Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Παράτολμο και με αμφίβολο αποτέλεσμα να μιλήσει κανείς με πεζό λόγο για την Ποίηση. Να προσεγγίσει τον σφυγμό της έξω από τα ίδια τα ποιήματα που την οριοθετούν, τη διαμελίζουν στα εξ ων συνετέθη, ακόμη και την αμφισβητούν.

Με άλλα λόγια να μιλήσει κανείς για την Ποίηση έξω από το ίδιο το σώμα της.

Και να αποπειραθεί την προσέγγιση χωρίς να συρρικνώσει  το ανάστημά της, χωρίς να αφαιμάξει τους χυμούς της, χωρίς να τη γυμνώσει από το σφρίγος της.

Αυτονόητα ίσως, ο πεζός λόγος οφείλει να οργανωθεί γύρω από την πολύτιμη κατάθεση όσων την υπηρετούν, των ίδιων των Ποιητών. Η Ποίηση για την Ποίηση λοιπόν διαμέσου των ίδιων των ποιημάτων είναι η ασφαλέστερη οδός αναψηλάφησής της. Σάρκα από τη σάρκα της να αγγίξουμε για να βιώσουμε τον έρωτά της.

Ο ερανισμός με στόχο την πληρέστερη επίτευξη αυτής της σάρκωσης  γίνεται από έναν ατέλειωτο γνωστό και λιγότερο γνωστό ποιητικό πλούτο και η επιλογή αυτή είναι συνάμα και μια διαδικασία αποκλεισμού μέσα στον ορίζοντα της υποκειμενικότητας και της τυχαιότητας.

Οι σταθμοί της ποιητικής διαδρομής διαφορετικοί για τον καθένα, η διαδικασία συναρμολογήσεων άλλη, ωστόσο η Ποίηση είναι η Αιτία, ο Λόγος και ο Αρμός. Η Ποίηση η κοινή συνισταμένη που πολλαπλασιάζει και δεν αθροίζει τις φωνές της, η Ποίηση που σκιάζει και μαζί φωτίζει τα μικρά εγώ, η Ποίηση που όσοι ανακάλυψαν για πάντα ευγνωμονούν.

Η Ποίηση, ως μια αλυσίδα λόγου που πλέκεται στον χρόνο, είναι μια ιστορία παλιά όσο ο κόσμος ή τουλάχιστον όσο οι ίδιοι οι αυτουργοί της, οι ποιητές.

Ας φανταστούμε λοιπόν σε αυτή την ιστορία τον ποιητή ανάμεσα στο πλήθος και στους καιόμενους, όπως ο Τάκης Σινόπουλος τον είδε.  Μοιράζεται στα δυο. Κι αυτό το μοίρασμα στα δυο, την παρατήρηση και το βίωμα, οφείλει να το κάνει γραφή και να το επικοινωνήσει. Έχει το χρέος που η Μούσα του ορίζει. Το πρόσταγμα του χαρίσματός του.

«Η ευτυχία μου ή η δυστυχία μου δεν έχουν σημασία.

Είμαι ο ποιητής» γράφει ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες.

Ο ποιητής στο έργο του αυτό χειρίζεται τη γλώσσα με δεξιοτεχνία ταχυδακτυλουργού των λέξεων, με τον δικό του μοναδικό αναγνωρίσιμο τρόπο. Ρητορική, νοηματικές αποκλίσεις, εικονοποιία, συμβολισμοί, επαναλήψεις.

Μα η αγωνία του είναι μεγάλη, γιατί μπορεί να βυθιστεί στην ίδια την ομορφιά των λέξεων, στις περίπλοκες δομές του, τα απρόβλεπτα παιχνίδια του. Και ναι, να αποπροσανατολιστεί.

Η αγωνία του είναι η μέγιστη.  Κι αυτήν εκφράζει μέσα στον ίδιο τον ποιητικό του λόγο.

«Δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη.»

Επιθυμεί ο λόγος του να είναι απαλλαγμένος από περιττά φτιασίδια.

Λέξεις απλές, όπως η φτέρη λέει ο Τάκης Βαρβιτσιώτης. Όχι στην αλχημεία της γλώσσας, γράφει ο Ανέστης Ευαγγέλου.

Κι όμως, είναι το ίδιο το χάρισμά του που επιχειρεί την αποπλάνησή του. Είναι η ίδια η γλώσσα, η μέγιστη εκμαυλίστρια, η πλέον αυτάρεσκη και φιλήδονη, που στήνει την παγίδα. Την παγίδα να χαθείς στους μαγικούς δαιδάλους και τις άπειρες δυνατότητές της.

Κινδυνεύοντας μάλιστα να χάσεις το πιο σπουδαίο: Τη στερεότητα του νοήματος.

«Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οι λέξεις. Να μην τις παίρνει ο άνεμος» ορίζει ο Μανώλης Αναγνωστάκης.

Κι έτσι ο Ποιητής, καιόμενος και καίγοντας, βάζει πασσάλους στον δρόμο του για να θυμάται αυθεντικά. Τις νυχτερινές του περιπλανήσεις, τις καταδύσεις εντός του, την ανάσυρση εικόνων, τη συναρμολόγηση των λέξεων, τον φωτισμό των ιδεών. Την ποιητική του διαδρομή. Την ποιητική του ταυτότητα.

Και αυτό το μαράζι των αναλογιών και των δοσολογιών, στις λέξεις φάρμακα, όπως ο Γιάννης Κοντός τις ανακατεύει στα διανυκτερεύοντα χρόνια που θήτευσε στην ποίηση, πόσο όμορφα προσεγγίζει ο κριτικός και διανοούμενος Terry Eagleton.

Είναι η Ποίηση λέει μια νηπιακού τύπου δραστηριότητα, που παράγει αυτό που ο Ιρλανδός ποιητής Seamus Heaney έχει ονομάσει «μουσική του στόματος». Μια διαδικασία απόλαυσης του παιχνιδιού με τους ήχους, τη γεύση των συλλαβών και τη νοστιμιά των λέξεων στο στόμα του.

Ο μεγαλύτερος δυνατός όγκος πληροφοριών στον μικρότερο δυνατό χώρο, λέει ο Eagleton, κλείνοντας το μάτι στις αγωνίες των ποιητών για την Ποίηση.

Όμως ο Terry Eagleton δεν είναι ποιητής. Και η ποιητική αγωνία δεν τελειώνει.

«Έγραψα ποίηση, μ’ άλλα λόγια συνεργάστηκα με το μηδέν» γράφει ο Νίκος Καρούζος.  Είναι ο ίδιος που λέει πως «εκείνος που γράφει ποιήματα είναι ακριβώς εκείνος που περνά άφοβος από νεκροταφείο νύχτα». Δικαιούμαστε τον συσχετισμό;

Γνώρισε το μηδέν, συνυπήρξε κι έτσι έπαψε να το φοβάται. Με το μοναδικό του όπλο: Την ποίηση.

Στη συνάντηση με το μηδέν μπορεί να συμμετέχει όχι μόνο ο καθεαυτός ποιητικός λόγος αλλά και οι διάσπαρτες σιωπές, πριν και μετά το ποίημα, που στην πραγματικότητα αποτελούν προϋπόθεση δημιουργίας του άρα και μια αδιαίρετη πτυχή του.

Για την κρισιμότητα των σιωπών στην ποίηση έχει μιλήσει ο μεξικανός νομπελίστας ποιητής Οκτάβιο Πας ο οποίος υποστήριξε ότι για να μπορείς να μιλάς πρέπει να ξέρεις να σιωπάς. «Στη σιωπή κατοικούν οι λέξεις του ποιητή. Εκεί πλένονται, εκεί αρωματίζονται, εκεί ντύνονται.»

Η ποιητική δημιουργία λοιπόν περιβάλλεται και από περιοχές πολύτιμης σιωπής. Ο Νίκος Καρούζος είχε πει: «Ο Ποιητής κάποτε πρέπει να λέει: Μεγάλη κατανάλωση παρουσίας-Γενείτε και λίγο μοναξιάρηδες!»

«Η ποίηση χρησιμοποιεί τη σιωπή, είναι καμωμένη από λόγο και από σιωπή, σμιλεύει τη σιωπή κατά κάποιον τρόπο» γράφει ο Γιώργος Σεφέρης.

Την αγωνία του Ποιητή για την Τέχνη του δεν μπορεί να την τερματίσει κανείς. Μπορεί όμως ίσως να την καθησυχάσει η ίδια η εμπιστοσύνη στην Τέχνη του, όπως την αποφασίζει και την περιγράφει ο αλεξανδρινός Καβάφης.

«Επιθυμίες κι αισθήσεις εκόμισα εις την Τέχνην-κάτι μισοειδωμένα, πρόσωπα ή γραμμές. Ερώτων ατελών κάτι αβέβαιες μνήμες. Ας αφεθώ σ’ αυτήν. Ξέρει να σχηματίσει Μορφήν της Καλλονής. Σχεδόν ανεπαισθήτως τον βίον συμπληρούσα, συνδυάζουσα εντυπώσεις, συνδυάζουσα τες μέρες.»

Είναι η κινητήρια δύναμη της ποιητικής γραφής πάντα ή σχεδόν πάντα ο πόνος; Και είναι το αποτέλεσμα της γραφής η προσωρινή του ανακούφιση; Μια γλυκιά παρηγορία, ένα ντάντεμα στο ανθρώπινο αναπόφευκτο;  Γειώνοντας ή απογειώνοντας τη λειτουργία της ποίησης, ο Κώστας Γκιμοσούλης τελειώνει ένα ποίημά του έτσι: «Να γράψεις ένα πετυχημένο ποίημα σημαίνει μονάχα αυτό: Σφραγίζεις τέλεια ένα χαλασμένο δόντι. Δηλαδή, κλείνεις με κάτι στερεό, τον άδειο χώρο που είχε καταλάβει ο πόνος.»

Και ο Καβάφης λέει: «Η ποίηση κάνει για λίγο να μη νιώθεται η πληγή από το φριχτό μαχαίρι του χρόνου».

«Η ποίηση είναι τα μέσα της έναρθρης γλώσσας με τα οποία ο ποιητής προσπαθεί να απεικονίσει ό,τι στα σκοτεινά επιχειρούν να εκφράσουν τα δάκρυα» αποφαίνεται η Κική Δημουλά.

Και πόσο επηρεάζει η Ποίηση, ένα …αθώο ποίημα τα ανθρώπινα δεινά, την καταστροφικότητα, τον πόνο, τον όλεθρο;

«Ο ποιητής μένει πάντοτε χρεώστης/ απέναντι στον κόσμο./ Πληρώνει πάντα τόκους και υπερημερίες/ Για τον πόνο των ανθρώπων» πιστεύει ο Μαγιακόβσκι.

Και ο Ρίτσος ελπίζοντας μας εμπιστεύεται: «ένα σωστό ποίημα όμως ποτέ δεν καθυστερεί  σε μια γωνιά του ρεμβασμού. Είναι πάντα στην ώρα του, λέει παρών  στο πρώτο κάλεσμα της εποχής του».

Ο Τίτος Πατρίκιος πάλι είναι σίγουρος πως «κανένας στίχος σήμερα δεν ανατρέπει καθεστώτα κανένας στίχος δεν κινητοποιεί τις μάζες .«Γι’ αυτό κι εγώ δε γράφω πια για να προσφέρω χάρτινα ντουφέκια όπλα από λόγια φλύαρα και κούφια. Μόνο μιαν άκρη της αλήθειας να σηκώσω να ρίξω λίγο φως στη πλαστογραφημένη μας ζωή. Όσο μπορώ, κι όσο κρατήσω.».

Ο Τόλης Νικηφόρου παραδίνει τη σκυτάλη της ευαισθησίας στο ποίημα εκ προοιμίου γνωρίζοντας τα πεπερασμένα του όρια:

«Γράφω για τους απόκληρους

και για τους καταδικασμένους

γράφω αν και γνωρίζω

πως η οδύνη ακυρώνει

κάθε συνδυασμό των λέξεων

κάθε αθώο ποίημα

κι όταν ακόμη εκείνο σφίγγει τη γροθιά του

κι όταν ακόμη ανώφελα δακρύζει».

Έχουν συνθηκολογήσει λοιπόν οι Ποιητές; Έχουν παραδοθεί; Όχι, καθόλου. Εκείνοι που δεν επιστρατεύουν την πέννα και την Τέχνη τους για την άμεση ανατροπή, που πιστεύουν πως είναι μάταιη πλάνη να θεωρήσεις τα  ποιήματα όπλα στον διαρκή πόλεμο μέρους της ανθρωπότητας σε βάρος μέρους της ανθρωπότητας, ακόμη κι εκείνοι γνωρίζουν πως χρειάζονται αλήθεια οι Ποιητές και σε τέτοιους μικρόψυχους καιρούς. Ξέρουν πως η ποίηση ωφελεί όσο μια παυσίπονη σταγόνα σε έναν ωκεανό λύπης, όπως είπε η Κική Δημουλά και αυτό, πιστέψτε με, δεν είναι διόλου λίγο.

Γνωρίζουν τη δύναμή της να φέρνει τα όνειρα στη Γη. Να σβήνει τις διαχωριστικές γραμμές. Να σμίγει τους δυο κόσμους, τον απτό, υλικό με τον ιδεατό. Να προσεγγίζει το ανέφικτο σαν να’ ταν καθημερινό συνήθειο.

 «Διάβαζα ένα ποίημα για την άνοιξη/όταν την είδα/ να έρχεται από μακριά:/ μισή γυναίκα/μισή όνειρο./ Κατέβαινε το μονοπάτι κάτω/στεφανωμένη/με άνθη κερασιάς./Τότε κατάλαβα/ τι δύναμη έχουν τα ποιήματα» γράφει ο Χρήστος Λάσκαρης.

Αυτά είναι και τα όριά της. Τα μη όριά της για την ακρίβεια σε μια ανθρωπότητα κατακερματισμένη από τις διαφορές της, πληγωμένη από τα λάθη και τις μικροπρέπειές της.

Και το λιγότερο που διαθέτει η ποίηση κατά τον Καρούζο, είναι αρκετό δυναμίτη ώστε να σκορπίσει τον χειρότερο θάνατο τουλάχιστον στα βολέματά μας.

Ο ποιητής δεν ίπταται και δεν πατάει στη γη. Κάπου ανάμεσα παρατηρεί τα ανθρώπινα και βολιδοσκοπεί τα άυλα και τα ανεξήγητα. «Αν δεν στηρίξεις το ένα πόδι σου έξω απ’ τη Γη ποτέ σου δεν θα μπορέσεις να σταθείς επάνω της» εκτιμά ο Ελύτης. Αυτή η υπερβατικότητα έχει ωστόσο για την ποίηση, τους ποιητές και τους αναγνώστες της και μια αυτόνομη σημασία.

«Καμιά φορά στο όνειρο ο λέξεις φωτίζονται από ένα παράξενο φως αλλάζουνε ρυθμό και σημασία ανοίγουν σα λουλούδια σκοτεινά γίνονται πόρτες για τον ουρανό και για τον κάτου κόσμο» γράφει ο Τάκης Σινόπουλος.

Νομίζω πως το μόνο που κάνουν οι ποιητές είναι να σκορπίζουν μετέωρα ερωτήματα και να επιτρέπουν σε πολυπρισματικές απαντήσεις να περιπλανώνται ελεύθερες στον κακόμοιρο κόσμο μας.

Τα πράγματα μπορεί να είναι πιο απλά αν διατυπώσουμε μια θεωρία. Έτσι ξεκινά η επιστήμη να διαμορφώνεται, έτσι λύνονται ή μπαίνουν σε διαδικασία επίλυσης ή το λιγότερο σε μια τάξη οι γρίφοι.

Και για τους πολλούς η Ποίηση γρίφος παραμένει.

Έστω λοιπόν πως η Ποίηση είναι  ένας αστεροειδής της Κύριας Ζώνης Αστεροειδών με απόλυτο μέγεθος 10,444 κατά τα οριζόμενα για το Ηλιακό μας Σύστημα και έστω ότι ανακαλύφθηκε το 1921 από τον Γερμανό αστρονόμο Μαξ Βολφ, που την παρατηρούσε χρόνια από τη Χαϊδελβέργη. Επίσης ας υποθέσουμε πως  η  μέση διάμετρός  της εκτιμάται σε 43,76 χιλιόμετρα, ο φασματικός της τύπος της είναι άγνωστος, ενώ η λευκαύγειά της ορίζεται σε 6,3%. Κι έστω πως είναι  άγνωστο αν και με ποια περίοδο περιστρέφεται.

Μα αυτή η θεωρία είναι μια θεωρία που δεν έχει απλώς αποδειχτεί, έχει δημιουργηθεί εκ του μηδενός και έδωσε ένα αστρικό σώμα στη θεότητα που προσωποποιεί την υπερβατική έννοια της Ποίησης.

Και κάπως έτσι στον ουρανό, τι περίεργο, έχει ήδη δοθεί μια λύση, μια εκδοχή για το μεγάλο μυστήριο της Ποίησης.

Και στη Γη;

Αντί επιλόγου στη μικρή μας περιπλάνηση:

Το θέμα του ποιητή κατά βάθος σύμφωνα με τον Σεφέρη είναι το ζωντανό του σώμα.

Όταν ο Σεφέρης λέει πως προτιμάει μια στάλα αίμα από ένα ποτήρι μελάνι και ο Ανέστης Ευαγγέλου απορρίπτει την αλχημεία της γλώσσας, τις πολλαπλές παραπομπές, τη μεταφυσική της γραβάτας για να προκρίνει το ζεστό, παντοδύναμο, κατακκόκινο αίμα, ξαναθυμόμαστε πως η σύνδεση της Ποίησης με τη σάρκα είναι άρρηκτη. Επιστρέφουμε εκεί από όπου ξεκινήσαμε.

Δε δίνουμε οριστικές και μονοδιάστατες απαντήσεις. Παραμένουμε όμηροι της μαγείας της. Και:

Σάρκα από τη σάρκα της αγγίζουμε για να βιώσουμε τον έρωτά της.

 

 

*** Το κείμενο είχε γραφτεί και αναγνωστεί στο πλαίσιο θεματικών βραδιών που είχε διοργανώσει την προ – COVID εποχή η Εταιρεία Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. 

 

 

 

***Η Ρία Φελεκίδου κατάγεται από την Κατερίνη, είναι έγγαμη με δύο παιδιά και ζει μόνιμα στη Θεσσαλονίκη.  Σπούδασε Νομική στο ΑΠΘ και Δημοσιογραφία στο Εργαστήριο Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας στην Αθήνα. Είναι απόφοιτος του Μεταπτυχιακού ετήσιου Προγράμματος Παιδαγωγικής Κατάρτισης της ΑΣΠΑΙΤΕ, ολοκλήρωσε το πρόγραμμα ‘’Διαδρομές’’  του ΚΕΓ για τη διδασκαλία των ελληνικών ως ξένης/δεύτερης γλώσσας  και το Μεταπτυχιακό Δημιουργικής Γραφής στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Η διπλωματική της ήταν εστιασμένη σε θέματα θεατρικής γραφής και το δημιουργικό της κομμάτι κατέληξε στη συγγραφή και στο ανέβασμα θεατρικού έργου με τίτλο «Βαβέλ – Υπόγειο – Θεός νεκρός». Εργάστηκε ως δικηγόρος και ως δημοσιογράφος στη Λάρισα και στη Θεσσαλονίκη. Υπήρξε μέλος της Ομάδας Διαχείρισης, Συντονισμού και Παρακολούθησης της Εκπαίδευσης Προσφύγων του Υπουργείου Παιδείας με αρμοδιότητα τον συντονισμό της ένταξης στην εκπαίδευση των προσφυγόπουλων σε όλη τη βόρεια Ελλάδα. Σήμερα δουλεύει ως εκπαιδευτικός στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση σε σχολεία και διοικητικές θέσεις.

Έχει εκδώσει εννιά παιδικά βιβλία, τρεις ποιητικές συλλογές και μία νουβέλα, συμμετείχε σε συλλογικές εκδόσεις και ανθολογίες πεζών ή ποιητικών λογοτεχνικών κειμένων αλλά και στην επιμέλεια δύο ποιητικών ανθολογιών. Κείμενά της φιλοξενούνται σε έντυπα ή διαδικτυακά λογοτεχνικά περιοδικά και λογοτεχνικές ιστοσελίδες. Γράφει θεατρικά κείμενα και παραμύθια, τα οποία παρουσιάζει ή αφηγείται σε σχολεία, μουσεία και άλλους χώρους. 

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular