατάει ένα καλοκαίρι, μέχρι όλα να “βουλιάξουν στην αιώνια απουσία των αισθήσεων” και πάλι.Όλα έχουν αλλάξει και η Μύκονος που είχε γνωρίσει όταν ερχόταν μαζί με τον εκδότη του έχει γίνει τόσο διαφορετική. Οι νέες ηθικές και κοινωνικές δομές της τον αποπροσανατολίζουν. Η νέα τεχνολογία τον προκαλεί. Μοιάζει να έχει δώσει λύσεις σε παλιότερα προβλήματα και ο Καμί δεν μπορεί παρά να θαυμάσει την εξέλιξη «με όλα τα καλά και τα κακά της», με την αφέλεια μικρού παιδιού που γεμάτο περιέργεια παίζει μαζί της.

Όσοι περιμένουν ότι ο συγγραφέας θα βρει επιτέλους το χρόνο να τελειώσει το έργο του ο «πρώτος άνθρωπος», που έμεινε στη μέση μετά τον ξαφνικό του θάνατο θα διαψευσθούν. Ο Καμί ζητά αυτή τη φορά να απελευθερωθεί από τον πνευματικό του εγκλωβισμό και να ζήσει απεκδυόμενος τον συγγραφικό του εαυτό. Έτσι προτιμά να πίνει ούζο με τους νησιώτες, να παθιάζεται με το ποδόσφαιρο, να γεύεται τη ζεστασιά της δεύτερης ζωής σε λάγνες αναζητήσεις και να θαυμάζει «τον ασάλευτο χορό των Κυκλάδων γύρω από τη Δήλο», τους «ατρύγητους κάμπους της θάλασσας» που διαγράφονται μπροστά του, τις μεθυσμένες ανάσες των «αθύρματων κυμάτων», τη «ζεστή σαν ανθρώπινο σώμα άμμο» που υποδέχεται το κορμί του και το αήτητο φως.

«Δε φτάνει μόνο το απολλώνιο φως της αγνότητας χρειάζεται και ο διονυσιακός ζόφος», έγραφε ο Νίτσε  και ο Καμί προσπαθεί να αντλήσει όση περισσότερη ζωή μπορεί  σ’ αυτή «την καινούργια μέρα που απλώθηκε αθόρυβα πάνω από τη θάλασσα, τα βράχια, την άμμο, πολιόρκησε τα κατάλευκα κυκλαδίτικα σπίτια, τρύπωσε μέσα σε όσα άφησαν ανοιχτές πόρτες και παράθυρα για να την υποδεχτούν και τον περίμενε υπομονετικά να ανοίξει τα μάτια του και χορτάσει το φως της», πριν το φως καταλαγιάσει για δεύτερη φορά στη ζωή του.

Ο Καμί κινείται σαν εκκρεμές ανάμεσα στον έρωτα που θέλει να χορτάσει και στο θάνατο που καραδοκεί, ακροβατώντας στο ορφικό μεταίχμιο αυτή τη φορά με πλήρη συνείδηση. Και φαίνεται οδυνηρό σε όλους όσοι τον συντροφεύουν να καταλάβουν πως η ζωή επανέρχεται αλλά αυτή τη φορά όλα είναι διαφορετικά, αφού: “τούτο το καλοκαίρι δεν χρειάζεται πια συγγραφείς. Περιμένει μόνο τουρίστες”. Γι’ αυτό το λόγο θα συλλαβίσει το ελληνικό καλοκαίρι συλλαβή τη συλλαβή και θα ξεχαστεί μέσα στον κόσμο του. Άλλωστε, σύμφωνα με τον ίδιο, ο Ελληνικός μύθος είναι ο κόσμος που αισθανόταν πιο άνετα από παντού.

Ο Καμί επιστρέφει και μαζί του επιστρέφει η αντίληψη ότι η ηθική υπόσταση ενός ανθρώπου σηματοδοτεί αλλά και δίνει νόημα στην αίσθηση ευθύνης των επόμενων γενεών ανεξάρτητα από την ταυτότητα κάθε εποχής. Κοιτάζοντας τον επόμενο από τη δική του εποχή κόσμο αναπολεί τις μνήμες της δικής του ζωής και ο συγγραφέας βρίσκει την ευκαιρία να «συλλαβίσει» την εκλεκτική του συγγένεια με τον μεγάλο δημιουργό, μια διακειμενική συνομιλία με τον γαλλοαλγερινό συγγραφέα,  με αφορμή το σύνολο σχεδόν του έργου του Καμί, ιδιαίτερα αγαπημένο του Δημήτρη Στεφανάκη.

Ο βραβευμένος συγγραφέας με λόγο ελληνικό, λιτό και ταυτόχρονα αιχμηρό, συνθέτει μια ιστορία φανταστική και απεικονίζει μέσα της με διεισδυτική ευθύτητα τη ρεαλιστική εικόνα ενός σύγχρονου κόσμου, καλώντας μας να αναλογιστούμε τελικά, πως κάθε εποχή έχει τα δικά της ανάλογα, ίσως αυτά που της αξίζουν ή και όσα κατάφερε να δημιουργήσει και να αφομοιώσει.

Ο βαθμός στον οποίο ανταποκρίθηκε ο Δημήτρης Στεφανάκης στο έργο του Καμί ενδεικτικός.  Άλλωστε, κάθε δημιουργία απαιτεί μια διαδικασία επώδυνη και ο βαθμός στον οποίο ανταποκρινόμαστε σ’ αυτήν αποτελεί τον δείκτη του πολιτισμικού μας ορίζοντα.

Και ο Καμί επιστρέφει «ταξιδεύοντας μέσα» σε έναν σύγχρονο συγγραφέα,  επίγονο της δικής του πνευματικής σχολής και «στον άχρονο κόσμο της λογοτεχνίας», και αναδύεται για μια ακόμη φορά, «Λες κι αναδύθηκε ξαφνικά στη μέση του πελάγους, σ’ ένα κατάφωτο σκηνικό βράχου και θάλασσας» και αντικρίζει ξανά τη ζωή μέσα στο καλοκαιρινό φως, επειδή η δικαιοσύνη που λέει ο Σεφέρης είναι τελικά η δικαιοσύνη του φωτός και η Μύκονος ξέρει από φως…

SYLLA_KALO

Συλλαβίζοντας το καλοκαίρι, Δημήτρης Στεφανάκης, Εκδόσεις Ψυχογιός 

Tessy Baila – Editor in Chief

 

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular