Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Η γραφή του λογοτέχνη Γιώργου Βέη, έχοντας αγκαλιάσει πολλά και διαφορετικά μεταξύ τους έως τώρα λογοτεχνικά πεδία, την ταξιδιωτική λογοτεχνία, την ποίηση, την κριτικογραφία, τη μετάφραση, είναι επηρεασμένη από την πολύχρονη διαβίωσή του εκτός Ελλάδας στη θέση του Διπλωμάτη. Όπως και στα υπόλοιπα είδη που με την πένα του θεράπευσε, στην ποίηση δημιουργεί τον δικό του κόσμο. Μπορούμε ωστόσο να διαπιστώσουμε αναγνωρίσιμα στοιχεία που διαπερνούν τις συλλογές και μοτίβα που επανέρχονται. Το ταξίδι και ο νόστος διέρχονται την ποιητική μυθοπλασία, όπως και ο εξωτισμός (η ασιατική κουλτούρα κυρίως). Στην ποίησή του ανευρίσκουμε επίσης πλούσια διακειμενικότητα, αυτοβιογραφικό τόνο, αγάπη για τη μικρή και πυκνή φόρμα, τον εικονιστικό τρόπο γραφής, διαρκή ανάμειξη του φυτικού βασιλείου, των ζώων. Σε όλες εξάλλου σχεδόν τις συλλογές του συνομιλεί με τα μηνύματα του Ηράκλειτου και του Κάλβου τα οποία προτάσσει με τη μορφή μότο, ενώ έχει καθιερώσει την πρωτοτυπία μιας αντίστοιχης εισαγωγής (μότο) στο τέλος των ποιητικών του έργων.

Το «δημιουργικό συνεχές», όπως ονόμασε ο καθηγητής Θεοδόσης Πυλαρινός «τις ευρηματικές αυτές παραλλαγές πάνω σε θεματικές ισοτοπίες»[i], διαπιστώνουμε και στην ποιητική του συλλογή «Καταυλισμός» (ύψιλον/βιβλία, 2023). Ο νόστος αποτελεί βασικό μοτίβο, (ο τίτλος πρόδηλος, καταυλισμός = τόπος προσωρινής εγκατάστασης), ο εξωτισμός, τα ταξίδια σε χώρες της Ανατολής, το πλούσιο διακείμενο, οι αναφορές στον θάνατο, η πυκνότητα, ενυπάρχουν.

Ο ποιητικός λόγος του Γιώργου Βέη περνάει μέσα από τη μνήμη και την αίσθηση. Ακολουθώντας τις τεχνικές των Γάλλων συμβολιστών, εκφράζει τις ιδέες και τα συναισθήματά του όχι με άμεση περιγραφή τους, αλλά με αισθησιακά ηχητικά και οπτικά δεδομένα. Η υπαρξιακή, ερωτική ή όποια άλλη αγωνία, ξεπηδάει από την εικονοπλασία. Η εικόνα βρίσκεται στη βάση της εκφραστικής δύναμης, μια εικόνα καθαρή και αυτόνομη, που δεν υπηρετεί άλλες σκοπιμότητες, αλλά που χτίζεται με τις αισθήσεις και συναιρεί το μήνυμα σαν έναν εν παραστάσει στοχασμό.

ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΣΜΟΣ: Η θερισμένη στην ώρα της σίκαλη/ το άγριο κανναβούρι/μια βελανιδιά στην άκρη του θέρους/ ή μήπως από μουσική όλα/ ένα νεκρομαντείο στη στροφή δεξιά/ η γερακίνα έτοιμη να σ΄ αρπάξει για τα καλά/ ενώ το πορφυρό κοχύλι, ο ορίζοντας/ ανοίγει δύο από τα μυστικά του. […]Ένα ζευγάρι πέρδικες / από την πατρίδα των αναμνήσεων/ κοντοστέκονται, δείχνουν αμέσως ουρανό/ όλες οι σημασίες βέβαια στ’ αγκάθια/ στ΄ αγριόχορτα οι αλήθειες. (σελ. 11)

Τα ποιήματα του Βέη αποτελούν μοντάζ από εικόνες γήινες που κινούνται ανάμεσα στην αίσθηση και το νόημα. Ζωγραφικοί πίνακες που υπαινίσσονται περισσότερο, μεταδίδοντας το συναίσθημα, προσδίδοντας εξωτερική μορφή στις ιδέες. Η έμπειρη εμβέλεια του χρώματος, όπως γράφει στο ποίημα Η ΚΑΡΠΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΩΤΊΑΣ, (σελ. 16), η χρωματουργία με την οξύτητα και την αυτονομία της, (το μαύρο και το λευκό κυρίως), γίνεται σύνεργο της εικονονοπλασίας, φασματοποιώντας τον κόσμο, παράγοντας νοήματα.

ΕΞΑΡΤΗΣΗ: Την αντοχή των βάτων στην ξηρασία/ την ξέρω απέξω κι ανακατωτά/ σκύβοντας κάθε φορά να δω/ να πάρω τα μυστικά τους/ την εμμονή της ασκληπιάδας στο χρώμα της/ μέσα στην τρέλα των κανόνων ξεχωρίζω/ την πείρα κληρονομώ, την πολύτιμη/ της αρτεμισίας, να σταθεί και αυτή όρθια/ την ώρα που χάνεται ξανά/ το τοπίο μέσα στους καπνούς/ στην αιθάλη τού τίποτα. (σελ. 12)

ΕΚΕΙ ΕΙΝΑΙ: Για τα καλοκαίρια που έρχονται/ για όσα μας υπόσχονται από τώρα/ και μας φτιάχνουν τη μέρα/ δεν χρειάζεται να περιμένουμε/ ας κοιταχτούμε μόνο στα μάτια/ όχι βιαστικά κι επιπόλαια/ όπως συνήθως συμβαίνει/ μ ́ εκείνη την ευπρέπεια της συνήθειας/ και της παρακμής αυτών των καιρών/ αλλά, κρατώντας ο ένας τα χέρια του άλλου/ απερίσπαστοι, με αφοσίωση επιτέλους/ ας μείνουμε βαθιά μέσα/ στο βλέμμα το συντροφικό/ γιατί απλούστατα εκεί/ με υπομονή/ με πίστη ακλόνητη/μας περιμένουν όλα τα καλοκαίρια/ από δω και πέρα. (σελ. 18)

Το φως εισχωρεί ευοίωνο από ξέφωτα και ουρανό:

[…] στο ξέφωτο της τύχης επιτέλους […] (ΕΞΑΡΤΗΣΗ, σελ. 12). Το βλέπω, κοντεύουν να το φράξουν τα θαμνόμουρα/ μονοπάτι πολύτιμο, κατευθείαν μάς πάει/ στον ουρανό, αλλά πάντα μάς φέρνει πάλι πίσω/ πολύφωνους, πολύδοξους, τα σώματα του λευκού […] (ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΡΟΜΗ, σελ. 13)

Εικόνες κρυστάλλινες, κινηματογραφικές, με μουσική και κίνηση, θεατρικά σκηνικά στα οποία επιβάλλονται οι αισθήσεις, χορεύοντας τον ρυθμό των λέξεων, καθολικεύοντας την υποκειμενική αίσθηση:

[…] αλλά τις βλέπω κιόλας καθαρά/ όλες ακριβώς τις λέξεις σου/ την καθεμία ξεχωριστά/ να κινείται όμως στον ίδιο ρυθμό με τις άλλες/ όλες μαζί πάνω στο τραπέζι για λίγο/ και μετά σ’ όλο το χώρο γύρω μου/ να πέφτει ένα σώμα/ από ιδέα και νερό/ σουσάμι σοφό. (ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΣΗΣΑΜΟΣΠΟΡΟΙ, σε. 15).

Ωστόσο η έξοδος του εγώ, και μάλιστα του υποσυνειδήτου, όταν ενίοτε επιβάλλεται επί των αισθήσεων, οδηγεί στην κυριαρχία του φανταστικού, του εξωλογικού, που σπάζει το περίβλημα της λογικής. Μια κίνηση του πνεύματος προς τον κόσμο του υπερρεαλισμού. Ένας φασματικός εικονισμός που ιχνογραφεί το βάθος του κόσμου.

Η ΚΑΡΠΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΩΤΙΆΣ: Ο αυστηρός δεκαπεντασύλλαβος των φύλλων […] (σελ. 16)

ΧΩΡΙΣ ΔΟΞΑ: Στους αστραγάλους της μέρας […] (σελ. 31)

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΡΦΥΡΟ ΡΗΜΑ ΤΗΣ ΑΥΓΗΣ: Εδώ θα στρίψει, προτού φτάσει στην άκρη του γκρεμού/ ο δρόμος για το πορφυρό πάλι ρήμα της αυγής (σελ. 17)

Προς τον Παγώνδα: […] κοίτα όμως τώρα το πέταγμα της κίσσας/ αλλιώτικο, καθώς χαμηλώνει επικίνδυνα πάλι/ πάνω από τη μάντρα με τα ξεχασμένα των βίων/ να προλάβει να πάει στη φωλιά της/ όσο γίνεται πιο γρήγορα/ προτού κατέβει ο ουρανός/ το μαύρο σύννεφο και χάσει τα παιδιά της/ μέσα στην καταιγίδα που ασφαλώς έρχεται/ από την άλλη άκρη του Κόσμου/ μα εμείς δεν το ξέρουμε/ και περπατάμε χωρίς ομπρέλες/ χωρίς καν το πολύτιμο προαίσθημα της πτώσης (σελ. 54)

Η ΕΓΚΥΡΗ ΒΟΣΤΩΝΗ: […] μια οικογένεια ρακούνς μετακόμισε εδώ/ που ήταν άλλοτε η σκέψη μας (σελ. 58)

Από τη μεριά του ύφους, παρατηρούμε συχνά έναν βιωματικό και εξομολογητικό τόνο ο οποίος εκδηλώνεται μέσω της πρωτοπρόσωπης ποιητικής αφήγησης αλλά και του δευτέρου ενικού ρηματικού προσώπου, αυτό του εσωτερικού μονολόγου, της εσωτερικής συνομιλίας, όπως και του διαλόγου με τον Άλλο/Άλλη (συνομιλιακό):

ΕΞΑΡΤΗΣΗ: Την αντοχή των βάτων στην ξηρασία/ την ξέρω απέξω κι ανακατωτά […] (σελ. 12)

ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΣΗΣΑΜΟΣΠΟΡΟΙ: […] αλλά τις βλέπω κιόλας καθαρά/ όλες ακριβώς τις λέξεις σου/ την καθεμία ξεχωριστά/ να κινείται όμως στον ίδιο ρυθμό με τις άλλες […] (σελ. 15).

ΠΕΡΙΠΟΙΗΣΗ: Κάποια στιγμή το απομεσήμερο/ έγειρα προς τη μεριά των πεύκων/ δεν σε καλοείδα μέσα σε τόση σκόνη/ που είχε σηκώσει ο δαίμονας της επιθυμίας […] (σελ. 38)

Ο τόνος επομένως συχνά μετατρέπεται σε κουβεντιαστό, άμεσο, οικείο, αυτόν της συνομιλίας με έναν φίλο/μία φίλη:

ΝΤΑΚΟΣ: […] έχεις δίκιο, Τζον, ίσως χιονίσει σε λίγο/ κι είναι η σειρά μου πάλι/ να σε κεράσω άλλον έναν ντάκο […] (σελ. 41)

Αλλά και σε προτρεπτικό:

ΔΙΑΙΤΑ: […] να τ’ αγαπάς τ’ αγριάπιδα, μπορούν να σε σώσουν/ την τελευταία στιγμή, όταν πένης κι αρρίζωτος/ βλέπεις το ρήμα ξεκάρφωτο, σημάδι το αίμα. (σελ. 42)

Σπανιότερα ενθουσιαστικό:

THΓΑΝΙ: Μα τι συμβαίνει!/ Τι χορωδία!/ Τα πουλιά, αμέτρητα πουλιά/ στην κορυφή του φοινικόδεντρου/ προτού κουρνιάσουν για τα καλά/ συναγωνίζονται το σύμπαν. (σελ. 50)

Το ασύνδετο σχήμα, σύνηθες γνώρισμα της εκφραστικής του Βέη, προσδίδει έναν αγωνιακό τόνο, έναν ασθματικό χαρακτήρα στον λόγο.

ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΩ ΣΗΜΕΡΑ, ΕΧΕΙ ΓΡΑΙΓΟ: Κοίταξε ξανά τη θάλασσα κι ήταν η γυναίκα/ τα παιδιά του, αγέρας, ο κόσμος του, ένα πλήρες/ η αφοσίωση η σταθερή στον ορίζοντα/ κι όλα αρχίζουν εδώ με το νεύμα ενός γλάρου […] (σελ. 33)

Γνώρισμα του ύφους του Βέη είναι επίσης η στοχαστική και φιλοσοφική χροιά, πολλάκις υπαρξιακή, η οποία συχνά παραπέμπει σε στοχαστικό δοκίμιο, είδος στο οποίο καταγίνεται με ιδιαίτερη επιτυχία:

[…] ποιος άραγε να πέρασε από δω πριν από μας; […] (ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΡΟΜΗ, σελ. 13)

          Η φαντασία ωστόσο του Βέη είναι αφαιρετική. Συσπειρώνεται στο καίριο και το λιτό. Καμία συσσώρευση όρων, κανένας πλεονασμός. Ακόμη και από τεχνικής απόψεως, συχνά υπηρετεί την ολιγόστιχη και πυκνή ιαπωνική φόρμα των χαϊκού (των 17 συλλαβών, διατεταγμένων στο σχήμα 5-7-5).

Κύμα ονείρου/ μα του νησιού αλήθεια/ Πυθαγόρειον. (σελ. 84)

Παλιό το τρατοκάικο/ τη δουλειά του όμως την κάνει/ σε φέρνει κοντά μου. (ΤΗΓΑΝΙ, σελ. 48)

Γνώρισμα της ποίησης του Βέη είναι επίσης η αισθαντικότητα και η τρυφερότητα, η οποία αποτυπώνεται -μεταξύ των άλλων- με υποκοριστικές λέξεις, αλλά και η προβολική αναφορά στα πάθη και τις ανθρώπινες ελλείψεις:

O ΠΟΙΜΕΝΑΣ ΤΟΥ ΑΔΟΛΟΥ: […] ότι ο ποιμένας του Άδολου είναι στ’ αλήθεια τ’ αηδονάκι (σελ. 19)

ΧΩΡΙΣ ΔΟΞΑ: Στους αστραγάλους της μέρας/ φαίνεται καθαρά πια η υπογραφή του κακού/ δέσμιοι της κάθε ώρας, σκλάβοι της νύχτας/ δεμένοι στα κάγκελα του κρεβατιού/ μια φυλακή, μια απειλή εκεί έξω/ ένας μίμος του θανάτου είναι/ κι όλα μαζί πάντα σ’ ένα βλέμμα ασθενείας/ χωρίς να έχεις κάπου ν’ ακουμπήσεις/ αποκλεισμένοι μέσα στο όνειρο του τίποτα/ άλλοι τον είπανε φθόνο, φαρμάκι του αέρα/ αυτόν τον ασταμάτητο ρόγχο […] (σελ. 31)

Το εξωτικό βεβαίως υπεισέρχεται και στην ποιητική συλλογή «Καταυλισμός». Η εισχώρηση δεν οδηγεί την ποιητική προσωπικότητα σε μια ταυτότητα ρευστή, μια επαμφοτερίζουσα σχέση με την πατρίδα ή το εξωτερικό. Αντίθετα, επιτυγχάνοντας μια αρμονική σύνδεση του κοσμοπολίτικου πνεύματος με το πατριωτικό, του «αλλότριου» με το ενδημικό, εκπροσωπεί ιστορίες που συνιστούν μορφές ανθρώπινης αλληλεπίδρασης.

ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ: Του ποταμού η ευφράδεια: βράχων απορία/ δρόμος φιδωτός θυμίζει λέξεις βωμούς Ασίας […] (σελ. 23)

ΤΙ ΜΟΥ ΕΔΕΙΧΝΕ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ: Όσες φορές κι αν το διάβασα/ εκείνο το χάι κου του Ίσσα/ ένιωθα πως ήταν η πρώτη/ η μοναδική στιγμή […] (σελ. 34)

ΜΠΑΤΑΒΙΑ: Πνεύμα το ρεύμα, η δύναμη που έρχεται από/ Ισλάμ και Σίβα, Μπάγκαβατ Γκίτα να σηκώνει/ την πολιτεία, όλους τους μύθους της τόσο ψηλά/ στο στερέωμα ενός πανθέου των ανατροπών […] (σελ. 65)

Επισημαίνουμε τέλος τον παιγνιώδη τρόπο ο οποίος αποτυπώνεται με λογοπαίγνια και γλωσσοπλασία, όπως και τον αυτοαναφορικό τόνο, ένα μεταμοντερνιστικό στοιχείο κατά το οποίο η τέχνη προβάλλεται ως αντικείμενο του εαυτού της:

ΝΤΑΛΚΑΣ: Ποτέ δεν με ενθουσίασε αυτή η λέξη. /Ίσως και να μην την πρόφερα ποτέ/ δεν καλοθυμάμαι. […] Αντιθέτως/ οδήγησα αρκετές φορές ως τώρα/ κι ακόμα την οδηγώ όταν πρέπει/ για λόγους που εκείνη ξέρει/ τη λέξη «νταλίκα»/ με όλο βέβαια τον σεβασμό/ που οφείλω σε όλους τους τιμονιέρηδες/ των πολύ μεγάλων αποστάσεων/ που ξέρουν να λύνουν, κυρίως, φύλλο και φτερό/ τον πόθο της επιστροφής στο σπίτι. (σελ. 37)

Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ: […] τη στιγμή εκείνη ανοίγω τα μάτια/ τα τεράστια ανοιχτά ροζ άνθη της μανόλιας/ στο βάζο με τ’ άλλα ενθύμια από τους τροπικούς/ ανοίγω τα μάτια κι είσαι πάλι εδώ/ ευτυχώς/ να πεις εσύ το πρώτο ποίημα. (σελ. 73-74)

Η ποίηση του Γιώργου Βέη είναι πάντα ατμοσφαιρική και αισθαντική, με μια αγωνία που απορρέει από την προσωπική του θέση για τον κόσμο και τις εμπειρίες από τα πλούσια ταξίδια του. Από τα μυστικά της ποιητικής του εγκυρότητας ίσως να είναι αυτή η γοητευτική εικονοπλασία, αλλά και η αφοσίωσή του στην καίρια ποιητική μονάδα με την ισορροπημένη μορφή και το ευσύνοπτο μήνυμα, η οποία στη θέση ενός γλωσσικού παραληρήματος αντιπαρατάσσει τη λιτότητα, έναν πυκνοϋφασμένο ιστό στον οποίο τα υποσύνολα των νοημάτων επικοινωνούν με υπόγειες συνδέσεις.

[i] Θεοδόσης Πυλαρινός, «Για τον Γιώργο Βέη: Κριτικά κείμενα (για την ποίησή του)», Εκδόσεις Αιγαίον, Λευκωσία 2021, 54

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular