Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Έναστρον το βιβλίο της Λέα Κοέν με τίτλο Ραφαήλ – Ο βασιλιάς και ο αρωματοποιός. Πρόκειται για το χρονικό μιας πραγματικής δραματικής σύγκρουσης, γραμμένο από μια από τις πιο επιτυχημένες συγγραφείς της Βουλγαρίας. Η Λέα Κοέν, με έντεκα μυθιστορήματα στο ενεργητικό της, ένα θεατρικό έργο και δύο σενάρια για τον κινηματογράφο, είναι η συγγραφέας που στοχεύει στην λεπτομερή καταγραφή της βαλκανικής Ιστορίας της περιόδου του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και περιγράφει την οδυνηρή εμπειρία δώδεκα χιλιάδων Εβραίων που μεταφέρθηκαν στα στρατόπεδα εξόντωσης της Πολωνίας. Είναι πρώην βουλευτής, διπλωμάτης, πρέσβειρα της Βουλγαρίας σε πολλές χώρες και μια μεγάλη προσωπικότητα στον χώρο του πολιτισμού στη Βουλγαρία αλλά και στο εξωτερικό.

Σημαντικό είναι να σταθούμε και στη μεταφραστική αρτιότητα του ελληνικού κειμένου την οποία υπογράφει ο ελληνιστής Ιβάν Γκένοβ, ένας από τους πιο γνωστούς Βούλγαρους μεταφραστές—καθηγητής αρχαίας και νέας ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού, συνιδρυτής του μοναδικού κλασσικού Λυκείου της Βουλγαρίας και για είκοσι χρόνια διαπιστευμένος διερμηνέας των ελληνοβουλγαρικών κυβερνήσεων.

Είχαμε την ευκαιρία μιας συνομιλίας μαζί της για το βιβλίο της, τη διάρκεια της έρευνας που χρειάστηκε για να το γράψει, την ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού, τον τρόπο που εκείνη βλέπει το ιστορικό μυθιστόρημα, τη σχέση της πολιτικής με τη λογοτεχνία.

Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τη Λέα Κοέν  για την ευγενική της ανταπόκριση και τον ελληνιστή Ιβάν Γκένοβ για τη μετάφραση της συνέντευξης και την προσφορά του. 

 

   

Πρόσφατα κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το βιβλίο σας «Ραφαήλ» από τις εκδόσεις Έναστρον, σε μετάφραση του διακεκριμένου μεταφραστή Ιβάν Γκένοβ. Πιστεύετε ότι η ανάγνωση αυτού του βιβλίου από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό θα βοηθήσει τους δύο λαούς να νιώσουν ότι η βαλκανική μοίρα είναι κοινή;

Η καταγραφή της κοινής ιστορίας του Ολοκαυτώματος στα Βαλκάνια πρόκειται να γίνει στο μέλλον. Είναι μια πολύπλοκη ιστορία – από τη μια, τα διάφορα βαλκανικά κράτη είχαν διαφορετικές στάσεις απέναντι στον Χίτλερ, και από την άλλη – εξαιτίας των θυελλωδών γεγονότων που συνέβησαν μέσα σ’ αυτά. Υπήρχε Κατοχή, αλλαγή συνόρων, εισβολή στρατευμάτων διαφόρων εθνοτήτων από μια επικράτεια σε άλλη. Οι μοίρες της Βουλγαρίας, της Ελλάδας, της Γιουγκοσλαβίας και της Ρουμανίας διαφέρουν πολύ μεταξύ τους την εποχή του 1940-1945, και αυτός είναι και ο λόγος να είναι διαφορετική και η μοίρα τους μετά τη λήξη του πολέμου. Μόλις σήμερα εμείς, οι πολίτες αυτών των τεσσάρων κρατών, έχουμε την ευκαιρία να αποκτήσουμε ένα κοινό μέλλον και αυτό συνδέεται άμεσα με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και αυτό το μέλλον σχεδόν έγινε πραγματικότητα: η Ελλάδα, η Βουλγαρία, η Κροατία, η Σλοβενία και το Μαυροβούνιο έχουν ήδη ενταχθεί στην Ε.Ε. Ο ρόλος της λογοτεχνίας είναι να αποδείξει με τις καλλιτεχνικές μορφές και με τις μοίρες διαφόρων ανθρώπων τα πιο δύσκολα και τα πιο ανταγωνιστικά επεισόδια της ύπαρξης μας, για να βοηθηθεί ο αναγνώστης να κατανοήσει και να αφομοιώσει καλύτερα αυτά τα επεισόδια της ιστορίας.

 

Πόση έρευνα απαιτήθηκε για να γραφτεί η ιστορία του Ραφαήλ και πόσο δύσκολο ήταν ενδεχομένως να βρείτε τα στοιχεία εκείνα που θα την αναδείκνυαν;

Εργάζομαι πάνω από 15 χρόνια πάνω στα θέματα του Ολοκαυτώματος στα Βαλκάνια, γεγονός το οποίο στην ουσία σημαίνει ότι όλο αυτό το χρονικό διάστημα ερεύνησα χιλιάδες έγγραφα στα αρχεία της Βουλγαρίας, της Ελβετίας, καθώς και τα αρχεία τα οποία διατηρούνται στις Η.Π.Α. Μεγάλη ήταν και η βοήθεια της οικογένειάς μου με το αρχείο το οποίο διαφυλάχτηκε από τους γονείς μου. Ο πατέρας μου ήταν ένας επιφανής δικηγόρος και γνώριζε την αξία των ντοκουμέντων. Είχε συλλέξει και κατατάξει ένα τεράστιο αρχείο το οποίο με βοήθησε πάρα πολύ.

Πριν το «Ραφαήλ» συνέγραψα και άλλα βιβλία, στα οποία εστιάζομαι στο ίδιο θέμα. Π.χ., το μυθιστόρημα  «Consortium Alternus» που είχε μεγάλη επιτυχία και μεταφράστηκε στα γερμανικά και τα ισπανικά. Επίσης, συνέγραψα το βιβλίο-ντοκουμέντο «Εσύ πιστεύεις. Οκτώ ματιές πάνω στην τραγωδία του Ολοκαυτώματος στα Βαλκάνια», το οποίο επίσης μεταφράστηκε στα αγγλικά και στα σκοπιανά.

Για λίγα χρόνια άφησα το θέμα και συνέγραψα άλλα μυθιστορήματα, η πλοκή των οποίων εξελίσσεται τη δεκαετία του ’60 του περασμένου αιώνα, καθώς και ένα μυθιστόρημα για τους Βούλγαρους μετανάστες στο εξωτερικό μετά το 1989, η οποία χρονιά έκανε να μεταναστεύσουν στη Δύση οι νεαροί μας άνθρωποι  οι οποίοι ήταν τελείως απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν έναν τελείως διαφορετικό κόσμο.

Επέστρεψα στο θέμα του Ολοκαυτώματος πριν από τέσσερα χρόνια, όταν συνέγραψα μια σειρά άρθρων σε ένα περιοδικό και έτσι βρήκα κατά περίπτωση τα αρχεία της «υπόθεσης Αριέ». Ήταν μια εκπληκτική ανακάλυψη και αυτή με ενέπνευσε να συγγράψω ένα μυθιστόρημα. Η συγγραφή διήρκεσε περίπου ένα έτος και μετά το επεξεργαζόμουν επί άλλους 6 μήνες. Ταυτόχρονα έγραφα και ένα σενάριο ταινίας επί του θέματος, το οποίο σενάριο έγινε δεκτό θερμά και βραβεύτηκε στη Νέα Υόρκη. Δυστυχώς, ακόμη δεν έγινε ταινία…

 

Η ανασύσταση της ατμόσφαιρας της εποχής αλλά και της οικογένειας του Ραφαήλ είναι καθοριστικής σημασίας. Πόσο εύκολο ήταν όμως να μιλήσετε για τα γεγονότα αυτά, τόσα χρόνια μετά και να θίξετε τον τρόπο με τον οποίο όλη αυτή η ατμόσφαιρα ανατράπηκε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και κατά το «Δικαστικό ολοκαύτωμα» που επακολούθησε;

Για την ανασύσταση της ατμόσφαιρας της εποχής, έπρεπε να ερευνήσω κάθε λεπτομέρεια της καθημερινής ζωής και των πεπρωμένων της πλούσιας οικογένειας των Αριέ, αλλά και την ατμόσφαιρα των τόπων όπου εξελίχθηκε το δράμα: Σόφια, Παρίσι, Βουκουρέστι, Μόναχο… Επισκέφτηκα όλα αυτά τα μέρη και κρατούσα σημειώσεις, είδα εκατοντάδες, για να μην πω χιλιάδες φωτογραφίες εκείνης της εποχής, και με αυτόν τον τρόπο κατάφερα να διαμορφώσω ένα τεράστιο πάζλ. Για να ανασυστήσω την ατμόσφαιρα, διάβασα όλες τις βουλγαρικές εφημερίδες της περιόδου 1932-1943, κατά την οποία εξελίσσεται η πλοκή. Από εκεί απέκτησα πολλές πληροφορίες τις οποίες στην συνέχεια συμπεριέλαβα στο μυθιστόρημά μου.

 

Πώς δέχτηκε το Βουλγαρικό αναγνωστικό κοινό το βιβλίο αυτό;

Εγώ η ίδια εξεπλάγην. Οι αναγνώστες έμειναν γοητευμένοι από την προσωπικότητα του γοητευτικού Ραφαήλ, και ένιωσαν απόγνωση για τον παράλογο τρόπο με τον οποίο τον εκτέλεσαν το 1943: η επίσημη δικαιολογία για τον απαγχονισμό του ήταν μερικές ντουζίνες κανονικού σαπουνιού που είχαν παραχθεί στο δικό του εργοστάσιο. Πρόκειται για την  πιο ανόητη υπόθεση εκείνης της περιόδου. Το μυθιστόρημα εξαντλήθηκε κυριολεκτικά και δύο εβδομάδες μετά χρειάστηκε να ανατυπωθεί. Στη συνέχεια επακολούθησαν και πολλές άλλες ανατυπώσεις. 

 

Διετελέσατε Πρέσβειρα της Βουλγαρίας. Είναι εύκολο για μια λογοτέχνη να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο, θέλω να πω, συμβαδίζει η ενασχόληση με την πολιτική με τη λογοτεχνία;

Για τον συγγραφέα είναι εύκολο να γίνει διπλωμάτης. Το αντίστροφο είναι πιο δύσκολο. Αλλά το γράψιμο ήταν το επάγγελμά μου από τα νεανικά μου χρόνια. Το πρώτο μου βιβλίο κυκλοφόρησε όταν ήμουν 24 ετών. Πιστεύω ότι ο συγγραφέας έχει μια καλύτερη όραση, βλέπει τα γεγονότα από περισσότερες οπτικές γωνίες, απ’ ότι ο διπλωμάτης. Αυτό μερικές βοηθάει, άλλες φορές όμως δημιουργεί εμπόδια. Αλλά και όταν διετέλεσα διπλωμάτης, ποτέ δεν μετατράπηκα σε έναν απλό υπαλληλάκο.

 

Πιστεύετε στη δύναμη του ιστορικού μυθιστορήματος; Μπορεί ένα ιστορικό μυθιστόρημα να έχει διδακτικό χαρακτήρα ή ο ρόλος του είναι απλώς να αναζωπυρώνει τη μνήμη και να οδηγεί τον αναγνώστη στις αλήθειες του παρελθόντος;

Στη λογοτεχνία μου αρέσει η συγκεκριμενοποίηση στον χρόνο και τον χώρο. Δεν ξέρω σε ποια στιγμή ακριβώς τα μυθιστορήματά μου είναι δική μου επινόηση, πότε είναι γνήσια ντοκουμέντα ή είναι απλώς μια αφήγηση. Όλα αυτά έχουν συμβεί παρουσία ανθρώπων οι οποίοι μπορούν να αποδείξουν ότι λέω την αλήθεια. Σε γενικές γραμμές, οι αναγνώστες πιστεύουν όσα έχω συγγράψει και αυτή είναι μια απόδειξη ότι τα έχω καταφέρει.

 

Είναι το γράψιμο ένα κατευθυνόμενο όνειρο, όπως έλεγε ο Μπόρχες; Ή μια εσωτερική ανάγκη που ικανοποιεί κυρίως τον ίδιο τον συγγραφέα;

Από ό,τι θυμάμαι, ο Μπόρχες είπε: «Κανείς δεν γνωρίζει εάν ο κόσμος είναι φανταστικός, ή είναι πραγματικός, και αν το όνειρο διαφέρει από την πραγματικότητα». Αυτό αληθεύει και ισχύει. Αλλά μόνο για τον συγγραφέα. Αυτός παρίσταται σχεδόν ταυτόχρονα σ’ αυτούς τους δύο κόσμους τους οποίους προσπαθεί να ενώσει με τη συγγραφή. Αυτή είναι και η φύση της συγγραφής. Κατανοώ πλήρως ότι ως ένας ήρωας, ο Ραφαήλ Αριέ, παρά το γεγονός ότι ήταν μια πραγματική προσωπικότητα, είναι ταυτόχρονα και ο καρπός της φαντασίας μου. Γι’ αυτό και ένοιωθα ακόμη πιο ικανοποιημένη όταν οι αναγνώστες τον αγάπησαν. Δηλαδή, τα αισθήματα των αναγνωστών κατευθύνονται όχι τόσο προς τον πραγματικό Ραφαήλ, αλλά προς το Ραφαήλ τον οποίο έπλασα εγώ. Αυτό με ικανοποιεί – πραγματικά.

Ακολουθεί η συνέντευξη της Λέας Κοέν στη Βουλγαρική γλώσσα

 

Интервю на г-жа Леа Коен от Теси Байла за списание Literature

 

Наскоро в Гърция издателство „Ѐнастрон“ публикува Вашия роман „Рафаел“ в превод на изтъкнатия преводач Иван Генов. Смятате ли, че романът Ви ще помогне на гръцките читатели и на хората в Гърция да усетят, че ние всички следваме една обща балканска съдба?

Написването на общата история на Холокоста на Балканите още предстои. Тя е доста сложна, както поради различната позиция на всяка една балканските страни спрямо Хитлер, така и заради бурните събития вътре в тях, в които има окупация, промяна на граници, навлизане на различни по народност войски от една територия в друга. Съдбата на България, Гърция, Югославия и Румъния е различна през периода 1940-1945, поради което е различна и след края на войната. Едва днес всички ние, гражданите на тези четири страни, имаме шанс за обща съдба и тя минава през Европейския съюз. Този шанс е вече почти реализиран : Гърция, България, Румъния, Хърватска, Словения и Черна гора са вече част от този съюз.

Ролята на литературата е да покаже с художествени образи и чрез лични съдби най-трудни и конфликтни епизоди от нашето съществование, за да помогне на читателя да го разбере и осмисли по-добре.

 

Колко време Ви отне да пресъздадете историята на Рафаел и евентуално, какви трудности трябваше да преодолеете, за да съберете материала, който да доказва безспорните факти?

Работя от 15 години върху теми от Холокоста на Балканите, което означава на практика, че през целия този период са проучила хиляди документи в архивите на България, на Швейцария, както и документация, която се съхранява в САЩ. Много ми помогна и личния архив на моето семейство, опазен и съхранен от моите родители. Баща ми беше виден адвокат и познаваше стойността на документите. Той беше събрал и подредил огромен архив, който много ми помогна.

Преди „Рафаел“ написах други книги, в които е засегната тази тема. Например романа „Консорциум Алтернус“ който имаше голям успех и беше преведен на немски и испански. Написах също така и документалната книга „Ти вярваш. Осем погледа върху Холокоста на Балканите“, която също беше преведена на английски и на македонски.

Няколко години след това изоставих тази тематика и написах други романи, чието действие се развиваше през 60-те години на миналия век, както и един роман за началото на българската емиграция в чужбина след промените от 1989 година, която захвърли в непознатия Запад една неподготвена за сблъсъка с него младеж.

Върнах се към темата преди четири години, когато работех върху поредица статии в едно списание и попаднах в архивите на „делото Арие“. Беше смайващо откритие и веднага ме вдъхнови да напиша роман по този случай. Написах романа за около една година и го преработвах още 6 месеца, като заедно с него писах и сценарий по сюжета, който получи одобрение и награда в Ню Йорк. Не е обаче още филмиран…

 

Възпроизвеждането на атмосферата на епохата и на живота на семейството на Рафаел е с определящо значение. Беше ли лесно за Вас след толкова години да пишете за тези събития и да представите нагледно начина, по който е била отровена атмосферата преди и по време на Втората Световна война и особено по време на последвалия „Съдебен Холокост“?

За да възпроизведа атмосферата на времето, трябваше да проуча всеки детайл, както от живота и бита на богатото семейство Арие, така и от атмосферата на местата, където се развива действието : София, Париж, Букурещ, Мюнхен… Посетих всяко от описаните места като си водех подробни бележки, гледах стотици, ако не хиляди фотоси от времето на събитията по тях, така постепенно се сглобяваше един огромен пъзел. За да възпроизведа атмосферата прочетох всички български вестници от периодаα 1932-1943 година, когато се развиват събитията и много информация от тях е включена и в романа.

 

Как българската публика прие Вашия роман?

Самата аз бях изненадана. Читателите бяха очаровани от образа на обаятелния Рафаел, както и от абсурдния начин, по който е бил ликвидиран през 1943: обесен заради няколко дузини тоалетен сапун, произведен в собствената му фабрика.  Това е най-нелепото дело, водено през този период. Романът буквално беше разграбен и още след първите две седмици беше отпечатан втория тираж. След това книгата претърпя още много тиражи.

 

Вие сте била посланик на България в чужбина. Лесно ли беше за писателка като Вас да тръгнете по този път? Тоест, пресичат ли се пътищата на политиката с този на литературата?

От писател лесно става дипломат. По-трудно е обратното. Но писането беше моя професия още от младини. Първата ми книга излезе, когато бях на 24 години. Мисля, че писателят има по-широк обхват на политическо зрение от дипломата. Това понякога помага, понякога пречи. Но и като дипломат никога не съм била просто един чиновник.

 

Вярвате ли в силата на историческия роман? Може ли историческият роман да придобие силата на пътеводител, или ролята му се свежда до това, просто да възкреси паметта и да запознае читателя с истините за миналото ни?

Обичам конкретиката на времето и пространството в литературата. Не знам кога моите романи да аутофикция, докуфикция или просто разказ, което се е случило в присъствието на хора, които могат да свидетелстват за неговата достоверност. Общо взето хората вярват в онова, което са прочели от мен и това е някакво доказателство , че съм се справила.

 

Съгласна ли сте с Борхес, когато той казва, че писането е като сън, направляван от писателя? Или е вътрешна нужда, чиято основна цел е да удовлетвори самия писател?

Доколкото си спомням, цитатът на Борхес гласеше следното : „Никой не знае дали светът е фантастичен или реален, нито дали съществува разлика между сън и действителност.“

Това е вярно. Но само за писателя. Той пребивава винаги и почти едновременно в тези два свята, които се опитва да обедини чрез писането си. Това съставлява и цялата природа на писането.  Напълно съзнавам, че герой като Рафаел Арие макар и реално съществувал, е плод на моето въображение. Затова съм още по-радостна, когато читателят го обикне : чувствата му са насочени не толкова към реално съществувалия Рафаел, а към създадения от мен. Това ме удовлетворява.

Много Ви благодаря!

P.S.: Няма проблем да промените въпросите, или да отговорите само на част от тях.

С уважение:

Теси Байла

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular