Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

«Μα τι χρειάζονται οι ποιητές σε τόσο μίζερους καιρούς;»

                                                                                Φρήντριχ Χαίλντερλιν

Το Literature ανοίγει τον φάκελο Ελληνική Ποίηση 2018-2019 και εγκαινιάζει μια νέα σειρά συνεντεύξεων με τους πλέον καταξιωμένους σύγχρονους Έλληνες ποιητές. Στο πλαίσιο αυτό θα φιλοξενηθούν οι απόψεις των σημαντικότερων Ελλήνων ποιητών της σημερινής εποχής με σκοπό να φανούν οι απόψεις των δημιουργών αναφορικά με το παρόν και το μέλλον της Ελληνικής ποίησης. Στόχος είναι επίσης να παρουσιαστεί το έργο, οι ιδέες αλλά και η προσωπικότητα των ανθρώπων εκείνων, οι οποίοι επιμένουν να λειτουργούν ποιητικά σε καιρούς τόσο «μίζερους», γράφοντας εκλεκτή ποίηση, στη γλώσσα του Ομήρου και συνεχίζοντας επάξια την αδιάλειπτη για 3000 χρόνια παρουσία της ποίησης στην Ελλάδα.

Επιμέλεια:  Τέσυ Μπάιλα

 

Η Ποίηση του Μανόλη Ξεξάκη είναι μια ποίηση πολύτιμη και ταυτόχρονα απαιτητική, επειδή ο αναγνώστης του πρέπει να ασκηθεί σ’ αυτήν για να κατανοήσει και να ερμηνεύσει τα σύμβολα ενός ποιητικού στοχασμού, ο οποίος στηρίζεται στη φιλοσοφία, στα μαθηματικά, στη μεγάλη Ιστορία. Παράλληλα χρειάζεται να ερμηνεύσει τα βιωματικά εκείνα στοιχεία που ο Μανόλης Ξεξάκης εντάσσει στους στίχους του για να προσδιορίσει γενικότερα κοινωνικά θέματα.

Ο λόγος του χαρακτηρίζεται από συμβολισμούς, χρώματα και ήχους που δημιουργούν υπερρεαλιστικές εικόνες, μια αδιόρατη μελαγχολία της μοναξιάς, εξομολογητική διάθεση, φιλοσοφία, αλλά και μια έντονη μουσικότητα. Όλα αυτά συνθέτουν ένα εντελώς προσωπικό ύφος γεμάτο από την ένταση του ερμητισμού, τη λαϊκή σοφία και τον ρυθμό των στοχασμών.

Μα μίλησε για την Ποίηση, για τα στάδια της ποιητικής λειτουργίας, την ανησυχία του για το μέλλον της, για τη δύναμη του έρωτα στην ποίηση, για την παρηγορητική της διαδικασία, τον σύγχρονο αναγνώστη και τη ματαιότητα των προβλέψεων για την πνευματική κατεύθυνση του κοινωνικού σώματος.

«Ό,τι δεν σε συντρόφευσε σε μιαν ενηλικίωση,

ό,τι δεν θαύμασες,

ό,τι δεν ζήλεψες με τα σκοτεινά ένστικτα,

ό,τι δεν ονειρεύτηκες

δεν είναι ποτέ σπουδαίο…»

Σύμφωνα με το βιογραφικό του ο Μανόλης Ξεξάκης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο, σπούδασε στη Θεσσαλονίκη, ενδιαφέρεται για τις λέξεις και τους αριθμούς.

Έγραψε:

«Ο Θάνατος του Ιππικού», αφηγήματα/ποιητική πρόζα, «Ασκήσεις Μαθηματικών», ποιήματα, «Πλόες Ερωτικοί», ποιήματα, «Κάτοπτρα Μελαγχολικού Λόγου», ποιήματα, «Ανθολογία Ποιητών της Θεσσαλονίκης», ανθολογία, «Πού κούκος; Πού άνεμος;», μυθιστόρημα, «Σονάτα Κομπολογιών», διηγήματα και μικρά πεζά, «Ποιήματα 1972 – 2006», ποιήματα, «Το Θέατρο της Οικουμένης», τρίτομο μυθιστόρημα.

Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά, στο περιοδικό για την παγκόσμια ποίηση The Bitter Oleander της Νέας Υόρκης, στο γαλλικό Asylum, στην Poesie Grecgue Contemporaine κ. α. Πρόσφατα, 2015, κυκλοφόρησε το  A Litlle Tour through European Poetry με μελέτημα του John Taylor για το έργο του. Κείμενα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, σερβικά, ρουμανικά, αλβανικά.

 

 

 

Μπορεί η ποίηση να λειτουργήσει ως οδηγός επιβίωσης στις μέρες μας;

Σε κάποιους, ναι. Η ποίηση τούς σώζει. Εμένα, πάντως, κυρίως με καταπλήσσει για τα μυστήρια και τις ποιότητες του πνεύματος που αποκαλύπτει.

Αυτές τις μέρες διάβαζα τα ποιήματα του Φαίδωνα Χατζηαντωνίου, ενός πολυπράγμονα αρχιτέκτονα που ασχολείται χρόνια με τις αναστηλώσεις στα μοναστήρια του Αγίου Όρους.

 Ήταν ερμητικά, συναρπαστικά ποιήματα. «Διάβασα» μέσα σε αυτά την προσωπική πνευματική περιπέτειά του, το διδακτορικό της μνήμης του με λέξεις, υλικό από βιβλία κι από βιβλία βιβλίων, τη δεσποτεία των ημερών που έζησε στο Άγιον Όρος: Καρούλια, Κατουνάκια, Καυσοκαλύβια, η Παντοκράτορος και η Μονή Βατοπεδίου. Είδα πίσω από τις λέξεις του -αυστηρό- τον Σεφέρη, τον Ρίτσο, τον Όμηρο, τον Μιχαήλ Χωνιάτη, τον ξεχασμένο Φώτη Κόντογλου, διάφορα σιβυλλικά και το απροσδόκητο ερώτημα: “Έχεις κάνει έρωτα, θεόληπτε, πάνω στους κλώνους ανθισμένης κερασιάς;”.

 

Τι ακριβώς είναι η ποίηση; Επανάσταση, υπέρβαση, διαφυγή από τα αισθήματα, άρση των αντιφάσεων ή ακόμα και καταφυγή μέσα στις αντιθέσεις; Ή μήπως είναι όλα αυτά μαζί;

Ένας ορισμός από τα λεξικά λέει ότι η ποίηση είναι πυκνός και ρυθμικός έντεχνος λόγος που αξιοποιεί στον μέγιστο βαθμό τη συγκινησιακή λειτουργία της γλώσσας. Ωστόσο, με αυτόν δεν μπορείτε να φτιάξετε ποίημα ούτε να κρίνετε αν κάποια λόγια είναι ποίημα. Αυτό, δεν συμβαίνει πχ στα μαθηματικά. Αν σας δώσω τον ορισμό των δευτεροβαθμίων εξισώσεων, θα μπορείτε και να τις αναγνωρίζετε και να τις φτιάχνετε και να τις λύνετε.

Ενώ, λοιπόν, για όλα έχουμε έναν επαρκή ορισμό, για το έργο τέχνης δεν έχουμε. Ίσως είναι όλα όσα προσεκτικά περιγράψατε: και επανάσταση εναντίον του εαυτού μας και του κόσμου, και υπέρβαση των όσων μάς φόβιζαν, και διαφυγή από τα αισθήματα που μας πνίγουν, και άρση των προσωπικών μας αντιφάσεων ή έστω γαλήνευση, και βέβαια σωτηρία μέσα στο λάκκο με τα δικά μας καρφιά.

Κι ενώ συμβαίνουν αυτά, είμαστε -στατιστικά, οι περισσότεροι- έτοιμοι να δεχτούμε χωρίς ορισμό ότι τα λόγια «Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν / και στιγμές ανείδωτες με σκιάσανε» είναι σπουδαία ποίηση. Πώς το συμπεραίνουμε; Μας συγκινεί το «πορφύρωσαν» ή το ότι είδε την αγάπη σαν αγκάθι που μας ματώνει ο Ελύτης; Δεν ξέρω.

Όμως, ας πω κι εγώ τον αυθαίρετο δικό μου ορισμό για την ποίηση:  Ίσως είναι ερμηνεία του εαυτού μας και του κόσμου, που δεν μας έχει ζητηθεί. Κάτι σαν μακρινή αντήχηση της προσωπικής μας σιωπής.

 

 

Πότε γράφει κανείς ποίηση; Όταν δονείται από το πάθος των συναισθημάτων ή όταν απομακρύνεται από αυτό και βλέπει καθαρότερα;

Υπάρχουν δύο στάδια στην ποιητική λειτουργία. Στο πρώτο, κάποιος σαν υπνωτισμένος παίρνει ένα μολύβι και γράφει, οπότε μπορώ να δεχτώ ότι δονείται από το πάθος των συναισθημάτων. Πρέπει όμως να ξαναδεί όσα έγραψε αφού βγει από αυτή τη θερμή στέρνα. Τότε, σε δεύτερο στάδιο, θα πετάξει τα περιττά, θα μορφοποιήσει το βίωμα, έτσι ώστε να είναι περιεκτικό, ακριβές και λιτό ή και θα το τροποποιήσει. Κρατάμε μόνο όσα αξίζουν να γίνουν άγαλμα, όχι όσα μας συγκινούν.

Ορισμένοι νομίζουν ότι με την επεξεργασία χάνει το ποίημα, ότι πρέπει να κρατάμε την αρχική φλόγα. Αυτό πετυχαίνει σπάνια, αν και συμβαίνει μερικές φορές. Συμβαίνει και το αντίθετο: Έχω χαλάσει ένα ποίημα με επεξεργασία που του έκανα μετά από χρόνια. Το 1987 δημοσίευσα το εξής: «Χτυπούνε τα τρίτα και τέταρτα μεσάνυχτα / κι εσύ μου παίρνεις τον ύπνο και τρέχεις / με το βυσσινί σακάκι στον ώμο σου / εμένα τον ίδιο στη μασχάλη σου, / σαν άδειο σακί.». Το 2008, σε μια συγκεντρωτική έκδοση, το έκανα: «Απόψε δεν υπάρχουν θαύματα στα όνειρα. / Κανείς δεν σπέρνει μάγια. / Χτυπούνε τρίτα, τέταρτα μεσάνυχτα / παίρνεις τον ύπνο βιαστικά και τρέχεις. / Έχεις σακάκι βυσσινί στον ώμο σου / εμένα στη μασχάλη σου ανύπνωτο, / άδειο και χιλιοτρύπητο σακί.».

Ενώ είχα ένταση και πάθος με το «τα»: «τα τρίτα και τέταρτα μεσάνυχτα», το έκανα σκέτο «τρίτα και τέταρτα μεσάνυχτα», δηλαδή το μείωσα. Το ίδιο ισχύει για «Το βυσσινί σακάκι» που έγινε βλακωδώς κάποιο αόριστο «βυσσινί σακάκι». Συν που κατέστρεψα το: «εμένα τον ίδιο στη μασχάλη σου», στο οποίο η επανάληψη προσθέτει δύναμη. Τι το ήθελα το «ανύπνωτος»;

Είναι δύσκολο να πετύχει και να μνημειωθεί μια ποιητική μορφή. Αν διαβάσετε προσεκτικά τα «Κεριά» του Καβάφη, θα διαπιστώσετε τις ποιότητες: ακρίβεια, απλότητα και σαφήνεια.

Με καταπλήσσουν άνθρωποι που έχουν εποπτεία της παγκόσμιας ποίησης κι ένα κάρο γνώσεις, κι όμως γράφουν χαλαρά, με ένα σωρό περιττές λέξεις, με χασμωδίες, με επαναλήψεις. Καλά το είπε ο Κώστας Αξελός: το μέγα αίνιγμα της Τέχνης.

  

Ο Βαλερύ έλεγε ότι: «ένα Ποίημα δεν τελειώνει ποτέ. Μόνο εγκαταλείπεται». Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;

Απολύτως, όσο ζούμε ο εγκέφαλός μας δουλεύει με νέα και διαφορετικά δεδομένα κάθε μέρα. Προσθέτει, αφαιρεί, συμπεραίνει αλλιώς, οπότε τα προηγούμενα δεν τα θεωρεί σωστά. Κάθε πρωί ξυπνώ και νομίζω πως κάτι που έγραψα δεν είναι σωστό. Έχω όμως και μορφές που δεν τις αγγίζω. Για παράδειγμα, το: «Κανείς ιππέας, / εστεμμένος ή τραγιασκοφόρος, / δεν λυπάται το λουλουδάκι του αγρού», το έγραψα πριν 45 χρόνια και το πιστεύω τέλειο.

Εδώ να κάνω μια παρένθεση και να σας αναφέρω ότι συχνά αρκετοί καλλιτέχνες καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα διότι έχουν δουλέψει με την ίδια επιμέλεια σε ένα θέμα. Πχ για τον «ιππέα», το 2015 που πέθανε στο Άγιον Όρος ο μοναχός Ιερόθεος Καρεώτης, ο πιο ελεύθερος άνθρωπος που έχω γνωρίσει ποτέ, -είχε έρθει στο γραφείο μου και ως ανταποκριτής του PLAYBOY τού έδωσα δυο τεύχη χωρίς φάκελο με τα οποία βολτάριζε στη Θεσσαλονίκη- ένας άλλος αγιορείτης έγραψε για το νεκρό «… Πόσο μπορεί να αντέξει ένα λουλούδι όταν πατιέται». Είναι σχεδόν ταυτόσημο με το δικό μου.

Επιστρέφουμε. Ο Πωλ Βαλερύ, που αναφέρατε, έγραψε ότι η ποίηση είναι «παρατεταμένος δισταγμός ανάμεσα σε ήχο και σε νόημα». Και είναι γνωστή η συμβολή του, μαζί με τους Μαλλαρμέ και Μπωντλαίρ, στο κίνημα του συμβολισμού. ο Βαλερύ λοιπόν έγραψε ότι ένα κορίτσι που κοιμάται είναι «χρυσός σωρός σκιών και εκτόνωσης». Τέλειο! Έβαλε το σχήμα του λόγου, να παίξει τον θεσπέσιο ύπνο που είχε στο μυαλό του.

 

Πότε περιορίζεται η ποιητική δύναμη ενός ποιητή;

Όταν δεν επικοινωνούν με το έργο του οι αναγνώστες. Αυτό συμβαίνει όταν δεν πιάνει τις σταθερές της συμπεριφοράς των ανθρώπων, αυτές που είναι κοινές σε όλες τις κοινωνίες. Το Χόλυγουντ τα ξέρει άριστα αυτά και φτιάχνει ταινίες που κάνουν το γύρο του κόσμου.

Μπορεί να μιλούμε ακόμη και την ίδια διάλεκτο, αλλά να μην μπορούμε να επικοινωνήσουμε διότι ζητάμε διαφορετικά πράγματα από τη γλώσσα. Ο Βιτγκενστάιν τα εξηγεί, αλλά ας το πάμε πιο απλά. Θα σας πω κάτι που λέω στις σημειώσεις του γ΄ τόμου -δεν κυκλοφόρησε ακόμη- του μυθιστορήματός μου «Το Θέατρο της Οικουμένης», που βγαίνει σταδιακά από τον ΙΑΝΟ:  Ένας Κρητικός καλεί έναν σύντεκνό του βοσκό σε τραπέζι. Μετά το φαγητό, του ζητά να πεί μια μαντινάδα, κι ο βοσκός λέει τραγουδιστά «Ανθεί ο κατσόπρινος, ανθεί και λουλουδίζει», και σταματά. Κόκαλο ο οικοδεσπότης. Συνέχεια δεν υπάρχει, κι αυτό που άκουσε τού φάνηκε ασήμαντο. Ε κι ίντα θα πει δα ε-τουτο-νά, σύντεκνε, μαντινάδα είναι; Ο βοσκός χαμογελά. Είναι, λέει, διότι α δεν ανθίσει ο κατσόπρινος, ίντα θα φάνε τα πρόβατά μου; Θα ψοφήσουν.

Συμπέρασμα: Μιλούσαν την ίδια ντοπιολαλιά, αλλά δεν επικοινώνησαν διότι δεν ζητούσαν το ίδιο πράγμα από τη γλώσσα: ο ένας ήθελε να τον διασκεδάσει κι ο άλλος να του ζήσει τα πρόβατά του.

Το «Είμαστε δυο, είμαστε τρεις, είμαστε χίλιοι δεκατρείς…» θέλει δικτατορία για να επικοινωνήσουν με αυτό όσοι το ακούνε. Ενώ η «Μυρτιά», του Μίκη Θεοδωράκη πάλι, είναι παντός καιρού. 

Μανόλης Ξεξάκης, photo: Άρις Γεωργίου

 

 

Πώς βλέπετε το μέλλον της ελληνικής ποίησης; Υπάρχει σήμερα μια ελληνική σχολή ποίησης με τον τρόπο που τη γνωρίσαμε από την περίφημη γενιά του ’30;

Δεν μπορώ να πω για το μέλλον, είμαι αισιόδοξος όμως. Εφόσον ζούμε τις μοχλεύσεις της ίδιας ελληνικής κοινωνίας, κάποιοι προικισμένοι θα ξαναγράψουν και «Άξιον Εστί» του Ελύτη και «Τελευταίο Σταθμό» του Σεφέρη. Ελπίζω χωρίς να χρειαστούν εθνικές καταστροφές. Είμαστε ατίθασοι, ακηδεμόνευτοι άνθρωποι, ένα έθνος σαμουράι.

Για τα επόμενα: όχι δεν υπάρχει ελληνική σχολή ποίησης, ούτε υπήρξε σχολή Θεσσαλονίκης που να αφορά την κοινωνία ολόκληρη. Οι γραμματολογικές κατηγορίες αποδίδονται από τους φιλόλογους και μοιάζουν με τις προβλέψεις του Χρηματιστηρίου: είναι σωστές μόνο εκ των υστέρων.

Θέλω να πω, ότι -από όσα έχω διαβάσει- κανείς δεν έθεσε το ερώτημα αν μιλούμε όντως για τη γενιά του ’30 ή μήπως για «τη γενιά των ελλήνων καλλιτεχνών του ‘30». Σκέτο, δεν μου λέει τίποτα. Μοιάζει με το στατιστικό συμπέρασμα με το κοτόπουλο που έφαγα και το συμπέρασμα ότι εμείς οι δυο φάγαμε από μισό. Όταν η γενιά του ’30 πράγματι μεγαλουργούσε, το συντριπτικό ποσοστό των Ελλήνων λιμοκτονούσε. 

 

Τι μέλλον πιστεύετε ότι έχει η ελληνική ποίηση στο εξωτερικό; Πόσο γνωστή είναι;

Δεν ξέρω, και δεν έχω στοιχεία. Υπάρχουν λίγα παραδείγματα περίπου συγχρόνων, Καζαντζάκη, Σαμαράκη, Καβάφη, που πουλάνε σε όλο τον κόσμο. Δεν έχουμε βρει το κουμπί. Δεν έχουμε Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Ίσως έχει να κάνει με τις «σταθερές» των κοινωνιών που σας ανέφερα. Είναι και τύχη κι ίσως και μάρκετινγκ. 

 

Είναι η ενασχόληση με την Ποίηση μια επικίνδυνη διαδικασία ;

Ναι, και για τον ποιητή και για τον αναγνώστη. Κάποτε μία φίλη, κάποιας ηλικίας, μου είπε ότι την είδε μια γνωστή της να διαβάζει ποιήματα, και της είπε ότι «όποια διαβάζει ποιήματα, δεν πρόκειται να παντρευτεί».

Ας το σοβαρέψουμε. Η ποίηση είναι μια διαδικασία μάλλον παρηγορητική. Ο κίνδυνος προέρχεται από την ευαισθητοποίηση που προκαλεί στο άτομο: το φορτώνει με συναισθηματικές κεραίες με τις οποίες παίρνει σήματα από γεγονότα που οι άλλοι αγνοούν.

Ενώ, ο μέσος άνθρωπος που ζει στις κοινωνίες της αντιπαλότητας, της μισαλλοδοξίας και της ανομίας, δηλαδή του στιλ «κάντε το τάδε, αλλά προσέξτε να μην μας τσακώσουν», είναι φορτωμένος με αντίστοιχες κεραίες που πιάνουν τέτοιους κινδύνους.

Τα έχει πει κι ο Πλάτων. Μην ξεχνάτε ότι εκτός από τα σπουδαία των προγόνων μας, ήταν φορτωμένοι και με όλα τα κακά. Συν που οι Μεγαλέξανδροί μας δεν ήταν άγιοι. Απλώς δεν θέλουμε να το ακούμε. Ούτε τα διάφορα των αρματολών θέλουμε να ακούμε.

 

Αν γράφατε εσείς σήμερα «γράμμα σε έναν νέο ποιητή» τι θα τον συμβουλεύατε να κάνει;

Να διαβάζει πολύ ποίηση και όσα την αφορούν, να μην του χρειάζεται να ρωτά ομοτέχνους αν είναι καλά τα ποιήματά του, να του φτάνει η γνώμη του εννοώ, και να μην έχει καμιά υστεροβουλία γι’ αυτή την ευγενική διαδικασία που σμιλεύει τον συναισθηματικό μας κόσμο. Εννοώ να μην επιδιώκει δόξα, χρήματα, καταξίωση κλπ.  Αν έρθουν κι αυτά, καλώς. Αλλιώς, τίποτα. Κι αν δεν του φτάνει το τίποτα, να τα παρατήσει. 

 

Ο έρωτας τι ρόλο έχει παίξει στην ποιητική σας διαδρομή; Είναι μια ανυψωτική δύναμη η ποίηση ή πρόκειται για εσωτερική διαδικασία που χρειάζεται απομόνωση;

Ε ναι, όλοι ξεκινούν από ερωτικά ποιήματα. Μετά, μπαίνουν κι άλλα θέματα στη διαδικασία. Πχ το «σε ποιον ανήκουν οι πατρίδες», «τι είναι εχθρός», «τι είναι ιερό», «είναι το Σύμπαν άπειρο;» πολλά τέτοια ερωτήματα συν όσα εκπορεύονται από την προσωπική μας ιδιοσυστασία. Το ερωτικό εξαρτάται και από το πόσο σε ενοχλεί ο διάολος στο παντελόνι σου. Θέλω να πω ότι ανάλογα με την ηλικία είναι ισχυρό ή αδιάφορο. Εκτός αν είσαι ο Κωστής Παλαμάς όταν ερωτεύτηκε τρελά μια μικρούλα και της έγραφε γλυκερά γράμματα και ποιήματα. Ο Οδυσσέας Ελύτης, επίσης, ήταν αρκετά μεγάλος όταν έγραφε «Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριών ετών / που θέλω να σε υιοθετήσω / να σε στείλω σχολείο στην Ιωνία…». Ο Μπουκόφσκι δεν θα μπορούσε να γράφει για τα οινοπνεύματα, αν δεν ήταν συνέχεια ντίρλα, με ένα ποτήρι στα χέρια. Ο Ηλίας Πετρόπουλος είχε γράψει ότι «το σώμα της ωραίας γυναίκας είναι ένα οπτικό φαινόμενο που ορμητικά τείνει να γίνει γεγονός αφής». Βρίσκω ότι περιγράφει την ερωτική συγκίνηση, δηλαδή αυτό που μας αναγκάζει να τη φτιάξουμε και με ωραία λόγια, με ποιήματα.

Αυτό που με έχει απασχολήσει, επίσης, είναι οι έρωτες των αρχαίων και τα αριστουργήματα που μας κληροδότησαν, «Φαίδρος», «Συμπόσιο» και πολλά άλλα, τα οποία εκτός από την ορμή προς το αντικείμενο του πόθου περιλαμβάνουν προβληματισμούς πρωτοφανέρωτους στο γένος των ανθρώπων. Α ναι και τα σπουδαία ερωτικά επιγράμματα της Παλατινής Ανθολογίας. Και η Σαπφώ. 

 

Πόσο μεγάλη είναι η ευθύνη ενός σύγχρονου ποιητή που καλείται να γράψει σε μια γλώσσα στην οποία γράφεται ποίηση ανελλιπώς για 3000 χρόνια;

 Όσο αφορά εμένα, καμία. Αν ξεκινήσεις με προϋποθέσεις και ευθύνες, αποκλείεται να φτιάξεις καλλιτεχνικό έργο. Να μη σας θυμίσω τον Ρίτσο που έγραψε: «Είναι τα παιδιά της ΚΝΕ / που λένε στη ζωή το μέγα ΝΑΙ». Είναι μεγάλη συζήτηση. Αλλά δεν θέλω να είμαι τιμητής, ίσως και να μην αντέχω την αντιπαλότητα ως ιδιοσυγκρασία.

 

Ο σύγχρονος αναγνώστης είναι ικανός να «ξεκλειδώσει» τα μυστικά της ποίησης ή έχει απομακρυνθεί τόσο πολύ απ’ αυτή χάνοντας έτσι την παρθενικότητα των αισθήσεών του;

Με τους αναγνώστες συμβαίνει αυτό που συνέβαινε πάντα. Όπως κάποιοι έχουν ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο και φροντίζουν να τα μάθουν όλα γι’ αυτό, έτσι και οι φίλοι της ποίησης μαθαίνουν να «ξεκλειδώνουν» τα μυστικά όσων γράφονται σήμερα. Η ποίηση δεν διεκδικεί, ούτε μονοπωλεί το ενδιαφέρον του κοινού.

Θυμάμαι όμως, γύρω στο 1983, να διαβάζουμε ποιήματα στο αμφιθέατρο της Φιλοσοφικής στη Θεσσαλονίκη και να είναι αποκάτω 1500 άτομα. Πρωτοφανές, δεν το έχω ξαναζήσει. Ήταν ο Πάνος Θεοδωρίδης, εγώ, ο Μίμης Σουλιώτης, ο Ανέστης Ευαγγέλου, ένας συνταξιούχος ζαχαροπλάστης ποιητής, που σας τον αναφέρω διότι δεν έχω ξαναδεί ισχυρότερη λάμψη πόθου στα μάτια ανθρώπου για τα νέα κορίτσια από τη δική του.

Η παρθενικότητα των αισθήσεων που αναφέρατε μπορεί όντως να έχει χαθεί, διότι σχετίζεται με την κατεύθυνση που παίρνει ο πολιτισμός. Ένα μόνο παραμένει αναλλοίωτο, το «η δύναμη μόνο σκοτώνει και η άνοιξη και αυτή προϊόν του ανθρώπου είναι»-Ελύτης, από μνήμης. Θέλω να πω, ότι όπως ο Ψυχάρης έπεσε έξω για την κατεύθυνση που θα πάρει η δημοτική γλώσσα, το ίδιο πέφτει και κάθε ένας που θα προβλέψει την πνευματική κατεύθυνση του κοινωνικού σώματος. Υπάρχουν κράτη σήμερα που διοικούνται με κομμουνιστικοκαπιταλιστικό σύστημα, κι αυτά στρέφουν τους πολίτες τους σε έναν ορισμένο τρόπο ζωής.

Για να το ολοκληρώσω, ποτέ δεν πίστεψα ότι όλοι οι πολίτες της αρχαίας Αθήνας -άλλη ιστορία οι δούλοι- έπαιρναν το ψωμί και τις ελιές τους και πήγαιναν στο θέατρο. Απλώς η Ιστορία είναι γεγονότα και μεταφορά τους στο μέλλον με διάφορους τρόπους.

 

Τελικά, κ. Ξεξάκη, τι πιστεύετε; Χρειάζονται οι ποιητές σε τόσο μίζερους καιρούς;

Μου ζητάτε να έχω γνώμη για τις ανάγκες του κοινωνικού οικοδομήματος. Οτιδήποτε απομακρύνει τον άνθρωπο από τη «ζουγκλέα» φύση του, από την επιθετικότητα και τον ανταγωνισμό, είναι χρήσιμο. Είπα πολλά, συγγνώμη. Σας ευχαριστώ. 

Tessy Baila – Editor in Chief

 

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular