Please enable JavaScript to view the comments powered by Disqus.

***Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη***

Κώστας Βούλγαρης, Η δικιά μας Ελένη. Ψηφίδες και πρόσωπα τής σύγχρονης ποίησης, Εκδοτική Αθηνών

  

Μελετητής από τους λίγους, επίμονος ερευνητής, απαρόμοιαστος, τολμηρός για τα γούστα των συντηρητικών και «κόκκινο πανί» για τους «τα φαιά φορούντες». Αυτός είναι ο μαχητικός και μάχιμος πνευματικός άνθρωπος με υπέρ-ανεπτυγμένη την κριτική ικανότητα και με διακριτική ευχέρεια να ελίσσεται ανάμεσα σε κοινούς τόπου υπερβαίνοντάς τους. Δεν πρόκειται όμως για νοητικό ακροβατισμό, ούτε για υπερβάλλουσα νοητική διεργασία ούτε – φυσικά – για συνειρμική εργασία «αυτομάτου τινός γραφής». Τουναντίον, παρά την μετανεωτερική συνθήκη, ετούτο το συγκριτικό φιλολογικό μελέτημα εντάσσεται στην κατηγορία των τολμηρών, επαναστατικών δοκιμίων, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν δεσμεύεται από καμία πανεπιστημιακή σχολαστική ορθότητα, μήτε για αυστηρή κενότητα ακαδημαϊκού τύπου, αλλά για γνήσια αφηγηματική ανάγκη να φωτίσεις το Ταυτόν από διαφορετικές και πρωτοφανείς οπτικές γωνίες.

Η Αλήθεια παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτό το πόνημα, αλλά και στα λογοτεχνικά γραφτά και στα δημοσιογραφικά άρθρα και στη ζωή τού Πελοποννήσιου Κώστα Βούλγαρη, που ερωτεύτηκε την Λευτεριά, ειδικά την γλωσσική, την εκφραστική και την ρυθμολογική στον ίδιο βαθμό (αν όχι και σ’ ανώτερο) με τον Κώστα Βάρναλη. Και ως προς αυτό αγγίζει το Πνεύμα όλων των απανταχού τής Γης Διαφωτιστών.

Πέρα όμως από την όποια αναγνωστική του επάρκεια, υπερισχύει το δικό του λογοτεχνικό δαιμόνιο. Μόνον ο «ποιητής τεχνίτης» μπορείς να διεισδύσει στην ποιητική σύλληψη τού άλλου και να αποκαλύψει τους μηχανισμούς που υποκινούν το μυθοπλαστικό «θέατρο σκιών» κάθε ανεξάρτητου κι αδέσμευτου δημιουργού.

Τα πλαίσια δεν περιόρισαν ποτέ κανέναν ποιητή, ειδικά όταν υπερβαίνει την συνήθη χαρμολύπη και την λυρική αυτοεπιτιμητική υποτίμηση με τον φιλοσοφικό στοχασμό, σε βένθεα υποσυνειδήτου όπου οι συνήθεις ηρωϊκοί αυτοδύτες σφουγγαράδες-γραφιάδες-καθηγητάδες δεν φτάνουν. Εκεί είναι όμως είναι τα διαμάντια και τα σμαράγδια τα ανεκτίμητα…

Σαν αυτά που παρελαύνουν μέσα από αυτές τις σύντομες «σκηνοθεσίες» και μας θαμπώνουν με την ευχέρεια της χωροταξικής δεινότητας τού αφηγητή που δεν περιορίζεται σε μια ψυχρή mise en scene αλλά βάζει σώμα και ψυχή σε μια υπόθεση που ήταν εξαρχής σωματική: η Ποίηση, όταν υψηλή είναι και με Πι κεφαλαίο, αν και αόριστο, άπιαστο, αταξινόμητο και αχανές για το φτωχό δεκαδικό σύστημα τής Λογικής μας. Ίσως με το δεκατριαδικό των κβαντικών υπολογιστών τού μέλλοντος.

Ο Εγγονόπουλος κι ο Σεφέρης παρελαύνουν σε αυτό το πόνημα μαζί με τον Βάρναλη και τους «καταραμένους» ποιητές Καβάφη και Καρυωτάκη. Ο μοντερνισμός είναι ένα όχημα που διαρκώς αυτοακυρώνεται επιβεβαιούμενος. Όσο για την τρέχουσα μετανεωτερική συνθήκη, θα περάσουν ακόμα πέντε ή έξι δεκαετίες μέχρι να αποτιμήσουμε την χρονοαντοχή των αποξηραμένων καρπών της.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρον το εικοστό κεφάλαιο με τίτλο «Η λογοτεχνική συνθήκη» (σελίδες 440-464). Και μόνον η παράθεσις των υποκεφαλαίων είναι χαρακτηριστική της αισθητικής, των προθέσεων και του ειδικού στίγματος ενός διανοητή ειδήμονος κι ανεξίκακου, αλεξίκακου και οιστρηλατημένου, νοησιαρχικού αλλά και αναστενάρη. Διαβάζουμε λοιπόν: Ο δια-νοούμενος λόγος στον δημόσιο λόγο, Οι πνευματικές εστίες, Τα γκέτο, Αφετηρίες και ρόλοι, Λογοτεχνία και λογοκρισία, Ο βολικός εχθρός, Η αισθητική λογοκρισία, Τέχνη και πολιτισμός, Ο χρόνος της τέχνης, Η μελοποίηση και η ανάγνωση της ποίησης, Η γλώσσα, Η νεύρωση της μετάφρασης, Οι ευκολίες, Το κοσμοείδωλο, Η επιλογή, Η ηθογραφία τού «άλλου», Η μορφή, Οι εστέτ.

Όμως το εκείνο που λειτουργεί ως συνοπτική ανακεφαλαίωση είναι το τελευταίο (πριν τα κατατοπιστικά ευρετήρια) εικοστό πρώτο κεφάλαιο «Η αναζήτηση της Ελένης» (σελίδες 467-468) το οποίο κλείνει με αυτό που λέμε «πρόθεση τού συγγραφέα». Ας το παρακολουθήσουμε αποσπασματικά: «Παρ’ ότι πεζογράφος, πάντα θεωρούσα ότι η ποίηση είναι που συνέχει τη διαδρομή μου, μα και όλη τη νεοελληνική διαδρομή, όπως την προσέγγιζα μέσα από την μελέτη και κριτική τής ποίησης. Άλλωστε η ποιητική παράδοση είναι η μόνη που διαθέτουμε ως εθνική λογοτεχνία και πάνω της ενοφθαλμίζονται όλες οι άλλες λογοτεχνικές εκφάνσεις. Αλλά, τόσα χρόνια ασχολούμενος με τη σύγχρονη ποίηση, δεν τη βρήκα πουθενά, δεν τη συνάντησα ποτέ, αυτή, τη δικιά μας Ελένη […] Ευτύχησα δηλαδή να αντιληφθώ μαζί με τον Σινόπουλο, ότι κεκυρωμένος δεν σημαίνει τίποτα, η μνημείωση είναι κενό γράμμα. Εγκατέλειψα λοιπόν την περιπλάνηση σε άγονες εκτάσεις, όπως το στατικό και μόνον κατ’ όνομα ταξίδι τής γραμματολογίας και άλλες ερημώσεις. Άρχισα να συχνάζω σε εναργείς τόπους τής ποίησης, σαν το Νεκρόδειπνο τού ποταμού, όταν κυλάει. Εκεί, κατάφερα τελικά να συναντήσω την Ελένη, τη δικιά μου Ελένη…».

Και μόνον γι’ αυτή την τελευταία παράγραφο θ’ ακολουθούσα τον πεζογράφο Κώστα Βούλγαρη ως πιστός αναγνώστης δια βίου ευγνώμων για την τόση ψυχική απλοχωριά, για την τόση νοητική γενναιοδωρία.

  

info από το Δελτίο Τύπου:

ΚΩΣΤΑΣ ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ Η δικιά μας Ελένη Ψηφίδες και πρόσωπα της σύγχρονης ποίησης Διαστάσεις 14×21, σελίδες 480, τιμή 19,80€ ISBN 978-960-213-475-7.

Το βιβλίο του Κώστα Βούλγαρη έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό, στη μελέτη αλλά και στην εικόνα της νεοελληνικής ποίησης, αφού οι παραδεδομένες Ιστορίες της λογοτεχνίας μας φθάνουν μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Έκτοτε, πολλά και σημαντικά ποιήματα γράφτηκαν, χωρίς όμως να έχουμε μέχρι τώρα μια συνολική αποτίμησή τους. Πρόκειται για μια ακυρωτική υστέρηση της λογοτεχνικής συνθήκης, αφού, σύμφωνα με τη βασική θεωρητική παραδοχή του συγγραφέα: «κάθε καινούριο ποίημα, όταν αξιώνεται αυτόν τον χαρακτηρισμό, τροποποιεί, ελάχιστα ή σημαντικά, ολόκληρη την εικόνα της νεοελληνικής ποίησης, τη διαδρομή δύο αιώνων». Ο Κώστας Βούλγαρης εστιάζει στον ποιητικό μοντερνισμό, προτείνοντας ως αφετηρία όχι τη «γενιά του ’30», αλλά τον Καβάφη, τον Βάρναλη και τον Καρυωτάκη, για να καταλήξει στον μοντερνισμό «ως αέναη ακολουθία ρήξεων», όπως αυτός πραγματώνεται στο έργο του Νικολάου Κάλας και του Νίκου Εγγονόπουλου. Ενώ, παράλληλα, εξετάζει πώς η ποιητική γλώσσα του Σεφέρη αναδείχθηκε σε «ποιητική κοινή», και συνεχίζει να κυριαρχεί στην ποιητική παραγωγή. Ο συγγραφέας αναδεικνύει τις πολλαπλές, και αντιπαλεύουσες εκδοχές του ποιητικού μοντερνισμού, την περίοδο της ακμής του, και επιπλέον φωτίζει τις αντοχές αλλά και τις ρωγμές του, όπως διαπιστώνονται στο έργο των μεταπολεμικών ποιητών, και κυρίως στο έργο των ποιητών του ’70, αναζητώντας το μοντερνιστικό πρόσωπο της Ελένης, ως συλλογικό σημείο αναφοράς όλης αυτής της εποχής, ως αισθητικό απαύγασμα. Στη συνέχεια, εξετάζει την υπέρβαση του μοντερνισμού, τη συνθήκη μέσα στην οποία γράφονται τα σύγχρονα ποιήματα, πλέον υπό το βάρος της έκπτωσης της ιστορικά βιωμένης εμπειρίας, δηλαδή, μέσα στη μεταμοντέρνα συνθήκη στην οποία ζούμε, μετά την ιστορική τομή του 1989. Υποστηρίζει, δε, ότι όντως αλλάζει «ο ρυθμός του κόσμου», στη σύγχρονη νεοελληνική ποίηση, με πολύ ενδιαφέροντα και σημαντικά ποιητικά έργα. Ψάχνοντας τη δικιά μας Ελένη..

 

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

Ακολουθήστε τo Literature.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα νέα για τον πολιτισμό και την επικαιρότητα από την Ελλάδα και τον Κόσμο.

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png

This image has an empty alt attribute; its file name is sep-lit-1024x59.png
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
latestpopular