Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

***Γράφει η Μαρία Δαλαμήτρου είναι εκπαιδευτικός και Διδάκτωρ Λογοτεχνίας του Essex University

Το 1920 ο ζωγράφος Paul Klee ολοκληρώνει την υδατογραφία Angelus Novus.  Ένας άγγελος απεικονίζεται με ανοιγμένα τα φτερά του να κοιτάει καταπρόσωπο αυτό που ο θεωρητικός Walter Benjamin (Γερμανός μαρξιστής και κριτικός λογοτεχνίας, 1892-1940) προσδιόρισε ως το παρελθόν, την ιστορία. Με μάτια και στόμα ανοιχτά, ο άγγελος φαίνεται να απωθείται προς τα πίσω, προς το παρασκήνιο του πίνακα, να απωθείται προς το μέλλον, ενώ κοιτάει προς το παρελθόν. Η κίνηση προς το μέλλον γίνεται με τον άγγελο να έχει την πλάτη του σε αυτό.  Για τον Benjamin, μία ορμητική καταιγίδα σπρώχνει τον άγγελο προς το μέλλον, ένα μέλλον στο οποίο αυτός έχει την πλάτη γυρισμένη, κι αυτή η καταιγίδα είναι η πρόοδος.

Η κίνηση στο μέλλον, για τον Benjamin, γίνεται με όπισθεν.  Οπισθοδρόμηση.

To 1925, στον επίλογο του βιβλίου του The Great Gatsby, ο Φιτζέραλντ περιγράφει τη ζωή των ανθρώπων μέσα από τη φωνή του αφηγητή Νικ Καραγουέϋ ως εξής: “Κι έτσι συνεχίζουμε, βάρκες ενάντια στο ρεύμα, που ακατάπαυστα μας ρίχνει πίσω στο παρελθόν” (μτφρ. Μπερλής).[1]  Τα πάρτυ στο βιβλίο έχουν τελειώσει, ο έρωτας δεν τελεσφόρησε, μία γυναίκα σκοτώθηκε από ατύχημα, ο σύζυγός της στόχευσε λάθος ένοχο για αυτόν τον χαμό και πυροβόλησε τον Γκάτσμπυ, ο Γκάτσμπυ έζησε τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, ήπιε παράνομα ποτά, γλέντησε στην έπαυλή του, διεκδίκησε τη Νταίζυ από τον άντρα της, την έχασε, κι έχασε και τη ζωή του, μία ζωή που για όλους τους υπόλοιπους συνεχίζεται προς το μέλλον μεν αλλά με όπισθεν.  Βάρκες ενάντια στο ρεύμα.

Ούτως ή άλλως ο ανθρώπινος χαρακτήρας είχε αλλάξει.  Τον Δεκέμβριο του 1910, ή εκεί γύρω, τότε προσδιόριζε την αλλαγή η Βιρτζίνια Γουλφ.  Πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που έφερε πάνω από είκοσι εκατομμύρια απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.  Πριν την Ισπανική Γρίπη, που θέρισε άλλα 50 εκατομμύρια.  Πριν ριχτούν οι επιζώντες, σαν τον Γκάτσμπυ, στα οργιώδη 20ς (“roaring twenties” έχουν μείνει στη βιβλιογραφία, η δεκαετία που βρυχάται), τη δεκαετία του υψηλού Μοντερνισμού στην τέχνη, στα μοτέλ, στα ραδιόφωνα, στη τζαζ, στη Νέα Υόρκη να παίρνει το προβάδισμα ως μητρόπολη, στα αυτοκίνητα, στο Art Deco, στην ευφορία, στον βρυχηθμό μίας εποχής που, μέσα στη φασαρία, δεν άκουσε καλά, έτσι όπως ξέφρενα ζούσε, τον γδούπο που έκανε δημοσιευμένο το έργο Ο Αγών Μου (1925) του Χίτλερ – άγγελος που μας έσπρωχνε προς ένα οπισθοδρομικό μέλλον.

Η αντιπαράθεση των νέων και των γηραιότερων, με συνεπακόλουθο τον εξωραϊσμό του παρελθόντος, είναι μάλλον ίδιον κάθε γενιάς.  Οι Μοντερνιστές του 1920 διακρίνονταν στους reactionaries – όσους έβλεπαν με δυσπιστία το νέο που έρχεται ή γυρνούσαν την πλάτη σε αυτό, αναπολώντας ένα κλασικό παρελθόν (π.χ. T. S. Eliot, William Butler Yeats), και τους revolutionaries, όσους ήθελαν να ανατρέψουν το παρελθόν και να επιβάλλουν το νέο, το διαρκώς νέο, όπως επιτάσσει η λέξη “μοντέρνο” (π.χ. Ezra Pound, Gertrude Stein).  Στο έργο της The Making of Americans: Being a History of a Family’s Progress (Η Δημιουργία των Αμερικανών – Το να Είσαι Μέρος της Ιστορίας της Προόδου Μίας Οικογένειας), η Γερτρούδη Στάιν χρησιμοποιεί την ενεργητική μετοχή και την επανάληψη αυτής για να περιγράψει τον αμερικανικό χαρακτήρα ως διαρκώς σε εξέλιξη – in progress – και αυτή είναι η πρόοδός του.  Η ενεργητική μετοχή του ενεστώτα απηχεί μία διαρκώς μεταβαλλόμενη κατάσταση, κάτι στο οποίο παραπέμπει ο όρος “μοντέρνο”: το μοντέρνο υπάρχει μόνο προσωρινά και ακυρώνεται από το επόμενο νέο, από το πιο μοντέρνο, στο διηνεκές.  Η διαρκής αυτοακύρωσή του για χάρη του επόμενου μοντέρνου είναι στον χαρακτήρα του μοντέρνου, της αμερικανικής καταναλωτικής κοινωνίας, της αθρόας συσσώρευσης αγαθών και κερδών.

Ο Φιτζέραλντ σε ορισμένα σημεία αντιπαραβάλλει την αίσθηση ενός παρελθόντος με την καθηλωτική παρουσία του παρόντος που οδεύει προς το μέλλον, προς το επόμενο παρόν: “δεν μπορούσα βέβαια να δω μέσα της αλλά είχα την αίσθηση ότι ο Τομ θα γύριζε από δω κι από κει για πάντα, αναζητώντας διακαώς τη δραματική ένταση ενός ματς που ανήκει οριστικά στο παρελθόν” (σελ. 30) λέει ο αφηγητής για τη σχέση της Νταίζυ, αντικείμενο του πόθου του Γκάτσμπυ, με τον βίαιο σύζυγό της.  “Ύστερα η λάμψη έσβησε, καθώς οι αχτίδες την εγκατέλειπαν μία μία με λύπη, σαν παιδιά που παρατούν το παιχνίδι τους σε έναν όμορφο δρόμο το σούρουπο” (σελ. 39) λέει ο αφηγητής για τη Νταίζυ, κι ύστερα πάλι επιβεβαιώνει την αλλαγή που είχε δει η Βιρτζίνια Γουλφ στον μέγα αιώνα του Γκάτσμπυ του μέγα: “τα ηλεκτρικά τρένα μετέφεραν κόσμο από τη Νέα Υόρκη στο σπίτι του, τρέχοντας μέσα στη βροχή.  Ήταν η ώρα μιας βαθιάς ανθρώπινης αλλαγής και η ατμόσφαιρα ήταν εξημμένη” (σελ. 131).  Η αμηχανία ανάμεσα στο διαρκώς νέο, στο μέλλον, στην επόμενη στιγμή, εισβάλλει στον Γκάτσμπυ μέσω του Έλιοτ: “Τι θα κάνουμε το απόγευμα;” είπε η Νταίζυ.  “Τι θα κάνουμε αύριο, τι θα κάνουμε τα επόμενα τριάντα χρόνια;” (σελ. 157).  Στο μεγάλο ποίημα του Μοντερνισμού, του 1922, στην “Waste Land”, το ίδιο ρωτούσε ο Έλιοτ: “What shall we do tomorrow? / What shall we ever do?”.  Κανείς δεν παίρνει απάντηση σε τέτοια ερωτήματα, γιατί, από τον Μοντερνισμό και μετά, το ζητούμενο είναι η ερώτηση, έλεγε η Στάιν.

Όμως ο Φιτζέραλντ δίνει μία πολύ σαφή κατάληξη στον μεγάλο Γκάτσμπυ, που επέζησε από τις καταστροφές των αρχών του αιώνα του για να καταλήξει από μία σφαίρα κι έναν έρωτα.

Αυτό που για κάποιους είναι ιστορία και πρόοδος, για τον Benjamin ήταν καταστροφή.  Για τον Joyce, η ιστορία ήταν ένας εφιάλτης, από τον οποίο προσπαθούσε να ξυπνήσει.  Ο άγγελος του Klee ωθείται αθέλητα προς το μέλλον βλέποντας να συσσωρεύονται μπροστά του τα συντρίμμια της ιστορίας.  Καμία πρόοδος.  Το ανολοκλήρωτο πρότζεκτ του Διαφωτισμού, όπως έλεγε ο Adorno.  “Έφυγα λοιπόν, αφήνοντάς τον να στέκεται εκεί στο φεγγαρόφωτο – και να επιτηρεί το τίποτα” (σελ. 188), όπως λέει ο Νικ Καραγουέϋ για τον καλό του φίλο Γκάτσμπυ μετά το τραγικό ατύχημα, στο οποίο ο Γκάτσμπυ, για να καλύψει τη Νταίζυ, αναλαμβάνει την ευθύνη, και χάνει τη ζωή – την πιθανότητα ενός μέλλοντος.

Προφανώς η διατήρηση της επιθυμίας έχει μεγαλύτερη σημασία από την ικανοποίηση της επιθυμίας σε μία καταναλωτική κοινωνία.  Ακόμη και προτού ο Lacan μιλήσει για το desire που φαίνεται να εκκινεί όλη τη σημασιοδοτική προσπάθεια στον άνθρωπο, η δυτική κοινωνία ζούσε την αχαλίνωτη έκφραση των επιθυμιών της για χάρη αυτών, για χάρη των επόμενων επιθυμιών: έρωτας, πάρτυ, μουσική, κόσμος, φωνές, επαύλεις, αυτοκίνητα, ρούχα, και πάλι από την αρχή, όσες φορές χρειαστεί ώστε να δικαιολογηθεί ο χαρακτηρισμός great στον Γκάτσμπυ, που γεννήθηκε και έπεσε γενναία με το αμερικάνικο όνειρο.  Μετά ήρθε το κραχ, η ύφεση, ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, και πολλά άλλα.

Και πολύ μετά, στον επόμενο αιώνα, πάλι στη δεύτερη δεκαετία αυτού, ήρθε η επόμενη πανδημία.  Και πρόσφατα ήρθε και η έναρξη νέου πολέμου στην Ευρώπη.  Αυτά τα 20ς βγάζουν και πάλι βρυχηθμό.  Ο άγγελος στον πίνακα του Klee έκανε άλλο ένα μεγάλο βήμα προς τα πίσω – εμπρός.

  Angelus Novus (Paul Klee, 1920)

   [1]     Fitzgerald, F. Scott.  Ο Μεγάλος Γκάτσμπυ.  Αθήνα: Άγρα, 2012.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular