Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Η Αννί Ερνώ στο αυτοβιογραφικό – αυτοαναφορικό της αφήγημα «Ο τόπος» (Μετάφραση Ρίτα Κολαΐτη, Μεταίχμιο, 2020) υπηρετεί μία συγκεκριμένη πρόθεση, η οποία ρητά παρουσιάζεται στο σώμα του κειμένου, εφ’ όσον επιλέγει να αναφερθεί στην ίδια τη διαδικασία της γραφής. Αποσκοπεί στην ανασύσταση της ζωής του πατέρα της και στον καθορισμό της απόστασης που την χώριζε από εκείνον την εποχή της εφηβείας της και όχι μόνο, υποκινούμενη, κατά την ομολογία της, από κάτι ακαθόριστο, «όπως σ’ έναν έρωτα που έχει ραγίσει».

Συνεπώς, κεντρικό αντικείμενο της αφήγησής της είναι ο πατέρας, για την παράθεση της ιστορίας του οποίου ομολογεί πως επέλεξε το συγκεκριμένο είδος κειμένου και γραφής, που δεν αποτελεί μυθιστόρημα με τη στενή έννοια του όρου και κυρίαρχη τη μυθοπλαστική διάσταση, παρά ένα αφήγημα που συνάδει με την «υποταγμένη στην ανάγκη» ζωή του πατέρα, αλλά και με τη δική της φύση, χωρίς λυρισμούς και κυματώδη υφή. Και παρακολουθώντας το κείμενο συνολικά είναι εύκολα διαπιστώσιμο πως μένει πιστή στον επιλεγμένο τρόπο αφήγησης, με τον λιτό και κοφτό, συχνά παρατακτικό και ελλειμματικό λόγο να λειτουργεί ενισχυτικά μιας λανθάνουσας συναισθηματικής έντασης, εύλογης όταν κάποιος επιλέγει να μιλήσει για το βιωμένο, οικογενειακό παρελθόν του.

Η Ερνώ, λοιπόν, με τη διευρυμένη αυτοσυνειδησία της ωριμότητας επιχειρεί να αναπαραστήσει τον κόσμο του πατέρα, θέτοντας τον εαυτό της ως παρατηρητή της ζωής του και κατόπιν ως μάρτυρα της κοινής τους ζωής, των βιωμάτων που περιγράφει, με δεδομένη επομένως την ύπαρξη της χρονικής, αλλά και οντολογικής απόστασης του παρελθόντος από το αφηγηματικό παρόν, που ίσως εμποδίζει να καταγραφεί η αυθεντικότητα της βιωμένης εμπειρίας.

Η εκκίνηση του κειμένου γίνεται με μία πρώτη αναδρομική αφήγηση, μέσω της οποίας παρουσιάζεται μία καθοριστική της Ερνώ στιγμή της ζωής της, η επιτυχία της στις εξετάσεις, που της επιτρέπει να εργαστεί ως καθηγήτρια δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Έπεται η αναφορά στον θάνατο του πατέρα δυο μήνες αργότερα και στην ακολουθία του τυπικού των κηδειών και η παράθεση των κατοπινών, απαιτούμενων διαδικασιών. Η συγκεκριμένη επιλογή της αφήγησης δεν είναι τυχαία. Η αναφορά στην έναρξη της επαγγελματικής ζωής, που οραματίστηκε η συγγραφέας εντασσόμενη στην αστική τάξη μακριά από την επαρχιώτικη ζωή της οικογένειάς της, σηματοδοτεί την ήδη διαμορφωμένη απόσταση από το οικογενειακό περιβάλλον, στοιχείο που χρήζεται από την πορεία της αφήγησης ως ζητούμενο για την ίδια κατά τη διάρκεια της εφηβείας της. Η Ερνώ έχει ήδη αποστασιοποιηθεί από την οικογένειά της μέσω της εκπαίδευσής της και η έναρξη της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας παγιώνει αυτήν την αποστασιοποίηση. Από την άλλη, ο θάνατος του πατέρα δύο μήνες μετά την προσωπική της επιτυχία προσδίδει και μόνο ως παράθεση στο κείμενο, χωρίς καμία υπόνοια μελοδραματισμού στην παρουσίαση, την αίσθηση μίας υποβόσκουσας τραγικότητας, μέσω της απώλειας για την ίδια του εν αποστάσει κεντρικού οικογενειακού προσώπου, του πατέρα.

Μετά τις προλογικές αναφορές, που μας εισάγουν στον κόσμο της Ερνώ και της γραφής της και μας προϊδεάζουν για το νοηματικό κέντρο του κειμένου, το κύριο σώμα αυτού με συνέπεια αφιερώνεται στην ιστορία του πατέρα. Για τη σχεδίαση του περιγράμματος αυτής της ιστορίας η Ερνώ, επιλέγοντας να μιλά για το ίδιο το εγχείρημα της γραφής της επεξηγηματικά και ενισχύοντάς κατ’ αυτόν τον τρόπο την αυτοαναφορικότητα του κειμένου, καταθέτει τα εφόδια που χρησιμοποιεί, που δεν είναι άλλα από τα αντικειμενικά πειστήρια της ύπαρξης του πατέρα, λόγια, κινήσεις, προτιμήσεις, επιλογές, γεγονότα, ό,τι τον συνέδεε με τους άλλους, ό,τι διαφεύγει από τον υποκειμενισμό της προσωπικής οπτικής και συμβάλλει στη διασφάλιση μίας αντικειμενικότητας, που απαιτεί την απομάκρυνση κάθε συναισθηματικής απόχρωσης στη παρουσίαση. Προς την ίδια κατεύθυνση οδηγεί και η περιγραφή φωτογραφιών, εξωτερικών ερεισμάτων της μνήμης, που συντελούν σε μία αντικειμενική καταγραφή του πορτραίτου του πατέρα, απεικονίζοντας τον ίδιο σε διάφορες στιγμές της ζωής του και λειτουργώντας ως τεκμήρια αυτής.  

Στη ζωή, λοιπόν, του πατέρα διακρίνει κανείς τα χαρακτηριστικά ενός βιοπαλαιστή ανήκοντος στην εργατική τάξη της γαλλικής κοινωνίας του α’ μισού του 20ου αιώνα. Το φτωχό, εργατικό οικογενειακό περιβάλλον, η περιορισμένη εκπαίδευση ηθικοδιδακτικού προσανατολισμού, η επιβαλλόμενη εργασία σε αγρόκτημα από την παιδική ακόμα ηλικία, η κεντρική θέση της θρησκείας φαίνεται να διαμόρφωσαν τόσο τις απαιτήσεις του ιδίου έναντι στην ατομική πλήρωση («Ήμασταν ευτυχισμένοι παρ’ όλα αυτά. Έτσι έπρεπε.»), όσο και τον προσανατολισμό του αναφορικά με την κατεύθυνση της ζωής του.

Ο πατέρας θα επιτύχει στην πορεία του τους περιορισμένης εμβέλειας στόχους του βάσει της θέσης του και του υποβάθρου που περιγράφηκε, με πλήρη συνείδηση της οικονομικής και κοινωνικής του κατωτερότητας. Θα δημιουργήσει οικογένεια, θα υπερβεί τη ζωή του εργάτη κατορθώνοντας να στήσει μία μικρή, οικογενειακή επιχείρηση, με την οποία εισάγεται στον χώρο των εμπόρων, θα διασφαλίσει οικονομική αυτάρκεια, θα έχει τη χαρά και την υπερηφάνεια για τη μόρφωση της κόρης του και την επίτευξη του γάμου της, που θα την εντάξει ολοκληρωτικά στην αστική τάξη. Στόχοι ζωής που συνοδεύουν τον κόσμο στον οποίο ανήκει, χωρίς ουσιαστικά να τον υπερβαίνουν.

Και όταν η Ερνώ μιλά για τον κόσμο αυτό, εκφράζει την προσωπική της ταλάντευση ανάμεσα στην καταγραφή της ευτυχίας που μπορεί να περικλείει, απόρροια της απλότητας και της ουσίας που εμπεριέχει, και στην επισήμανση της αποξένωσής του από ό,τι ορίζει τον υπόλοιπο, ανώτερο κοινωνικά κόσμο. Απ’ ό, τι φαίνεται η αποξένωση αυτή, κοινωνικής αλλά και πολιτιστικής υφής, δεν άφησε ανεπηρέαστη τη σχέση της Ερνώ με τον πατέρα της, από τη στιγμή που η ίδια μέσω της εκπαίδευσής της εξ αρχής και του γάμου της κατόπιν πέρασε το κατώφλι αυτού του άλλου κόσμου, και εντασσόμενη στο πλαίσιό του, απεκδύθηκε εύλογα τον κόσμο προέλευσής της, διευρύνοντας την απόσταση από το οικογενειακό περιβάλλον, που ήδη είχε αρχίσει να σκιαγραφείται από την εφηβεία της.

Βέβαια, το αφηγηματικό παρόν βρίσκει την Ερνώ να επιχειρεί την αποκρυπτογράφηση των αναμνήσεων της ταπεινής ζωής του πρότερου κόσμου της, με τη διάθεση ως φαίνεται επανόδου σ’ αυτόν μέσω των διαδικασιών της μνήμης και με αφορμή το τέλος του πατέρα. Ίσως το εγχείρημά της αποκαλύπτει την προσπάθειά της να αποκαταστήσει την έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας ανάμεσα σ’ αυτόν και σ’ εκείνη, η οποία είχε συντελεστεί σταδιακά, εκκινώντας από τη νεανική της ηλικία. Ίσως και να αποτελεί μία προσωπική εξιλέωση έναντι της ευθύνης που αισθάνεται πως φέρει για την απόστασή τους, όπως με τον ίδιο τρόπο είχε λειτουργήσει το κοινό τους γεύμα, λίγο πριν τον θάνατό του. Όπως και να ‘χει, η Ερνώ μέσα από την προσωπική της καταγραφή θίγει εύστοχα, με απλότητα και χάρη, που προκύπτει από τις αφηγηματικές της επιλογές, ένα ζήτημα που πάντα θα είναι καθολικό, το τι μας χωρίζει από το γονεϊκό μας περιβάλλον και τι εν τέλει μένει να μας δένει μ’ αυτό.   

 

 

 

Lamprini Gleridou

 

 

 

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular