Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Ο Σουμερικός πολιτισμός με τις πρώτες μαζικές μορφές του, αρχίζει στη Μεσοποταμία κατά την 4η χιλιετία π.Χ.(1). Παράλληλα ξεκινά στην Αίγυπτο. Χίλια χρόνια αργότερα (κάτι που εκείνη την εποχή θα φανεί ελάχιστα μακρόχρονο, ο πολιτισμός εμφανίζεται επίσης στις μακρινές όχθες του Ινδού και χωρίς άλλο στην Κίνα. Το φαινόμενο δεν παρουσιάζεται ξαφνικά την ίδια στιγμή στην ιστορία του κόσμου. Από τη μια περίπτωση στην άλλη, η ιστορία ουσιαστικά αρχίζει ξανά από την αρχή.

Ο πολιτισμός της Μεσοποταμίας γεννιέται κατά μήκος των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη που χρειάστηκε να τιθασευτούν, ώστε, με την τεχνητή άρδευση, να επιτευχθεί η κατάληψη  στα λασπώδη εδάφη, που είναι εύκολο να καλλιεργηθούν και που η γονιμότητά τους ανανεώνεται αυτόματα. Το αποτέλεσμα είναι αντίστοιχο της προσπάθειας: η γέννηση μιας απαράμιλλης ολοκληρωτικής δύναμης και συγχρόνως μιας φανερής καθυπόταξης των ατόμων. Οι πραγματώσεις αυτές δεν μπορούν να επιτευχθούν παρά μόνο με δίκτυα πόλεων που γεννιούνται από τα αγροτικά  πλεονάσματα της κοντινής υπαίθρου.

Οι πόλεις αυτές όμως είναι στην αρχή αυτόνομες. Η εγωιστική τους δράση εκδηλώνεται σε μικρή απόσταση. Και είναι καθήκον του δικτύου των πόλεων να τις δαμάσουν και να τις εντάξουν στο σώμα τους. Στη Μεσοποταμία η επιχείρηση αυτή δε θα πετύχει ή θα πετύχει άσχημα.

Εκτός αυτού, για να εξασφαλιστεί ο άνισος διάλογος πόλεων-υπαίθρου χρειάστηκε κάποια καινοτομία στις οικονομικές σχέσεις, κάποια κατανομή της εργασίας, μια κοινωνική πειθαρχία βασισμένη σε μια απαιτητική θρησκεία, μια «βασιλεία ελέω θεού». Όλα αυτά, η θρησκεία, η βασιλεία, ο ηγεμόνας, η πόλη, το αρδευτικό κανάλι, η γραφή, χωρίς την οποία καμιά διαταγή δεν μπορεί να μεταβιβαστεί μακριά, κανένας υπολογισμός να μνημονευτεί, όλα αυτά χρειάστηκε να ανανεωθούν.

Τα υπόλοιπα συνάγονται ομαλά. Αυτές οι αστικές κοινωνίες είχαν επιτακτικές ανάγκες: αλάτι, ξύλα οικοδομής, πέτρες (ακόμη και τις πιο κοινές). Έπειτα, όπως κάθε κοινωνία που εξελίσσεται, έτσι και αυτές δημιούργησαν νέες ανάγκες που γίνονται σε λίγο απαραίτητες: τον χρυσό, το ασήμι, το χαλκό, τον κασσίτερο (απαραίτητο για τη χύση του μπρούντζου), το λάδι, το κρασί, τις πολύτιμες πέτρες, το ελεφαντοστό, τα σπάνια ξύλα κ.ά. Αυτά τα αγαθά η πλούσια κοινωνία θα αναζητήσει να τα βρει μακριά.

Με λίγα λόγια, η πύλη του εμπορίου ανοίγει διάπλατα. Έτσι γίνεται διάσπαση των οικονομικών περιφερειών, οι οποίες, διαφορετικά, θα κλείνονταν στον εαυτό τους. Οργανώνονται οδικές δραστηριότητες: καραβάνια γαϊδουριών, αμάξια (το βαρύ τετράτροχο κάρο εμφανίζεται στη Μεσοποταμία την 4η χιλιετία, αν και δύσχρηστο), καράβια που κινούνται με πανιά ή με κουπιά.

Σχεδόν ομόφωνα οι ειδικοί μιλούν για το μεσοποταμιακό προβάδισμα. Πρώτο, πριν από την Αίγυπτο, «το νησί των δύο ποταμών» (2), μεταξύ του Τίγρη και του Ευφράτη, γνωρίζει το άροτρο, τον τροχό, τη γραφή και αργότερα το νόμισμα. Στην πιο  μακρινή εποχή, την παραμονή της 3ης χιλιετίας, η Αίγυπτος πρέπει να δανείστηκε από τη μακρινή της αντίζηλο τους σφραγιδόλιθους, τους πλινθόκτιστους τοίχους με εξοχές και εσοχές, μια σειρά από καλλιτεχνικά θέματα, κυρίως το θέμα των εμβληματικών τεράτων, λέξεις σημαντικές όπως τη λέξη μρ (τσάπα), και ίσως τη λέξη κλειδί μάατ (δικαιοσύνη, αλήθεια), το σχήμα των πλοίων της. Αυτό επικρατούσε μέχρι πρόσφατα. Σήμερα δεν είναι και τόσο σίγουρο. Αυτά τα συζητήσιμα δεδομένα, δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα. Υπήρξαν πολιτισμοί που δανείστηκαν περισσότερα πράγματα από ό,τι ορισμένοι άλλοι, χωρίς να είναι, εξαιτίας αυτού, κατώτεροι ή λιγότερο πρώιμοι.

Ένα λίθινο αγγείο σκαλισμένο, που χρονολογείται στα τέλη της 4ης χιλιετίας και το βρήκε ο Κεθ Σέελ, ένα αγγείο από ψαμμίτη της ίδιας εποχής στο Βρετανικό Μουσείο, απεικονίζουν πλοία του Νείλου εξίσου αρχαία με αυτά που απεικονίζονται επάνω στους σφραγιδοκύλινδρους της Μεσοποταμίας και έχουν το ίδιο σχήμα, αλλά πιθανόν με πιο εξελιγμένα ιστία. Ένας ειδικός παρατηρεί, πολύ σωστά, ότι θα ήταν παράξενο αν η Αίγυπτος, η οποία είχε άμεση επαφή με τη Μεσοποταμία της 4ης και της 3ης χιλιετίας, δεν της είχε δανειστεί τον τροχό και την άμαξα που γνώριζε η Σουμερία και που η Αίγυπτος δε θα υιοθετήσει παρά στη 2η χιλιετία, όταν οι Υκσώς θα  εισβάλουν στο Δέλτα με τα άρματά τους και τα άλογά τους (3). Μελετώντας τη συνέχεια των πολιτισμικών και εμπορικών σχέσεων στη Μέση Ανατολή, ο ίδιος ειδικός συμπέρανε ότι οι δύο πολιτισμοί δεν είχαν ασφαλώς ποτέ σημαντικές σχέσεις παρά μόνο μέσω τρίτων, και σε αυτήν την περίπτωση μέσω των πόλεων-σταθμών των συρολιβανικών ακτών.

Βέβαια, υπάρχουν δύο όψεις της Μεσοποταμίας. Η τεχνητή άρδευση και οι θαυματουργικές συνέπειές της θα πραγματοποιηθούν στο χώρο της Κάτω Μεσοποταμίας, και μόνο από την 5η χιλιετία κι έπειτα. Η Βόρεια Μεσοποταμία είναι μια ζώνη στεγνή από τη μεριά του Ευφράτη, πιο υγρή, ευτυχώς, όσο πλησιάζουμε, ανατολικά, προς τις υδάτινες ζώνες και τις πηγές των βουνών της Αρμενίας και των παρυφών του Ζάγρου. Χώρα λόφων και βαθυπέδων είναι βασικά η Μεσοποταμία.

Η εξάπλωση όμως της γεωργίας και της κτηνοτροφίας από τους πρώτους και πολύ αρχαίους τόπους γέννησής τους κατόρθωσε τελικά να καλύψει ολόκληρη τη ζώνη μεταξύ Βόρειας Συρίας και ιρανικού οροπεδίου, καταλαμβάνοντας έτσι πλαγίως την ίδια τη Μεσοποταμία. Η τελευταία δε χρειάστηκε πολύ χρόνο για να δημιουργήσει εντός της τα πρώτα στοιχεία του πολιτισμού.

Στο Βορρά, λοιπόν, αναπτύχθηκαν οι πρώτοι μεσοποταμιακοί πληθυσμοί που μας είναι γνωστοί από την ωραία κεραμική τους: της Χασούνα (περίπου το 6000 π.Χ.), της Σαμάρα (περίπου το 5500 π.Χ.) και της Χαλάφ (περίπου το 5000 π.Χ.). Από κοντά, αυτό το διάγραμμα φαίνεται αρκετά περίπλοκο και οι προελεύσεις ποικίλες: έτσι ο πολιτισμός της Χαλάφ δεν πηγάζει από τις δύο προηγούμενες ομάδες, ενώ επιπροστίθεται, σε μερικές ζώνες, στη ζωντανή ακόμη επίδραση της Σαμάρα.

Κάθε φορά, αυτό που βλέπουμε καθαρά είναι η ύπαρξη μιας ζώνης ανταλλαγών, που υλοποιείται, προπάντων, μέσω μιας χαρακτηριστικής κεραμικής διασκορπισμένης στην περιοχή. Επίσης, διαπιστώνουμε ότι οι κεραμικές δημιουργίες της Χασούνα και της Σαμάρα είναι περιορισμένες στο Βόρειο Ιράκ, ότι η διάδοση της κεραμικής της Χαλάφ ήταν πολύ πιο ευρεία μεταξύ του Ευφράτη και του Μεγάλου Ζαμπ, ενός παραπόταμου του Τίγρη.

Στα ιρανικά σύνορα, στην Αρπασίγια κυρίως, η κεραμική τέχνη της Χαλάφ αναπτύχθηκε με τελειότητα, ενώ, χωρίς αμφιβολία στα συριακά σύνορα – όπου συναντά συγχρόνως την ανάμνηση της Σαμάρα και την ισχυρή τοπική παράδοση της μεταλλουργίας, κοντά στα κέντρα της Αμούκ και της Μερσίνας – η Χαλάφ αναπτύσσει τη χρήση του χαλκού.

Αυτά τα λαμπρά διαδοχικά επιτεύγματα εξηγούνται αρκετά καλά ενώ, στο βάθος, μοιάζουν. Τα πράγματα, όμως, γίνονται εντελώς διαφορετικά όταν οργανώνεται ο αποικισμός της Νότιας Μεσοποταμίας, του οποίου τα πρώτα ίχνη βρέθηκαν στη νότια θέση της Εριντού, τις παραμονές της 5ης χιλιετίας, έπειτα στο Ελ-Ομπέντ και στην Ουρούκ. Η χωρίς προηγούμενο ευρύτητα του εγχειρήματος επιστρατεύει πολλούς ανθρώπους, ασφαλώς πλεονάζουσες ομάδες από διάφορα κέντρα της Μεσοποταμίας, από πυκνοκατοικημένες πόλεις και χωριά από όπου φεύγουν οι πρωτοπόροι.

Προστίθεται η ισχυρή και αποφασιστική μετοίκηση των ίδιων των Σουμέριων, οι οποίοι δίνουν το όνομά τους στην αναδυόμενη κάτω κοιλάδα, την οποία ονόμασαν Σουμερία. Δυστυχώς, δεν γνωρίζουμε τίποτα ή σχεδόν τίποτα γ’αυτόν τον ασυμβίβαστο και έξυπνο λαό που θα θέσει τα ισχυρά θεμέλια του κλασικού πολιτισμού των δύο ποταμών. Η ίδια η γλώσσα του, η γραφή του που αποκρυπτογραφήθηκε δε φανερώνουν το μυστικό της προέλευσής του. Μια εκδοχή είναι ότι προέρχονταν από το Τουρκεστάν, και ιδιαίτερα από τον Ινδό.

Ίσως απλά να πρόκειται για γεωργούς από το Ανατολικό Ιράν, από την περιοχή της μελλοντικής Περσέπολης. Τα πρώτα τους κεραμικά υποδηλώνουν κάποιες επιδράσεις της Βόρειας Μεσοποταμίας, της Σαμάρα και της Χαλάφ. Σύντομα όμως αυτός ο νότιος πολιτισμός θα αναπτυχθεί με δική του ορμή, χάρη σε ένα νέο τύπο γεωργίας, δημιουργό ενός επαναστατικού τρόπου ζωής.

Στην πραγματικότητα, οι Σουμέριοι είχαν εγκατασταθεί σε ακαλλιέργητα και αφιλόξενα εδάφη. Ασφαλώς πλούσια, καμωμένα από προσχώσεις εύκολες στο σκάψιμο και στη σπορά, με καταπληκτική παραγωγικότητα (για ένα σπόρο που φύτευε κάποιος, μάζευε περισσότερους από ογδόντα, σύμφωνα με τη Βίβλο), αλλά που πρέπει να αποκτήσουν ενάντια στα στάσιμα νερά, στα απέραντα εδάφη από βούρλα και καλάμια όπου αφθονούν τα ψάρια και τα άγρια ζώα. Το κλίμα είναι πάρα πολύ ζεστό, οι βροχές σπάνιες, οι πλημμύρες των ποταμών εξίσου καταστροφικές με τη ξηρασία.

Σε μια κοίτη υπερυψωμένη από τα δικά τους αποθέματα οι ποταμοί κυλούν επάνω από την κοιλάδα, ανάμεσα σε φυσικά προχώματα που δημιούργησαν οι ίδιοι, αλλά που δεν αρκούν για να συγκρατήσουν το ακανόνιστο ξεχείλισμά τους, συχνά βίαιο, όταν λιώνουν τα χιόνια της Αρμενίας. Τότε το νερό περιπλανιέται μέσα στην πεδιάδα, κάθε κοίλωμα μετατρέπεται σε έλος. Με σκοπό να μην επιτρέψουν στην πλημμύρα να παρασύρει τις φυτείες τους, οι πρώτοι άποικοι αναγκάστηκαν να ενισχύσουν τα φυσικά προχώματα, να σκάψουν κανάλια για να εκτρέψουν προς τις δεξαμενές τα υπερχειλίζοντα νερά, μετά να τα χρησιμοποιήσουν για να ποτίσουν τα ξεραμένα από το καλοκαίρι φυτά.

Όλα αυτά όμως απαίτησαν τρομερή εργασία, που άρχιζε αδιάκοπα κάτω από έναν ανελέητο ήλιο, όπως και πολλαπλές τεχνικές κατακτήσεις, έστω και για να σκαφτούν προεξέχοντα κανάλια, με τις εκχειλίσεις τους, και για να επεκταθεί όλο και πιο μακριά από τις όχθες του ποταμού το σύστημα των ορυγμάτων άρδευσης. Μέχρι και οι θεοί ανακατεύτηκαν στην όλη υπόθεση! Ο Ένκι, ο θεός-ψάρι της Εριντού, δεν είναι αυτός που αποκάλυψε στους ανθρώπους το μυστικό της κυριαρχίας των υδάτων;

Αφού δαμάστηκε το νερό, η Κάτω Μεσοποταμία μετατράπηκε στον «Κήπο της Εδέμ», όπου συγκεντρώνονται όλο και περισσότεροι άνθρωποι, όπου αφθονούν τα δημητριακά, τα οπωροφόρα δέντρα, το σουσάμι (πηγή φυσικού λαδιού για πολλά χρόνια στην Εγγύς Ανατολή) και, μάλιστα, το φοινικόδεντρο και οι χουρμάδες του.

Αμέσως, η Κάτω Μεσοποταμία γίνεται το κέντρο βάρους όλης της χώρας. Ο πολιτισμός ερχόταν από το Βορρά. Τώρα πλέον μόνο από το Νότο. Μάλιστα, όλα τα παλιά πρώιμα και ευάλωτα κέντρα θα σβήσουν, καθώς τα σαρώνει ο άνεμος του μαζικού πολιτισμού της κάτω κοιλάδας, η οποία έχει ως θεά της γονιμότητας, την Ινάννα, εκείνη στην οποία πρόσφεραν όλους τους καρπούς της γης και η οποία απεικονίζεται στο αγγείο της Ουάρκα. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονίσουμε ότι Sumer ή Schumer, η μετέπειτα ακκαδική λέξη, σημαίνει πολιτισμένη χώρα. Τα δε μεταναστευτικά φύλα ονομάστηκαν σωστά από τους ήδη εγκατεστημένους εκεί αυτό που πραγματικά ήταν: Σουμέριοι, δηλαδή φορείς του πολιτισμού και βέβαια οι εμπνευστές της σφηνοειδούς γραφής. Και αυτό, παρόλο που οι Σουμέριοι δεν υπήρξαν οι πρώτοι κάτοικοι της Κάτω Μεσοποταμίας (4).

Η ανακάλυψη στην Εριντού πολιτισμών προγενέστερων από εκείνον του Ελ Ομπέντ, η αδυναμία να εξηγηθούν με τη γλώσσα τους τα ονόματα των σουμερικών πόλεων φαίνονται να είναι φαινόμενα που σχετίζονται. Αν η άφιξη των Σουμερίων αντιστοιχεί στη λεγόμενη φάση του Ουρούκ, το επίπεδο του πολιτισμού τους ήταν κατώτερο από αυτό των πληθυσμών που ήταν ήδη εγκαταστημένοι εκεί. Με ευκολία όμως αφομοίωσαν τα επιτεύγματά τους και γρήγορα έγιναν με τη σειρά τους κυρίαρχοι. Ορισμένοι ανατολιστές εκτιμούν ότι οι όροι της γλώσσας τους σχετικά με την καλλιέργεια των δημητριακών και των χουρμάδων, με την κεραμική, τη βυρσοδεψία και την οικοδομή ήταν ξένης προέλευσης. Διατήρησαν το δικό τους λεξιλόγιο σε ό,τι αφορά τη ναυσιπλο̈́ια, τη χρυσοχο̈́̈́ια, τη γλυπτική, τη χαρακτική και την πνευματική εργασία. Όντως οι λέξεις που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα από τους Σουμέριους για τα δημητριακά και τα γεωργικά εργαλεία, όπως και για τους γεωργούς, τους βοσκούς ή τους κτίστες, είναι δανεισμένες από ξένη γλώσσα. Αυτό δείχνει ότι πιθανόν οι πρώτες έννοιες της μόνιμης καλλιέργειας της γης δέχτηκαν σημαντικές επιρροές από προηγούμενους πολιτισμούς.

Επίσης, πολλά είναι τα μεταγενέστερα κείμενα των Βαβυλωνίων που πραγματεύονται την εμπορική ναυσιπλο̈́ια (5). Ανάμεσα σε αυτά υπάρχουν και μερικά μιας εποχής καθαρά προγενέστερης της σουμερικής περιόδου, που αναφέρουν κατασκευές πλοίων. Χρησιμοποιούν ευρύ λεξιλόγιο, που η σημασία του μας διαφεύγει κατά το μεγαλύτερο μέρος. Ωστόσο, αυτό δείχνει τη σημασία που είχε η ναυσιπλο̈́ια στη Μεσοποταμία πριν ακόμη από την 3η χιλιετία π.Χ. Οι όροι, που τους ονομάζουν περιφρονητικά επαγγελματικούς, πράγμα που τους επιτρέπει να τους αγνοούν, μαρτυρούν στην πραγματικότητα τον αληθινό πλούτο μιας γλώσσας και την ανάπτυξή του πολιτισμού που τη χρησιμοποιεί. Στο σημείο αυτό, όπως και σε πολλά άλλα, ο σουμερικός πολιτισμός έχει φθάσει σε αξιοσημείωτο επίπεδο ανάπτυξης.

Πραγματικά, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι αυτό που δημιουργήθηκε στις αρχές της τρίτης χιλιετίας π.Χ. στην αραιοκατοικημένη περιοχή της Νότιας Μεσοποταμίας, στις όχθες του Ευφράτη, του Τίγρη και στον Περσικό Κόλπο δεν ήταν τίποτα λιγότερο από την αρχή του πολιτισμού: η γέννηση του πρώτου αναπτυγμένου πολιτισμού.

Ο πολιτισμός που αναπτύσσεται στη Μεσοποταμία στη στροφή της 3ης χιλιετίας είναι, λοιπόν, το προϊόν μιας σύντηξης, της οποίας γίνονται αντιληπτά τμηματικά μόνον τα διάφορα συστατικά (6). Υπάρχει η γνώση, την οποία είχαν αποκτήσει στη διάρκεια μιας αργής εξέλιξης επί χιλιετίες, λαοί που θα μείνουν για πάντα άγνωστοι. Υπάρχει η καινούργια εισφορά των Σουμερίων. Στις παρυφές του κόσμου της μόνιμης εγκατάστασης παρακολουθούμε τις συνεχείς μετακινήσεις των νομάδων. Ορισμένοι από αυτούς αρχίζουν με τη σειρά τους να εγκαθίστανται μόνιμα και, με τη βοήθεια μερικών όρων που διατήρησε η παράδοση, παρατηρούμε ότι μιλούν σημιτικές γλώσσες. Από τη στιγμή που μπορούμε να συνδέσουμε κύρια ονόματα με γεγονότα, διαπιστώνουμε ότι οι Σουμέριοι και οι Σημίτες βρίσκονται σε επαφή. Δεν είναι δυνατόν όμως να προσδιορίσουμε ένα όριο ανάμεσά τους. Το περισσότερο που θα μπορούσε κάποιος να υποψιαστεί είναι η επικράτηση σουμερικών στοιχείων στο Νότο και σημιτικών στοιχείων, που λίγο αργότερα θα ονομαστούν ακκαδικά, στον Βορρά. Πράγματι, επικαλύπτονται σε μεγάλο βαθμό, και επιπλέον δεν μπορούμε παρά να βασιστούμε μόνο σε αυτούς τους παράγοντες. Αν προορίζονταν να κυριαρχήσουν, αν η ιστορία γίνεται όλο και περισσότερο εκείνη της Σουμερίας και του Ακκάδ, εντούτοις δεν πρέπει να λησμονούμε ότι αυτοί είναι τα τελευταία κλωνάρια ενός αρχαιότερου κορμού.

Οι Σουμέριοι και οι Σημίτες όμως είναι οι λαοί που έφεραν μια γεωργική και μηχανική επανάσταση στην περιοχή, η οποία προκάλεσε δημογραφική εξάπλωση και τις επαγγελματικές εξειδικεύσεις. Δημιουργήθηκαν πόλεις, όπου κυριαρχούσαν τα επιβλητικά συμπλέγματα των ναών. Και μόνον από την αποτύπωση των διαστάσεών τους – ο ναός της Ουρούκ έχει περισσότερα από 500 μ. μήκος – φανταζόμαστε τη σημασία του θρησκευτικού παράγοντα και τη δύναμη που κατείχε ο κλήρος. Οι ναοί πράγματι αναλαμβάνουν ένα σημαντικό μέρος της οικονομικής δραστηριότητας, η αυξανόμενη πολυπλοκότητα της οποίας απαιτεί μιαν ακριβή λογιστική. Τότε, λοιπόν, εμφανίζεται για πρώτη φορά η καταγραφή των εργαζομένων και της παραγωγής, με τη βοήθεια συμβατικών σημείων χαραγμένων στον άργιλο (7), τα οποία, από απλά ρεαλιστικά σχέδια στην αρχή, εξελίσσονται σιγά σιγά στην αφηρημένη γραφή του πραγματικού συλλαβισμού. Και αυτό που μας φανερώνουν αυτές οι πινακίδες είναι η δομή της κοινωνίας, η κατανομή του κοινοτικού εισοδήματος και, μέσω αυτών, τα διάφορα ρεύματα που διαμορφώνουν την πόλη σε βάθος.

Τώρα πια που, χάρη στην εύνοια κάποιων θεών, οι υλικές ανάγκες του σουμερικού λαού ικανοποιήθηκαν, τώρα που η γεωργία, η κτηνοτροφία, η άρδευση και η φωτιά επιτρέπουν πλέον στον άνθρωπο να διάγει μια ζωή λιγότερο σκληρή από υλική άποψη, τώρα μπορεί πλέον να στρέψει τους πόθους και τις προσδοκίες του προς την ικανοποίηση λιγότερο άμεσων αναγκών και να αφιερώσει ένα μέρος του χρόνου του στη φιλοσοφία, τις τέχνες, τις επιστήμες.

Ωστόσο, στο σημείο αυτό η βοήθεια θεών-αρωγών κρίνεται απαραίτητη, ώστε ο άνθρωπος να προοδεύσει περισσότερο στο δρόμο του πολιτισμού. Οι νέες τεχνικές που ανακαλύπτει και τελειοποιεί – η γραφή, η μουσική, η ποίηση, η ιατρική, η μαντική – του ανοίγουν τις πόρτες ενός κόσμου τον οποίο ούτε καν υποπτευόταν ότι υπάρχει, αυξάνουν την επιβολή του επάνω στο Σύμπαν που τον περιβάλλει και αντισταθμίζουν ολοένα και περισσότερο τα έμφυτα ελαττώματα και τις ατέλειές του. Η γραφή, για παράδειγμα, με την ιδιότητά της να διατηρεί επάνω σε πλάκες αργίλου τους καρπούς της ανθρώπινης προσπάθειας, θεραπεύει τις ανεπάρκειες της μνήμης και προσδίδει στις ανθρώπινες πράξεις έναν χαρακτήρα λιγότερο εφήμερο. Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι θνητός, η γραφή όμως είναι μια πόρτα ανοιχτή προς την αθανασία. Πάντως, αν το καλοσκεφτεί κανείς, παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι, αυτές οι θεμελιώδεις ανακαλύψεις υπαγορεύτηκαν ακριβώς από τα όρια, τις ελλείψεις και τις πεπερασμένες δυνάμεις του ανθρώπου. Αν ήταν αθάνατος ίσως να μην αισθανόταν στον ίδιο βαθμό την ανάγκη να διασώσει τα φθαρτά στοιχεία του βίου του, να επιζήσει μέσα από τη μαρτυρία της γραφής, των τεχνών ή της επιστήμης. Γι’αυτό και τα αρχαιότερα γνωστά κείμενα φέρουν ήδη τα σημάδια αυτής της ουσιώδους μέριμνάς του: να αφήσει πίσω του μια μαρτυρία του εφήμερου, προκειμένου να το καταστήσει διαρκές, να το αποσπάσει από το θανατηφόρο αγκάλιασμα του χρόνου.

Από όλα του τα αποκτήματα, ή μάλλον από όλα τα δώρα των θεών, η γραφή υπήρξε το σημαντικότερο. Όπως η φωτιά αποτελεί στο υλικό επίπεδο την απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη και τη χρήση των άλλων ανακαλύψεων, καθόσον μπορεί να μεταστοιχειώνει την ακατέργαστη ύλη που παράγεται από τον άνθρωπο (αλεύρι, κρέας, πηλό των πλίνθων και των αγγείων) σε υλικό αφομοιώσιμο από τον οργανισμό ή χρησιμοποιήσιμο σε μόνιμη βάση, έτσι και η γραφή αποτελεί την προϋπόθεση για τις υπόλοιπες ανακαλύψεις της διάνοιας, την ποίηση, την επιστήμη, την ιατρική, τη μαντική. Αυτή κατέστησε δυνατή την καταγραφή και μετάδοσή τους με μια σταθερή μορφή. Εξυπακούεται βέβαια, ιδιαίτερα για την ποίηση, ότι οι προφορικές παραδόσεις εξακολούθησαν να υπάρχουν παράλληλα με τις γραπτές μορφές τους, μιας και η γραφή παρέμεινε για καιρό – σε αρκετές μάλιστα χώρες παραμένει ακόμα – προνόμιο μιας κάστας ή μιας κοινωνικής τάξης. Η επιστήμη όμως, είτε πρόκειται για τις πρώτες δοκιμές στη γεωμετρία, τη χωρομετρία και την άλγεβρα, είτε για τις πρώτες αστρονομικές παρατηρήσεις, δεν μεταβιβάζεται μέσω της αμιγώς προφορικής οδού. Με την ανακάλυψη και τη χρήση της γραφής οι Σουμέριοι αμέσως απέκτησαν ένα σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των άλλων λαών. Η γραφή, λοιπόν, εμφανίζεται ως προνόμιο και δωρεά των θεών, η οποία έφθασε στους ανθρώπους αυτόματα ή μέσα από μια σειρά δοκιμασιών. Στο σημείο αυτό συναντάμε λύσεις ανάλογες με εκείνες, που είχαν προταθεί και για τα υπόλοιπα ευεργετήματα, τα οποία απολαμβάνουν οι άνθρωποι, όπως το σιτάρι, το οινόπνευμα, τη φωτιά. Όταν δεν αναλαμβάνει να τα προσφέρει στους ανθρώπους κάποιο πτηνό, κάποιος θεός ή κάποια ευμενής θεότητα, τότε καλούνται να τα κερδίσουν μόνοι τους μέσα από μια ριψοκίνδυνη κατάκτηση ή μια δύσκολη μύηση.

Έτσι, λοιπόν, οι Σουμέριοι ανάπτυξαν έναν ανεπανάληπτο καλλιτεχνικό πολιτισμό. Ιδιαίτερα η λογοτεχνική παραγωγή τους, που συνεχίστηκε ακόμη και κατά τη μετασουμερική περίοδο και αποκαλύφθηκε κυρίως πρόσφατα, έχει μεγάλη σημασία για τη γνώση της ζωής και των εθίμων των Σουμερίων. Περιλαμβάνει κυρίως θρησκευτικούς ύμνους, μύθους, επικά ποιήματα (μεταξύ των οποίων και τον κύκλο για τα κατορθώματα του Γκιλγκαμές και την κάθοδο της θεάς Ιστάρ στον Άδη) και μοιρολόγια. Επίσης, σημαντικά είναι τα φιλοσοφικά και τα διδακτικά κείμενα. Τα νομικά κείμενα και ιδιαίτερα ο κώδικας των νόμων του Ουρ-Ναμμού (2050 π.Χ.), το αρχαιότερο νομικό έργο της ανθρώπινης ιστορίας, έχουν εξαιρετική σημασία για τη γνώση της οργάνωσης της κοινωνίας των Σουμερίων.

Χαραγμένοι σε πήλινα πινακίδια με τη σφηνοειδή γραφή των Σουμερίων, την αρχαιότερη μορφή που γνωρίζουμε, οι σουμερικοί μύθοι έγιναν γνωστοί γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα. Ήταν η εποχή που οι αρχαιολογικές σχολές της Δύσης διεξήγαν τις μεγάλες ανασκαφές στη Μεσοποταμία. Τότε ανάμεσα στα πολλά ευρήματα που έφερε στο φως ο βρετανός αρχαιολόγος Layard (8) στην ανασκαφή της Νινευή, βρέθηκαν οι πινακίδες με την άγνωστη εκείνη την εποχή σφηνοειδή γραφή. Οι πινακίδες μαζί με τα άλλα ευρήματα μεταφέρθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο για να συντηρηθούν και να μελετηθούν. Πλούσια συλλογή, όμως, σουμερικών ευρημάτων διαθέτουν και το Μουσείο Περγάμου στο Βερολίνο, το Μουσείο Αρχαίας Ανατολικής Τέχνης στην Κωνσταντινούπολη, το Μουσείο Ιρακινής Τέχνης στη Βαγδάτη και το Μουσείο Πανεπιστημίου Φιλαδέλφειας. Κατά την αποκρυπτογράφηση των πινακίδων, που έγινε μερικά χρόνια μετά την ανασκαφή της Νινευή, ήρθαν στο φως τα γραπτά ποιήματα των Σουμερίων, που σήμερα θεωρούνται τα αρχαιότερα λογοτεχνικά κείμενα που σώθηκαν μέχρι τις ημέρες μας. Πάντως τα κείμενα αυτά χρησιμοποιούνταν στα σχολεία κατά την αρχαιότητα και τα παιδιά δεν τα αντέγραφαν πάντα τέλεια. Μάλιστα, μερικά από αυτά τα κείμενα που έχουν βρεθεί είναι σχολικές ασκήσεις. Επίσης, όλες οι αποδόσεις και αναθεωρήσεις ήταν γραμμένες σε πινακίδες από πηλό. Η απόδοση της Νινευή, που θεωρείται και η Πρότυπη, έχει γίνει επάνω σε πινακίδες 20 εκατοστών και αποτελείται από 3.000 στίχους περίπου – 2.900 σύμφωνα με την Kovacs και 3.500 σύμφωνα με τον Kramer. Ο υπολογισμός της Kovacs είναι πιο πρόσφατος, ενώ του Kramer βασίζεται σε παλαιότερα δεδομένα, όταν υπήρχαν ακόμη πολλά κενά (9). Επιπλέον, η Πρότυπη Βαβυλωνιακή Απόδοση απαρτίζεται από δώδεκα πήλινες πινακίδες με 300 στίχους η καθεμία. Στην υμνητική εισαγωγή έχει προστεθεί πρόλογος, που αναφέρεται στα όσα είδε και έμαθε ο Γκιλγκαμές (10). Σήμερα έχει αποκατασταθεί το 60% περίπου του έπους (11).

(1). Braudel, Fernand, (2000), Οι Μνήμες της ΜεσογείουΠροϊστορία και Αρχαιότητα, εκδόσεις: «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ»-Α. Α. ΛΙΒΑΝΗ, σελ. 94-96.

(2). Κοντενώ, Ζωρζ, (1989), Η Καθημερινή Ζωή στην Βαβυλώνα και στην Ασσυρία, (μεφρ. Έλλη Ι. Αγγέλου), Αθήνα: ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ, σελ. 7.

(3). Braudel, Fernand, (2000), Οι Μνήμες της ΜεσογείουΠροϊστορία και Αρχαιότητα, Αθήνα: «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ»-Α. Α. ΛΙΒΑΝΗ, σελ. 96.

(4). Garelli, Paul, (1995), Ασσυριολογία, (μεφρ. Νικήτας Λιανέρης), Αθήνα: ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ-Μ. ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ, σελ. 53.

(5). Κοντενώ, Ζωρζ, (1989), Η Καθημερινή Ζωή στην Βαβυλώνα και στην Ασσυρία, (μεφρ. Έλλη Ι. Αγγέλου), Αθήνα: ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ, σελ. 94.

(6). Garelli, Paul, (1995), Ασσυριολογία, (μεφρ. Νικήτας Λιανέρης), Αθήνα: ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ-Μ. ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ, σελ. 54.

(7). Chiera, Edward, (1938), They Wrote on Clay: The Babylonian Tablets Speak Today, (ed. George G. Cameron), Chicago & London: The University of Chicago Press, σελ. 5 (Preface). Βλ., επίσης, Kramer, Samuel Noah, (1959), History Begins at Sumer, New York: Anchor Books, σελ. 23.

(8). Layard, A. H., (1853), Discoveries in the ruins of Nineveh and Babylon, London: John Murray.

(9). Το Έπος του Γκιλγκαμές, (2001), (Εισαγωγή-απόδοση: Αύρα Ward), Αθήνα: ΕΡΜΗΣ ΕΠΕ, σελ. 9 (πρόλογος).

(10). Το Έπος του Γκιλγκαμές, (2001), ό.π., σελ.19 .

(11).  Το Έπος του Γκιλγκαμές, (2001), ό.π., σελ. 9.

 

  

 

***Ο Χρήστος Ντικμπασάνης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1961. Είναι καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης, ποιητής, συγγραφέας και μελετητής των θρησκειών. Επίσης είναι κάτοχος του διπλώματος Μεταπτυχιακών Σπουδών (MASTER) του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής στον κλάδο “Ερμηνευτικής Θεολογίας” με ειδίκευση “Θρησκειολογία” και υποψήφιος διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Δυτικής Μακεδονίας στον Διαπολιτισμικό Τομέα. Επίσης, από το 1989, χρονιά που εργάστηκε σε ραδιοφωνικό σταθμό της συμπρωτεύουσας, τον METROPOLIS, αρθρογραφεί τακτικά στον ειδικό, κυρίως, τύπο και έχει διατελέσει υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Θεσσαλονίκης (Τ.Ε.Δ.Κ.Ν.Θ.). Έχει συνεργαστεί με τα περιοδικά: Γεύση, Επιστήμη & Τεχνολογία, Βιβλίο & Media, Information, Tουριστική Αγορά, Γαιόραμα, Εδώ Ελλάδα (περιοδικό για την ομογένεια, όπου διετέλεσε και αρχισυντάκτης), Τρίτο Μάτι, Ανιχνεύσεις, Άβατον, Strange, Μυστική Ελλάδα, Ζενίθ κ.ά. Γράφει ποίηση, δοκίμια και μελέτες. Ποιήματά του έχουν παρουσιαστεί σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά (ΝΟΥΜΑΣ, ΒΟΡΕΙΟΕΛΛΑΔΙΚΑ, ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, ΤΡΙΓΩΝΙΟ κ.ά.). Μάλιστα, συμπεριλαμβάνεται στη “ΜΕΓΑΛΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ” των εκδόσεων ΧΑΡΗ ΠΑΤΣΗ και στο WHO’S WHO των δημοσιογράφων. Έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές και βιβλία: Ο  Υπομνήμων (ποιήματα) 1984, Απόδραση στην Πολιτεία του Ανθρώπου (μελέτη), εκδόσεις Σφακιανάκης, Θεσ/νίκη 1986, Θρύψαλα Από Πράσινο Γαλαξία (ποιήματα), εκδόσεις Πύρινος Κόσμος, Αθήνα 1991, Συναυλία στην Άκρη της Νύχτας (ποιήματα), εκδόσεις Μπίμπης, Θεσ/νίκη 1994, Η Αναρρίχηση του Τείχους, (ποιήματα), εκδόσεις Μπίμπης, Οφιολατρεία-Η Λατρεία του Μεγάλου Φιδιού (δοκίμιο), εκδόσεις Αρχέτυπο, Θεσ/νίκη 2002, Ηθοκυβερνητική-Ο Δρόμος προς τον Μετάνθρωπο (δοκίμιο), εκδόσεις Ερωδιός, Θεσ/νίκη 2003, Απόκρυφος Αδάμ-Ο Άνθρωπος των Γνωστικών στο Πέρασμα των Χρόνων (δοκίμιο), εκδόσεις Ερωδιός, Θεσ/νίκη 2005, Τέρατα και Δράκοι (δοκίμιο), εκδόσεις Άγνωστο, Θεσ/νίκη 2011, Η ΑΠΟΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ (ποιήματα), εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές, Λάρισα 2011, ΝΟΓΚΑ-Το Ξύπνημα του Εφιάλτη (μυθιστόρημα), εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές, 2017, ΦΥΓΗ ΣΤΟ ΑΝΕΦΙΚΤΟ (ποιήματα), εκδόσεις Βακχικόν, Αθήνα 2020. Έχω συμμετάσχει με κείμενά μου στα συλλογικά έργα των εκδόσεων Αρχέτυπο: Ιστορία του Μέλλοντος, Ο Μαγικός Κόσμος των Ονείρων, Τα Μυστήρια του Χρόνου, Παράδεισος και Κόλαση, Μυστικά της Διατροφής, Ο Άγνωστος Μέγας Αλέξανδρος, Μυστική Τεχνολογία κ.ά. Είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (Ε.Ε.Λ.) με έδρα την Αθήνα και της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (Ε.Λ.ΘΕ.). Η ζωή και το έργο του εμπνέονται πάντα από τη μεγάλη αγάπη του προς τον άνθρωπο, τη Φύση, την εθνολογία, τη μυθολογία και ιδιαίτερα την έρευνα της ιστορίας των θρησκειών και των άλλων κλάδων της θρησκειολογίας.

Επιπλέον έχει τιμηθεί με σημαντικά πανελλήνια και παγκόσμια βραβεία και έχει συμμετάσχει ως ομιλητής σε διάφορα Συνέδρια Πανελλήνια και Διεθνή, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και Διεθνή Λογοτεχνικά Συνέδρια που διεξήχθησαν επί σειρά ετών στην Αρχαία Ολυμπία.

E-MAIL: ntik.chris@gmail.com 

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular