Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

***Γράφει η Βιβή Κοψιδά-Βρεττού

Μάκης Τσίτας, Ράνια Μπουμπουρή, Κάλαντα & Αινίγματα, Εκδόσεις Ψυχογιός 

Με τη χαρά παιδιού της δεκαετίας του ’60 ή του ’70, που δεχόταν πρώιμο πρωτοχρονιάτικο δώρο ταχυδρομικά ένα βιβλίο-ακριβή χειρονομία των ημερών από ξενιτεμένο συγγενή, έλαβα, αρχές του μήνα των Χριστουγέννων, το δώρο των γιορτών από τις εκδόσεις Ψυχογιός: Τα δύο φανταχτερά, μυριόπλουμα βιβλία του Μάκη Τσίτα και της Ράνιας Μπουμπουρή, Κάλαντα1 και Αινίγματα.2 Συνέχεια της υπέροχης, εμπνευσμένης σειράς που εγκαινιάστηκε πριν από έναν περίπου χρόνο, με θεματική: Η παράδοσή μας, και με τις δύο πρώτες εξαιρετικές εκδόσεις Παροιμίες3 και Γλωσσοδέτες4. Τέσσερα συνολικά τώρα τα βιβλία της σειράς, από τις ελάσσονες-μέχρι τον προηγούμενο αιώνα-μορφές του λαϊκού λόγου, που συνθέτουν, ωστόσο, το εθιμικό και ψυχαγωγικό κυρίως τοπίο της κοινωνικότητας των ανθρώπων του αγροτικού πολιτισμού. Ευφυΐα, ευρηματικότητα, παρατήρηση, πυκνότητα, χιούμορ, συνείδηση ομαδικότητας, αξιακοί κώδικες και ήθη επενδύονται με θαυμαστή ευστοχία και απλότητα στις Παροιμίες, στους Γλωσσοδέτες, στα Κάλαντα και στα Αινίγματα. Για τα δύο πρώτα είχα γράψει σε σχετικό κριτικό μου κείμενο5: «Ο Μάκης Τσίτας και η Ράνια Μπουμπουρή –έμπειροι «αναγνώστες» πλέον της παιδικής ψυχής–, έχοντας «ενδυθεί» και οι ίδιοι τη διαύγεια και την αισιόδοξη ματιά του παιδιού, διαχειρίστηκαν με ευφυή μέθοδο και άρτια υλικά την προσφορά μιας ιδιαίτερα σημαντικής, από κάθε άποψη, δημιουργικής πρότασης». Η ευτυχής συνέχεια εγκυρώνει το εγχείρημα και υπόσχεται και επόμενες χαρούμενες επιστροφές.

Όσοι γράφουν (γράφουμε) γνωρίζουμε ότι το παιδικό βιβλίο απευθύνεται στο πιο δύσκολο, το πιο δύσπιστο και ανυπόκριτο αναγνωστικό κοινό. Το ΟΧΙ του παιδιού είναι πείσμον και ανυποχώρητο. και το ΝΑΙ μπορεί να είναι το κερδισμένο ισοδύναμο μιας δύσκολης στην κατάκτησή της νίκης του δημιουργού. Πόσο μάλλον όταν ο συγγραφέας έχει να διεκδικήσει την καρδιά του παιδιού με έναν παρελθόντα κόσμο, ανοίκειο, σκοτεινό, λιτό ή και φτωχικό, χωρίς την ευφορική διέγερση της πληθωρικότητας των αγαθών, τη φαντασμαγορία των χρωμάτων και των υλοποιημένων καταναλωτικών ιδεών της σύγχρονης αγοράς-αυτό που τα σημερινά παιδιά βιώνουν ως πρόσκαιρη -μιας χρήσης το περισσότερο-ευδαιμονία. Ιδιαίτερα οι μέρες των Χριστουγέννων, μέρες μιας διαρκούς Christmas Kids Fest, όπου το περιβάλλον γύρω τους, το σχολείο, το σπίτι, η πόλη μεταμορφώνονται και του προσφέρονται ως ένα εναλλασσόμενο θεαματικό Fun Park, με τον αιφνιδιασμό της χαράς σε κάθε βήμα.

Ο Μάκης και η Ράνια –τόσο συντονισμένοι με την παιδική ψυχολογία, αλλά και γνήσιοι «οικοδεσπότες» στις βιωμένες εικόνες των ευλογημένων χωριών της πατρίδας μας-έχουν το χάρισμα όχι απλώς να μεταγγίζουν τον έντεχνο λαϊκό λόγο στις ψυχές των σημερινών παιδιών αλλά και να ζωντανεύουν ή να υποδεικνύουν παιδαγωγικά την κίνηση, τη χειρονομία, το σκηνικό της «εκτέλεσης» μέσα στο κοινωνικό τους περιβάλλον. Με ποιο τρόπο το πετυχαίνουν; Δεν λένε πολλές δικές τους κουβέντες. Δεν εξηγούν, δεν αναλύουν, δεν «διδάσκουν». Είναι οι ωραίοι, αυθεντικοί διερμηνευτές της ψυχής και της παρα-μυθικής νόησης των παιδιών, που αφηγούνται με τη ροή και το ύφος γοητευτικού παραμυθιού σοβαρά ζητήματα της λαογραφικής θεώρησης του αινίγματος και των ευχετικών και εγκωμιαστικών δημοτικών τραγουδιών, που εθιμικά τραγουδούν τα παιδιά στις γειτονιές, από σπίτι σε σπίτι, παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς, των Θεοφανείων. Και το χαίρονται με το πολύτροπο της δικής τους χαράς τα παιδιά, και σαν το ανταγωνιστικό στοίχημα της οικονομικής τους αξιοσύνης. Έτσι, οι συγγραφείς, δεν έχουν παρά να απλώσουν μαγικά το χέρι-ζεστό από τη θερμοκρασία της ευγενικής χαράς τους-στα παιδιά και… «Τι λέτε, πάμε να διαβάσουμε τα κάλαντα παρέα; Κι αν θέλετε να τα τραγουδήσουμε κιόλας, ακόμα καλύτερα». Ή, στον ίδιο περίπου τόνο, και με ερωτηματικά όλο νόημα: «Πάμε, λοιπόν, να διαβάσουμε μερικά από τα πιο αγαπημένα αινίγματα; Άραγε, μπορούμε να βρούμε τη λύση; Κι αν ναι, πόσο γρήγορα;»

Ίσως δεν γίνονται άμεσα κατανοητά τα νοούμενα αυτής της τρυφερής παραίνεσης. Και όμως, εδώ αναγιγνώσκεται όλη η προβληματική της Λαογραφίας γύρω από έναν πολιτισμό της προφορικότητας, που μετατρέπεται τώρα σε κείμενο, αλλά που θα πρέπει να αναστηθεί λειτουργικά σ’αυτόν τον σύγχρονο πολιτισμό της γραφής. Δεν είναι στόχος να διαβαστούν απλώς τα Κάλαντα στις πολύ ιδιαίτερες παραλλαγές τους, αλλά και να λειτουργήσουν συγχρονικά. Αυτή είναι και η αυθεντική διάστασή τους ως έργων του προφορικού πολιτισμού, που δεν επικοινωνούσε με κείμενα, αλλά μόνο με την προφορικότητα και την επιτέλεση, την επαναλαμβανόμενη πράξη. Το έργο και η εκτέλεση δεν νοούνται χωριστά. Συνιστούν αδιάσπαστη ενότητα με τη μορφή μιας παράστασης που επαναλαμβάνεται εθιμικά σε συνάρτηση με τις συνθήκες (τα κοινωνικά συμφραζόμενα) και τους συντελεστές. Τόσο που να συνιστούν –όπως και τα αινίγματα και οι άλλες εκφράσεις του έντεχνου παραδοσιακού λόγου-ένα είδος αυτοβιογραφίας των κοινωνιών μικρής κλίμακας: όπου κυριαρχεί ο μύθος αντί του λόγου, η προφορική λειτουργία του πολιτισμού, και η έμμετρη μορφή της έντεχνης λαϊκής έκφρασης.

Τι είναι τα Κάλαντα του Μάκη Τσίτα και της Ράνιας Μπουμπουρή; Μια πρώτη μύηση των παιδιών στη λαογραφία ενός τόσο αγαπημένου έθιμου, που διαπερνάει τους αιώνες και φτάνει με την ίδια ανυπόμονη χαρά και την ίδια λάμψη στα μάτια των παιδιών της ψηφιακής εποχής. Οι συγγραφείς μας προσφέρουν μια τυπολογία του είδους από την πανελλήνια μορφή τους μέχρι και κάποιες αντιπροσωπευτικές τοπικές διαφοροποιήσεις. Οι επιλογές και ο τρόπος που δομούνται οι τοπικές παραλλαγές, ευνοεί και διευκολύνει τη «διδακτική» τους: Α. Χριστουγεννιάτικα: Πελοποννήσου, Σάμου, Κυκλάδων, Σμύρνης, Ορεστιάδας, Δωδεκανήσου, Σκιάθου. Β. Κάλαντα Πρωτοχρονιάς: Πανελλήνια, Βυζαντινά Προποντίδας, Κρήτης, Ζακύνθου, Θεσσαλίας, Μακεδονίας, Ρόδου, Τήνου, Πόντου. Γ. Κάλαντα των Φώτων: Πανελλήνια, Βυζαντινά, Ηπειρώτικα, Κερκυραϊκά, της Άμφισσας, της Κάσου, του Πόντου.

Ιστορία και ιστορίες, μικρές και μεγάλες πατρίδες, που ζωντανεύουν το παρελθόν τους σε ένα παρόν μνήμης με τις γλώσσες, τις εικόνες, τη θρησκευτικότητα και τις παραδόσεις τους, υλοποιώντας ένα μεγάλο ταξίδι ψυχής και ανα-ψυχής των παιδιών κάθε εποχής, κάθε πατρίδας. Ένα ερώτημα που μπορεί να εγείρει ζωηρές συζητήσεις είναι αυτό το μεγάλο ταξίδι των εθιμικών τραγουδιών, η επικράτηση μιας πανελλήνιας μορφής τους, η περιορισμένη ή και απομνημειωμένη ζωή πολλών άλλων παραλλαγών, η σχέση τους με τις τοπικότητες, τα ήθη που εκφράζονται. Ενδιαφέρον ζήτημα είναι η γλωσσολογική τους προσέγγιση και ανάλυση: οι γλωσσικές ιδιαιτερότητες-τα γλωσσικά ιδιώματα, το πλήθος των λαϊκών κατασκευασμένων λέξεων-μια συνειδητή νεολογική δραστηριότητα στη λαϊκή γλώσσα, τεκμήριο της λεξικής δημιουργικότητας- που με ευφυή, εύστοχη πύκνωση αποδίδουν χαρακτηριστικά, ιδιότητες, συνθήκες. Με βάση τις παραλλαγές που περιλαμβάνονται στα Κάλαντα του Μάκη Τσίτα και της Ράνιας Μπουμπουρή, μπορεί να συγκροτηθεί από τους μικρούς αναγνώστες (μαθητές) ένα ενδεικτικό λαϊκό λημματολόγιο, προσανατολισμένο στους μηχανισμούς παραγωγής της λαϊκής νεολογίας. Από παιδαγωγική άποψη μπορεί, επίσης, να αξιοποιηθούν οι παραλλαγές με κριτήριο τις καταγωγικές ρίζες των μικρών μαθητών και τη διασύνδεσή τους με την ιστορία (και τις οικογενειακές ιστορίες), τη θρησκευτική παράδοση των επιμέρους τόπων, τις κοινωνικές και οικογενειακές ιεραρχήσεις, τις λαϊκές αξίες, τα ευχολόγια, τη φύση της παιδικότητας, όπως αποτυπώνονται στα Κάλαντα του Δωδεκαήμερου (των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς, των Φώτων).

Αυτά-και πολλά ακόμα- μέχρι να ξημερώσουν οι παραμονές των μεγάλων γιορτών, οπότε τα παιδιά θα υπακούσουν στη δική τους ποιητική παρόρμηση και θα ξεχυθούν, ροδομάγουλοι καλαντιστές6, στους χειμωνιάτικους δρόμους, με το φωταγωγημένο καραβάκι τους, τα μεταλλικά τρίγωνα και τις ασκημένες παιδικές τους φωνές. Είναι και το «διάφορο» της πρωτόλειας παιδικής τους επιχειρηματικότητας…

Στα Αινίγματα7, οι δύο συγγραφείς, με μαεστρία και υποδειγματικό αφηγηματικό ύφος-παιδαγωγικά σταθμισμένο- απευθύνονται εισαγωγικά στα παιδιά για να τους εξηγήσουν μέσα σε δύο μονάχα σελίδες ό,τι η μυθολογία, η ιστορία και η θεωρία της Λαογραφίας έχουν ερευνήσει γύρω από το-για πολύ χρόνο- περιφρονημένο αυτό είδος της λαϊκής λογοτεχνίας: για τη λόγια και λαϊκή δημιουργία του, τη λειτουργικότητά του, την παιγνιώδη σκηνοθεσία του, την «πολλαπλή του ύπαρξη», τον ρόλο των φορέων του-αυτού που υποβάλλει την αινιγματική ερώτηση και εκείνου που καλείται να απαντήσει, την ομαδική του επιτέλεση-παράσταση και τον ανταγωνισμό που δημιουργεί η εμπλοκή δύο δι-αγωνιζόμενων ομάδων, τις παράλληλες και τεμνόμενες πολιτισμικές ζωές του, την κεφάτη επιβίωσή του μέχρι σήμερα. Προσφέρουν παραδείγματα ώστε να δημιουργηθεί ενδιαφέρον γύρω από τον μεταβαλλόμενο, μέσα στον χρόνο και τη μακρά ζωή των αινιγμάτων, χαρακτήρα τους, από τον διεκδικητικό αλλά και ειρηνευτικό (αντί πολέμου) μεταξύ βασιλιάδων, τον θρησκευτικό-μαντικό, μέχρι τον ψυχαγωγικό των αγροτικών κοινοτήτων, που εξακολουθεί μέχρι σήμερα να «κλέβει την παράσταση» και να προσκαλεί σε ρεκόρ ευστροφίας.

Ο γνωστός μεσαιωνολόγος-νεοελληνιστής, καθηγητής του Πανεπιστημίου της Λειψίας Κarl Dieterich, θεωρούσε τα ελληνικά αινίγματα-πολλά συναντώνται σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο-, τυπικό δείγμα του βαλκανικού αινίγματος. Στο επιλεγμένο αινιγματολόγιο των συγγραφέων μας, που απευθύνεται σε παιδιά, περιλαμβάνονται κάποια από τα πιο γνωστά και «εύκολα» αινίγματα αλλά και άλλα σπανιότερα και δυσκολότερα στην αποκρυπτογράφησή τους, σωστές σπαζοκεφαλιές, πραγματικό τεστ IQ της Mensa International. Παρά τον μεγάλο χρόνο που μεσολαβεί από την αυθεντική ζωή των αινιγμάτων μέχρι τη δική μας εποχή και το πέρασμα σε αστικές πραγματικότητες, αστικά ήθη και ψηφιακές δυνατότητες επικοινωνίας και ψυχαγωγίας, οι συγγραφείς-μην υποκύπτοντας σε εκσυγχρονισμούς και αλλοιώσεις-, διατηρούν την «ανυστερόβουλη φυσικότητα» και την καθαρότητα της λαϊκής γλώσσας, αποφεύγοντας τις τοπικές ιδιαιτερότητες και τα ιδιώματα, ώστε να πετυχαίνουν την αβίαστη, απρόσκοπτη στη σύγχρονή μας γλώσσα, ευχάριστη προσαρμογή των παιδιών. Έναν παιδικό ρομαντισμό που διδάσκει πώς κερδίζεται η χαρά, η ομορφιά, η διασκέδαση: εν ολίγοις, η αγωγή των παιδιών στην απλότητα και την ολιγάρκεια της ευτυχίας. Όπως το επισημαίνει ο καθηγητής Μιχάλης Μερακλής σε ένα από τα λαογραφικά δοκίμιά του για τη γλώσσα και την ποίηση: «ο άνθρωπος της εποχής (εννοεί τον άνθρωπο της εποχής του ακριτικού έπους) επικοινωνούσε πολλαπλά και γι’αυτό δημιουργικά…»8

Μιαν άλλη πολλαπλότητα-αισθητική, παιδαγωγική, γνωσιακή, κοινωνική, ψυχαγωγική- εκφράζουν και υποστηρίζουν, με πολλές γλώσσες και φωνές, οι προικισμένοι με το χάρισμα της ενσυναισθητικής προσέγγισης του παιδιού, συγγραφείς της σειράς «Η παράδοσή μας». Η ευφάνταστη, εκφραστική, έως και χιουμοριστική (κυρίως στα Αινίγματα) αισθητική-εικαστική πλαισίωση των δύο βιβλίων Κάλαντα και Αινίγματα, από την καλλιτέχνιδα Ανδριάνα Ρούσσου, δεν προσφέρει απλώς την ευχάριστη πρόσληψη του περιεχομένου τους. Άλλωστε τα πλούσια εικονιστικά περικειμενικά σημεία των βιβλίων είναι και ο πρώτος εύγλωττος «ξεναγός» στον κόσμο των περιεχομένων τους, με τα ζωηρά, ευδαίμονα χρώματα και τις καρτουνίστικες μορφές. Ένα πανηγύρι χρωμάτων που λειτουργεί συναισθηματικά, ψυχικά και νοητικά στα παιδιά, ώστε να «θεώνται» τον «σκηνικό» χώρο επιτέλεσης των κοινωνικών γεγονότων, ως αναγνώστες και ταυτόχρονα θεατές, παρακολουθώντας την ανέλιξη εικονικών αφηγημένων ιστοριών.

Παράλληλα, οι ηλικιακά και παιδαγωγικά σταθμισμένες δραστηριότητες και ασκήσεις, της εκπαιδευτικού Δήμητρας Ρουσέλη, στο τελευταίο μέρος των βιβλίων, μετατρέπουν τη λαογραφική τελετουργία της μύησης στα έθιμα και στους παραδοσιακούς τρόπους ζωής σε ελεύθερο «μάθημα», με τους όρους της παιδικής κατανόησης και την εύχαρι γοητεία του παιγνιώδους στοιχείου στη μάθηση.

Εξομολογούμαι: Διάβασα -όχι μια φορά- και με διαφορετικά «προσωπεία» τα δύο βιβλία «παιδικής λαογραφίας» Κάλαντα και Αινίγματα, του Μάκη Τσίτα και της Ράνιας Μπουμπουρή. Σαν παιδί. Και έγινα παιδί. Σαν δασκάλα. Και έζησα απίστευτα σκηνικά χαράς μέσα και έξω από τη σχολική αίθουσα. Σαν λαογράφος. Και διέκρινα πολύ περισσότερα νοούμενα από τα γραμμένα. Σαν κριτική αναγνώστρια. Και μέρος από όσα έγραψα είναι αυτά που σας προσφέρω εδώ-μικρή, αδέξια ίσως, συγκομιδή από το ταξίδι μου στα μαγικά «μέρη» των χριστουγεννιάτικων τοπίων της ζωής και της ψυχής μας. Δεν έχετε παρά να κερδίσετε δύο εισιτήρια γι’αυτό το ανεπανάληπτο ταξίδι! Διάρκειας όσο η απόσταση από τους προφορικούς πολιτισμούς στους πολιτισμούς της γραφής. Μέχρι σήμερα. Μέχρι αύριο. Μέχρι τη μηχανική συγκίνηση της ανθρωπόμορφης «Ameca»9, που θα τραγουδήσει πρώτη φορά τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα…

Τα σχολεία κλείνουν τον Δεκέμβριο για τις διακοπές των Χριστουγέννων, δρόμοι και πλατείες στολίζονται, πόλεις και χωριά παίρνουν μια πιο χαρούμενη όψη. Έτσι είναι τώρα, περίπου έτσι ήταν και τα χρόνια τα παλιά. Φανταστείτε τις γιαγιάδες και τους παππούδες σας όταν ήταν παιδιά, με τα τριγωνάκια ή τα καραβάκια τους στα χέρια, να γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι ή στα μαγαζιά της αγοράς, παρέα με άλλα παιδιά, για να αναγγείλουν με τα κάλαντα τον ερχομό των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων. Είναι τόσο αγαπημένο το έθιμο αυτό, ώστε ζει και βασιλεύει μέχρι τις μέρες μας.
Τι λέτε, πάμε να διαβάσουμε τα κάλαντα παρέα; Κι αν θέλετε να τα τραγουδήσουμε κιόλας, ακόμα καλύτερα!

Στα χρόνια των γιαγιάδων και των παππούδων μας, και των δικών τους γιαγιάδων και παππούδων, τα αινίγματα ήταν παιχνίδια που συνήθως παίζονταν ομαδικά: χωρίζονταν οι παίκτες σε δύο ομάδες και έβαζαν αινίγματα η μία ομάδα στην άλλη, για να δουν ποια θα νικήσει: Ποια θα σκεφτόταν το πιο δύσκολο; Και ποια θα κατάφερνε να βρει τη λύση; Κι έτσι τα αινίγματα, που θυμίζουν μικρά ποιηματάκια και συνήθως κλείνουν με την ερώτηση: «Τι είναι;», έφτασαν μέχρι τις μέρες μας: Ζουν και βασιλεύουν και μας αρέσει πολύ να τα λέμε μεταξύ μας. Πάμε, λοιπόν, να διαβάσουμε μερικά από τα πιο αγαπημένα αινίγματα; Άραγε, μπορούμε να βρούμε τη λύση;

Σχόλια

  1. Μάκης Τσίτας, Ράνια Μπουμπουρή, Κάλαντα, εικονογράφηση Ανδριάνα Ρούσσου, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα 2023.

  2. Μάκης Τσίτας, Ράνια Μπουμπουρή, Αινίγματα, εικονογράφηση Ανδριάνα Ρούσσου, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα 2023.

  3. Μάκης Τσίτας, Ράνια Μπουμπουρή, Παροιμίες, εικονογράφηση Ανδριάνα Ρούσσου, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα 2022.

  4. Μάκης Τσίτας, Ράνια Μπουμπουρή, Γλωσσοδέτες, εικονογράφηση Ανδριάνα Ρούσσου, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα 2022.

  5. Βλ. Βιβή Κοψιδά-Βρεττού, Από τη γη και τις ρίζες μας…, Μάκης Τσίτας και Ράνια Μπουμπουρή, Παροιμίες και Γλωσσοδέτες, εικονογράφηση Ανδριάνα Ρούσσου, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα 15-2-2023, στο ηλεκτρονικό λογοτεχνικό περιοδικό Φρέαρ, https://frear.gr/?p=34547 (Τελευταία επίσκεψη, 16-12-2023)

  6. Καλαντιστές ονομάζονταν οι τραγουδιστές των καλάντων. Το τραγούδι συνοδευόταν από παραδοσιακά μουσικά όργανα, κυρίως από το λαούτο, το νταούλι, τη φλογέρα, την τσαμπούνα, τη φυσαρμόνικα, το ακορντεόν, το τρίγωνο. Στα χρόνια του Βυζαντίου, ωστόσο, οι Πατέρες της Εκκλησίας απαγόρευαν ή απέτρεπαν το έθιμο, επειδή θεωρούσαν ότι κατάγεται από τις ρωμαϊκές Καλένδες, γι’αυτό και τους Καλαντιστές αποκαλούσαν Μηναγύρτες. Ο Ιωάννης Τζέτζης, γραμματικός και ποιητής του 12ου αιώνα, προσδιορίζει με τα παρακάτω τους Μην-αγύρτες:

Οπόσοι περιτρέχουσι χώρας και προσαιτούσι
και όσοι κατ΄ αρχίμηνον του Ιανουαρίου
και του Χριστού γεννήσει και Φώτων τη ημέρα
οπόσοι περιτρέχουσι τας θύρας προσαιτούντες
μετά ωδών ή επωδών ή λόγων εγκωμίων
………………………………
ούτοι αν πάντες λέγοιντο κυρίως Μηναγύρται.

  1. Από το αρχαίο ελληνικό ρήμα αινίσσομαι (το σύνθετο υπαινίσσομαι διασώθηκε μέχρι σήμερα), που σημαίνει μιλάω σκοτεινά, υπονοώ. Για το αίνιγμα, βλ. Σωκράτης Σκαρτσής, Το αίνιγμα, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1994. Διατίθεται στο διαδίκτυο: https://www.academia.edu/11787788/%CE%A4%CE%BF_%CE%B1 (Τελευταία επίσκεψη, 16-12-2023). Συστηματική μελέτη του νεοελληνικού αινίγματος έκανε η Χρυσούλα Χατζητάκη-Καψωμένου, Θησαυρός νεοελληνικών αινιγμάτων, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1999. Η διδακτορική της διατριβή, επίσης, αναφέρεται στη μορφή και τη λειτουργία του αινίγματος: Νεοελληνικά λαϊκά αινίγματα. Μορφολογική και λειτουργική ανάλυση, Θεσσαλονίκη 1990.

  2. Μ. Γ. Μερακλής, Πέντε λαογραφικά δοκίμια για τη γλώσσα και την ποίηση, εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 1985. Η αναφορά στο δοκίμιο: Η γλώσσα και η ποίηση της δημώδους μεσαιωνικής γραμματείας, σ. 72.

  3. To πρώτο ανθρωποειδές ρομπότ της βρετανικής εταιρείας Engineered Arts, που κατασκευάστηκε το 2021.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular