Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί απόσπασμα της ερευνητικής εργασίας της Δανάης Στυλιανής Πορταρινού με τίτλο: «Προς μία χωρική προσέγγιση της Λογοτεχνίας: ΟΙ (Α)ΟΡΑΤΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ CALVINO», η οποία παρουσιάστηκε στο τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ το 2019, υπό την επίβλεψη της καθηγήτριας Ιστορίας και Θεωρίας της Τέχνης και του Πολιτισμού Λία Γυιόκα. 

 

Αρχιτεκτονική & Λογοτεχνία

Σύμφωνα με τον Percy Erskine Nobbs για να εντοπίσουμε τη σχέση μεταξύ αρχιτεκτονικής και λογοτεχνίας, θα πρέπει να θεωρήσουμε την πρώτη ως την τέχνη που εκμεταλλεύεται την δομή των τούβλων και την δεύτερη ως την τέχνη που εκμεταλλεύεται την δομή των λέξεων. Τότε θα ανακαλύψουμε ότι τα στοιχεία που κάνουν αυτές τις δύο τέχνες να ξεχωρίζουν μεταξύ τους, είναι τόσο τυχαία, ίσως βασισμένα σε συμπτώσεις, ώστε να μπορούμε να τα παραλείψουμε, όπως οι μαθηματικοί αγνοούν τις πολύ μικρές πιθανότητες.

Θεωρώντας ότι η αρχιτεκτονική έχει τη δική της γλώσσα, δομή, ύφος, ρυθμό ή ακόμα τίποτα από αυτά, μπορούμε να τη συγκρίνουμε με ένα κείμενο, ένα δοκίμιο , ακόμα και ένα ποίημα. Όσο για τον συγγραφέα , καταγράφει λέξεις και δομεί προτάσεις, αποκαλύπτοντας κάτι από τον χαρακτήρα του, και καταφέρνει να δημιουργήσει χαμογελαστές λίμνες, θλιμμένα βουνά, δέντρα που τραγουδούν, νευριασμένες φουρτουνιασμένες θάλασσες, όπως ο αρχιτέκτονας μπορεί να σχεδιάσει ένα ταπεινό ή περήφανο σπίτι, μία καλαίσθητη ή χυδαία εκκλησία ή ένα επιβλητικό και πομπώδες νοσοκομείο, φανερώνοντας θέλοντας και μη, το προσωπικό του ύφος. Βλέπουμε ότι ήδη από τα μέσα του 18ο αιώνα , ένα έργο, καλλιτεχνικό, λογοτεχνικό ή αρχιτεκτονικό αρχίζει να ερευνάται ως στοιχείο που εκφράζει μία δυναμική, μία σχέση ανάμεσα στον δημιουργό, τον αναγνώστη ή παρατηρητή , τον κριτικό τέχνης.

Για τον Nobbs το πρόβλημα που προκύπτει στην εξερεύνηση αυτής της σχέσης, έχει τις ρίζες του σε ένα γεγονός , που επισήμανε τον 18ο αιώνα. Όπως ο ίδιος ισχυρίζεται, σε αντίθεση με τα κτίρια μας, τα βιβλία αντανακλούν την ομορφιά της κοινωνίας μας.

 Ίσως αυτήν την άποψη ενστερνίστηκε αργότερα, το 1820 στο έργο του «Aesthetics: Lectures on Fine Art», ο Ηegel υποστηρίζοντας ότι η τέχνη της αρχιτεκτονικής είναι αντιδιαμετρικά αντίθετη ως προς την τέχνη της λογοτεχνίας, όσον αφορά την ατομική, αλλά και συλλογική ανθρώπινη έκφραση. Είναι λοιπόν, η λογοτεχνία η «απόλυτη και αληθινή τέχνη του πνεύματος» και η αρχιτεκτονική απλά μία τέχνη του συμπαγούς υλικού και της οικοδόμησης;

Μπορεί για τον 19ο αιώνα αυτή η άποψη να επιβεβαιώνεται, αφού είναι η πρώτη φορά που η αρχιτεκτονική σταματά να «υπηρετεί» το θείο και προσανατολίζεται σε ένα νέο Κόσμο, με Ευκλείδειους χώρους, γεωμετρικές ιδιότητες που αναδεικνύει τα υλικά και τις σχεδιαστικές προθέσεις του δημιουργού. Ο Homo Constructor , αποστασιοποιείται από την παράδοση και την φαντασία και αναδεικνύει τις τεχνικές δυνατότητες του.

