Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

 ρόδο σε καθρέφτη, Στάθης Κουτσούνης, Εκδόσεις Μεταίχμιο

Όγδοη ποιητική συλλογή για τον πολυγραφότατο και ώριμο πλέον ποιητή, συγγραφέα και μελετητή Στάθη Κουτσούνη, το ρόδο σε καθρέφτη (εκδόσεις Μεταίχμιο, 2024) έρχεται να συμπληρώσει και να ανανεώσει το ποιητικό έργο του δημιουργού με 24 ολιγόστιχα και ελευθερόστιχα ποιητικά κείμενα χωρισμένα από 5 ιντερμέδια, τα οποία λειτουργούν τόσο συνδετικά – συμπυκνώνοντας την πεμπτουσία της ποιητικής του, λιτά και περιεκτικά – όσο και αυτοτελώς, καθώς το κάθε ιντερμέδιο χωρίζεται σε επιμέρους ποιήματα – επιγράμματα, των δύο, τριών ή τεσσάρων στίχων. Στη συγκεκριμένη ποιητική συλλογή ο Κουτσούνης γράφει, κατά βάση, ποιήματα αυτοαναφορικά τόσο εξομολογητικά και βιωματικά όσο όμως και ποιήματα υπό το πρίσμα των οποίων βλέπει τον κόσμο. Εκκινώντας, δηλαδή, από μια δική του περίπτωση ή ένα βιωματικό περιστατικό, καταθέτει τη δική του εμπειρία και άποψη γύρω από τον κόσμο και την ανθρώπινη υπόσταση. Ωστόσο, πρέπει ευθύς εξαρχής να σημειωθεί ότι στην παρούσα συλλογή η ποίηση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το γυναικείο φύλο‧ με τη γυναίκα κόρη, τη γυναίκα μάνα, τη γυναίκα σύζυγο, τη γυναίκα ερωμένη και τη γυναίκα που είναι ποθητή αλλά απλησίαστη, κοντινή και συνάμα τόσο μακρινή. Η γυναίκα καθοδηγεί τον ποιητή να γράψει, είναι η Μούσα του, και όταν η γυναίκα, η εκάστοτε γυναίκα, δεν θα υπάρχει πια, τούτα τα ποιήματα θα μείνουν άφθαρτα και αιώνια να την εξυμνούν και να θωπεύουν τη δική της ξεχωριστή και πάντοτε ευγενική και όμορφη θωριά. Οι τίτλοι που χρησιμοποιεί ο Κουτσούνης, για να επιγράψει τα ποιήματά του, είναι ευσύνοπτοι, αποτελούνται από μία, το πολύ δύο λέξεις, όπου συνήθως η μία είναι το ουσιαστικό και η δεύτερη το άρθρο που το συνοδεύει. Η επιλογή αυτή δεν είναι άσχετη με την αισθητική της γραφής του Κουτσούνη, η οποία διακρίνεται για τη νοηματική πύκνωση και την εκφραστική της λιτότητα. Επιπλέον, η απουσία στίξης εντείνει τον επιτονισμό και τις πολλαπλές και, όπως είναι αναμενόμενο, διαφορετικές αναγνωστικές ανταποκρίσεις.

Είναι ενδιαφέρον ότι ο ποιητής στο πρώτο ποίημα της συλλογής δηλώνει προγραμματικά και εκ προοιμίου ότι προσεγγίζει την ποίηση ομοιοπαθητικά. Γράφει: όταν ήμουν μικρός/ τα ποιήματα με τρόμαζαν/ τόσο που η μητέρα μου για να διαβάσω/ μ’ αγριοκοίταζε κραδαίνοντας Σαχτούρη […] ώσπου μεγαλώνοντας/ αντιμετώπισα το ζήτημα ομοιοπαθητικά/ άρχισα να γράφω ποιήματα (από το ποίημα «similia similibus», σ. 9) Τη μητέρα θα τη συναντήσει ξανά ο αναγνώστης αργότερα, καθώς ο ποιητής αφιερώνει στη μνήμη της μητέρας του τέσσερα ελεγειακά ποιήματα: «το ταξίδι» (σ. 28), «σε μια γωνιά» (σ. 29), «νοσταλγία» (σ. 30), «στο δάσος» (σ. 31). Στα ποιήματα αυτά η μορφή της μητέρας, αβρή, συναισθηματικά τεταμένη, σχεδόν υπερβατή, την ανάγει σε ύψιστη μορφή – σύμβολο στη ζωή του ανθρώπου. Ας δούμε κάποιους σχετικούς στίχους – σαφώς μοντερνιστικούς: περιπλανώμενη στον ουρανό η μητέρα/ μπαίνει ξαφνικά στο δάσος σαν ιπτάμενο/ έπιπλο που επιστρέφει/ κι εξελίσσεται σ’ ένα ήμερο ζώο […] απρόσιτη προβάλλει η γραφή/ είναι αδύνατο να αισθανθώ/ αν δεν κοιτάξω μες στα μάτια τη μητέρα/ μα η μητέρα είναι μακριά κι ας λάμπει/ ακέραιο κενό μπροστά μου (από το ποίημα «στο δάσος», σ. 31) Η απούσα μητέρα δίνει τη θέση της στην κόρη που ανθίζει, στην κόρη του ποιητή που τη βλέπει να μεγαλώνει και να κατακτά δικούς της κόσμους. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι και σε αυτό το ποίημα με τίτλο «δυστοκία» (σ. 12), ο Κουτσούνης συνταιριάζει την αφιέρωση στην κόρη του (το ποίημα είναι αφιερωμένο στην Άλκηστη) με τη γραφή:

η κόρη μου έφτασε κιόλας

στην Πρώτη Δημοτικού

σιγά σιγά εξοικειώνεται

με τον τρόμο της άδειας σελίδας

και τη γεμίζει λέξεις

– ανορθόγραφες έστω –

εγώ ακόμη να εξημερώσω τη λευκότητα

ακόμη να δαμάσω το θηρίο

Ο τρόμος της άδειας, της λευκής σελίδας είναι κάτι πέρα από γνώριμος στους συνειδητά υπηρετούντες τη λογοτεχνία.

Επιστρέφοντας στην αποτύπωση της γυναίκας – ποίησης από τον Κουτσούνη δεν μπορούμε παρά να παρατηρήσουμε το ποίημα «η καλλονή» (σ. 10), όπου η ομορφιά συμπαρασύρει την έμπνευση, επιτείνει την ψευδαίσθηση, επιδαψιλεύει την – εν πολλοίς μάταιη – ελπίδα, φουντώνει το πάθος παραμένοντας η ίδια αδιάφορη, ανέγγιχτη και άσπλαχνη και βλέποντας τα θύματά της να τη φοβούνται. Αυτό την τρέφει και τη γιγαντώνει. Η ποθητή γυναίκα εξιδανικεύεται και ο ερωτισμός της σωματοποιείται με αισθησιασμό αλλά και σεβασμό απέναντι στο γυναικείο σώμα. Παράλληλα, το ποιητικό εγώ νιώθει ηττημένο και όμηρο του κάλλους και του έρωτα. Ας δούμε το ποίημα «ο καθρέφτης» (σ. 16):

σε κοιτάζω που κοιτάζεσαι

γυμνή με τις ώρες στον καθρέφτη

κι αδυνατώ να καταλάβω

ο όμηρος ποιος είναι

ο καθρέφτης του κορμιού σου

ή το κορμί σου του καθρέφτη


νυχιά στο βλέμμα μου η ομορφιά

ώστε σαστίζει ο νους

και δεν ξέρω αν φλέγομαι

για το πραγματικό κορμί σου

ή για εκείνο που απαστράπτει

μέσα στον καθρέφτη

όμηρος εξάπαντος και των δύο


Το ποιητικό υποκείμενο ορέγεται με πάθος το γυναικείο σώμα, τα μέλη, το πρόσωπο, τα χείλη, τη μυρωδιά του. Το ονειρεύεται, το φαντάζεται και το κοιτά διακριτικά αλλά και λαίμαργα. Η νοσταλγία σκοτώνει το ποιητικό υποκείμενο, το ταλαιπωρεί και το εξουθενώνει. Ας δούμε τρία μικρά ποιήματα από το δεύτερο ιντερμέδιο (σ. 20-21):

μύλοι τα χείλη αλέθουν τα φιλιά μας

και πέφτει αφράτο στα σώματα

του έρωτα το αλεύρι

~

τα στήθη σου γροθιές

μου μαύρισαν τα μάτια

~

ώσπου στα σκέλη σου προβάλλει

ένα σγουρό τσαμπί νερό

έτοιμο να σπάσει στη γλώσσα μου

Ο Κουτσούνης υμνώντας την αιώνια Γυναίκα επιστρατεύει στην ποίησή του τον μύθο της Περσεφόνης, η οποία όμως ανεβαίνοντας στον επίγειο κόσμο απεκδύεται τα μαύρα φορέματά της και φαίνεται να απολαμβάνει πρόσκαιρα τις ομορφιές του. Έχοντας, όμως, ήδη μασήσει κόκκους ροδιού επιστρέφει στον Κάτω Κόσμο νομοτελειακά, χωρίς να αισθάνεται καμιά διαφορά. Είναι εκείνη που νίκησε το μυστήριο της ζωής και του θανάτου. […] κι όταν σώνεται ο χρόνος/ γδύνεσαι το φουστάνι σου/ και ρίχνοντας στους ώμους πέπλο/ το νικημένο μυστήριο/ κατεβαίνει ανέκφραστη/ επάνω και κάτω τα ίδια ψιθυρίζεις/ λίγο πριν σε χωνέψει ο ζόφος/ παντού ενεδρεύουν αράχνες/ να με βυζάξουνε φαρμακωμένο γάλα (από το ποίημα «η Κόρη», σ. 22-23)

Η ευαισθησία του ποιητή δηλώνεται με δύο, κάπως αλλιώτικα από τα υπόλοιπα της συλλογής, ποιήματα: «πόλεμος» (σ. 11) και «σαστισμένα» (σ. 24). Στο πρώτο ο λόγος αφορά σε ένα νεαρό αγόρι που αποστρέφεται τον πόλεμο και οραματιζόταν την οικουμενική ελευθερία και την ειρήνη στον κόσμο αλλά θυσιάστηκε σπρωγμένος στη μάχη καταναγκαστικά. Το δεύτερο είναι αφιερωμένο στα παιδιά εκείνα, των οποίων το νήμα της ζωής κόπηκε βίαια και άδικα στη φονική πυρκαγιά στο Μάτι Αττικής τον Ιούλιο του 2018. Ακόμη, η προσωπική αλλά και πανανθρώπινη μοίρα του καθενός ορίζεται από τον χρόνο. Επομένως, ο ποιητής δικαίως τεχνουργεί στίχους για τα νιάτα που φεύγουν και το γήρας που πλησιάζει χαιρέκακα και αδυσώπητα. Ας δούμε τρία μικρά ποιήματα από το τέταρτο ιντερμέδιο (σ. 32-33):

κουλουριάζεται πάνω στο μπαστούνι

λίγο λίγο τρώγοντας τα άκρα του

βουλιάζει στη σιωπή το γήρας

ένα σοφό του χρόνου υστερόγραφο

~

αίφνης στην πάλη των χρόνων

καταφθάνουν αδίστακτοι οι παρατατικοί

κατεδαφίζοντας συθέμελα τους ενεστώτες

~

να τες οι φιλενάδες

πιασμένες χέρι χέρι

η καλλονή κι η ματαιότητα

Ο Κουτσούνης στην ποίησή του ανατέμνει την πραγματικότητα σκηνοθετώντας ποιητικούς κόσμους που σχοινοβατούν μεταξύ ωμού ρεαλισμού και φαντασιακής περιπλάνησης. Επιλέγει προσεχτικά τις λέξεις, ενώ αναπλάθει απρόσμενα εκφράσεις σχεδόν παγιωμένες υποτάσσοντάς τες σε ό,τι ο ίδιος θέλει να πει με αυτές. Ενδεικτικό παράδειγμα το ποίημα «νιάτα» (σ. 40), όπου τα αποταμιευμένα για τα γεράματα νιάτα – χάπια προκαλούν πολλές παρενέργειες με πιο φρικτή την ακατάσχετη νοσταλγία.

Σε όσα ερωτήματα ο ποιητής θέτει στον εαυτό του και στους δυνητικούς αναγνώστες δίνει την απάντηση μέσω της αυτόφωτης ποίησης, η οποία παραμένει μια διαρκής σταθερά στον αέναα κινούμενο κόσμο, ένας φάρος που καθοδηγεί την πλέουσα ζωή. Γι’ αυτό, καταληκτικά, θα παραθέσουμε δύο μικρά ποιήματα (ποιητικής) από το πρώτο ιντερμέδιο (σ. 14-15):


μπαίνει στο ποίημα χαρωπά ο αναγνώστης

κι αγνοώντας τη σήμανση

τις μεταφορές ανύποπτος απασφαλίζει

~

το ποίημα που δεν γράφτηκε

μην το φοβάσαι

μες στην κοιλιά του ασύλληπτου

ακέραιο την αιωνιότητα διεκδικεί.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular