Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

 

Τέσσερις Γωνιές και Επτά θανάσιμα Αμαρτήματα, Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής, Εκδόσεις Κέδρος

Ήθελε πάντα να είναι και εκείνος μια ιστορία. Απ’εκείνες που δεν γερνούν. Ήθελε πάντα να είναι ένα σημάδι στον τοίχο κάποιου παλιού σπιτιού που ποτέ δεν θα κλείσει. Που θα αφήνει να ακουστούν οι μαγικές φωνές των χαμένων μας φίλων, τα βήματα των κοριτσιών μας που αποκοιμήθηκαν για πάντα, ο άνεμος μιας εποχής που σφυρίζει και όλο λόγια κουβαλά, ονόματα και εποχές.

Θα ‘θελε να τον είχε κομματιάσει ένας έρωτας μεγάλος, σαν αυτούς που κρατούν όρθιες τις ζωές στην καινούρια, εξαιρετική έκδοση του Κέδρου διά χειρός Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή. Θα ‘θελε – μα δεν το μπορεί – να γράψει μια μπαλάντα για εκείνους που χάθηκαν, αλλοτινές ευτυχίες που σώπασαν σε παλιά, αθηναϊκά ξενοδοχεία. Να μπορούσε λέει να βρεθεί σε εκείνη την σκάλα του Βασίλη Πρωτόπαππα που οδηγεί στους απάνω ορόφους της μνήμης. Εκεί ίσως να γράφτηκαν οι ιστορίες που περιλαμβάνονται στις «Τέσσερις Γωνίες και επτά θανάσιμα αμαρτήματα» που οι καλές εκδόσεις του Κέδρου φέρνουν στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Για φαντάσου τι έκπληξη για τις φιγούρες των ιστοριών του πεζογράφου και μεταφραστή Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή να βρίσκουν μες στις σελίδες ενός υπέροχου βιβλίου την φωνή που για πάντα χάσανε. Πλαισιωμένες από τις εξαιρετικές αναπαραστάσεις του Βασίλη Πρωτόπαππα ξέρουν να υποβάλλουν τον αναγνώστη. Ο μάγος, ο διαβάτης μες στην βροχή, η σκάλα της οδού Σατωβριάνδου 3 συνιστούν τις καλύτερες εισαγωγές για τις ιστορίες του συγγραφέα.

Η Ελλάς σαν παραμάνα αναθρέφει τους χαρακτήρες της έκδοσης που κατορθώνουν να μεταφέρουν αυτούσια την ατμόσφαιρα μιας εποχής. Στο φόντο η ζωή που περνά με την υπόκρουση από εμβατήρια λαϊκά. Επαγγέλματα χαμένα που στεριώσανε ζωές και δώσανε ελπίδα στα πλήθη ενός τρομερού αιώνα, συνήθειες και χαρακτηριστικά ενός παλιού καιρού, βρίσκουν μια θέση μες στις ιστορίες του Δρακονταειδή. Εφήμερες βιογραφίες που στα χέρια μιας αξιόλογης πένας αποκαλύπτουν την ανθρωπιά του κόσμου. Είναι το σκληρό και άκαμπτο όργανο της γλώσσας που μετατρέπεται στην φωνή τους, η γλώσσα που στα χέρια του επιδέξιου συγγραφέα διατυπώνεται με εκείνη την προφορικότητα που χρειάστηκαν πάντα οι ποιητές και που με τόση δυσκολία κατόρθωσαν να στερεώσουν, ανυποψίαστοι πως μες στις τάξεις της κρύβονται τόσες και τόσες μυθολογίες, η ψυχή καθώς λένε και η πίκρα μας.

Ο συγγραφέας δεν επιλέγει να συγκινήσει επιστρατεύοντας τα άστρα και τα λουλούδια. Βρίσκει στα υλικότερα πράγματα όσα χρειάζονται για να καταστρώσει αυτές τις παράξενες ιστορίες του που μοιάζουν να μπερδεύονται, κομμάτια ενός αστικού μύθου που βρέχει σήμερα τα χείλη μας. Την ώρα που ο 20ος ελληνικός αιώνας κυλάει προς τα πίσω και οι σκιές μακραίνουν, συγγραφείς όπως ο Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής ξύνει το περιτύλιγμα του αποχαιρετισμού μας και αντλεί από την ιστορία της ζωής μας. Τίποτε δεν λησμονεί στις σκηνογραφίες του. Τα άσπρα κεντητά σεμέν που στέκουν σήμερα μια αναντίρρητη, συλλογική ανάμνηση. Τους Καζαμίες, τις φυλλάδες και τους βίους των Αγίων, μια νουβέλα για τον κόμη Μοντεχρήστο , τις κακοτυπωμένες εκδόσεις, όλη εκείνη την χλωροπανίδα της λογοτεχνίας colportage που κράτησε όρθια την φαντασία μες στους κόλπους μιας σκληρής βιογραφίας. Μια ζωή ριγμένη στην ανάγκη της φυγής, στην μοιρολατρία, τον ντετερμινισμό που πέρα από τα ειδικά χαρακτηριστικά των ιστοριών της έκδοσης του Κέδρου δεν παύουν να αποτελούν ενδεικτικές διαφορές πολιτισμικού επιπέδου στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας επωάζοντας εκείνο που σήμερα ορίζεται ως φολκλόρ και όλο νοσταλγία μας αποχαιρετά.

Ζωές σαν μινιατούρες μεγεθύνονται στα χέρια του συγγραφέα, θυμίζουν παράξενα ζώα κάποιων ναυαγίων ή πάλι μαρτυρίες του θαύματος με το οποίο η ελληνική κοινωνία κρατήθηκε όρθια τις δεκαετίες τις κρίσιμες της ύπαρξής της. Λασπόδρομοι και γειτονιές και περιπλανώμενοι που βρίσκουν απάγκιο στην επαρχιακή Αθήνα, κούκλες μιας σκηνής που ως σήμερα εδώ και εκεί αφήνει να αποκαλυφθούν τα σύνεργα της. Η οδός Σατωβριάνδου  που παραμένει μια κιβωτός της αστικής Αθήνας που γεννιέται και πεθαίνει και θυμάται και ξεφτίζει πρώτα πάνω στα γύψινα των σπιτιών της. Δρόμοι γεμάτοι πια από τρυφερότητα που στέκει ως επιλογή για τους χαρακτήρες του βιβλίου, ανθρώπους που υπέφεραν και νικήθηκαν. Χρόνια πριν το μεγάλο μετά- της ιστορίας μας, ένας καιρός βαρύς και τραγικός, γεμάτος από νόστο και ελπίδα, η κλίμακα της πολιτείας που σε λίγο καιρό θα διαλυθεί, θα συντριβεί κάτω από μια ιστορία αιώνιας ανασυγκρότησης. Είναι ένα χρονικό τα διηγήματα της έκδοσης του Κέδρου, ένα χρονικό για την  τραχύτητα αλλά και την αμέριστη γλυκύτητα της ζωής, του πρώτου έρωτα, του αποχαιρετισμού που πέφτει σαν βροχή από όλες τις σελίδες των «Τεσσάρων γωνιών».

«Σκόρδο», «Το μόνο της ζωής μου ταξίδι» και έπειτα τα «Επτά θανάσιμα αμαρτήματα» με σκηνές βγαλμένες από την ζωή. «Αλαζονεία, Στοιχεία περί αγιασμάτων», «Ζηλοφθονία, Νίκη», «Απληστία, Κλαίει μες στην καρδιά όπως βρέχει στην πόλη» μερικοί από τους τίτλους των διηγημάτων που συνθέτουν την έκδοση του Κέδρου. Και ανάμεσά τους τα επιμύθια, λόγια που ξεστομίζονται από σαιξπηρικούς βασιλιάδες και Αμλέτους πάνω στις πολεμίστρες του χρόνου. Ιστορίες απόλυτα μοιρασμένες ανάμεσα στον έρωτα και τον ανελέητο σαρκασμό της ζωής που παραμένει ακλόνητη. Και κάπου εκεί η μνήμη που σημαίνει να ακολουθείς τα πράγματα μετά το τέλος τους, να διαβαίνεις τις κλειδωμένες πόρτες των σπιτιών, να ανακαλείς την χορογραφία του πρώτου έρωτα. Ωδή στους κολασμένους μια φορά και έναν καιρό που διαμορφώνουν μια ολόκληρη, κοινωνική τάξη, σήμερα χαμένη. Χειρονομίες και αισθήσεις που υψώνονται σαν μια κόκκινη αντίστιξη στο πένθος που σκέπασε εκείνα τα χρόνια. Ζωές κατάκοπες από την μάχη τους με την υπερηφάνεια, νύχτες υγρές και βαθιές του έρωτα και στο μέσον του τραπεζιού οι μικρές και οι μεγάλες μας ιστορίες, το ψωμί της θύμησης. Μια ρεκλάμα λαϊκή ανάβει μες στις ιστορίες του Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή και από κάτω φωτίζεται το ατόρνευτο κεφάλι της λαϊκής μας προτομής που ράγισε και πάει. Είναι η γοητεία του παρελθόντος η πηγή που σκύβει να ξεδιψάσει ο συγγραφέας φορώντας στις λέξεις το μαρτύριο της ρωμιοσύνης που μες στις μεγαλουπόλεις υπερασπίζεται την ζωή, που συντρίβεται και προχωρεί αφήνοντας λίγο αλάτι στην έρημη αμμουδιά. Τα πρόσωπα των ιστοριών που περιλαμβάνονται στις «Τέσσερις Γωνιές και Επτά θανάσιμα αμαρτήματα» δεν μπορούν να γεράσουν. Τα διασώζει για πάντα η λογοτεχνία που τις ξαναφέρνει στο προσκήνιο με μια αθεράπευτη θέρμη πίσω από τον μαργαριταρένιο καταρράχτη της μνήμης. Τα χρόνια τις σαρώνουν, οι άνεμοι της συλλογικής μας ύπαρξης παρασέρνουν τα σεμέν, τους τίτλους, τα προγονικά κάδρα με τις καπνισμένες φιγούρες, τις τσαρουχικές. Μα είναι κάτι ώρες, σαν ετούτη που σηματοδοτεί η καινούρια έκδοση του Κέδρου που όλα ζωντανεύουν και λαγγεμένα περνούν εμπρός από τα μάτια μας, αγέραστα κρινολίνα αρχαίων φιλενάδων μας. Κάπως έτσι παίρνει σάρκα και οστά τούτο το λεύκωμα του Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή και προβάλλουν στον χάρτη της ζωής μας κάτι νησιά, κάτι πατρίδες λησμονημένες. Ο συγγραφέας αντικρίζει τα πράγματα μες στον χρόνο, ανάβει το τσιγάρο του πάνω στα παλιά και τα ξεχασμένα και γεμίζει την ερημιά μας με νοσταλγία.

Το σύντομο, λιτό βιογραφικό λέει πολύ λιγότερα για τον συγγραφέα από όσα σήμερα διαμορφώνουν το έργο του. Ο Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής είναι πεζογράφος, δοκιμιογράφος και μεταφραστής από τα γαλλικά και τα ισπανικά. Από τις εκδόσεις Κέδρος κυκλοφορούν «Χρήστος Καραγιάννης, η Ιστορία ενός στρατιώτη (1918-1922), «Κ. Νίδερ, Η εκστρατεία της Ουκρανίας (Ιανουάριος – Μάϊος 2019) και το μυθιστόρημα «Η Πρόσοψη».

Όμως πολλά περισσότερα για εκείνον που απόψε μου συστήνεται από τις σελίδες της καινούριας έκδοσης του Κέδρου έχει να πει εκείνο το επιμύθιο που σφραγίζει τα Επτά θανάσιμα Αμαρτήματά του. «Ότι και να κάμω, πάντοτε έχω κάτι τι εντός μου το οποίον με λυπεί», γράφει κάποτε ο Νίκος Δραγούμης. Ίσως να πρόκειται για τους χαρακτήρες και τα αντικείμενα που ξαναζούν μες στην απόλυτη μοναξιά του συντελεσμένου τους χρόνου. Ίσως να έχει να κάνει με εκείνη την ρήση του Ζενέ που θέλει την ανθρώπινη ύπαρξη τόσο ανεπιφύλακτα και ακατάλυτα μόνη, νικημένη πάντα από τον χρόνο και την σκόνη. Και οι αισθήσεις; Ίσως για εκείνες να μιλά το επιμύθιο που σφραγίζει το τέλος του βιβλίου, για αυτές που κάποτε μας δείχνουν πίσω από το στόχαστρό τους την αυθεντική συγκίνηση, την διόλου επιτηδευμένη.

Η φωνή της πανέμορφης θείας Ευριδίκης ακούγεται από τα βάθη των δωματίων της οδού Σατωβριάνδου. «Είναι για το λιωμένο κερί και την τρικυμισμένη σκόνη που λυπάται ο ποιητής».

«Τέσσερεις Γωνίες και Επτά θανάσιμα Αμαρτήματα», του Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή. Από τις εκδόσεις του Κέδρου.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular