Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

 

Το αίνιγμα του χαμένου θεού και άλλα θεατρικά έργα…, Χριστόφορος Χριστοφής, Εκδόσεις Νίκας

Με τον τρίτο τόμο των θεατρικών του απάντων, ο διακεκριμένος σκηνοθέτης κινηματογράφου και θεάτρου, με τεράστιες επιτυχίες στο ενεργητικό του και στον τομέα της όπερας, υπερβαίνει εαυτόν και καταθέτει τον θεατρικό του οβολό στο παγκάρι της παγκόσμιας δραματουργίας.

Σε μία αέναη εξελικτική διαδικασία συνδημιουργεί διαδρώντας με το περιβάλλον έργα που φέρουν το χωροχρονικό στίγμα της συγγραφής τους, είναι όμως διαχρονικά και παγκόσμια, γιατί ο ίδιος δεν δεσμεύεται από τοπικιστικές συνθήκες. Αρύει τα νάματά του από την Μυθολογία, την Θεολογία, την Θρησκειολογία, την λεγομένη Μεταφυσική, αλλά και την Φυσική, ως μαθηματικό πλαίσιο αναφοράς και με διαβατήριο την Λογική διερευνά τα σύγχρονα πολιτιστικά φαινόμενα. Η περιρρέουσα λογοτεχνική ατμόσφαιρα φαντάζει τόσο ασφυκτική που τον αναγκάζει να καταφεύγει στον κόσμο του πνεύματος, όπου το απολλώνιο στοιχείο συναντά το διονυσιακό και συνδυάζονται αρμονικά σε μία ολύμπια ηρεμία που προσιδιάζει στον βουδιστικό διαλογισμό κενού.

Ευαίσθητος δέκτης των κοινωνικοπολιτικών αλλαγών της ταραγμένης μεταβατικής εποχής μας, συμπάσχει με τα θύματα της κλιματικής αλλαγής και συμπονάει όλα τα έμβια όντα. Μία έμπρακτη απόδοση ενσυναίσθησης είναι αυτά τα γραπτά, με τα οποία κλείνει ένας δραματουργικός κύκλος τριών βιβλίων και ανοίγει ένας άλλος, ευρύτερος, υπερεθνικός.

Ο Χριστοφής (και με την περίφημη «Ρόζα» του) δεν είναι εθνικός δραματουργός αλλά πανανθρώπινος ποιητής που υπερβαίνει ακόμα και το μέσο που επιλέγει κάθε φορά για να εκφραστεί. Ανήσυχο πνεύμα, κινήθηκε ανάστροφα από τον περισσότερο λαοφιλή κινηματογράφο προς το κρυπτικότερο σύγχρονο ποιοτικό θέατρο, μεταφράζοντας από τα αρχαία ελληνικά και δημιουργώντας στιγμές πραγματικής θεατρικής ευωχίας.

Η αρχαιογνωσία του είναι σχεδόν μεταφυσική. Κινείται στον ιστορικό χωροχρόνο σαν να μην δεσμεύεται από την βαρύτητα και από τους περιορισμούς του υλικού του σαρκίου. Χωρίς να είναι ρομαντικός, ούτε νεοκλασικιστής είναι. Μάλλον ιδεαλιστής, ρεαλιστικής στο μέτρο της καρδιάς, ποιητικός ούτως ή άλλως, αφαιρετικός, επεξεργάζεται έναν ιδιότυπο μινιμαλισμό οικονομίας της έκφρασης, όπου πρωτοστατούν οι ήχοι κι ακολουθούν οι εικόνες. Θα μπορούσαμε να πούμε ως εκ τούτου πως συγγράφει ένα «θέατρο λόγου», που απευθύνεται σε έλλογα όντα και νοήμονες συνειδητούς πολίτες του κόσμου. Οι εχέφρονες συνδημιουργικοί θεατές, οι «επαρκείς αναγνώστες» δεν είναι απλώς ο στόχος του, αλλά οι σύμμαχοί του, η ανάσα και το οξυγόνο του.

Διακριτικός και χαμηλόφωνος, κρατήθηκε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας επιζητώντας μια σύμπλευση σχεδόν συνωμοτική με τον εκάστοτε συνομιλητή του (είτε δια ζώσης είτε μέσα από το φιλμ, την οθόνη, το τυπωμένο χαρτί). Αυτή ακριβώς την sotto voce διάσταση έχουμε χάσει τα τελευταία χρόνια με τον μεγαλόφωνο ναρκισσισμό των ηλεκτρονικών μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ο ναρκισσισμός που προτάσσει ο Χριστόφορος Χριστοφής είναι αρχαιοελληνικού τύπου, αθώος, αγνός, τελεστικός. Αιώνιος έφηβος ο ίδιος, δημιουργεί αγνοώντας το φάσμα των αρνητικών ενεργειών, προβάλλει συγκρατημένες ευτοπίες, αποφεύγει τις ουτοπίες, ζωγραφίζει με φωτεινά χρώματα τις ηρωίδες και τους ήρωές του επιχειρώντας να σκορπίσει το σκοτάδι εντός τους, τον εγγενή ζόφο, χωρίς τον οποίον θα ήτο ημιτελής και ανεκπαίδευτος η ανθρώπινη φύσις.

Αυτή η παιδαγωγική διάσταση είναι βαθιά ηθική, χωρίς να γίνεται διδακτική ή ηθικοπλαστική. Είναι απλώς ένας τρόπος να υπάρχεις. Το «είναι» εις βάρος του «φαίνεσθαι» (που απαιτεί όμως τα απαράγραπτα δικαιώματά του).

Κι ας περάσουμε σε μια ποιητική και εις βάθος ανάγνωση των πολλαπλών υποστρωμάτων αυτών των κειμένων που λειτουργούν ως παρτιτούρα και θα ολοκληρωθούν μόνον με το παραστατικό γεγονός, με το εκάστοτε σκηνικό τους ανέβασμα που διαφοροποιεί και τις συντεταγμένες και τις θεματικές ανάλογα με τις προσλαμβάνουσες και με τις έγνοιες του κοινού.

1 . ΠΕΡΑΣΤΙΚΟΙ  ΠΑΝΩ ΑΠ ΤΟΥΣ ΑΜΜΟΛΟΦΟΥΣ

Ιλαροτραγωδία των εμμονών, την χαρακτηρίζει ο πολυμήχανος συγγραφέας παραπέμποντας υπογείως στις τραγικωμωδίες (ή στις «κωμωδίες με αίσιον τέλος») του «τραγικώτερου των τραγικών», του αγαπημένου του Ευριπίδη, με τον οποίο τρέφει μια εκλεκτική συγγένεια.

Ήδη από τις σκηνικές οδηγίες-ενδείξεις διαφαίνεται η σκηνοθετική οπτική:

Ο χώρος γενικά έχει μια δική του «ρευστότητα».

Η εποχή όπου διαδραματίζεται το έργο είναι  στις αρχές του 21 ου αιώνα.

Ο επόμενος διάλογος δίνει τον τόνο στον όλη φιλοσοφική-θεολογική-τοπολογική αναζήτηση στα βάθη του Χρόνου και της Συλλογικής Μνημοσύνης:

ΧΡΗΣΤΟΣ

Ξέρεις τι πιστεύω; … αυτή η γυναίκα που ψάχνεις, την έχεις φανταστεί. Την έχεις φτιάξει, να, εδώ μέσα (δείχνει τον κρόταφο)… κάτι νιώθω κι εγώ.

 

ΝΕΖΕΡ

Ζούμε με τους νεκρούς.

Φράση αντάξια ενός Ίψεν, εντός Ντοστογιέφκσι, του Ευριπίδη, του Μπέκετ…

Και η μεταφυσική, σουρεαλιστική στόχευση του αλλεργικού στα ανθρώπινα αποκαλύπτεται μέσα από ένα χιούμορ αυτοσαρκαστικό, βιτριολικό.

Ο στόχος της χωρικής αναζήτησης αποκαλύπτεται μέσα από ιντριγκαδόρικες ερωταποκρίσεις.

Αμέσως μετά την «έκθεση» η αφήγηση προχωρεί με άλλο ρυθμό.

ΧΡΗΣΤΟΣ

Και νομίζεις ότι είχε ανάγκη τη σύφιλη για να γίνει εκείνο το τέρας… Τα τέρατα

γεννιούνται…

Στη φράση αυτή υποκρύπτεται μια φιλοσοφία και μια θέση ζωής. Η μοίρα του ανθρώπου καθορίζεται από τις επιλογές του και οι επιλογές από την «φύσιν» του. Ας θυμηθούμε το παραμύθι, την παραβολή του Αίσωπου για τον αφελή βάτραχο και για τον θρασύτατο, ασυγκράτητο, δηλητηριώδη σκορπιό, που αυτοκτονεί υπακούοντας τα ορμέφυτά του.

Δύο φορές συναντάμε το επίθετο «εξωγήινο» και δεν μπορεί να είναι τυχαίο σε ένα τόσο προσεκτικά φιλοτεχνημένο κείμενο. Ας μην ξεχνάμε την ενασχόληση του Χριστόφορου Χριστοφή με τον χορευτή Νιζίνσκι και με την απίστευτη «κηρώδη ευκαμψία» του (ceracious pliancy).

Πολύ σύντομα κορυφώνεται η σύγκρουση αυτών των δύο κεντρικών δραματικών προσώπων: του Χρήστου (οδηγού, βοηθού του συγγραφέα)  και του Αλέξανδρου Νεζερ  (επίδοξου συγγραφέα, ερευνητή). Διαφορετικοί χαρακτήρες, διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις, διαφορετικές στάσεις ζωής.

Εμφανίζεται ένα τρίτο πρόσωπο, η Μάγδα, φίλη του Χρήστου.

ΝΕΖΕΡ

Ένας  αόρατος άνθρωπος… Πως βρέθηκες εδώ;

[…]

ΜΑΓΔΑ

Οι  συμπτώσεις … ξεφυτρώνουν όπως οι τροφές των θεών ..

Ας προσέξουμε πάλι τις λέξεις. «Αρχή σοφίας ονομάτων επί-Σκεψις». Η λέξη «αόρατος» λειτουργεί πάλι μεταφυσικά και η νεοεισερχόμενη στο τελεστικό μας πεδίο αναφέρεται σαφέστατα (αλλά χωρίς να μπορεί να τον επεξηγήσει, δίχως περιττές αναλύσεις) στον καθοριστικό ρόλο της Τύχης ενάντια σε κάθε θεοκρατικό ντετερμινισμό.

Η ποίηση παρεισφρέει μέσα από όλους τους πόρους αυτού του ερμητικού κειμένου, ανοικτού σε πολλές και διαφορετικές ερμηνείες, όπως όλα τα μεγάλα έργα του Λόγου και της Τέχνης του συν-σκέπτεσθαι.

Και σε αναδρομή (κοινώς flash-back) η μοιραία συνάντηση σε ένα μπαρ του επίδοξου συγγραφέα και της Χάνα, εγγονής της υποτιθέμενης πόρνης που φέρεται ως υπεύθυνη για την παράνοια του Χίτλερ. Πυκνοδομημένος διάλογος, όπως όλοι σε αυτό το βιβλίο, με ειρωνικές υποδόριες εκρήξεις λογοτεχνικής κριτικής.

Στον διακριτικό σαρκασμό κρύβεται η γοητεία αυτού του κειμένου: αυτοαναιρείται, ο μύθος συστρέφεται σαν μυθικό ερπετό και περιελίσσεται γύρω από την μαγική ράβδο φιλοσόφου περιηγητού φαινομένων και αοράτων.

Κάποιες φορές ξαφνικά ο διάλογος γίνεται πιο κοσμογονικός, απογειώνεται με υπερπραγματικά όνειρα, προσγειώνεται χωρίς λογικές προφάσεις, καταφεύγει στην μοναξιά της επιλεκτικής σιωπής. Σουρεαλισμός, ποιητικός ρεαλισμός, μουσική αντίληψη του Χρόνου και οικονομική διαχείρισή του. Ο σκηνοθέτης Χριστόφορος Χριστοφής είναι δεξιοτέχνης στις σιωπές και στις παύσεις, σαν τον νομπελίστα (αείμνηστο κι αθάνατο) Χάρολντ Πίντερ.

Η αρχική δακτυλόγραφη στίξη στην στενογραφημένη μουσική ιδιοτυπία της (αλλού δύο, τρεις, τέσσερις τελείες, ή καμία) κενά και σκηνικές οδηγίες δίνουν το τέμπο σε μια σύνθεση που είναι κυρίως ηχητική και μετά δημιουργεί εικόνες στο συνδημιουργικό μυαλό κάθε επαρκούς αν-Αγνώστου.

Το Άγνωστο, το Απροσδιόριστο, το Ασαφές, το Άρρητο, το Άφατο, το Αόρατο, το Εξωκοσμικό πρωταγωνιστούν εδώ, σε αυτό το ορθάνοιχτα κρυπτικό κείμενο που ευνοεί τις επινοημένες ή επινοητικές αναγνώσεις.

Και μετά την φιλοσοφική απογείωση η φιλοσοφημένη προσγείωση. Άσχημος βιοπορισμός και κέντρα αποτοξίνωσης για την Μάγδα και για τον Χρήστο. Η αφηγηματική μαεστρία προϋποθέτει τις πολλαπλές, αλλεπάλληλες ανατροπές. Ο Χριστόφορος Χριστοφής δεν είναι απλώς ακόμα ένας συγγραφέας, αλλά μάγος, προφήτης, κατάγεται από τους σαγηνευτικούς, τους θρυλικούς παραμυθάδες της Ανατολής.

Η κεντρική κινητήριος ιδέα αποκαλύπτεται στην όγδοη σκηνή αυτού του καλογραμμένου έργου:

ΝΕΖΕΡ

Μισο-αλήθειες … μισο-ψέματα … δε θέλω να πεθάνω χωρίς να μάθω το γιατί . .. όσο κι αν σου φαίνεται αυτό μελοδραματικό … γιατί αυτή η υπόθεση είναι σημαντική για  μένα … δε θέλω να πιστέψω ότι κάποιος ενσαρκώνει το κακό μόνο και μόνο για  να πάρει ηδονή απ’ αυτό … δεν θέλω να το παραδεχτώ ..

Η αδυναμία του πανάγαθου ανθρώπινου μυαλού να συλλάβει το τερατώδες; Μήπως γι’ αυτό εξόρισαν οι Αθηναίοι τον Αισχύλο στη μοιραία Σικελία; Για τις δαιμόνιες, αγωνιώδεις «τερατείες» του; Ο Ευριπίδης εξορίστηκε για άλλους λόγους: ήταν πάντα με το μέρος των χαμένων, των θυμάτων… Σκοπός και στάση ζωής η ορθοφροσύνη ενσυναισθήσεως ένεκα. Πληρώνεις πολύ ακριβά την επιμονή να διαφέρεις από τους άλλους, τους σταυλισμένους, τον βολεμένο περίγυρο. Πρόσωπα σαν τον Νέζερ μόνο μέσα στα μυθιστορήματα και στα προχωρημένα, πρωτοποριακά έργα βρίσκουν στέγη.

Δεν πρόκειται για «θέατρο ιδεών» αλλά για ανταλλαγή κοσμογονικών ενεργειών που διαπλάθουν συνειδήσεις και ζυμώνουν αγωνίες στο χωνευτήρι μιας δίψας εφηβικής για το Επέκεινα, για το Άγνωστο, για το Υπερβατικό. Ανάλογο ποιητικό θέατρο δεν υπάρχει στην Ελλάδα σήμερα.

Ο μυστικισμός κορυφώνεται στο παραλήρημα της σκηνής/εικόνας με αύξοντα αριθμό 13 με την μυστηριώδη ΚΑΛΟΓΡΙΑ.

Εδώ είμαστε πέρα από τα όρια του Επιστητού, πέρα και από λεγόμενο «Παράλογο» ακόμα κι είτε το αποδέχεσαι είτε δεν το αποδέχεσαι αυτό το θέατρο είναι η σκοτεινή συνείδηση της ανθρωπότητας που περιμένει ακόμα τον Σωτήρα της. Κι εδώ τελειώνει το πρώτο μέρος αυτού του αρχετυπικού δράματος αρίφνητων συγκρούσεων όλων των επιπέδων και όλων των διαστάσεων.

Το Β’ Μέρος αρχίζει με την εικόνα 14 όπου ανιχνεύουμε την ενδεχόμενη συγγραφική κοσμοθεωρία: μια αίσθηση ματαιότητας των πάντων, της ίδιας της δημιουργίας συμπεριλαμβανομένης σε συνδυασμό με το περίφημο «Λάθε βιώσας» των Επικούρειων.

ΧΑΝΑ

Το σύμπαν έχει χώρο για όλα  όπως και  για το μηδέν .

Η υποτιθέμενη εγγονής της Εβραίας πόρνης που κόλλησε τον Αδόλφο Χίτλερ σύφιλη δίνει το κλειδί για να αποκωδικοποιηθεί αυτό το ερεβώδες δράμα όπου η βία δημιουργεί μια ερημιά μεγαλύτερη και από την διακεκαυμένη ζώνη του πυρός.

Με μια εκρηκτική ανατροπή επιτυγχάνεται η λύση του δράματος στο τέλος της σκηνής 15.

Ο καλός δραματουργός όμως προσθέτει επίλογο (δίκην αρχαίας τραγικής «Παρόδου») που κλείνει με την μυστηριώδη φράση του οδηγού [αντί για εκείνο το περίφημο ευριπίδειο: «Αυτά που περιμέναμε δεν γίνανε και για το απρόβλεπτο βρήκε δρόμο ο θεός»]:

ΧΡΗΣΤΟΣ

Πολλά τα φαντάσματα, μα περισσότερο ακόμα τα τρομερά γεγονότα του παρόντος χρόνου.

                                               

Και περνάμε στο αμέσως επόμενο θεατρικό έργο με τον συμβολικό τίτλο:

  1. ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΟΝΕΙΡΩΝ (Φαρσοκωμωδία την εποχή της Πανδημίας).

Στα πρόσωπα του έργου προτάσσεται η Πανδώρα (μυθολογική αφήγηση εκτός χρόνου).

Πανδώρα

Συγχωρέστε την αδιακρισία μου αυτή , την παλιά  συνήθεια να ομιλώ με προσωπείο, την έχω από τα αρχαία χρόνια.. πριν όμως σας μιλήσω για μένα, πρέπει να σας  πω ότι η ιστορία μας εκτυλίσσεται τον χειμώνα της Πανδημίας του 2020 ..

Κείμενο γραμμένο εν θερμώ με την γνωστή όμως αποστασιοποιημένη «ψυχρότητα» ενός συγγραφέα που δεν χαρίζεται στους ήρωές του και δεν παρασύρεται από τα συναισθήματά τους.

Υποδύομαι την Πανδώρα ..αυτή διάλεξα μια νύχτα, καθώς σκεφτόμουν πώς ν’ ανοίξω διάλογο μαζί σας .. ελπίζω να μ’ ακούτε και να μην είστε μια αυταπάτη του Νου ή ένα Αυτόματο φτιαγμένο από κάποιον θεό, όπως εγώ η Πανδώρα ..

Κι εδώ παρεμβαίνει ευθύς εξαρχής το στοιχείο του Αλλόκοτου που παραπέμπει διακειμενικώς στον Μπόρχες και στις «Ιστορίες φανταστικών όντων». Τι είναι αυτό το Αυτόματο, που δεν υπαινίσσεται απλώς αλλά κατονομάζει ο ιδιοφυής συγγραφέας στο πρωτότυπο αυτό έργο του;

Υπερβατικός ο προλογικός αυτός μονόλογος θυμίζει τις εισαγωγικές ρήσεις «από μηχανής» θεών και θεαινών στις ευριπίδειες τραγωδίες.

Ακολούθως ο διάλογος γίνεται ρεαλιστικός. Αυτές οι υφολογικές μεταπτώσεις που διαφοροποιούν το κείμενο και του προσδίδουν την εκφραστική ιδιαιτερότητά του είναι σύμφυτες με το συγγραφικό ήθος και με το λογοτεχνικό έθος.

Αριάδνη (στον Νικόδημο):

Δεν τον θυμάσαι τον Περσέα.. είναι συγγραφέας …αναζήτησης ύφους και ήθους

Τον λυπάμαι που γράφει σε μια γλώσσα που την διαβάζουν ολοένα και λιγότεροι

Δεν την παίρνει σοβαρά κανείς !

Περσέας:

Ένσταση ! Γράφω για εκείνον τον έναν που θα επικοινωνήσει μαζί μου ..

Δεν πρόκειται για αισθητισμό αλλά για συγκρατημένη απελπισία. Αυτή η δήλωση υποκρύπτει όλα τα κλειδιά αποκωδικοποίησης αυτής της πενταλογίας που επιμένει στο κωμικό στοιχείο και στην τραγελαφική διάσταση των φαινομένων, των πεπραγμένων και των πεποιημένων.

Και η ιδιότυπη σχέση με τον Χρόνο:

Περσέας:

Ο χρόνος είναι μετέωρος ..πλανάται γύρω μας ,κάνει βουτιές και χαπ, μας αρπάζει ξαφνικά μας νικάει ..όπως στις αρχαίες αρένες ..τον άτυχο μονομάχο !

Η Σκηνή 3 αρχίζει με την πικρή αλλά ακριβοδίκαια διαπίστωση:

Νικόδημος: 

…εξ άλλου σ αυτή την πόλη δεν βρίσκεις ποτέ την άκρη σου, κάποιος να σε ακούει προσεκτικά είναι σπάνιο ..σε διακόπτουν με κάτι άσχετο ..ο καθένας μονολογεί το δικό του σακατεμένο παραμύθι ..

Όπως στα μονόπρακτα του Τεννεσσή Ουίλλιαμς, μεταιχμιακοί ήρωες ερωτεύονται την αθανασία και περιφέρουν τον εαυτό τους ανάμεσα στα στοιχεία της Φύσης που τους μαστιγώνουν αλύπητα.

Κι εδώ επανέρχεται το στοιχείο του Χρόνου ως leit motiv σε όλο το έργο του Χριστόφορου Χριστοφή:

Νικόδημος:

Η ζωή έχει τους κύκλους της ..τους βιορυθμούς της ..σκέψου πως για τους  Βαβυλώνιους  ο μεγάλος χρόνος κρατούσε δεκαοκτώ και κάτι χρόνια ..έτσι και για κάθε άνθρωπο η ζωή του μετριέται σε κύκλους ..η μάγισσα γιαγιά μου, το ήξερε ..πως τα γνώριζε.. δεν ξέρω, μυστήριο της φύσης ..δεν την είδα να διαβάζει ποτέ, αλλά ούτε τηλεόραση έβλεπε ..στα χωράφια έψελνε ακατανόητα για μένα λόγια ..σταματούσε μπροστά από τις αρχαίες ελιές, ήξερε την ηλικία της καθεμιάς ..

Στην δέκατη σκηνή επανέρχεται η Πανδώρα, αφού έχει αφήσει τα ίχνη των κραγιοναρισμένων χειλέων της στα τζάμια ενός ψαγμένου βιβλιοπωλείου μιας νευρωτικής εκδότριας.

Η Απολογία της Πανδώρας

Με ποιο τρόπο βρέθηκα εδώ ριγμένη δεν μπορώ να σας το εξηγήσω, τι έγινε ύστερα από εκείνη την άτυχη συμφορά,  όταν  άθελα μου, σκόρπισα   όλα τα κακά στο σύμπαν .. τουλάχιστον   κάποιοι θεοί με συγχώρεσαν και ..είπα να  τους ακολουθήσω, όπως και τον δάσκαλο μου, τον  Ησίοδο , που μου έμαθε την ελληνική γλώσσα  και να μετρώ τους αριθμούς, άπειρους, όσο οι γαλαξίες, τα αστέρια και οι πλανήτες ..                                    

Σαν μυθολογικό ιντερμέδιο που σκοπό έχει να εκτονώσει το βεβαρημένο θυμικό από τις αέναες συγκρούσεις των ανθρώπων. «Πατήρ πάντων ο Πόλεμος», για να μην ξεχνάμε και τον αιρετικό παππού μας Ηράκλειτο.

Η σύγχρονη αυτή υπερβατική «παράβαση» συνεχίζεται στην εικόνα:

12

(αφήγηση εκτός χρόνου με μάσκα)

Πανδώρα

Κάθε όνομα, όπως και κάθε ζωή, είναι μια μεταφορά, όπως και τ’ όνομά μου εξ άλλου Πανδώρα ..κάτι σαν  μεταφορά κυλάει …ταξιδεύει …το Παν, είναι από αλλού ..άλλοι ορίζοντες, αχανείς ..το δώρα, ..δώρο ..κατανοητό και στους πιο ανυποψίαστους ..

Οι ζωές των θνητών και των θεών κάποτε σμίγανε ..κάποτε !

Εδώ και καιρό έχουν πάρει διαζύγιο ..οι θεοί έχουν απομακρυνθεί , στα διαστρικά τους λιβάδια και οι θνητοί , μόνοι συνεχίζουν ..σε  κάποιο χρόνο  πρόγραμμα ακόμα ενταγμένοι  …θα δείξει, πόσο θα αντέξει !

Η Πανδώρα έχει και το προνόμιο του Επιλόγου (15η Σκηνή/Εικόνα), της λύσης ενός δράματος με πλοκή και διαπλεκόμενες ιστορίες φευγάτων όντων που αναζητούν ένα πάτημα στον έρωτα, στα βιβλία και στο κρασί (όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά) αλλά συμπονούν απερίγραπτα τους ομοίους τους και συμπάσχουν με τα ζωντανά, όταν απειλητικά δεν είναι, όσο κι αν επιτίθενται από καιρού εις καιρόν. Τελικά, δεν ήταν η Πανδώρα εκείνη που φιλοτέχνησε με κραγιόν τα τζάμια του μυστηριώδους βιβλιοπωλείου που είχε και κατείχε η εκδότρια με το επίσης σημαίνον όνομα Αριάδνη.

Όσο για μένα την Πανδώρα ..δεν έχω άλλο χρόνο για απόψε, ούτε για αύριο.

Είμαι προγραμματισμένη από τους δημιουργούς μου να σιωπήσω για πόσο χρόνο; .. κανείς δεν ξέρει, μήτε εκείνοι .. καλή νύχτα ..                                                             

Κι ακολουθεί το τρίτο δράμα, χωρίς υπότιτλο. Την ειδολογική κατάταξη θα την επιχειρήσουμε εμείς, ομού.

  1. ΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΟΥ ΧΑΜΕΝΟΥ ΘΕΟΥ

Στην τρίτη σκηνή/εικόνα λέει συν τοις άλλοις ο Θηβαίος ηθοποιός Λύκων:

Όχι δεν είμαι ραψωδός , ένας ηθοποιός είμαι και μάλιστα αυτοδίδακτος ..

Άκου Λύκων, θέλω απόψε να μας απαγγείλεις δυο μονολόγους της Αγαύης από τις Βάκχες και το τέλος από την Ανδρομάχη …έργα του Ευριπίδη με τα οποία μεγάλωσα και έμαθα σωστά ελληνικά ..πιο προσφιλή κι από του Ομήρου. Τάδε έφη ο Αλέξανδρος .. Και συνέχισε. Θέλω πρώτα όμως να σε  ακούσω να περιγράφεις την ταφή του Ηφαιστίωνα στον φιλοξενούμενο μας ..τον Κάσσανδρο .. Έφερε μέσα σ όλα, κρασί θεσπέσιο από τις Αιγές ..να το  δοκιμάσεις  ..αξίζει! Τι να πω ..δεν θέλω; .. Πήρα το κρασί και το έσταξα στη γη στο όνομα των Ωρών …σπονδή. Σας επικαλούμαι θεές ..του Λυτρωμού και της Εύνοιας,  Εσείς!

Εδώ αποκαλύπτεται ο αρχαιοελληνικός μυστικισμός, κι όχι μόνον των επισήμων μυστηρίων, αλλά ο λαϊκός (και αστικός συνάμα). Λαογραφικά δρώμενα, γονιμολατρικές τελετές, ήθη και έθιμα βαθιά ριζωμένα στην περιοχή που βρέχεται από την Μεσόγειο κι ένας κοσμοπολιτισμός που εκδηλώνεται με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην απόπειρα ίδρυσης της πρώτης κοσμοκρατορίας.

Μορφολογικά, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αυτό το είδος «νέα τραγωδία», έχει όμως μπολιαστεί τόσο βαθιά από το λεγόμενο «αστικό θέατρο», που υπερβαίνει και τον μαγικό ρεαλισμό και το «παράλογο», καθώς και τον ίδιο τον υπερρεαλισμό στη γενικότητά του. Κι αν πρέπει να επιχειρήσουμε οπωσδήποτε μια ειδολογική κατάταξη, η γενική κατηγορία «ποιητικό θέατρο» καλύπτει αυτό το ιδιότυπο, πρωτότυπο και καινοφανές δράμα, από εκείνα που μόνον ο Χριστόφορος Χριστοφής μπορεί να γράψει στην σύγχρονη εποχή και σε παρόντα χρόνο, διευρυμένο και διεσταλμένο έτσι ώστε να χωράει την ελληνική γλώσσα και τον αρχέγονο ελληνικό πολιτισμό στην πλήρη διαχρονία του.

Κι ας περάσουμε στο τέταρτο δράμα αυτής της πλούσιας συλλογής θεατρικών πετρωμάτων αμυθήτου αξίας.

  1. Η ΜΑΓΕΜΕΝΗ ΩΡΑ (Φαντασιακό Δράμα την εποχή του ρομαντισμού και των εξεγέρσεων). Ο Χρόνος είναι κι εδώ ο πρωταγωνιστής. Ιδού ο απαραίτητος Πρόλογος:

Ο Σκηνοθέτης στο κοινό:

Όσο περνάει ο καιρός και οι εποχές απομακρύνονται, ξεχνούμε και αδιαφορούμε για το παρελθόν, συχνά το παραποιούμε.

Αγαπητοί θεατές ή αναγνώστες, το έργο αυτό είναι εμπνευσμένο από μια εποχή σημαντική για την Ευρώπη, εξελίσσεται στα μέσα του 19 ου αιώνα, όπου αρρώστιες, εξεγέρσεις και αβεβαιότητα μάστιζαν τις κοινωνίες, όμως παράλληλα συνυπήρχαν άνθρωποι θαυμαστοί. Συγγραφείς, ποιητές, ζωγράφοι, ιδεολόγοι πάσης φύσεως ..που ονειρεύονταν ν’ αλλάξουν τον κόσμο .. Η ζωή  πολλούς αδίκησε, άλλους τους έσβησε, κάποιοι  όμως  έμειναν  ζωντανοί  μέχρι τις μέρες μας ..η ψυχή τους ταξίδεψε μέχρι σε μας ..

Καλή συνέχεια.

Πρωταγωνιστούν οι:

  1. Ώρα (γυναίκα γύρω στα σαράντα, περιστασιακή πόρνη, μέντιουμ)
  2. Ο Ποιητής Charles Baudelaire (εικοσιπέντε ετών περίπου)
  3. Ο κύριος παντοπώλης (μεσόκοπος, διατηρεί μπακάλικο)
  4. Ο Αναρχικός Μιχαήλ Μπακούνιν (γύρω στα τριάντα)
  5. Ο στρατιωτικός κύριος Όπικ, πατριός του ποιητή Baudelaire

(Υπάρχουν αναφορές σε πρόσωπα που δεν εμφανίζονται επί σκηνής όπως: Ριχάρδος Βάγκνερ, Βίκτωρ Ουγκώ, Βοναπάρτης ο νεότερος, Αλέξανδρος Δουμάς)

Ας προσέξουμε πώς διευκολύνει τους επίδοξους σκηνοθέτες ο θεατρικός συγγραφέας Χριστόφορος Χριστοφής με συγκεκριμένες οδηγίες για την ηλικία των δραματικών προσώπων που τον στοιχειώνουν, αλλά τα αναδεικνύει σε άστρα του δημιουργικού του γαλαξία.

Ρεαλιστικοί οι διάλογοι, γοργές οι στιχομυθίες. Θα μπορούσε να μεταφερθεί και στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση, έτσι όπως διευρύνεται σήμερα με τις διαδικτυακές προεκτάσεις. Δέκα οκτώ εικόνες/σκηνές, δράσεις εσωτερικές μάλλον, πανίσχυρες εν τούτοις. Λόγος που κινητοποιεί τα ένστικτα και ενεργοποιεί την σύσσωμη ενεργοπληροφοριακή οντότητα του συνδημιουργικού όντος που γίνεται εθελουσίως αποδέκτης αυτού του μαρμαρυγούντος χειμάρρου ουρανίας δρόσου ανυπερβλήτου [ας μου συγχωρεθεί η καθαρεύουσα, αλλά ανάλογα με το κρινόμενον παραλλάσσει και η κρίση]. Συγκρατημένης, εκλεπτυσμένη δημοτική, χωρίς ακρότητες η ιδιόλεκτος του Χριστόφορου Χριστοφή. Απέχει όμως από την καθομιλουμένη από την ανοικειωτική χρήση των λέξεων στον σχηματισμό νοημάτων πρωτόφαντων, πεποικιλμένων και μυητικών.

Αυτό το δράμα είναι πολύτιμο μονόπετρο, λογοτεχνικό διαμάντι που αν το αναλύσεις το καταστρέφεις τέμνοντάς το, θραύοντάς το. Κάποιες φορές, ελάχιστες, τα έργα Τέχνης, τα υψηλά έργα του Λόγου, απομένουμε ενεοί να τα θαυμάζουμε. Οι αναλύσεις περιττές. Καταστρέφουν την μαγεία. Είναι σαν ανατομία σε ζωντανό σώμα. Και το καλλιτέχνημα, το λογοτέχνημα, το τεχνούργημα, ΕΙΝΑΙ ζωντανό σώμα, αποκτάει τη δική του ανεξάρτητη ύπαρξη (όπως μας αποκάλυψε ο Πιραντέλλο), καθίσταται οντότητα και συνεχίζει το δικό του ταξίδι στον κόσμο, ως εγρηγορός.

Και το ύστερο, αλλά όχι και στερνό, το στερνοπούλι αυτής της τρίτης Χριστοφικής συλλογής θεατρικών έργων που θα μείνει στην Ιστορία γιατί συναιρεί γνώσεις, γλώσσες και εποχές με την ίδια λογική που ενέπνευσε τους αξιομνημόνευτους ποιητές της «Παλατινής Ανθολογίας και τον ίδιο τον Μεγάλο Αλεξανδρινό Ποιητή Καβάφη. Ας μην ξεχνάμε την αλεξανδρινή καταγωγή και έφεση του Χριστόφορου Χριστοφή που αποκαλύπτεται σε ό,τι κι αν ποιεί. «Διακεκαυμένη ποιητικότητα, αντικατοπτρική κι ονειρώδης»: αυτή θα ήταν η δική μου θεατρολογική κριτική διάγνωση. Ο Χριστόφορος Χριστοφής είναι ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν της Μεσογείου.

  1. ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ

Χωρίς ειδολογική ένδειξη κι αυτό το δράμα.

Πρόσωπα του έργου:

ΒΕΑΤΡΙΚΗ

ΞΑΝΘΟΣ

ΜΑΡΙΝΑ

ΜΑΡΙΟΣ

ΧΟΣΕ

ΛΑΖΑΡΟΣ

Χώροι:

* Ένα εργαστήρι-ατελιέ ζωγράφου (της Βεατρίκης) στο Παρίσι

* Ένας δρόμος νυχτερινός ή μπυραρία

* Δωμάτιο ξενοδοχείου στη Βομβάη.

Ήδη το σκηνικό είναι στημένο, τα πρόσωπα έτοιμα και περιμένουν να συνδιαλλαγούν, να δράσουν, να διαδράσουν, να αποδράσουν από την στυγνή καθημερινότητα, γιατί αυτό είναι το θέμα που συνέχει όλες τις παραστατικές εκστρατείες και τις λογοτεχνικές επιχειρήσεις/εγχειρήσεις του Χριστόφορου Χριστοφή. Με τη στόφα διαχρονικού σοφού ανθολογεί τα οράματά του χωρίς να λογοτεχνίζει, φιλοτεχνεί τα πονήματά του χωρίς να θέλει να ανήκει στην αμφιλεγόμενη κάστα των διανοούμενων κι απεχθάνεται τους κουλτουριάρηδες όπως την λάσπη σε παπούτσια αστού, συνηθισμένου στις αβρότητες και στην αριστοκρατική αύρα των πάλαι ποτέ καφωδείων.

Οι παρίες, οι καλλιτέχνες, οι αποτυχημένοι οραματιστές, οι ματαιωμένοι προφήτες, τα διορατικά μέντιουμ, οι αδικημένοι προορατικοί είναι οι ήρωές του, μα πάνω απ’ όλα οι παραγνωρισμένοι ποιητές, οι προπορευόμενοι της εποχής τους, οι πρωτοπόροι που δεν αναγνωρίζονται αναγκαστικά και ως πρωτοποριακοί από τους συγχρόνους τους. Αυτή η διάχυτη μελαγχολία συγκοινωνεί στον διεθνή θεατροφόρο ορίζοντα [ας μου συγχωρεθούν οι νεολογισμοί, αλλά αυτό συμβαίνει μόνον όταν εμπνέομαι] απηχώντας τις δεδηλωμένες τάσεις φυγής των ηρωίδων του ιατροφιλοσόφου Αντωνίου Τσέχωφ, μόνο που εδώ υπερισχύει μία φιλοσοφημένη ανατολίτικου τύπου νωχελικότητα, μια πεποιημένη αδράνεια προς αποφυγήν λαθών και ματαίων καταπονήσεων. Εδώ ακριβώς εντοπίζεται το ποιητικό στίγμα του Χριστόφορου Χριστοφή. Είναι μοναδικός, ασύλληπτος κι ανεπανάληπτος, παρ’ όλη την ευγενική πατίνα που ο ευεργέτης Χρόνος χαρίζει στο έργο και στην μορφή του. Είναι ηφαιστειακός, παλεύει με αρχέτυπα, ζωογονεί μάσκες, ζωοποιεί ιδέες πεθαμένες από καιρό, τις ανασταίνει.

Η παραπομπή στα όνειρα σταθερό εργαλείο της ποιητικής του, όσο κι αν δεν φέρει ηθελημένη ψυχαναλυτική στόχευση. Είναι μάλλον διαχρονική αναφορά στο κατακάθι της ψυχής, συλλογικής και ατομικής.

ΞΑΝΘΟΣ

Βλέπω τακτικά ένα όνειρο σε παραλλαγές.. μια μεγάλη φυλακή. Δεν ξέρω αν είμαι φυλακισμένος ή αν δουλεύω εκεί. Η φυλακή είναι τεράστια, ώχρινη, χτισμένη τον περασμένο αιώνα. Βλέπω τον εαυτό μου να κουβαλάει νερό στους φυλακισμένους. Συνήθως το τραβώ με μια αντλία από πηγάδι κι ύστερα το μεταφέρω στους ώμους μου μ’ έναν κουβά. Όταν ξυπνάω, λαχανιάζω κι έχω ένα βάρος στο σβέρκο.

Κι αν οι τσεχωφικές «Τρεις αδελφές» φαντασιώνονται μια ιδανική Μόσχα η δική του Μαρίνα μονολογεί για τις δικές της ουτοπικές αναζητήσεις σε μια χαρτογεωγραφία που δεν είναι – θαρρώ – του κόσμου τούτου:

ΜΑΡΙΝΑ

Δεν σας αντέχω… Τα δίνω όλα για ένα δειλινό στη Βομβάη! Κι ας έχει λεπρούς και σκνίπες, κι ύστερα στην Κίνα, τι δε θα ’δινα να περπατήσω στο Σινικό Τείχος! Το μοναδικό μνημείο που μπορεί κανείς να δει από το διάστημα! Να σκαρφαλώσω στις πυραμίδες του Μεξικού, να πουλήσω το δέρμα μου στην αστρονομική τιμή σπάνιας λεοπάρδαλης ! Δεν αντέχω τον κόσμο σας, δεν μπορώ άλλο, ούτε τον Καραβάτζιο, ούτε τον Βερονέζε, ούτε τον Μιχαήλ Άγγελο, κανέναν!

Θέλω  να μυρίσω χώμα, το κόκκινο χώμα της Αφρικής με τους τερμίτες! Να δω απέραντους ορίζοντες κι ας λυγίσω σαν την καλαμιά, ν’ ανέβω στα ύψη του Κιλιμάντζαρο και κανείς να μην μ’ αναζητήσει.

Η δυσανεξία στο περιβάλλον είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των ποιητών, όχι γιατί είναι «καλομαθημένοι» αλλά γιατί απαιτούν τον Παράδεισο και τον θέλουν τώρα, σαν τον εξιδανικευμένο «Καλιγούλα» του Καμύ. Η απόσταση από την «πραγματικότητα» και η φωτισμένη παραλλαγή της είναι το ζητούμενο, αν όχι κι ο αυτοσκοπός κάθε καλλιτεχνικής/λογοτεχνικής δημιουργίας. Καθείς επιτυγχάνει ανάλογα με τα όπλα του, τις καταβολές, τα διαβάσματα και την εν γένει καλλιέργεια, την διευρυμένη παιδεία του. Από τις επιρροές μας προκύπτει το ύφος, από τον χαρακτήρα μας το ήθος και από την συνέργεια του συνωμοτικού κοινού (για να θυμηθούμε τον Ρεμπώ) το συγχρονικό αποτέλεσμα. Η διαχρονία είναι άλλης τάξεως μεταβλητή, κατακτημένη και χαρισμένη κατόπιν των αναγκαίων κι ικανών θυσιών στον βωμό των απαράβατων θεοτήτων, της Τύχης και της Ανάγκης.

Προτείνω την βράβευση του θεατρικού συγγραφέα και δραματικού ποιητή Χριστόφορου Χριστοφή γιατί ποιεί ήθος, ανανεώνει την γερασμένη και κουρασμένη από τις μετανεωτερικές καταχρήσεις συγγραφική συνθήκη και είναι ένας λογοτέχνης παγκόσμιου βεληνεκούς, που τιμά την χώρα, την ελληνική γλώσσα και τον πανανθρώπινο πανάρχαιο πολιτισμό μας. Ο Χριστόφορος Χριστοφής είναι παρόν και μέλλον του ελληνικού θεάτρου (και των παραστατικών τεχνών γενικότερα). Δεν εξαντλείται γιατί δεν επαναλαμβάνεται, συμπάσχει και συνυπάρχει στο τώρα με το εδώ, συνδυάζει τα εισερχόμενα σήματα στον αργαλειό του μυαλού του και φιλοτεχνεί λεπταίσθητα απεικάσματα της εσωτερικής παραδείσιας λειτουργίας του. Είναι κυρίως διαφωτιστής και ουμανιστής. Συντρέχει τους αδυνάμους, αλλά δεν αντέχει τους «πτωχούς τω πνεύματι». Είναι εκλεκτικιστής κι εκλεκτικός. Είναι κινηματογραφικός και θεατρικός. Μα πάνω απ’ όλα είναι Ποιητής, από τους λίγους που συλλειτουργούν στην εποχή μας στο ξωκλήσι ενός Πόθου αρχαιοελληνικού και ανθρωποκεντρικού. Ποίηση στα μέτρα των ανθρώπων, μακριά από κακόβουλους θεούς και φθονερούς δαίμονες. Η τέχνη του είναι αγγελική κι αθώα. Τουτέστιν «παιδική», παραπέμποντας στις απαρχές του Πολιτισμού και στην εύνομη χωροταξία της έννοιας «πόλις», πολύ πριν δημιουργηθούν τα σύγχρονα τέρατα, που καταβροχθίζουν το περιβάλλον, αποκομμένα από τη Φύση και από κάθε έννοια του μέτρου. Ενάντια στη σύγχρονη επεκτατική απληστία και αλαζονεία, η δραματική ποίηση του Χριστόφορου Χριστοφή επαναφέρει την γραφή στην «Ποιητική» του Αριστοτέλη, όπου κάθε υπέρβασις του μέτρου συνιστά Ύβριν, που επισύρει την Άτην και κινητοποιεί την Νέμεσιν, επιφέρει την Τίσιν, εξασφαλίζοντας έτσι την κατά-στροφήν προς ένα σοφότερο, φωτεινότερο μέλλον. Η καταστροφική δεν είναι πάντα τελειωτική, ολοκληρωτική και αναπότρεπτη. Τουναντίον, είναι ευλογία, ευκαιρία για επανεξέταση συνθηκών και επανακαθορισμό των εκπεφρασμένων δυνατοτήτων μας. Μόνον οι ολίγιστοι δεν διδάσκονται από τα λάθη τους κι η Ανθρωπότητα έχει αποτύχει πολλές φορές στις εξετάσεις της. Οι χαμένοι πολιτισμοί και τα χαμένα νοήμονα είδη το αποδεικνύουν. Δυσεξήγητα μνημεία του περάσματός τους από τη γη στέκουν εκεί σαν ερωτηματικά για την δική μας πορεία. Αξιοποιώντας το τραγικό στοιχείο της ζωής μας ανακαλύπτουν το κωμικό και αυτή η επίγνωση δεν μας οδηγεί οπωσδήποτε στην «Θεία Κωμωδία», αλλά σε μια ανθρώπινη τραγικωμωδία σαν τα τελευταία δράματα του Ευριπίδη, που μοιάζει να συνεχίζει ο Χριστόφορος Χριστοφής στην δική μας εποχή, μεταβατική προς μια καινοφανή Αναγέννηση έξω από τα μεσαιωνικά σκοτάδια της ημιμάθειας και της άλογης κατασπατάλησης των φυσικών πόρων. Προς μια αειφόρο ανάπτυξη τού ένυλου πνεύματος κινείται η γραφή του. Και για αυτό αξίζει επισημάνσεως, αξιολογήσεως, επιβραβεύσεως. Χωρίς την κριτική ανατροφοδότηση, μετέωρα απομένουν οι λογοτεχνικές μας επιδόσεις, εκρήξεις ηφαιστείων που σβήνουν στον αιθέρα χωρίς να δημιουργούν κοραλλιογενή νησιά, χάρμα οφθαλμών. Αναζωογονητική και αισιόδοξη τελικά η εξελιγμένη και εξελικτική θεατρική γραφή του Χριστόφορου Χριστοφή. Συγκρατημένα απαισιόδοξη, μέσα από την ομοιοπαθητική θεραπεύει την Συλλογική Συνειδητότητα και γαληνεύει τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες που ελλοχεύουν στο Συλλογικό Ασυνείδητο. Εκεί τοποθετείται η αρένα όλων των πνευματικών δημιουργών. Όλα τα άλλα είναι σιωπή, που λέει και ο σαιξπηρικός Άμλετ.

Μετά Λόγου Γνώσεως,

Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας, Επισκέπτης Καθηγητής Θεατρικής Κριτικής στο ΕΚΠΑ…

www.konstantinosbouras.gr

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular