Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Ο καουμπόης του Αλίμου, Ανδρέας Μήτσου, Εκδόσεις Καστανιώτη

«Ξεκινά το μυθιστόρημα μ’ έναν μικρούλη ήχο, μια νότα, που απλώνεται ύστερα απαλά, που μεγαλώνει, που αποκτά απρόβλεπτη έκταση. Όμως πάλι μαζεύεται, και ό,τι ακούγεται πια, είναι ο ίδιος, ανεπαίσθητος, ο πρώτος ήχος του.

Ένα αχνό βογκητό, ένα παράπονο, ένας αναστεναγμός.

Αυτόν ελπίζουμε να αιχμαλωτίσουμε, να εξηγήσουμε. Και μαζί του αποκτούμε τότε κι εμείς απρόσμενες διαστάσεις, αλλά στο τέλος του μυθιστορήματος συρρικνωνόμαστε, μικραίνουμε ακόμα πιο πολύ».

«Ένα αχνό βογκητό, ένα παράπονο, ένας αναστεναγμός». Με αυτές τις τρεις λέξεις ο Ανδρέας Μήτσου περιγράφει τη σχέση του με τη γραφή, μια σχέση τρυφερή «αγαπησιάρικη», όπως θα έλεγε ο ίδιος, βεβαρημένη από τη μελαγχολία του χρόνου, μια σχέση υπαρξιακής καταβύθισης σε νερά ποιητικής τρυφερότητας που δεν εκπίπτει ποτέ στον μελοδραματισμό αλλά διατρανώνει τον τεράστιο ρόλο του ρυθμού στη συγγραφική διαδικασία. Ακριβώς ό,τι συμβαίνει στο νέο του βιβλίο, τη συλλογή διηγημάτων που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδ. Καστανιώτη με τον ευρηματικό τίτλο «Ο καουμπόης του Αλίμου».

Πολυβραβευμένος και ιδιαίτερα αγαπητός συγγραφέας ο Ανδρέας Μήτσου, αυτή τη φορά επιστρέφει στη μικρή φόρμα και υπογράφει μια συλλογή ευφάνταστων διηγημάτων στα οποία ο αναγνώστης πέρα από μια υπερβατική εξισορρόπηση στο μεταίχμιο της υπαρκτικής αλληλουχίας θα ανακαλύψει στα διηγήματα αυτά και την πρωτογενή ίσως ύλη της δημιουργίας προηγούμενων βιβλίων του, όπως η Γκαλίνα, η Αλεξάνδρα, ο κύριος Επισκοπάκης, Τα Ανίσχυρα ψεύδη του Ορέστη Χαλκιόπουλου. Ο αναγνώστης θα ανακαλύψει στις σελίδες αυτής της συλλογής το πλαίσιο στο οποίο είχαν ενταχθεί τότε προηγούμενα έργα του και πέρα από το αρχικό ξάφνιασμα της επιστροφής σε αγαπημένους ήρωες θα συναισθανθεί πλήρως τα όριά τους και τις αναζητήσεις τους, τις αγωνίες και τις ενδόμυχες σκέψεις του σε μια υπερρεαλιστική σύνδεση με το παρόν, σε κείμενα ολόφρεσκα και σπαρταριστά που επιμένουν να φέρουν την αλήθεια της μνήμης τους.

Θα μπορούσαμε να πούμε συνοπτικά πως ο σημαντικότερος άξονας πάνω στον οποίο ο Μήτσου στήνει το αφηγηματικό του οικοδόμημα είναι η ανάγκη διαφυγής του ανθρώπου από τον μικρόκοσμό του. Οι ήρωές του αγωνιούν να καταλάβουν τι είναι αυτό που τους φταίει και καταβυθιζόμενοι εντός τους ανακαλύπτουν έναν νέο κόσμο στον οποίο πρέπει εν τέλει να κατορθώσουν να βγουν. Μοναδικό μονοπάτι το οποίο καλούνται να ανακαλύψουν είναι η επιστροφή στην αθωότητα της παιδικής ηλικίας. Οι ήρωες του Μήτσου σπαρακτικά θα ανακαλύψουν ότι η αθωότητα θα τους επιστραφεί αν καταφέρουν να προσεγγίσουν εκ νέου «το παιδί με το γρατζουνισμένο γόνατο», του ποιητή, αν κατορθώσουν να δουν ξανά με τα μάτια της παιδικής τους ψυχής που χάθηκε στον χρόνο «ν’ ασπρίζει ένα βρεμένο βότσαλο», αν ακούσουν «να σφυρίζει ένα καλάμι», αν δουν «τα χρώματα των πιο γυμνών τοπίων που γνώρισαν», αν με έναν λόγο μπορέσουν να αντικρίσουν το άγχος του θανάτου που τους διακατέχει μέσα από το πρίσμα της επιστροφής στην αθωότητα της πρώτης μνήμης και το εξουδετερώσουν αποφασιστικά.

Τα διηγήματα του Μήτσου είναι διαυγή «σαν το λευκό πουκάμισο που φορά», σαφή στον υπαινιγμό τους, υπαινικτικά στη σκωπτικότητά τους, αισθησιακά και αισθητικά υψιπετή στην ολότητά τους. Από το «Ο Δισθανής», με το μοτίβο του σωσία που έχουμε δει και παλιότερα από τον συγγραφέα, όπου «ο φόβος του θανάτου γίνεται οίστρος της ζωής», «Το ρόπαλο» με την ευρηματική ιστορία με το άλογο, μέχρι το ομώνυμο διήγημα που έδωσε τον τίτλο σε όλη τη συλλογή, όπου οι άνθρωποι – γελάδια κατευθύνονται στο σφαγείο της ζωής αμέτοχοι αλλά όχι άμοιροι ευθυνών, ο Μήτσου στήνει ένα συγκινησιακό σκηνικό για να τονίσει την ευθύνη του ανθρώπου απέναντι στο παρελθόν και στο μέλλον του. Το «Άνδρες σε παγκάκια» αποσαφηνίζει τη διάτορη σημασία του χρέους της ευθύνης, ενώ στο «Ξάγναντο», στην ιστορία με το τεράστιο σαλάχι, η συμμετοχή για κοινωνικοποίηση και οι ευθύνες που ενέχει αυτή αποσαφηνίζονται ξεκάθαρα. Στο διήγημα «Η τελευταία ελπίδα» υπάρχει μια μεταστροφή προς την πιθανότητα του θανάτου. Μετέχουμε όλοι σε αυτή ισόποσα και ισοδύναμα άλλωστε. Ένα διήγημα που μιλά για τον αιφνιδιασμό της χαράς του άλλου, μια χαρά που μπορεί να σε εξαφανίσει, να σε ισοπεδώσει εκτός και αν η αγάπη σου για τον άλλο μπορεί να εκμηδενίσει το ξάφνιασμα. Στο «Μια νύχτα στη βροχή» ο ήρωας θα καταφύγει στο παράλογο για να λυτρωθεί, αποζητά καταφύγιο στην υπέρβαση αφού «όποιος δεν έχει πέσει στον γκρεμό σωσμό δεν έχει» και ανοίγοντας μια ομπρέλα πάνω από τα μνήματα τραγουδάει, σε μια προσπάθεια να αναζητήσει καταφύγιο και σωτηρία ζωής στο ανέλπιστο του φαινομενικού παραλογισμού. «Το μαχαίρι του μοναχού Βησσαρίωνα», για όσους έχουν διαβάσει το «Αλεξάνδρα» αποτελεί τη λύση του συγγραφικού της μύθου. Άνθρωποι που προσλαμβάνουν και ερμηνεύουν την πραγματικότητα εντελώς ιδιότυπα, άνθρωποι που ικετεύουν έναν έρωτα έστω και παράλογο, ασύστολες προδοσίες ανοιχτών πληγών που δεν λέει να κλείσει η μνήμη. Η αυτοπυρπόληση ως συνέπεια της αφύπνισης της μνήμης επανέρχεται  στο διήγημα «Η εκδίκηση των εσωρούχων», αφού την αλήθεια αρκεί μόνο να τη θυμηθούμε τελικά και όχι να τη διεκδικήσουμε σε δύσκολες αναζητήσεις. Συγκλονιστικό το διήγημα με τον τίτλο «Το λεμόνι». Για να μπορέσει ο άνθρωπος να βιώσει μια απλή, ασήμαντη χαρά πρέπει πρώτα να ματώσει. Και για να ματώσει χρειάζεται μαχαίρι, ένα μαχαίρι που σφαγιάζοντας θα επιφέρει σωτήριες και τελεσίδικες λύσεις, αλλά για να γίνει αυτό ο άνθρωπος πρέπει να αυτοκαταργηθεί, ώστε να περάσει στη σφαίρα της επανακδίκησης της ζωής ή του έρωτα, όπως συμβαίνει και στο διήγημα που ακολουθεί, με τον τίτλο «Το παπούτσι». «Τα μυστήρια της Ελευσίνας», επίσης ένα δυνατό διήγημα για τον έρωτα ως πρόφαση για τη συνέχιση της ζωής, για τον έρωτα και την επανάληψή του σε έναν άλλο κόσμο. «Ο ψεύτης» και η αγαπημένη όλων Γκαλίνα και ο γιος που σκηνοθετεί τον έρωτα της μητέρας του στο «Πίσω από την πόρτα». Η «Ξηρασία», όπου η επιστροφή σε μια ζωή που αλλάζει και μαζί της χάνονται πολλά. Στερεύει η ζωή «σαν ποτάμι παλιό που διψά» να αναγεννηθεί μάταια. «Απορίες ηλικιωμένων ανδρών» με παιδιά που γερνούν με τις ίδιες απορίες για τη ζωή, «Αστραφτεροί έρωτες» και «ατελέσφορες εμμονές» και το καταληκτικό διήγημα «Η δίστομη σπάθα», μια ιστορία αιχμηρή που συμπυκνώνει το νόημα της επιστροφής στην παιδική αθωότητα ως καταλύτη στον φόβο του τέλους.

Κείμενα όλα ποιητικής αισθητικής, με πηγαίο ρεαλισμό και συμπυκνωμένη λυρικότητα, τρυφερότητα στην εκφραστική αγωγή, θεατρικότητα, κείμενα διακεκριμένα που κυμαίνονται από την απόγνωση στην ελπίδα και από τη συνείδηση του θανάτου στη αθανασία της ζωής, από το υπερρεαλιστικό στοιχείο ενός ασύστολου επαναπροσδιορισμού στη λογική και το αντίστροφο, κυρίως όμως μια αποφασιστική γραφή που παραμένει ψύχραιμη ακόμα και όταν περιγράφονται σκληρές σκηνές είναι χαρακτηριστικά του νέου έργου που καταθέτει ο συγγραφέας. Ο Μήτσου δίνει μορφή σε ό,τι ανταριάζει μέσα του για να πετύχει μαζί του την αναγκαία συμφιλίωση, να κάνει ειρήνη με το μέλλον. Έτσι η μυθοπλασία αναλαμβάνει να πείσει τον αναγνώστη ότι πρόκειται για μια άλλη εκδοχή της προσωπικής περιπέτειας της ζωής ανθρώπων που φοβούνται την προσγείωση σε μια απλή και αυτονόητη πραγματικότητα.

Το λογοτεχνικό ύφος του εισέρχεται με ορμή στην αφήγηση και οριοθετεί το αφηγηματικό πλαίσιο αλλά και την ατμόσφαιρα των κειμένων, δημιουργώντας εικόνες δραματικές και ταυτόχρονα εκστατικές που ξαφνιάζουν με τη δύναμη της προβολής τους και αναδεικνύοντας, για μια φορά ακόμη, την εξελικτική δυναμική του Ανδρέα Μήτσου που κάθε φορά, ολοένα και περισσότερο, συγκλονίζει. Άλλωστε ο ίδιος καταθέτει σε τούτο το βιβλίο το μεγαλύτερο μυστικό της γραφής του γράφοντας:

«Γιατί μια φράση, ένα ερώτημα, μια ασήμαντη ίσως λεπτομέρεια, μπορεί να είναι ο πυρήνας της κάθε ιστόρησης, η μαγιά της. Σ’ αυτό το ερώτημα πρέπει ν’ απαντήσεις. Φουσκώνει από μόνο του, καθώς εσύ αποζητάς την απάντηση, “γίνεται”, το μυθιστόρημα, όπως ακριβώς το ψωμί από το προζύμι. όμως συχνά στεγνώνει η ιστορία και σου απομένει η ψίχα. Η μία φράση της, το ίδιο ερώτημα. Αναπάντητο ακόμα, και πιο απαιτητικό. Κι επειδή λίγοι θα καταλαβαίνουν σήμερα από μαγιά και από ψωμί ίσως, καλύτερα να πω πως προσομοιάζει με τη λειτουργία του ακορντεόν το κάθε μυθιστόρημα, κι ο συγγραφέας, όμοιος με τη φυσούνα αυτού του μουσικού οργάνου- τον χώρο αποθήκευσης του αέρα- εισπνέει το άρωμά της κατά το άνοιγμα της ιστορίας του και το εκπνέει με το κλείσιμό της».

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular