Το νησί των αρουραίων, Jo Nesbo, Εκδόσεις Μεταίχμιο
«Ο κόσμος δεν χρειάζεται ανθρώπους που αρνούνται να κάνουν το καλό»
Ο Jo Nesbo δεν έχει ανάγκη ιδιαίτερων συστάσεων. Πολυσχιδής προσωπικότητα ξεκίνησε έφηβος ακόμα ως ποδοσφαιριστής Α’ Εθνικής κατηγορίας, σκοπεύοντας να γίνει επαγγελματίας πρώτης τάξης, όταν ένας σοβαρός τραυματισμός στο πόδι τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το όνειρό του. Σπούδασε οικονομικά, εργάστηκε ως χρηματιστής και δημοσιογράφος παίζοντας με αριθμούς κατά τη διάρκεια της μέρας, ενώ τις νύχτες τραγουδούσε και έπαιζε τη μουσική που συνέθετε ο ίδιος για το πετυχημένο του συγκρότημα “Di Derre”. Κάποια στιγμή ένας εκδότης του παράγγειλε να γράψει τα απομνημονεύματα από τη ζωή της μπάντας του στο δρόμο. Ο Nesbo, όμως, αντ’ αυτού έγραψε το πρώτο του αστυνομικό μυθιστόρημα με πρωταγωνιστή τον Χάρι Χόλε (Νυχτερίδα, 1997). Σήμερα κυκλοφορούν 50 εκατομμύρια αντίτυπα των βιβλίων του (18 μυθιστορήματά, τέσσερα βιβλία για παιδιά και δύο συλλογές διηγημάτων), μεταφρασμένα σε 40 και πλέον γλώσσες. Δικαίως, λοιπόν, θεωρείται ο πιο επιτυχημένος Σκανδιναβός συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων, συγκρινόμενος σε φήμη και αποδοχή μόνο με τον Stieg Larsson (Κορίτσι με το τατουάζ κ.ά).
Το τελευταίο του βιβλίο, To Νησί των Αρουραίων, (μετάφραση: Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη) αποτελεί συλλογή πέντε εξαιρετικών ιστοριών. Οι τέσσερις από αυτές, μετεωρίζονται από άποψη φόρμας μεταξύ μικρού μυθιστορήματος, νουβέλας και μεγάλου διηγήματος και μόνο η Πέμπτη αποτελεί καθαρό διήγημα (Το Αντίδοτο). Μάλιστα, είναι και η μόνη ιστορία του βιβλίου όπου ο συγγραφές δεν επιλέγει ως χωροχρονικό σκηνικό των ιστοριών του κάποιο είδος δυστοπικού μέλλοντος, όπου φρικτές πανδημίες, ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος ή ακόμα και η εισπήδηση πανομοιότυπων αντιγράφων των ηρώων από κάποιο παράλληλο σύμπαν στο δικό μας επικαθορίζουν τη ζωή, τη δράση και τις επιλογές τους. Στο Αντίδοτο τη θέση της χωροχρονικής δυστοπίας καταλαμβάνει η άχρονη και άχωρη «εσωτερική δυστοπία» των ηρώων (πατέρα – γιού), που έχει αποβάλει κάθε τι ανθρώπινο.
Έτσι, κοινό χαρακτηριστικό και ταυτόχρονα κόκκινη κλωστή του ιδιαίτερου αυτού βιβλίου του Jo Nesbo, αναδεικνύεται όχι τόσο η δυστοπική επιστημονική φαντασία που απλά λειτουργεί ως εργαλείο στα χέρια του και έχει σκοπό να οδηγήσει τους ήρωές του στα όρια της ηθικής τους υπόστασης, αλλά η πρόθεσή του, διατηρώντας αναλλοίωτο τον χαρακτήρα του θρίλερ που έχει κάνει τόσο αγαπητά τα βιβλία του στο πλατύ κοινό, να διαπραγματευτεί αιώνια φιλοσοφικά και ηθικά διλήμματα.
Κυρίαρχα ανάμεσά τους είναι η φύση της ελεύθερης βούλησης και οι επιπτώσεις των αποφάσεών που λαμβάνουμε σε μας και τους άλλους, η έκταση και ο βαθμός της αυτοθυσίας μας για όσους αγαπάμε, το κόστος κατάκτησης του «αντικειμένου» της ερωτικής μας επιθυμίας σε αντίστιξη με την πίστη μας στη φιλία, ο προαιώνιος φόνος του Πατέρα (συμβολικός αλλά και πραγματικός) με στόχο τη «διαδοχή» του και, τέλος, η δύναμη της εκδίκησης και μέχρι πού σημείου μπορεί αυτή να οδηγήσει τον άνθρωπο, αλλά και πώς αυτός μπορεί να θεραπευτεί από το μίσος που ενσταλάζεται στην καρδιά του.
Δευτερευόντως και χωρίς ίχνος κατάθεσης «μανιφέστων», ο Jo Nesbo στις πέντε αυτές ιστορίες τοποθετείται σε μια σειρά κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Ποια είναι η «φύση» κι η ηθική της ανωτέρας τάξης και των κομπλεξικών απογόνων πετυχημένων πατεράδων αναρωτιέται σε δυο ιστορίες του. Πόσο μοιάζει η δομή και η «ηθική» των συμμοριών κακοποιών μ’ αυτές των μεγάλων και απάνθρωπων Εταιρειών, που η συνεχής τους επέκταση και επιθυμία κυριαρχίας έναντι των αντιπάλων τους θα οδηγήσει στην κατάλυση κάθε έννοιας ευνομούμενου Κράτους και θα μετατρέψει τη Γη σε Κόλαση. Σε ποιο σημείο αποσαθρώνεται κάθε ίχνος ηθικού κώδικά σε μια ανασφαλή κοινωνία, όταν η καταστροφή Κοινωνίας και Κράτους παύσει να κανοναρχεί και να περιορίζει την ανθρώπινη «φύση»;
Στην πρώτη από τις ιστορίες του, που δίνει και τον τίτλο στο βιβλίο, Το Νησί των Αρουραίων, αποκαλύπτεται ένας άκρως πολιτικός/κοινωνικός Nesbo, που μάλιστα παίρνει σαφή θέση περί του ρόλου της ελεύθερης βούλησης, σε ό,τι πολλοί αντιλαμβάνονται ως «μοίρα» των ελεύθερα δρώντων υποκειμένων. Η ιστορία είναι απλή. Σε ένα κόσμο που έχει διαλυθεί από κάποια καταστροφική πανδημία, δύο παιδικοί φίλοι εκ των οποίων ο ένας είναι πανίσχυρος και αδίστακτος κι ο άλλος μέσος άνθρωπος που προσπαθεί να διατηρήσει την πίστη του στη δικαιοσύνη και τους ηθικούς του κώδικες θα βρεθούν αντιμέτωποι διαμέσου μια φρικτής πράξης του γιού του ισχυρού. Γύρω τους, οι συμμορίες ορίζουν πλέον τα πάντα, ενώ οι ισχυροί εξασφαλίζουν για τον εαυτό τους «οχυρά» και θέσεις σ΄ ένα αεροπλανοφόρο που θα τους μεταφέρει ασφαλώς μακριά από τις εστίες ανομίες για κάποια χρόνια, ως την επιστροφή του Κράτους Δικαίου. Σ’ αυτό το πλαίσιο η ανθρώπινη ζωή σ΄ αυτό το πλαίσιο έχει χάσει παντελώς την αξία της, το έγκλημα αποτελεί κανόνα και το έλεος είδος σε απόλυτη σπανή. Ο αναγνώστης διαβάζοντας με κομμένη την ανάσα την εξέλιξη της ιστορίας θα βρεθεί αρκετές φορές μπρος σε ανατροπές της που ούτε έχει διανοηθεί μέχρι που ο Nesbο, κρατώντας τον από το χέρι, θα τον φέρει μπρος στο τελικό ερώτημα: με ποιον τρόπο θα χρησιμοποιήσεις ο κακομαθημένος και κομπλεξικός γιος του ισχυρού φίλου την επιλογή ζωής που το δίνεται από τον «ανίσχυρο» φίλο του πατέρα του; Οι άνθρωποι έχοντας ελεύθερη βούληση πράττουν τελικά το Καλό ή το Κακό; Μήπως υφίσταται κι ό,τι αποκαλούμε Θεία Τιμωρία, όταν τελικά επιλέγουμε το Κακό;
Στον Καταστροφέα, μεταφερόμαστε σ’ έναν Κόσμο που ψυχορραγεί και αδυνατεί να επανέλθει στα επιτεύγματα του παρελθόντος, τεχνολογικά και ηθικά, μετά τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, που ο πρωταγωνιστής ονομάζει Μεγάλο Πόλεμο (όπως ονομάστηκε και ο Πρώτος πριν ξεσπάσει ο Δεύτερος). Εδώ το υπό διαπραγμάτευση θέμα αφορά το σημείο αυτοθυσίας που μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος από αγάπη για το ταίρι του. Ο πρωταγωνιστής, από τους λίγους επιστήμονες που συνεχίζουν να εργάζονται παράγοντας γνώση, οδηγείται στην αναζήτηση του αιώνιου ιερού δισκοπότηρου της Τέχνης, της Φιλοσοφίας και της Επιστήμης: της αθανασίας. Σκοπός του να προσφέρει ανακούφιση στη γυναίκα του και έρωτα της ζωής του, που προσβεβλημένη από μια καταραμένη ασθένεια, γερνά με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Θα κατορθώσει να ανακαλύψει το μηχανισμό ανάσχεσης της γήρανσης κι αν το επιτύχει, τι καραδοκεί; Μήπως, κάποια στιγμή υπέρτερες και σκοτεινές δυνάμεις θα τον οδηγήσουν ακόμα και στο να «διαγράψει» άπαξ διαπαντός τον ίδιο τον εαυτό του, προκειμένου να προσφέρει αξιοπρεπές και μόνο τέλος σ’ αυτήν που αγαπά; Στο φόντο της ιστορίας διακρίνεται και η πεποίθηση του Nesbo ότι η αδυναμία του Ανθρώπου να επιτύχει την ειρηνική συνύπαρξη και συνεννόηση αποτελεί δομικό έλλειμα του είδους μας.
Στην τρίτη ιστορία, Τα Τζιτζίκια, η διαρκής αναζήτηση και κατάκτηση του αντικειμένου της ερωτικής επιθυμίας, καθώς και η απελπισία που γεννά η αδυναμία απόκτησής του θα βρεθεί απέναντι και αντίπαλη με την αδελφική φιλία. Δυο φίλοι, με διαφορετική ταξική καταγωγή, ψυχοσύνθεση αλλά και προσανατολισμό ζωής, αφού ο ένας είναι επιστήμονας – ορθολογιστής κι ο άλλος καλλιτέχνης – παρορμητικός, θα συγκρουστούν για τα μάτια μιας κοπέλας. Ο πρώτος θα κάνει τα πάντα για να την αποκτήσει, όπως το επιτρέπει η ηθική του αλλά και οι πρακτικές της ζωής του, ενώ ο δεύτερος «ξέρει» από ένστικτο πώς είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο. Εδώ το εργαλείο που επιλέγεται από τον Nesbo για να αναπτύξει την ιστορία του είναι η θεωρία ύπαρξης πολλών παραλλήλων συμπάντων, όπου κάθε άτομο επαναλαμβάνει, ως άλλος Σίσυφος, με πανομοιότυπο τρόπο τις πράξεις και τις αποφάσεις του, έρμαιο των ίδιων παθών και επιδιώξεων. Πρόκειται για μια επιστημονική «διατύπωση» της έννοιας της μοίρας; Δηλαδή του μοτίβου ζωής, που επιλέγουμε κι από το οποίο είναι δύσκολο ως αδύνατο να ξεφύγουμε, παρά μόνο «καταργώντας» τον εαυτό μας; Την απάντηση στο ερώτημα θα δώσει ο κάθε αναγνώστης για τον εαυτό του και μόνο. Γιατί το γράψιμο του Nesbo στο συγκεκριμένο βιβλίο διακρίνεται κι από το γεγονός ότι ο συγγραφέας επιτρέπει πολλαπλές ερμηνείες των κειμένων του, που υπαγορεύονται από τις προδιαθέσεις και φιλοσοφία κάθε αναγνώστη του ξεχωριστά.
Η τέταρτη ιστορία της συλλογής, Το Αντίδοτο, είναι και η πιο λιτή. Πατέρας και γιος ως μέλη των ανώτερων βρετανικών τάξεων «πάσχουν» από τα βασικά χαρακτηριστικά τους: πλήξη, αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, αίσθηση ότι όλα επιτρέπονται και όλα τους ανήκουν. Με δυο λόγια, όπως αριστοτεχνικά μας λέει ο συγγραφέας επιλέγοντας μια φάρμα εκτροφής δηλητηριωδών φιδιών ως σκηνικό της τελικής τους σύγκρουσης, δεν έχουν παρά την ηθική των φιδιών. Γιατί, τα μέλη της τα μοναδικά πλάσματα που πραγματικά αγαπούν στη Γη είναι ο εαυτός τους και μόνο και διατίθενται να καταβροχθίσουν τους πάντες προκειμένου να επιζήσουν, όπως ακριβώς κάνουν και τα ερπετά. Ο πατέρας της ιστορίας είναι ένας δυστυχισμένος άνθρωπος που για τριάντα χρόνια μένει σε έναν γάμο και μια εκδοτική επιχείρηση που μισεί εξ ίσου. Στο γάμο παγιδεύτηκε λόγω της πρόωρης και ξαφνικής «έλευσης» του γιού του, στην επιχείρηση λόγω οικογενειακής παράδοσης. Επιχείρησης, που όμως δεν δίστασε να μεγεθύνει, αν και μισούσε τα βιβλία που εξέδιδε θεωρώντας τα βιβλία για ηλιθίους. Θα κατορθώσει να απαλλαγεί από την αηδία που αισθανόταν για το γάμο και την επιχείρησή τους, όταν χωρίσει με τη γυναίκα του και πουλώντας την επιχείρησή του αγοράσει μια φάρμα εκτροφής φιδιών στην Μποτσουάνα. Εκεί κοντά στην ανελέητη φύση, αντιλαμβάνεται την αυτονόητη ηθική διάσταση του πρώτου φυσικού κανόνα: έχεις υποχρέωση στον εαυτό σου να επιζήσεις με κάθε τρόπο και μέσο. Η επίσκεψη του αυτοκαταστροφικού, τζογαδόρου, κοκάκια και αποξενωμένου γιου του, μετά από τέσσερα χρόνια άκαρπων προσκλήσεων του, θα έχει τραγική κατάληξη. Για ποιον από τους δυο, όμως, ή μήπως και για τους δυο; Ο Nesbo κι εδώ μας επιφυλάσσει ανατροπή στο τέλος της ιστορίας. Μια ανατροπή που θα επιβεβαιώσει την ηθική του κόσμου των φιδιών: προκειμένου να επιβιώσεις μπορείς να καταβροχθίσεις τόσο τους απογόνους όσο και τους προγόνους σου. Ποιος θα «καταβροχθίσει» ποιον τελικά και πόσο απάνθρωπα αυτό θα συμβεί; Γιατί, ακόμα και ο φόνος έχει την ηθική του υπόσταση, αυτή που κάποιοι που από γεννησιμιού θεωρούν πώς όλα τους ανήκουν και σε όλα έχουν δικαίωμα, παραβιάζουν ασύστολα.
Στην πέμπτη και τελευταία ιστορία του βιβλίου, στον Μαύρο Ίππο, ο Nesbo δίνει κυριολεκτικά ρεσιτάλ γραφής ιστορίας θρίλερ δομώντας την με πρότυπο την εξέλιξη μιας παρτίδα σκάκι. Πρωταγωνιστής της είναι ένας ψυχολόγος – υπνωτιστής, που σπρωγμένος από τυφλή ανάγκη για εκδίκηση, γίνεται επιτυχημένος δολοφόνος – εκτελεστής στην υπηρεσία Εταιρειών κολοσσών. Ζει στο εγγύς μέλλον, σε μια Ευρώπη που ελάχιστες Εταιρείες, έχοντας τσακίσει τα Έθνη – Κράτη, διαφεντεύουν τα πάντα. Στο όνομα του ανταγωνισμού, της παραγωγικότητας και της μεγέθυνσής τους έχουν φτάσει στο σημείο, όχι μόνο να γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους κάθε κανόνα ασφαλείας και ηθικής της παραγωγής, αλλά και δολοφονούν τα στελέχη των αντιπάλων τους, ώστε να κερδίζουν καλύτερη «θέση» στην Αγορά (ταύτιση με συμμορίες κακοποιών). Σ’ αυτό το πλαίσιο ερμηνεύεται και η απόφαση ενός αρχικά φιλήσυχου επιστήμονα – ψυχολόγου να μετατραπεί σε πληρωμένο δολοφόνο τους: ο οκτάχρονος γιός του κάηκε σε πυρκαγιά που ξέσπασε στο υπνοδωμάτιό του από παιδικό πορτατίφ κατασκευασμένο κατά παράβαση και πλέον στοιχειωδών κανόνων ασφαλείας από κάποια Μεγαλοεταιρεία. Εν συνεχεία, η γυναίκα του, μην μπορώντας να αντέξει τον πόνο της απώλειάς του, έθεσε τέλος στη ζωή της. Έτσι, ο ήρωάς μας θολωμένος από ανάγκη για εκδίκηση μετατρέπεται σε δολοφόνο αυτών που παίρνουν τις αποφάσεις καταρράκωσης κάθε ηθική, δηλαδή των στελεχών των Εταιρειών κολοσσών για να προκαλέσει πόνο σ’ αυτούς που του προκάλεσαν πόνο. Θα κατορθώσει, όμως, να ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο μίσους και εκδίκησης, που επιβάλει στη ψυχή του η μέγιστη των απωλειών των πλέον προσφιλών του προσώπων και μέσα από ποια διαδικασία θα συμβεί κάτι τέτοιο; Μετά από συμβουλές και ψυχοθεραπεία ή μέσα από ένα απίθανο παιχνίδι μίσους και εκδικητικότητας τρίτου προσώπου προς τον ίδιο. Ένα παιχνίδι επιβίωσης, φαινομενικά χαμένο εξ αρχής, που ο ήρωάς μας θα μεταστρέψει υπέρ του από αγάπη και μόνο; Είναι δυνατόν η πρόθεσή πρόκλησης του Κακού να μεταστραφεί σε πράξη καταστροφής του θύτη και απελευθέρωσης του θύματος; Συμβαίνει κάτι τέτοιο ή, μήπως μια παρόμοια σκέψη υπαγορεύεται από την ουτοπική επιθυμία μας κυριαρχίας του Καλό έναντι του Κακού στον Κόσμο;
Κι όμως είναι δυνατό, ψιθυρίζει στο αφτί μας, ο Jo Nesbo, στέλνοντας μια ακτίνα φωτός να διαπεράσει το ζόφο που περιγράφει στις ιστορίες του και να ζεστάνει τις καρδίες μας με Ελπίδα. Γιατί «η επιβίωση [μας] βασίζεται πάνω στην ικανότητά μας να διδασκόμαστε χάρη, σοφία και έλεος. Και κυρίως να τα διδάσκουμε σε αυτούς που αγαπάμε», αφού ο Άνθρωπος γίνεται Άνθρωπος μόνο μέσα απ’ την αγάπη του για τον άλλο, μα λέει ο «άλλος Nesbo» του Νησιού των Αρουραίων.
Jo Nesbo
Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.