Ωστόσο , ο 20ος αιώνας είναι αυτός κατά τον οποίο η τεχνική ικανότητα του καλλιτέχνη εξυμνείται όσο ποτέ άλλοτε. Οι πρωτοποριακές αντιλήψεις αυτού του αιώνα αντιπαρατίθενται φανερά στα πεδία της λογοτεχνίας και της ποίησης όπως την γνωρίζαμε ως τότε. Αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες, αναζητούν την καινοτομία και απορρίπτουν κάθε τι που συνδέεται με την ιστορία. Οι επικρατούσες ιδεολογίες επιζητούν την ανανέωση. Ο καλλιτέχνης πρέπει πλέον να απομονώσει το έργο του από κάθε κοινωνιολογικό, ιστορικό και βιογραφικό παράγοντα και να επικεντρωθεί στη μεθοδολογία της δημιουργίας του. Η αρχή της Νεωτερικότητας , θα σημάνει για την αρχιτεκτονική μία απελευθερωτική περίοδο κατά την οποία ο αρχιτέκτονας, όπως ακριβώς και ο συγγραφέας, θα επικεντρωθεί στην φόρμα, την μορφή και την πρώτη ύλη.

Παραδείγματα γνωστών πρωτοπόρων , «αναθεματίζουν» κάθε είδους μυθιστόρημα, ιστορικό δοκίμιο ή ποίημα του παρελθόντος. Πιο συγκεκριμένα, το 1909 Filippo Tommaso Marinetti, δημοσιεύει στη γαλλική εφημερίδα Le Figaro το μανιφέστο του φουτουρισμού , όπου υποστηρίζει ότι «μέχρι σήμερα η λογοτεχνία υποκινεί την σκεπτική ακινησία , την έκσταση και τον ύπνο». Στο βιβλίο του The Non-Objective World, o Kazimir Malevich, επηρεασμένος από το μοντέλο του ρωσικού σουπρεματισμού, προτείνει να «απελευθερωθεί ο κόσμος από τα βιβλία»). Ακόμα και ο Le Corbusier , στο σύγγραμμα του The Five Points of a Modern Architecture, δηλώνει ότι «το μάθημα της ιστορίας-λογοτεχνίας στα σχολεία, δεν μπορεί να προσφέρει γνώσεις πλέον». Ποιητές όπως Mallarmé, o Valery και ο Apollinaire , αποσκοπούν να ξεφύγουν από την παραστατική ποίηση και να αντιμετωπίσουν τις λέξεις ως «ελεύθερα» στοιχεία.

Εικόνα I : Eξώφυλλο του Figaro, 1915 , F.T. Marinetti

Αντίθετα, θεωρήθηκε ότι το μυθιστόρημα υποδηλώνει την σαφή πρόθεση του να αναβιώσει το παρελθόν. Το ίδιο συνέβη με την αρχιτεκτονική που «αφηγούταν» ή «μιμούταν» μνήμες. Έτσι, ενώ η ποίηση κατάφερε να αναγνωριστεί ως πεδίο ανάλογο της πρωτοποριακής τέχνης της εποχής, το μυθιστόρημα, με τα κατεξοχήν αφηγηματικά και περιγραφικά του στοιχεία, απαξιώθηκε. Παράλληλα με την ποίηση, η αρχιτεκτονική επίσης κατάφερε να «ξεφύγει» και να αναδείξει το «ανατρεπτικό» σε σχέση με την παράδοση. Συνεπώς, στην προσπάθεια μας να συσχετίσουμε αυτές τις δύο τέχνες , ερχόμαστε αντιμέτωποι με την «κρίση» του νοήματος της λογοτεχνίας κατά τον 20ο αιώνα.

Εικόνα II : Απόκομμα ποιήματος του Mallarme, Un coup de dés jamais n’abolira le hasard, 1987

 

H τέχνη του λόγου μελετάται πλέον ως προς τη μορφολογία του κειμένου και η εκφραστική ικανότητα του δημιουργού παραγκωνίζεται. Κατά πλειοψηφία οι μελετητές του γραπτού κειμένου του 20ου αιώνα, επικεντρώθηκαν στη μελέτη του ως αυτόνομο και απομονωμένο από οποιοδήποτε νόημα. Η δομή του και τα ιεραρχικά στοιχεία της γλώσσας υπερτερούν σε θέματα ενδιαφέροντος σε σχέση με τη φαντασία, την εκφραστικότητα και την αφηγηματική τεχνική. Για κάποιους όμως σημαντικούς στοχαστές της γλώσσας του 20ου αιώνα, οι γλωσσικές έννοιες που γεννά ένα λογοτεχνικό κείμενο, εντάσσονται σε ένα πιο διευρυμένο πεδίο μελέτης από αυτό της γλωσσολογίας.  

Εικόνα III : Apollinaire, Reconnais-toi, Poems of War and Peace, 1913-1916

Πιο συγκεκριμένα, ο Mikhail Bakhtin, εισήγαγε την έννοια του λογοτεχνικού χρονότοπου, δηλαδή μία νέα αντίληψη της δυναμικής του χρόνου στον χώρο μέσω της λογοτεχνικής πρακτικής. Οι διαφορετικοί χρονότοποι που συνίστανται από τις διατυπωμένες θέσεις τόσο του αφηγητή, όσο και του αναγνώστη, εκδηλώνουν μία ανομοιογενή εικόνα της ιστορίας και την κοινωνίας. Γι’ αυτό και στη λογοτεχνία , στη πολυφωνική της διάσταση γίνονται αντιληπτές αυτές οι ανομοιογενής καταστάσεις. Συνεπώς, επιδιώκοντας την λογοτεχνική αναπαράσταση, επιδιώκουμε ένα είδος γνώσεως , που παράγεται από τη γλώσσα, λειτουργεί ως μία νέα πηγή αβεβαιότητας σε σχέση με την πραγματικότητα και δεν μιμείται την ιστορία.

Ακόμα, o Walter Benjamin, μελετώντας την λογοτεχνία ως παράγοντα εξέλιξης της κοινωνίας, αναφέρεται στην αρχιτεκτονική που παράγει στην κοινωνία , την πιο σημαντική μαρτυρία: την κρυμμένη μυθολογία (Benjamin, 1999). Για να εντοπίσουμε τη σχέση της λογοτεχνίας με την αρχιτεκτονική, αρκεί να κατανοήσουμε τη μυθολογία αυτή, ως ένα σύνολο συμβόλων και αφηγήσεων που χρησιμοποιεί η ίδια η κοινωνία για να ορίσει την υπόσταση της. Εν ολίγοις, ο Benjamin ισχυρίζεται ότι η αρχιτεκτονική δεν αποτελεί απλώς μία απόδειξη κάποιου μυθικού περιεχομένου, αλλά προδίδει μία συγκαλυμμένη μυθολογία που έχει συγκεκριμένη μορφή και μπορεί να ερμηνευτεί[1], και αυτό γιατί κάθε ποίημα, μυθιστόρημα ή διήγημα εκφράζει μία ιδεολογία. Η ιδεολογία αυτή εκφράζεται μέσα από μία σειρά φανταστικών σχέσεων, που μπορεί να υφίσταται ανάμεσα στον ποιητή ή συγγραφέα και το σπίτι του, τον ήρωα και τον προστάτη του, την οικογένεια, τους φίλους, το φυσικό τοπίο και τελικά την ανάμεσα στην ίδια την κοινωνία…

Οι σχέσεις αυτές, συμπερασματικά, πραγματικές ή μη αποτελούν μία «τρισδιάστατη» ιδεολογία –με την έννοια του πραγματικού. Ως παράδειγμα θα μπορούσαμε να επισημάνουμε την άποψη του Spurr που υποστηρίζει ότι ένα σπίτι, παλάτι, καλύβα ακόμα και ένα τοπίο που περιγράφεται ή απλώς αναφέρεται σε ένα λογοτεχνικό κείμενο , ως άψυχο, υλικό στοιχείο στην πραγματικότητα, εκφράζει μία φανταστική σχέση του ιδιοκτήτη ή του παρατηρητή με τον υπόλοιπο κόσμο (Spurr, 2012). Κατά συνέπεια, ο ιδιωτικός χώρος στα πλαίσια της λογοτεχνίας, καθορίζει έμμεσα την κοινωνική θέση του ιδιοκτήτη, αποκαλύπτει πτυχές τις προσωπικότητας του ή ακόμα και στοιχεία από το παρελθόν του και μας προϊδεάζει για την εξέλιξη της πλοκής και της ιστορίας του.

[1] Η πρόταση αποτελεί ελεύθερη μετάφραση του παραθέματος του βιβλίου Spurr, D., 2012. ΑRCHITECTURE AND MODERN LITERATURE, Introduction: Meaning in Architecture and Literature. Michigan: the university of Michigan press, p.1

Η πόλις

Aς αναλογιστούμε ότι εδώ και πολλούς αιώνες, οι άνθρωποι εξερευνούν τον κόσμο, ονειρεύονται μυθικές πόλεις , ανακαλύπτουν καινούργιους τόπους, καταγράφουν τις εμπειρίες τους, σωματικές ή νοητικές , εμπνέονται από αυτές και επιδιώκουν να ζήσουν νέες πιο δυνατές. Μέσα από παραδείγματα λογοτεχνικών κειμένων , εντοπίζουμε την αρχιτεκτονική ως μία αφηρημένη έννοια που ορίζει τον κόσμο που μας περιβάλλει.

Ήδη, από το πρώτο κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης, τη Γένεσις , γίνεται λόγος για μία πόλη όπου οι άνθρωποι προσπαθούν να χτίσουν ένα πύργο από ψημένα πλιθιά, που θα φτάνει τον ουρανό. Ακόμα και αν πρόκειται για ένα μυθικό κτίσμα που δεν αναπαρίσταται, η πόλη της Βαβέλ γνωστή και ως Βαβυλώνα, είναι πραγματική. Βλέπουμε λοιπόν, πώς σε μία πραγματική πόλη, «χτίζεται» ένα φανταστικό αρχιτεκτόνημα και δημιουργείται η ιστορία γύρω από το μύθο, πώς δηλαδή οι δύο κόσμοι του φανταστικού και του πραγματικού αλληλοεπιδρούν μέσω της λογοτεχνίας.

Mε αυτό το παράδειγμα, αναγνωρίζεται η αξία της πόλης ως μία έννοια αφηρημένη, που περιγράφεται τυπικά ως ένα σύνολο αστικών και αρχιτεκτονικών χώρων, όπου ο άνθρωπος αναζητά τη θέση του στην ιστορία, αναγνωρίζοντας τη σημασία μιας αρχιτεκτονικής, που ορίζει τη μοίρα των ανθρώπων και αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό.

Σε ένα άλλο βιβλικό παράδειγμα, όταν , ο Κάιν , γιός του Αδάμ και της Εύας απομακρύνθηκε από το Θεό, πήγε και έκτισε μία πόλη ανατολικά της Εδέμ, και την ονόμασε προς τιμήν του παιδιού του Ενώχ. Η πόλη αυτή, λειτουργεί ως ο τόπος που οδηγείται ο άνθρωπος όταν υποκύπτει στη δύναμη των θεών. Αντιλαμβανόμαστε ότι αν και η έννοια του αρχιτεκτονικού χώρου εντοπίζεται στα πρώτα βιβλικά κείμενα , είναι τόσο απροσδιόριστη και λειτουργεί ως διαχωριστικό στοιχείο ανάμεσα στο χάος και τον αληθινό κόσμο. Πρόκειται για μία μυθοποιημένη πόλη, που διαδέχεται τον «χαμένο παράδεισο» , την «γη της επαγγελίας» και παρέχει με τη σειρά της ασφάλεια από τους κινδύνους και την βαρβαρότητα της «υπαίθρου».

Σε αντιδιαστολή με τις αναφορές σε κείμενα παραδοσιακών κοινωνιών, πολύ αργότερα εντοπίζονται πόλεις που συστάθηκαν για να εξασφαλίσουν στον άνθρωπο, όχι απλά το «ζην» , αλλά και το «ευ-ζην» . Ήδη από τον 19ο αιώνα μετά τον Balzac, τον Hugo και τον Zola, η πόλη στη λογοτεχνία αποτελεί πρώτη ύλη για την εξιστόρηση του μύθου. Ο Μοντερνισμός εισάγει την πόλη , και πιο συγκεκριμένα την νεωτερική μητρόπολη, ως κυρίαρχο στοιχείο της λογοτεχνίας από το 19ο αιώνα και στο εξής.

Εικόνα IV: Ο πύργος της Βαβέλ σε πίνακες του Pieter Bruegel, 1563

Η αστική περιπλάνηση αποτελεί πηγή έμπνευσης για τους μεγαλύτερους λογοτέχνες της εποχής. Σύμφωνα με το Walter Benjamin  , για τον Baudelaire η πόλη αποτελεί αφορμή εξερεύνησης του αστικού τοπίου. Ο Πλάνητας – ή Flâneur όπως τον αναφέρει ο ίδιος- δεν περπατά άσκοπα στην πόλη σαν περιθωριακός υπανάπτυκτος μέθυσος, αλλά έχοντας καλύψει τις βιοποριστικές του ανάγκες και ανήκοντας σε μία ανώτερη κοινωνική τάξη, περιπλανάται με τη χελώνα του στις εμπορικές στοές του Παρισιού. Αν και μοναχικός , αγαπά να χάνεται ανάμεσα στο πλήθος της πόλης του Παρισιού , καθώς περπατά στους πολύβουους δρόμους της.

Εικόνα V: Γραφική Αναπαράσταση του Eugène Fasquelle για το βιβλίο του Zola, la Curée, 1906 

O Edgar Allan Poe, στον Άνθρωπο του Πλήθους διηγείται μία αστική περιπλάνηση στο Λονδίνο, κατά την διάρκεια μίας μέρας. Σε αυτήν την ιστορία , ο πρωταγωνιστής είναι «ο εκκεντρικός Πλάνητας του 19ου αιώνα στην ματιά του οποίου ξεδιπλώνεται το αποκρουστικό θέαμα του μητροπολιτικού πλήθους», δηλαδή ένας παθητικός θεατής των γεγονότων που συμβαίνουν στην πόλη. Ο Walter Benjamin αντίθετα, θεωρεί ότι ο Πλάνητας του Poe διαφέρει με αυτόν του Baudlaire , και η διαφορά έγκειται στην επιθυμία του πρωταγωνιστή. Υποστηρίζει την αδυναμία περιπλάνησης του ήρωα του Poe, καθώς το πλήθος διακόπτει συνεχώς την κυκλοφορία του. Μία τέτοια περιπλάνηση δεν δύναται να βοηθήσει στην παρατήρηση της πόλης. Σε αυτήν την περίπτωση, ο πραγματικός χώρος λειτουργεί καταρρίπτοντας την ίδια του την υπόσταση, καθώς ο Πλάνητας αποκόπτεται από την αντίληψη του πραγματικού.

Εικόνα VI: Γραφική Απεικόνιση του Flâneur, Paul Gavarni, 1842

Όσον αφορά λοιπόν τη λογοτεχνία και την πόλη του 19ου αιώνα, αντιλαμβανόμαστε ότι ο συγγραφέας δημιουργεί το κείμενο, ο αναγνώστης το «ερμηνεύει» σύμφωνα με τη δική του οπτική το έργο του συγγραφέα και οι ερμηνείες αυτές επηρεάζουν και δημιουργούν εκ νέου εικόνες της πόλης. Οι συγγραφείς των βιβλίων μετατρέπουν την αστική πληροφορία σε λογοτεχνικό κείμενο μέσω της αστικής περιπλάνησης. Οι πρωταγωνιστές των ποιητών, του Wiliam Blake, του Edgar Allan Poe, του Thomas de Quincy, ο Charles Baudelaire, «διαβάζουν» την πόλη τους περπατώντας την. Σύμφωνα με την Anneli Mihkelev μάλιστα , σε αυτή τη σχέση εντοπίζονται «δύο κείμενα που αλληλοεπιδρούν». Πρόκειται για την πόλη ως «κείμενο» και το πραγματικό κείμενο.

Εικόνα VII: Γραφιστική Αναπαράσταση του Harry Clarke για το The Man of the Crowd του E.A. Poe, 1923

Η πόλη του 19ου αιώνα είναι ένα σύμπλεγμα ιστορικών και σύγχρονων συνόλων, μνημείων ή απομονωμένων κτιριακών μονάδων. Η αρχιτεκτονική των αστικών συνόλων δεν εντοπίζεται μονάχα στα νέα κτιριακά συμπλέγματα, αλλά και στην συνύπαρξη, ή ακόμα καλύτερα στην αλληλεπίδραση τους με το παλιό. Παράλληλα, «το παλιό», αλλάζει μορφή, ανακατασκευάζεται τμηματικά ή ολοκληρωτικά, αποκτά φθορές που αποκαθίστανται. Όλες οι παραπάνω εικόνες αποτελούν την εικόνα ενός «αστικού παλίμψηστου», όπως υποστηρίζει ο Huyssen, το οποίο δημιουργεί και την ανάγκη του Πλάνητα να ψηλαφήσει την ιστορία και να την ερμηνεύσει την πόλη ως αναγνώσιμο κείμενο του παρόντος. Εν ολίγοις, οι χωρικές εκφάνσεις του παρελθόντος στο παρόν, γεννούν μία αφήγηση της πόλης, που δεν διαφέρει σε τίποτα την αφήγηση ενός λογοτεχνικού κειμένου.

Στον αντίποδα, η πόλη του 20ου αιώνα δεν ενδείκνυται για έναν περιπατητή. Άκρως ασύμμετρη και αποσυντιθέμενη, αποτρέπει την δημιουργία ενός ενιαίου συνόλου, ενός ψηφιδωτού , πόσο μάλλον την αστική περιπλάνηση με στόχο την ενοποίηση , την ανάλυση και την κατανόηση της ως τέτοιο. Ο αστικός χώρος πλημμυρίζει από πληροφορίες, με αποτέλεσμα την αδυναμία αποδοχής εξωτερικών ερεθισμάτων που μπορούν να νοηματοδοτηθούν. Ο Πλάνητας , μετατρέπεται στον αποξενωμένο χρήστη –και όχι κάτοικο- μίας πόλης που σε κάθε γωνιά της παραμονεύουν κίνδυνοι. 

Εικόνα VIII: Σκίτσα του Piranesi, Η αρχαία Ρώμη, 18ος αιώνας

Η εχθρική αυτή σχέση και η ανοίκεια αίσθηση, αποκαλύπτεται σταδιακά και στα σημαντικότερα λογοτεχνικά κείμενα του 20ου αιώνα. Στο μικρό διήγημα Ο αθάνατος, ο ήρωας του Borges διανύει έναν ατελείωτο λαβύρινθο και οδηγείται στην Πόλη των Αθανάτων. O λαβύρινθος αυτός, αποσκοπεί σε ένα και μόνο στόχο: να προκαλεί σύγχυση και να εμποδίζει την εύκολη διέλευση των ανθρώπων για την πολιτεία των αθανάτων. Η συμμετρική αυτή οργάνωση του λαβυρίνθου, οι ατελείωτες διαδρομές και οι φαινομενικές έξοδοι παραπέμπουν σε μία χαοτική δομή. Τίποτα όμως από αυτά δεν αρκεί για να περιγράψει το χάος της πόλης που θα αντίκριζε: ασύμμετρες κατασκευές , ψηλοί τοίχοι, απρόσιτα παράθυρα και ανεστραμμένα κλιμακοστάσια. Ο ήρωας του Borges, δεν περιπλανάται άσκοπα, αλλά αναζητά διέξοδο και η πόλη επιδεικνύει την άρνηση της σε αυτή του την επιθυμία. Στο διήγημα αυτό οι λέξεις «εκμεταλλεύονται» την αρχιτεκτονική, προβάλλοντας την ως μέσο έντονης πνευματικής σύγχυσης. Oι εικόνες που γεννά η περιγραφή μοιάζουν με τις σκοτεινές φανταστικές απεικονίσεις του Piranesi.

Όσον αφορά την μεταμοντέρνα πόλη, δείχνει στον άνθρωπο το πιο εχθρικό της πρόσωπο και εκείνος εγκλωβίζεται στον εαυτό του ή ψάχνει διέξοδο στην φύση. Παρατηρούμε , λοιπόν, μία αντεστραμμένη σχέση από αυτήν που περιγράψαμε στα πρώτα λογοτεχνικά κείμενα , ως προς το ρόλο της πόλης. Η ύπαιθρος είναι αυτή που αποτελεί πλέον τον «χαμένο παράδεισο» και προσφέρει ηρεμία και διέξοδο από το «χάος» του κόσμου της πόλης.

Οδεύοντας προς το σήμερα, ο πλάνης είναι μία έννοια που δεν γνωρίζουμε αν υφίσταται τον 21ο αιώνα. Ο Jan Gehl κάνει έκκληση σε πολεοδόμους και αρχιτέκτονες ώστε να εστιάσουν στις ανάγκες των ανθρώπων για να εισέλθει η ανθρώπινη διάσταση ως μία αναγκαία προϋπόθεση στον αστικό σχεδιασμό, ώστε οι πόλεις να ενισχύουν την «βαδισιμότητα» των χρηστών τους. Μπορεί αυτό να αποτελέσει μία βασική παράμετρο που ενισχύει τον ρόλο της αστικής περιπλάνησης, αλλά υπάρχουν πολλές που τον καταρρίπτουν.

Η σύγχρονη εποχή βασίζεται στην περιπλάνηση με μία βασική διαφορά από εκείνη του 19ου αιώνα : o Πλάνητας του 21ου αιώνα αποδεσμεύεται από τον τόπο και επιλέγει τον ψηφιακό κόσμο, ενώ παράλληλα λαμβάνουν μέρος δράσεις σε όλον τον κόσμο, με στόχο την επαγρύπνηση του και την ανακάλυψη νέων πτυχών αυτής της κατά τα άλλα εχθρική όψη της. Άλλωστε, το βιβλίο που θα αναλυθεί στη συνέχεια, αφορά μία χαρτογράφηση, μέσω της περιπλάνησης σε πόλεις που φανερώνουν μέσω των αντιθέσεων, της ομορφιάς και της ασχήμιας, της πολυτέλειας και της φτώχιας, του ορατού και του αόρατου, την ευχαρίστηση της διαδρομής και όχι του προορισμού.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Arán, P. O. (2009, 06). Las cronotopías literarias en la concepción bajtiniana. Su pertinencia en el planteo de una investigación sobre narrativa argentina contemporánea. Dialogismo, monologismo y polifonía(21), σσ. 119-141.
  2. Benjamin, W. (1999). The arcades project . Cambridge: Belknap Press.
  3. Borges, J. L. (2014). ΧΟΡΧΕ-ΛΟΥΙΣ ΜΠΟΡΧΕΣ: ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΠΕΖΑ. In Μ. ΑΡΕΤΗ (Ed.), O αθάνατος (Κ. ΑΧΙΛΛΕΑΣ, Trans., σσ. 229-245). Αθήνα: ΠΑΤΑΚΗΣ.
  4. Gehl, J. (2013). Η ανθρώπινη διάσταση. In Χ. Μικελοπούλου (Ed.), ανθρώπινες πόλεις (σ. 6). Αθήνα: MBIKE EVENTS & DIGITAL.
  5. Gymbel, J. (2006). Διαγωτισμός και Επαναστατική Αρχιτεκτονική. In Ιστορία της Αρχιτεκτονικης από την Αρχαιότητα μέχρι Σήμερα (σσ. 62-70). Αθήνα: ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗΣ.
  6. Hegel, G. W. (2010). (Σ. Γιακουμής, Ed., & Γ. Σταμάτης, Trans.) Αθήνα: Βιβλιοθήκη Νομικής.
  7. Huyssen, A. (2003). Present Pasts, Urban Palimpsests and the Politics of Memory. California: Stanford University Press.
  8. IRIARTE, H. (2005, 02 28). CIUDADES MÍTICAS Y LITERARIAS. (C. A. TRIANA, Ed.) Revista de Arquitectura(7), σσ. 24-27.
  9. Le Corbusier. (1998). Arquitectura. In E. APOSTROFE (Ed.), Hacia Una Arquitectura (J. A. Martínez, Trans., 2η ed., σ. 80). Barcelona: POSEIDON.
  10. Malévich, Κ. (2003). The manifesto of suprematism. Στο Κ. Malevich, The non-objective world (σ. 280). Mineola, N.Y: DOVER PUBLICATIONS INC.
  11. Marinetti, F. T. (1909). The Manifesto of Futurism. Ανάκτηση Ιούλιος 13, 2018, από https://www.societyforasianart.org/sites/default/files/manifesto_futurista.pdf
  12. Martí, A. F. (2014). Literatura y arquitectura en el cambio de siglo. Barcelona: Universitat Politècnica de Catalunya. Departament de Composició Arquitectònica.
  13. Mitchell, W. J. (1996). Cambridge , Massachusetts , London , England: The M.I.T. Press.
  14. Nobbs, P. E., n.d. Literature and Architecture. Canadian Architecture Collection, σ. 343.
  15. Richard, S. (1999). In S. Richard, & Γ. Λυκιαρδόπουλος (Ed.), Η τυραννία της οικειότητας : O δημόσιος και ο ιδιωτικός χώρος στον Δυτικό Πολιτισμό (Γ. Μέρτικας, Trans., σ. 165). Αθήνα: Νεφέλη.
  16. Spurr, D. (2012). ΑRCHITECTURE AND MODERN LITERATURE. (A. Arbor, Ed.) Michigan: the university of michigan press.
  17. Walter, B. (2002). Ο πλάνης. In Λ. Α. Κώστας Λιβιεράτος (Ed.), ΣΑΡΛ ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ ΕΝΑΣ ΛΥΡΙΚΟΣ ΣΤΗΝ ΑΚΜΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ (2η ed., σσ. 43-81). Αθήνα: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ.
  18. Λιάτσος, Β. (2016). ΤΟ ΠΑΛΙΜΨΗΣΤΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. In ΠΑΛΙΜΨΗΣΤΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ : Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (σσ. 55-65). Βόλος: University of Thessaly.
  19. Τσιριμώκου, Λ. (2000). Εσωτερική ταχύτητα: δοκίμια για τη λογοτεχνία. Αθήνα: Άγρα.

Πηγές & Ευρετήριο Εικόνων

Εικόνα I : Eξώφυλλο του Figaro, 1915 , F.T. Marinetti

Πηγή : https://en.wikipedia.org/wiki/File:MarinettiMotagne.jpg

Εικόνα II : Απόκομμα ποιήματος του Mallarme, Un coup de dés jamais n’abolira le hasard , 1987

Πηγή : https://bearskin.org/tag/guillaume-apollinaire/

Εικόνα III : Apollinaire, Reconnais-toi, Poems of War and Peace, 1913-1916           

Πηγή : http://blog.yalebooks.com/2015/03/18/theinnovative-poetry-of-mallarme/

Εικόνα IV : Ο πύργος της Βαβέλ σε πίνακες του Pieter Bruegel , 1563          

Πηγή: https:/en.wikipedia.org/wiki/The_Tower_of_Babel_(Bruegel)

Εικόνα V: Γραφική Αναπαράσταση του Eugène Fasquelle για το βιβλίο του Zola, la Curée , 1906

Πηγή : https://www.histoires-de-paris.fr/curee-zola/

Εικόνα VI : Γραφική Απεικόνιση του Flâneur, Paul Gavarni , 1842      

Πηγή : https://en.wikipedia.org/wiki/Fl%C3%A2neur

Εικόνα VII : Γραφιστική Αναπαράσταση του Harry Clarke για το The Man of the Crowd του E.A. Poe

Πηγή: https://biblioklept.org/2014/09/22/the-man-of-the-crowd-edgar-allan-poe/

Εικόνα VIII : Σκίτσα του Piranesi, Η αρχαία Ρώμη, 18ος αιώνας          

Πηγή : https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/4/4a/Antichina_piranese.jpg

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular